ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασπασία Μαγιάκου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Παρασκευή Καλαϊτζή-Εισηγήτρια, Αναστασία Περιστεράκη, Λάμπρο Καρέλο, Ανθή Γκάμαρη, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 20η Νοεμβρίου 2019 με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: ΝΠΔΔ (ΟΤΑ) με την επωνυμία “Δήμος Πρέβεζας”, που εκπροσωπείται νόμιμα και εδρεύει στην …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Αλέξανδρο Βουκελάτο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. Των αναιρεσίβλητων:1. Μ. Μ. του Π., 2Λ. Μ. του Π., κατοίκων … που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Λουκά Μόσχο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 26-9-2013 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πρέβεζας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 316/2015 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου, 267/2018 του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την 7-11-2018 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρ. 281 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, μόνη η αδράνεια του δικαιούχου για την άσκηση του δικαιώματος επί χρόνο μικρότερο από τον απαιτούμενο για την παραγραφή, καθώς και η καλόπιστη η πεποίθηση του υποχρέου ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα κατ’ αυτού ή ότι αυτό δεν πρόκειται ν’ ασκηθεί εναντίον του, έστω και αν αυτή δημιουργήθηκε από την αδράνεια του δικαιούχου, δεν αρκεί καταρχήν να καταστήσει καταχρηστική την επιγενόμενη άσκηση του δικαιώματος. Αν όμως η αδράνεια, συνοδεύεται από ειδικές περιστάσεις που συνδέονται κυρίως με προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου και ο ίδιος μεταβάλλοντας την στάση του επιχειρεί εκ των υστέρων ανατροπή της καταστάσεως που έχει διαμορφωθεί και παγιωθεί, δεν είναι απαραίτητο να προκαλούνται από την επιχειρούμενη ανατροπή αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο καταστάσεις, αλλά αρκεί να επέρχονται δυσμενείς (επαχθείς) απλώς για τα συμφέροντά του επιπτώσεις, στην περίπτωση δε αυτήν η άσκηση του δικαιώματος μπορεί να καταστεί μη ανεκτή κατά την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και, συνεπώς, καταχρηστική και απαγορευμένη (Ολ. ΑΠ 33/2005, Ολ. ΑΠ 7/2002).

ΙΙ. Κατ’ άρθρ. 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως, όταν στην ελάσσονα πρότασή της δεν αναφέρονται διόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικά τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του, επί ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ζητήματος και έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνος ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν εκείνου που δεν εφαρμόσθηκε. Ως ζητήματα δε, των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό στερεί από την απόφαση τη νόμιμη βάση, νοούνται μόνο οι ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, που τείνουν δηλαδή στη θεμελίωση ή κατάλυση του δικαιώματος που ασκήθηκε, είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο (Ολ. ΑΠ 24/1992).

