Εγγραφη παροχη οδηγιών του αναιρεσείοντος μηχανικού προς αποφυγή ηλεκτροπληξίας – Εσφαλμένη εφαρμογή των οικείων διατάξεων περί απόστασης των κτιρίων από τα καλώδια της ΔΕΗ – Εσφαλμένη νομική βάση της προσβαλλομένης η οποία στοιχειοθέτησε την υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος αποκλειστικά στην εκ μέρους του μη τήρηση των αποστάσεων του κτιρίου από τα ηλεκτροφόρα καλώδια της ΔΕΗ – Βάσιμοι οι λόγοι αναίρεσης ( 914, 330 ΑΚ, άρθρ. 2, 3, 5, 7 του ν. 1396/1983)

Αριθμός 377/2018

Συγκροτήθηκε από τους δικαστές, Χριστόφορο Κοσμίδη, προεδρεύοντα αρεοπαγίτη, Μαρία Νικολακέα, Αρετή Παπαδιά, Αντιγόνη Καραΐσκου – Παλόγου και Σοφία Τζουμερκιώτη, αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, την 10η Οκτωβρίου 2017, με την παρουσία και της γραμματέα Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Α. Χ. του Θ., κατοίκου …, που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Ελισάβετ Διβανίδου, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Β., χήρας Σ. Σ., το γένος Χ. Θ., κατοίκου …, ατομικά και ως καθολικής διαδόχου της αρχικής διαδίκου Έ. Θ. του Η. και του αποβιώσαντος την 8-8-2015 Χ. Θ. του Λ., 2) Χ. Σ. του Σ., 3) Α. Σ. του Σ., χήρας Κ. Ο., 4) Μ. Θ. του Χ., ως καθολικής διαδόχου της αρχικής διαδίκου Έ. Θ. του Η. και του αποβιώσαντος την 8-8-2015 Χ. Θ. του Λ. και 5) Λ. Θ. του Χ., ως καθολικής διαδόχου της αρχικής διαδίκου Έ. Θ. του Η. και του αποβιώσαντος την 8-8-2015 Χ. Θ. του Λ., κατοίκων …, που παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Αργυρώς Παπαδοπούλου, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20-2-2009 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Δράμας. Εκδόθηκαν η 136/2011 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 63/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θράκης. Την αναίρεση της τελευταίας ζητεί ο αναιρεσείων με την από 18-7-2017 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Εισηγήτρια ορίσθηκε η αρεοπαγίτης, Αντιγόνη Καραΐσκου – Παλόγου.
Η πληρεξούσια του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, η πληρεξούσια των αναιρεσίβλητων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στα δικαστικά έξοδα.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων, οι αρχικοί ενάγοντες (εκ των οποίων η Έ. Θ. του Η. και ο Χ. Θ. του Λ. αποβιώσαν κατά τη διάρκεια της δίκης και στη θέση τους υπεισήλθαν ως καθολικοί διάδοχοι οι αντιστοίχως αναφερόμενες από τις αναιρεσείουσες), με την ένδικη, από 15-2-2009 αγωγή (με αριθμό κατάθεσης …/20-2-2009) ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Δράμας, επικαλούμενοι θανάσιμο τραυματισμό του ασφαλισμένου στο ΙΚΑ συγγενούς τους (κατά τα αναλυτικά στην αγωγή αναφερόμενα) Σ. Σ. σε εργατικό ατύχημα κατά τη διάρκεια της εργασίας του, ως τεχνίτη σιδερά σε ανέγερση οικοδομής, ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με τις εκεί αναφερόμενες ιδιότητές τους, ενεχόμενοι εξ αδικοπραξίας, να τους καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, για εφάπαξ αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσά.

