287/2018 ΕΙΡ ΘΕΣΣΑΛ (ΑΣΦ) ( 728973)

(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Αίτηση αναστολής οριστικής απόφασης προσωρινά εκτελεστής. Προϋποθέσεις. Κύριο στοιχείο είναι η πιθανολόγηση ευδοκίμησης της έφεσης . Αρμόδιο το Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση της οποίας ζητείται η αναστολή. Εργατικό ατύχημα. Αγωγή ΕΦΚΑ κατά εργοδότη για καταβολή παροχών που έκανε προς τον ασφαλισμένο παθόντα εργαζόμενο συνεπεία του ατυχήματος. Αν ο παθών υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ- ΕΦΚΑ ο εργοδότης και οι προστηθέντες αυτού απαλλάσσονται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης, το δε ΙΚΑ- ΕΦΚΑ βαρύνεται αποκλειστικά για τις παροχές προς τον ασφαλισμένο μη δυνάμενο να στραφεί κατά του εργοδότη και των προστηθέντων αυτού, εκτός αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο αυτού ή των προστηθεντων του. Έννοια δόλου. Αρκεί και ο ενδεχόμενος. Ελπίδα αποφυγής αποτελέσματος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έσφαλε καθώς δεν προέκυπτε ότι ο αιτών εργοδότης ενήργησε με δόλο αλλά ήταν αμελής και όφειλε να απορρίψει την αγωγή για αυτό το λόγο. Πιθανολογείται η ευδοκίμηση του πρώτου λόγου έφεσης. Ανεπανόρθωτη βλάβη αιτούντος λόγω της πιθανολόγησης ευδοκίμησης της έφεσης (άδικη εκτέλεση), υπέρμετρης οικονομικής επιβάρυνσης που απειλεί την επαγγελματική του δραστηριότητα, μεγάλης οικονομικής επιφάνειας ΕΦΚΑ που δεν υφίσταται βλάβη. Κίνδυνος αδυναμίας λήψης ασφαλιστικής ενημερότητας από τον αιτούντα- μηχανικό και συνεπώς εργασίας. Μελλοντική και αβέβαιη η επιστροφή του ποσού από τον ΕΦΚΑ σε περίπτωση εκτέλεσης λόγω σχετική απόφασης εν ισχύ. Δεκτή η αίτηση αναστολής άνευ εγγυοδοσίας. Τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αιτούντος βάσει του Κώδικα Περί δικηγόρων. Η απόφαση εισήχθη στη ΝΟΜΟΣ με επιμέλεια του κ. Γεωργίου Κωνσταντινίδη, δικηγόρου Θεσσαλονίκης.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ : 287/2018

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Ειρηνοδίκη Δημήτριο Αρβανιτίδη που ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου, χωρίς να ορισθεί Γραμματέας.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 27 Ιουλίου 2018, για να δικάσει την διαφορά, μεταξύ :

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΑ : …………………………., κατοίκου ……………………Θεσσαλονίκης (οδός ……………………), με Α.Φ.Μ. : ………………- Ε’ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γεώργιο Κωνσταντινίδη (Α.Μ. : 10671).

ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ : Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ- Ε.Φ.Κ.Α.», ως οιονεί καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – Ι.Κ.Α.- ΕΤΑΜ», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Αγίου Κωνσταντίνου 8) και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του, με Α.Φ.Μ. : 997072577- Δ` Δ.Ο.Υ. ΑΘΗΝΩΝ, το οποίο εκπροσωπήθηκε στη δίκη δια της πληρεξουσίου δικηγόρου Χάψα Αγγελικής (Α.Μ. : 3869).

Για την αναστολή της εκτέλεσης της με αριθμό 591/24.05.2018 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης.

Ο αιτών με την από 28.06.2018 και με αριθμό κατάθεσης 333/23391/29.06.2018 αίτησή του, που
απευθύνεται προς το Δικαστήριο τούτο, ζητεί να γίνει δεκτή για τους αναφερόμενους στο δικόγραφό της λόγους. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε η ως άνω αναφερομένη δικάσιμος. Κατά τη δικάσιμο αυτή και κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το σχετικό έκθεμα στη σειρά της, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως προαναφέρεται.

Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους. Ακολούθησε συζήτηση, χωρίς τη συμμετοχή Γραμματέα.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 912 του Κ.Πολ.Δ., (όπως η παράγραφος 1 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1, άρθρο όγδοο παρ.2 του ν.4335/2015, ΦΕΚ Α`87/23-07-2015, με έναρξη ισχύος 01-01-
2016 σύμφωνα με το άρθρο 1, άρθρο ένατο παρ.4 ν.4335/2015, που ορίζει ότι οι διατάξεις για την αναγκαστική εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά τις 01-
01-2016) : «1. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα ανακοπή ή έφεση κατά της απόφασης που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή σύμφωνα με τα άρθρα 908 ή 910 μπορεί έως τη συζήτηση στο ακροατήριο της ανακοπής ερημοδικίας ή της έφεσης να διαταχθεί, αν το ζητήσει ο διάδικος που νικήθηκε, και εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση της ανακοπής ερημοδικίας ή της έφεσης, να ανασταλεί ολικά ή εν μέρει, ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση, με τον όρο να δοθεί η εγγύηση, η οποία ορίζεται από την απόφαση που διατάσσει την αναστολή ή και χωρίς εγγύηση. 2. Την αναστολή της παρ.1 διατάζει το δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που προσβάλλεται. Η αίτηση συζητείται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Κατά τη συζήτηση καλείται υποχρεωτικά ο αντίδικος του αιτούντος.». Προϋποθέσεις για να χορηγηθεί η αναστολή είναι : α) η άσκηση εμπρόθεσμης έφεσης, β) να πιθανολογηθεί η ευδοκίμηση κάποιου λόγου της έφεσης και γ) να πιθανολογηθεί ότι, η εκτέλεση θα επιφέρει στον καθ’ ου ανεπανόρθωτη βλάβη και δυσχερώς επανορθώσιμη. Συνεπώς, κύριο στοιχείο για την χορήγηση ή μη της αναστολής αποτελεί η πιθανολόγηση ή μη της ευδοκίμησης της έφεσης (ΜΠρΑθ.7624/2007 ΕΔΠ 2007/379).

Ο αιτών με την υπό κρίση αίτησή του εκθέτει ότι, έχει ασκήσει νόμιμα και εμπρόθεσμα έφεση κατά της με αριθμό 591/2018 οριστικής απόφασης τακτικής διαδικασίας του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε εις βάρος του μετά από αγωγή του καθ’ ου η αίτηση, η οποία έφεση, ισχυρίζεται ότι, είναι βέβαιο ότι, θα ευδοκιμήσει για όσους λόγους αναφέρονται σ’ αυτή και οι οποίοι αποτελούν περιεχόμενο και της υπό κρίση αίτησης. Εκθέτει επίσης ότι, η αναγκαστική εκτέλεση της ως άνω απόφασης θα προξενήσει σ’ αυτόν ανεπανόρθωτη βλάβη, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο υπό κρίση δικόγραφο. Ζητεί δε, να ανασταλεί η εκτέλεση της με αριθμό 591/2018 οριστικής απόφασης τακτικής διαδικασίας του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της έφεσης που έχει ασκήσει.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο έχει εκδώσει την προσβαλλομένη απόφαση τακτικής διαδικασίας, κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. του Κ.Πολ.Δ.) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 912 του Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη αίτηση κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησης της έχει ολοκληρωθεί η σύνθετη διαδικαστική πράξη της άσκησης της, ερειδόμενης στη διάταξη του 912 του Κ.Πολ.Δ., έφεσης.