ΙΙΙ. Το Μονομελές Εφετείο Ιωαννίνων στην αναιρεσιβαλλόμενη, 267/2018, απόφασή του, διέλαβε τις ακόλουθες, επιτρεπτώς επισκοπούμενες παραδοχές: “Με την υπ’ αριθμ. 49173/19-4-1935 απόφαση Υπουργού Γεωργίας, η οποία δημοσιεύτηκε στο υπ αριθμ. 63/15-5-1935 ΦΕΚ, κυρώθηκε η οριστική διανομή του αγροκτήματος … και περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο το υπ αριθμ. 1 αγροτεμάχιο έκτασης 7.024 τ.μ., τμήμα του οποίου έκτασης 2.793,81 στρεμμάτων μεταβιβάστηκε με την …7-1957 απόφαση του Νομάρχη Πρέβεζας, η οποία μεταγράφηκε στις 21-3-2002 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πρέβεζας από το Ελληνικό Δημόσιο στην Κοινότητα … Νομού Πρέβεζας, της οποίας καθολικός διάδοχος κατέστη αρχικά ο Δήμος Ζαλόγγου και στη συνέχεια το ενάγον ΝΠΔΔ με την επωνυμία “Δήμος Πρέβεζας”. Τμήμα της προαναφερόμενης έκτασης αποτελεί το επίδικο, το οποίο έχει έκταση 1.100,94 τ.μ, βρίσκεται στη θέση …” εκτός του οικισμού … της Τοπικής Κοινότητας …, της Δημοτικής Ενότητας Ζαλόγγου του Δήμου Πρέβεζας, της Περιφερειακής Ενότητας Πρέβεζας της Περιφέρειας Ηπείρου και αποτυπώνεται στο επισυναπτόμενο στην υπό κρίση αγωγή από μηνός Μαίου 2013 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικής μηχανικού Β. Κ., συνορεύει γύρωθεν και εν όλω βορείως επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (2-3) του άνω διαγράμματος μήκους (22,09) μέτρα, επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (3-4) μήκους (10,92) μέτρα, επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (4-5) μήκους (7,68) μέτρα, επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (5-6) μήκους (3,63) μέτρα, επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (6-7) μήκους (5,00) μέτρα με ιδιοκτησία Α. Π. και επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (7-8) μήκους (3,71) μέτρα με ιδιοκτησία Α. Π. και με ιδιοκτησία Δ. Π., νοτίως επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (10-9) μήκους (53,32) μέτρα με ιδιοκτησία Β. Κ., ανατολικώς επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (8-9) μήκους (20,00) μέτρα με ιδιοκτησία Δ. Π. και δυτικώς επί πλευράς υπό στοιχεία αριθμών (2-10) μήκους (20,12) μέτρα με απαλλοτριωθείσα έκταση εκ του αρχικού ακινήτου για την κατασκευή της παρακαμπτήριος οδού … και πέραν αυτής με την παρακαμπτήριο οδό … – … Το παραπάνω αυτό επίδικο τμήμα μεταβιβάστηκε στις εναγόμενες με γονική παροχή της μητέρας τους Ι. Κ. του Χ., δυνάμει του υπ’αριθμ. …/ 26-07-2013 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Πρεβέζης Μ. θυγ. Κ. Π., συζύγου Γ. Α. κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου σε έκαστη εξ αυτών, το οποίο μεταγράφηκε νομίμως στις 30-07-2013 στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πρέβεζας στον Τόμο …, με αριθμό…. Το παραπάνω αυτό τμήμα το οποίο αποτελούσε ευρύτερη έκταση πολλών στρεμμάτων αποδείχτηκε ότι κατείχαν οι απώτεροι δικαιοπάροχοι των εναγομένων, ήτοι ο προπροπάππους τους Δ. Κ., κι ο προπάππους τους Δ. Κ., από τα έτη της τουρκοκρατίας κι εντεύθεν φυτεύοντας ελαιόδεντρα εντός αυτού, βοσκώντας τα πρόβατά τους και κατασκευάζοντας βοηθητικά κτίσματα για τη διευκόλυνση των παραπάνω εργασιών τους, με την ανοχή του Ελληνικού Δημοσίου, που ήταν κύριος αυτού, κατά το έτος 1980 ο Χ. Κ. μεταβίβασε δια λόγου στην δικαιοπάροχο μητέρα τους και θυγατέρα αυτού Ι. Κ. τμήμα εκτάσεως 1.163 τ.μ., το οποίο μετά την απαλλοτρίωση που έλαβε χώρα σε έκταση 62,06 τ.μ , έχει τελική επιφάνεια 1.100,94 τ.μ και αποτελεί το επίδικο. Για το γεγονός αυτό, της κατοχής του επιδίκου, από τους απώτερους δικαιοπαρόχους των εναγομένων, καταθέτουν κι οι δύο μάρτυρες απόδειξης κι ανταπόδειξης, οι οποίοι είναι κάτοικοι της περιοχής κι αναφέρουν στις καταθέσεις τους ότι εντός του επιδίκου καλλιεργούνταν ελιές καλαμπόκι και βρωμοκρίθαρο, αποτελούσε δε το επίδικο, όπως αποδείχτηκε, τμήμα ευρύτερης κατεχόμενης έκτασης από αυτούς όπως και υπόλοιπες εκτάσεις, που ανήκαν στο Ελληνικό Δημόσιο, τις οποίες κατείχαν οι κάτοικοι της κοινότητας … διενεργώντας αγροτικές εργασίες επ αυτών. Ενόψει τούτου, ο απώτερος δικαιοπάροχος των εναγομένων, παππούς τους Χ. Κ., με την υπ’ αριθμ. …- 05-1981 αίτηση του προς τον ‘Πρόεδρο και το Κοινοτικό Συμβούλιο της Κοινότητας …, είχε υποβάλει υπεύθυνη δήλωση και τοπογραφικά διαγράμματα των κατεχόμενων από αυτόν προ του έτους 1965 κοινοτικών εκτάσεων που βρίσκονται στο Αγρόκτημα … και οι οποίες – κατά τα εκτιθέμενα στην ως άνω αίτηση- πληρούσαν τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 28 του Ν. 1080/1980 ” περί απευθείας εκποίησης στους αυθαιρέτως κατέχοντες”, μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν και η υπό στοιχεία … κατεχόμενη έκταση συνολικού εμβαδού 7.710 τ.