Επί της αγωγής εκδόθηκε η 136/2011 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως μη νόμιμη κατά το αίτημά της για αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής, απορρίφθηκε ομοίως η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς τον εναγόμενο Α. Χ., ιδιοκτήτη της οικοδομής, αλλά έγινε δεκτή εν μέρει ως προς τους λοιπούς εναγομένους, εις βάρος των οποίων και υπέρ των εναγόντων επιδικάσθηκαν εις ολόκληρον τα εκεί αναφερόμενα χρηματικά ποσά ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Κατά της ως άνω οριστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, οι αρχικοί ενάγοντες και τινές εκ των ηττηθέντων εναγομένων άσκησαν αντίθετες εφέσεις, οι οποίες συνεκδικάστηκαν και επ’ αυτών εκδόθηκε η προσβαλλομένη 63/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θράκης. Με αυτήν απορρίφθηκε η έφεση του Α. Χ., επιβλέποντος πολιτικού μηχανικού της οικοδομής, απορρίφθηκε η δια των προτάσεων αντέφεση του Χ. Κ. υπεργολάβου της τοποθέτησης του σιδερένιου οπλισμού της οικοδομής, έγινε δεκτή η έφεση του Σ. Μ., υπεργολάβου της κατασκευής του ξυλοτύπου της οικοδομής, έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση των αρχικώς εναγόντων, εξαφανίστηκε η τότε εκκαλουμένη πρωτοβάθμια απόφαση, απορρίφθηκε η αγωγή ως προς τον Σ. Μ. ως ουσιαστικά αβάσιμη και έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως προς λοιπούς αρχικώς εναγομένους και υποχρεώθηκαν εις ολόκληρον έκαστος να καταβάλουν τα ποσά που εκεί αναφέρονται. Κατά της εν λόγω τελεσιδίκου αποφάσεως άσκησε την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως ο αναιρεσείων Α. Χ., επιβλέπων πολιτικός μηχανικός του επιδίκου έργου, κατά των αναιρεσιβλήτων (της 4ης και 5ης αποκλειστικά ως διαδόχων των αρχικώς εναγόντων πεθερικών του παθόντος, που έχουν αποβιώσει κατά τη διάρκεια της δίκης).

2. Σύμφωνα με το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημίωσε άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στα άρθρα 297, 298 και 299 ΑΚ. Από τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων, συνδυαζόμενες με τις διατάξεις των άρθρων 330 ΑΚ και 15 ΠΚ, συνάγεται ότι προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης προς καταβολή αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης είναι η ύπαρξη παράνομης συμπεριφοράς οφειλόμενης σε υπαιτιότητα του δράστη, η πρόκληση ζημίας ή αναλόγως ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης και η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας ή της ηθικής βλάβης και ψυχικής οδύνης που προκλήθηκαν. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που προσβάλλει τα προστατευόμενα από το νόμο δικαιώματα ή συμφέροντα άλλου και μπορεί να συνίσταται σε θετική πράξη ή παράλειψη, εφόσον στην τελευταία περίπτωση υπήρχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προφύλαξης του προσβληθέντος δικαιώματος ή συμφέροντος και αποτροπής του ζημιογόνου αποτελέσματος. Αυτό συμβαίνει όταν υφίσταται από το νόμο ή από δικαιοπραξία ή από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη και το γενικό πνεύμα του δικαίου υποχρέωση προστασίας και ειδικότερα όταν κάποιος με προηγούμενη πράξη του δημιούργησε κατάσταση επικινδυνότητας, χωρίς να έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή του κινδύνου (ΑΠ 118/2006, ΑΠ 831/2005). Υπαίτια είναι η συμπεριφορά που επιτρέπει να αποδοθεί στο δράστη προσωπική μομφή, δηλαδή η υπαιτιότητα βασίζεται στον ψυχικό δεσμό του δράστη με την αδικοπραξία. Έτσι, αν η ζημία οφείλεται σε υπαιτιότητα του ίδιου του παθόντος, αυτός δεν δικαιούται αποζημίωση, ενώ σε περίπτωση συντρέχοντος πταίσματός του το δικαστήριο μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 300 ΑΚ, να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της. Μορφή της υπαιτιότητας είναι και η αμέλεια, η οποία υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή, που αν καταβαλλόταν με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς ανθρώπου του κύκλου δραστηριότητας του ζημιώσαντος, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος. Εξάλλου, πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας, που προκλήθηκε, υπάρχει όταν η συμπεριφορά αυτή, κατά το χρόνο και τις συνθήκες που έλαβε χώρα, ήταν ικανή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη συγκεκριμένη ζημία ή αναλόγως την αντίστοιχη ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη.

Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ως αποδειχθέντα επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. (ΑΠ 81/2013, ΑΠ 366/2012). Περαιτέρω, και οι έννοιες της υπαιτιότητας ή συνυπαιτιότητας είναι νομικές και, επομένως, η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς τη συνδρομή ή μη της υπαιτιότητας του ζημιώσαντος ή και του συντρέχοντος πταίσματος του ζημιωθέντος στην πρόκληση της ζημίας του υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου.