μ., στην τοποθεσία …” του Αγροκτήματος …, τμήμα της οποίας αποτελεί και η επίδικη. Το Κοινοτικό Συμβούλιο …, δυνάμει της υπ’αριθμ. …/93 απόφασης του αναφορικά με το θέμα της εκποίησης κοινοτικών εκτάσεων άνευ δημοπρασίας στους αυθαιρέτως κατέχοντες, αποφάσισε, μεταξύ άλλων την εκποίηση στον Χ. Κ., παππού των εναγομένων, και της προπεριγραφόμενης αυθαιρέτως κατεχόμενης έκτασης προ του έτους 1965 των 7.710 τ.μ , όπου ανήκει το επίδικο, την οποία συμπεριέλαβε στην ζώνη Α, με τίμημα 20.000 δραχμές το στρέμμα (βλ. την προσκομιζόμενη μετ επικλήσεως ως άνω απόφαση). Επιπροσθέτως, όπως αποδείχθηκε, δυνάμει της υπ’αριθμ. …/1981 απόφασης του Νομάρχη Πρέβεζας, η οποία δημοσιεύθηκε στο υπ’αριθμ. 756/ 22-12-1981 ΦΕΚ – Τεύχος Δ, απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικώς λόγω δημόσιας ωφέλειας, ήτοι για την προσωρινή παράκαμψη της περιοχής … της παραλιακής οδού Ηγουμενίτσας Πρέβεζας, τμήμα οδού …, κόμβος …- κόμβος Ριζών, ακίνητα συνολικής εκτάσεως 53.564.60 τ.μ μεταξύ δε αυτών περιλαμβανόταν και το τεμάχιο με αριθμό…, που αποτελούσε αγρό ποτιστικό καλλιεργήσιμο, εκτάσεως 771, 00 τ.μ , τμήμα του οποίου 62,06 τ.μ ανήκε στο επίδικο (το οποίο αρχικά είχε έκταση 1.163 τ.μ). Όπως δε αναφέρει ο μηχανικός Κ. Ε., ο οποίος, κατόπιν διορισμού του δυνάμει της υπ’αριθμ. …/11-05-1982 απόφασης του Νομάρχη, συνέταξε έκθεση ελέγχου κτηματολογικού διαγράμματος και κτηματολογικού πίνακα, στο ως άνω με αριθμό … τεμάχιο ως ιδιοκτήτης φέρεται ο Χ. Κ., απώτερος δικαιοπάροχος των νυν εναγομένων. Ο ανωτέρω μηχανικός αναγράφει στην προαναφερθείσα έκθεση του ότι συνεργάστηκε με τον Οικονομικό Έφορο Πρεβέζης και από την έρευνα που έγινε διαπιστώθηκε ότι το Δημόσιο δεν έχει δικαιώματα στην απαλλοτριωθείσα έκταση. Άλλωστε, και στον από 6-08-1982 οριστικό κτηματολογικό πίνακα με συντάκτη τον ως άνω πολιτικό μηχανικό, ως ιδιοκτήτης του τμήματος που απαλλοτριώνεται αναγράφεται ο προαναφερόμενος απώτερος δικαιοπάροχος των εναγομένων Χ. Κ.. Επιπροσθέτως, σημειώνεται, ότι όπως εμφαίνεται στο με ημερομηνία Οκτώβριος 2004 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού Κ. Ν., εντός της ευρύτερης έκτασης που φαίνεται καταληφθείσα από τον Χ. Κ., υφίσταται ισόγεια αγροτική οικία (βλ. και την προσκομιζόμενη μετ’επικλήσεως υπ’ αριθμ. … 1978 οικοδομική άδεια και αγροτική αποθήκη (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως υπ’αριθμ. …/1979 οικοδομική άδεια ), ενώ από το με ημερομηνία Δεκέμβριος 2003 απόσπασμα ορθοφωτοχάρτη ελαιοτεμαχίου, προκύπτει ότι ο ανωτέρω απώτερος δικαιοπάροχος των εναγομένων είχε λάβει επιδότηση για την καλλιέργεια ελαιοδέντρων στην ευρύτερα φερόμενη ως καταληφθείσα έκταση, ήτοι για 17 ελαιόδεντρα ενός τμήματος 3,30 τ.μ και για 83 ελαιόδεντρα ενός έτερου τμήματος 10,70 τ.μ. Συνεπεία δε των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η άσκηση της κρινόμενης αγωγής από το ενάγον ενέχει κατάχρηση δικαιώματος, αφού υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα χρηστά ήθη. Και τούτου γιατί καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που βρίσκονταν στην κατοχή του επιδίκου οι δικαιοπάροχοι των εναγομένων και εν συνεχεία οι εναγόμενες, το ενάγον ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε, ούτε προέβη σε πράξεις ενδεικτικές της πρόθεσής του να διεκδικήσει το επίδικο, δημιουργώντας σ αυτές εύλογα την πεποίθηση ότι δεν υφίστατο δικαίωμα του επί του επιδίκου. Αντίθετα με τη συμπεριφορά του, ήτοι απόφαση για εκποίηση στους κατέχοντες αυτό έναντι τιμήματος και χορήγηση αδειών οικοδομής για γειτονικό τμήμα του επιδίκου που εκποιήθηκε με την παραπάνω απόφαση, ενίσχυσε την πεποίθηση της μη ασκήσεως του αξιούμενου δικαιώματος του. Τα παραπάνω αφού δέχτηκε η εκκαλουμένη απόφαση, δεν έσφαλε και ο σχετικός λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος”. Επί τη βάσει των παραδοχών αυτών απέρριψε κατ’ ουσία την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 316/2015 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πρεβέζης, με την οποία είχε απορριφθεί η διεκδικητική αγωγή αυτού (αναιρεσείοντος) ως (κατ’ άρθρ. 281ΑΚ) καταχρηστική, κατά παραδοχή σχετικής ενστάσεως των αναιρεσιβλήτων.