3. Από τις διατάξεις των άρθρων 2, 3, 5 και 7 του ν. 1396/1983 “περί μέτρων ασφαλείας σε οικοδομές και ιδιωτικά έργα”, τις διατάξεις των άρθρων 1, 78, 79 και 11 του π.δ. 1073/1981 “περί μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεση εργασιών εις εργοτάξια οικοδομών και πάσης φύσεως έργων αρμοδιότητος πολιτικού μηχανικού” και του π.δ 778/1980 “περί μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδομικών εργασιών”, που καθορίζουν τις υποχρεώσεις λήψης και τήρησης των μέτρων ασφαλείας στις οικοδομές, ήτοι τη μετατόπιση των ηλεκτροφόρων καλωδίων αν δεν τηρούν τις νόμιμες αποστάσεις από το υπό ανέγερση κτίριο και κατασκευή προστατευτικού σανιδώματος καθώς και τις διατάξεις της ΥΑ 70261/2874 (ΦΕΚ Β’ 608/6-10-1967) “περί εγκρίσεως κανονισμών δια την εγκατάστασιν και συντήρησιν υπαιθρίων γραμμών ηλεκτρικής ενέργειας”, που εκδόθηκε από τον Υπουργό Βιομηχανίας κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης του άρθρου 2 του ν.1672/1951 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων του ν. 1468/1950 περί ιδρύσεως Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού κλπ”, κυρωθέντος με το ν. 2133/1952, που καθορίζει τις ελάχιστες αποστάσεις των διερχομένων αγωγών άνωθεν ή εγγύς κτιρίων, όπως η τελευταία (ΥΑ) τροποποιήθηκε με την Υπουργική Απόφαση 201/1969 (ΥΑ 2013/87, ΦΕΚ Β’ 476/1969) του Υπουργού Βιομηχανίας και στηρίχθηκε στις προαναφερόμενες διατάξεις νόμων και σύμφωνα με την οποία τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν οι κανονισμοί της ΔΕΗ για την εγκατάσταση και συντήρηση υπαιθρίων γραμμών ηλεκτρικής ενέργειας του 1967 (τμήμα 23 αποστάσεις), καθορίστηκαν οι αποστάσεις των διερχομένων αγωγών από κτίρια ως εξής: για τάση αγωγών ενεργείας από 8.700 έως 25.000 Volt, η ελάχιστη οριζόντια και κατακόρυφη απόσταση ανέρχεται σε 2,5 μέτρα και από 25.000 έως 50.000 Volt σε 3 μέτρα.

Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται μόνο αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (ΟλΑΠ 7/2006, ΟλΑΠ 4/2005). Επίσης, κατά την έννοια του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και έτσι υφίσταται εκ πλαγίου παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, όταν από τις παραδοχές της, που περιλαμβάνονται στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού της και αποτελούν το αιτιολογικό της, δεν προκύπτουν καθόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο στήριξε την κρίση του για ζήτημα με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόσθηκε (ΑΠ 253/2013).

4. Στην προκειμένη περίπτωση από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, κατ άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το Μονομελές Εφετείο, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, δέχθηκε τα εξής ουσιώδη: Ότι ο Α. Χ., ιδιοκτήτης του … αγροτεμαχίου στο …, κατόπιν προφορικής συμφωνίας ανέθεσε στον εργολάβο Ι. Κ. την ανέγερση επί του ως άνω ακινήτου ισογείου καταστήματος – κέντρου διασκεδάσεως. Ότι κατόπιν συμφωνίας με τον ως άνω ιδιοκτήτη, ο Α. Χ. ανέλαβε την αρχιτεκτονική μελέτη, τη μελέτη του φέροντος οργανισμού, θέρμανσης, ύδρευσης, αποχέτευσης, καθώς και την επίβλεψη του έργου. Ότι ο Σ. Μ. ανέλαβε ως υπεργολάβος την εργασία κατασκευής του ξυλοτύπου και ο Χ. Κ. ανέλαβε ως υπεργολάβος τις εργασίες τοποθέτησης του σιδερένιου οπλισμού. Ότι οι εργασίες ανέγερσης του καταστήματος ξεκίνησαν κατά το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2003 και την 24-2-2004, ημέρα Τρίτη, επομένη της αργίας της Καθαράς Δευτέρας του έτους 2004, ο Σ. Σ., μετά από συνεννόηση με το Χ. Κ., μετέβη στο εργοτάξιο μαζί με τον Ι. Μ. και άλλους εργάτες προκειμένου να τοποθετήσουν το σιδερένιο οπλισμό σε ξυλότυπο δοκών που είχε ήδη κατασκευάσει ο Σ. Μ. στο νότιο τμήμα του έργου και άρχισαν τις εργασίες περί ώρα 07:30, πριν δηλαδή την έναρξη του νομίμου ωραρίου της εργασίας τους, εργαζόμενοι παράλληλα με τους εργάτες που ασχολούνταν με την κατασκευή του υπόλοιπου ξυλοτύπου. Ότι ο Σ. Σ. κατευθύνθηκε στον ευρισκόμενο στο νότιο τμήμα της οικοδομής ξυλότυπο της δοκού, ο οποίος απέχει οριζοντίως 2,70 μέτρα και καθέτως 4,00 μέτρα από τους διερχόμενους στο σημείο ηλεκτρικούς αγωγούς, μέσης τάσης 20.000 V της ΔΕΗ και επιχείρησε να τοποθετήσει στον ύψους πέντε μέτρων ξυλότυπο της δοκού σιδερένια βέργα, μήκους 7 μέτρων. Ότι ο εναγόμενος Σ. Μ., μόλις αντιλήφθηκε την εργασία του θανόντος στο τμήμα του ξυλότυπου της δοκού, όπου δεν είχε εγκατασταθεί το υποδειχθέν από τον επιβλέποντα μηχανικό – δεύτερο εναγόμενο Α. Χ. προστατευτικό ξύλινο πλαίσιο, απευθυνόμενος σε έντονο ύφος προς το θανόντα, τον απέτρεψε από τη συνέχιση της εργασίας αυτής, αλλά ο θανών αγνόησε τις επισημάνσεις του και συνέχισε. Ότι εξαιτίας της οριζόντιας και όχι της επιβαλλόμενης κάθετης άρσης της, η βέργα κατά την περιστροφή της ταλαντώθηκε και άγγιξε τα εναέρια ηλεκτροφόρα καλώδια, με αποτέλεσμα ο Σ. Σ. να υποστεί ηλεκτροπληξία και να πέσει από τον ξυλότυπο σε εξώστη του οικοδομήματος.