IV. Με τον τρίτο (τελευταίο) λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων Δήμος Πρεβέζης ισχυρίζεται, ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο υπέπεσε στην πλημμέλειά του αρ. 19 του άνω άρθρου, αιτιώμενος (μεταξύ άλλων και) ότι το δικαστήριο της ουσίας στην προσβαλλόμενη απόφασή του, δεν αιτιολογεί, μεταξύ άλλων, αν υφίστανται και σε τι συνίστανται οι φερόμενες ως επαχθείς συνέπειες, που στην περίπτωση αποδοχής της αγωγής του (αναιρεσείοντος) θα υποστούν οι αναιρεσίβλητες. Ο λόγος αυτός (κατά τα ειδικότερα στο περιεχόμενό του αναπτυσσόμενα), είναι βάσιμος, (παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων), διότι το δικαστήριο του δεύτερου βαθμού στο αποδεικτικό πόρισμά του δέχεται την καταχρηστική άσκηση της ένδικης αγωγής, χωρίς όμως να διαλαμβάνει στην προσβαλλόμενη απόφασή του αιτιολογία για τη συνδρομή των επαχθών (δυσμενών) συνεπειών, όπως αυτές αναλύονται στη μείζονα σκέψη, τις οποίες θα υποστούν οι αναιρεσίβλητες σε περίπτωση ευδοκίμησης της πιο πάνω αγωγής, στοιχείο που είναι αναγκαίο για την παραδοχή ή μη της ένστασης του 281 ΑΚ.

V. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη εφετειακή απόφαση πρέπει να αναιρεθεί (εν όλω), κατά παραδοχή του τρίτου αυτού (τελευταίου) λόγου αναιρέσεως. Μετ’ αναίρεσιν η υπόθεση, πρέπει να παραπέμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για περαιτέρω εκδίκαση, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλο δικαστή, πλην εκείνης που δίκασε προηγουμένως (άρθρ. 580§3 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να επιβληθεί η δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, κατά παραδοχή του αιτήματός του, στις ηττώμενες αναιρεσίβλητες (άρθρ. 176, 183, 191§2 ΚΠολΔ, 281§2 ΚΔΚ, όπως κυρώθηκε με το ν. 3463/2006), συμφώνως προς το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 267/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων.

Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Ιωαννίνων, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, πλην αυτής που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση.

Και Επιβάλλει στις αναιρεσίβλητες την δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, το ποσό της οποίας ορίζει σε εξακόσια ευρώ (600€).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 8 Ιανουαρίου 2020.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 19 Φεβρουαρίου 2020.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

oenet.gr