Ότι περί ώρα 08:00 μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο …, όπου την 08:52 της ίδιας ημέρας εξέπνευσε, εξαιτίας της ηλεκτροπληξίας. Ότι ο θανών, αν και ήταν έμπειρος στη συγκεκριμένη εργασία, ενήργησε απρόσεκτα, αγνόησε την προτροπή του τέταρτου εναγομένου, καθώς και άλλου συναδέλφου του, να μην εργαστεί στο νότιο τμήμα της οδού, το οποίο γειτνιάζει με τα ηλεκτροφόρα καλώδια και στο οποίο δεν είχε τοποθετηθεί ακόμη το προστατευτικό ξύλινο πλαίσιο, σήκωσε τη σιδερόβεργα οριζόντια και όχι κάθετα, όπως επιβάλλεται και με την ταλάντωση που προκάλεσε άγγιξε το διερχόμενο εναερίως ηλεκτροφόρο καλώδιο της ΔΕΗ και κεραυνοβολήθηκε από το ηλεκτρικό ρεύμα. Ότι το ανεγειρόμενο κτίσμα είχε απόσταση 2,70 μέτρα από τους εναέριους αγωγούς της ΔΕΗ, οι οποίοι ήταν μέσης τάσης 20.000 Volt και όχι 3 τουλάχιστον μέτρα που επιβαλλόταν από την ΥΑ 70261/2874/1967. Ότι αυτός ήταν ο λόγος που με αίτηση του κυρίου του έργου Α. Χ. την 5-7-2004, μετά το επίδικο ατύχημα και θάνατο του Σ. Σ., αναθεωρήθηκε η οικοδομική άδεια του έργου και μετατοπίστηκε η θέση του κτιρίου στο αγροτεμάχιο. Ότι υπεύθυνος για την αρχιτεκτονική μελέτη και συνεπώς για τη θέση του κτιρίου και την απόσταση του από τα διερχόμενα καλώδια ήταν ο δεύτερος εναγόμενος (ήδη αναιρεσείων) Α. Χ., ο οποίος πράγματι την 18-2-2004 ημέρα Τετάρτη, επισκέφθηκε το έργο και έδωσε εγγράφως και προφορικώς οδηγίες για τη λήψη μέτρων ασφαλείας από κινδύνους που προέρχονται από τους εναέριους και υπόγειους αγωγούς της ΔΕΗ και δη την κατασκευή προστατευτικών κιγκλιδωμάτων, δαπέδου εργασίας και σανιδώματος προς τα καλώδια, όπως όφειλε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 7 του ν. 1396/1983, πλην όμως αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος Α. Χ. δεν ενήργησε σύμφωνα με τις επιβαλλόμενες από το νόμο υποχρεώσεις του ως προς την ελάχιστη από το νόμο επιβαλλόμενη απόσταση ανέγερσης της οικοδομής από τα ηλεκτροφόρα καλώδια της ΔΕΗ, αφού η οικοδομή, που ανεγειρόταν υπό τις οδηγίες του, δεν απείχε πλέον των ελαχίστων προβλεπόμενων ορίων ασφαλείας από το δίκτυο της ΔΕΗ. Ότι ο εναγόμενος αυτός (ήδη αναιρεσείων) καταδικάστηκε τελεσίδικα για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια σε βάρος του Σ. Σ. με την 550/2011 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης. Σύμφωνα με τις παραδοχές αυτές, το Μονομελές Εφετείο απέρριψε την έφεση του Α. Χ., επιβλέποντος πολιτικού μηχανικού της οικοδομής και με τον τρόπο αυτό επικύρωσε την αντίστοιχη κρίση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που επί του θέματος αυτού είχε κρίνει ομοίως.

5. Με την ως άνω κρίση και ιδίως με το ότι “το ανεγειρόμενο κτίσμα είχε απόσταση 2,70 μέτρα από τους εναέριους αγωγούς της ΔΕΗ, οι οποίοι ήταν μέσης τάσης 20.000 Volt και όχι 3 τουλάχιστον μέτρα που επιβαλλόταν από την ΥΑ 70261/2874/1967” και το ότι “ο εναγόμενος Α. Χ. δεν ενήργησε σύμφωνα με το νόμο ως προς την ελάχιστη απόσταση ανέγερσης της οικοδομής από τα ηλεκτροφόρα καλώδια της ΔΕΗ”, παραβίασε κανόνα του ουσιαστικού δικαίου, ήτοι την Υπουργική Απόφαση 201/1969 (ΥΑ 2013/87 ΦΕΚ Β’ 476/1969) του Υπουργού Βιομηχανίας που έχει εκδοθεί με ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση και μέσα στα όρια της παρεχομένης από το νόμο εξουσίας (βλ. παραπάνω, αρ.3), βάσει της οποίας η ελάχιστη απόσταση των κτιρίων από τα ηλεκτροφόρα καλώδια της ΔΕΗ από 8.700 Volt έως 25.000 Volt είναι 2,50 μέτρα, που εφαρμόζεται και στην προκειμένη περίπτωση, που οι αγωγοί της ΔΕΗ που διέρχονται την επίδικη οικοδομή είναι 20.000 Volt. Έτσι εφάρμοσε εσφαλμένα ως προς τις αποστάσεις των κτιρίων από τα ηλεκτροφόρα καλώδια της ΔΕΗ την ως άνω, τροποποιημένη ήδη, ΥΑ 70261/2874/1967, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της.
Συνεπώς, ο πρώτος λόγος της αίτησης με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ, διότι εφαρμόστηκε υπουργική απόφαση που δεν είχε ισχύ, είναι βάσιμος. Επίσης, με τις ως άνω παραδοχές, η προσβαλλομένη, η οποία στοιχειοθέτησε την υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος αποκλειστικά στην εκ μέρους του μη τήρηση των αποστάσεων του κτιρίου από τα ηλεκτροφόρα καλώδια της ΔΕΗ, δεν έχει νόμιμη βάση και υφίσταται έτσι εκ πλαγίου παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, διότι από τις παραδοχές της αυτές, που περιλαμβάνονται στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού της και αποτελούν το αιτιολογικό της, δεν προκύπτουν καθόλου και αναφέρονται ανεπαρκώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο στήριξε την κρίση του για ζήτημα με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου (ΑΚ 914, 928 και 330).
Συνεπώς, και ο τρίτος λόγος της αίτησης, με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, διότι διέλαβε ως προς την υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος στο ένδικο ατύχημα εσφαλμένες και ανεπαρκείς αιτιολογίες, είναι βάσιμος.

6. Σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς τον αναιρεσείοντα, Α. Χ., στο σύνολό της και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου, του οποίου η συγκρότηση από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνον που δίκασε προηγουμένως, είναι εφικτή (ΚΠολΔ 580 παρ. 3). Η έρευνα των υπολοίπων λόγων της αιτήσεως αποβαίνει περιττή. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητες στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτού (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 63/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θράκης ως προς τον αναιρεσείοντα, Α. Χ..
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλο δικαστή εκτός από εκείνον που δίκασε προηγουμένως. -Και
Καταδικάζει τις αναιρεσίβλητες στην πληρωμή δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300) ευρώ για δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 23η Ιανουαρίου 2018. -Και
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 20η Φεβρουαρίου 2018.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Τελευταία Νέα

TETRAVIVLOS.GR