Από όλα τα έγγραφα ανεξαιρέτως, που προσκομίζει ο αιτών με επίκληση, καθώς και από τις επί μέρους ομολογίες του, που συνάγονται από το έγγραφο σημείωμά του, πιθανολογήθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα παρακάτω, ουσιώδη για την έκβαση της δίκης, πραγματικά περιστατικά : Με τη με αριθμό 591/24.05.2018 οριστική απόφαση τακτικής διαδικασίας του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή που είχε ασκηθεί από το Ν.Π.Δ.Δ. – καθ’ ου η παρούσα αίτηση, υποχρεώθηκε ο αιτών, μετά των υπολοίπων συνεναγομένων του, να καταβάλουν, αλληλέγγυα και εις ολόκληρον στον καθ’ ου η αίτηση, το συνολικό ποσό των 16.105,87 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή η απόφαση για το σύνολο του επιδικασθέντος ποσού. Ο αιτών (τρίτος εναγόμενος) άσκησε την από 28.06.2018 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 23190/2018 και ΕΑΚ 748/2018 έφεσή του, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και προσδιορίστηκε η εκδίκασή της, με τη με αριθμό ΓΑΚ 14897/2018 και ΕΑΚ 11445/2018 πράξη προσδιορισμού δικασίμου, για τη δικάσιμο της 02.11.2018. Οι λόγοι της έφεσης είναι : 1) ότι, η αγωγή έπρεπε να κριθεί απαράδεκτη, νόμω αβάσιμη ή ουσία αβάσιμη επειδή δεν προέκυπτε δόλος του εναγόμενου, όπως απαιτείται από το νόμο, 2) ότι, η αγωγή ήταν αόριστη, 3) ότι, το πρωτόδικο δικαστήριο παραβίασε το παραχθέν δεδικασμένο από την 3433/2017 αμετάκλητη απόφαση του Ειρηνοδικείου
Θεσσαλονίκης αναφορικά με την υπαιτιότητα του τρίτου εναγόμενου και νυν αιτούντα, 4) ότι, το πρωτόδικο δικαστήριο παραβίασε το παραχθέν δεδικασμένο από την 3433/2017 αμετάκλητη
απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης αναφορικά με την αιτιώδη συνάφεια των φερομένων παραλείψεων του τρίτου εναγόμενου και νυν αιτούντα με το επίδικο εργατικό ατύχημα και 5) ότι, το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και έκρινε τον τρίτο εναγόμενο υπαίτιο ως προς τον μη έλεγχο του εργοταξίου.

Πιθανολογείται ότι, τουλάχιστον, ο πρώτος λόγος της έφεσης θα ευδοκιμήσει και ειδικότερα : Κατά το άρθρο 1 του ν.551/1915 “περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων”, όπως κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.07/25.08.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 εδ.α` του ΕισΝΑΚ., ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου (εργατικό ατύχημα), θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου μεν με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε μ` αυτή λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεσή της ή εξ αφορμής αυτής, δηλαδή θα πρέπει το αίτιο, στο οποίο οφείλεται το εργατικό ατύχημα, να μην ανάγεται αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος και το οποίο συνεπώς δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις εκτέλεσής της (Ολ.Α.Π. 1287/ 1986). Σε περίπτωση τέτοιου ατυχήματος οφείλεται κατ` αρχήν η προβλεπόμενη από το άρθρο 3 του ως άνω νόμου αποζημίωση, για την οποία η ευθύνη του εργοδότη είναι αντικειμενική, δηλαδή αυτός ευθύνεται σε καταβολή της αποζημίωσης ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματός του ή πταίσματος των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, μπορεί δε κατ` εφαρμογή του άρθρου 16 παρ.4 εδ.(α`), (β`) και (γ1) του ν.551/1915 να μειωθεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η αποζημίωση μέχρι το μισό της μόνον όταν ο παθών επέδειξε την ειδική αμέλεια που συνίσταται στην από μέρους του αδικαιολόγητη παράβαση των διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή συναφών κανονισμών, που θέτουν τους όρους ασφάλειας στην εργασία και έχουν εκδοθεί από την αρμόδια αρχή ή τον κύριο της επιχείρησης, εφόσον στην τελευταία περίπτωση κυρώθηκαν από την αρχή. Πλήρη αποζημίωση κατά το κοινό δίκαιο έχουν το δικαίωμα κατά το άρθρο 16 παρ. 1 του ν. 551/1915 να ζητήσουν, ο παθών από εργατικό ατύχημα και σε περίπτωση θανάτου του οι προσδιοριζόμενοι στο άρθρο 6 του ν.551/1915 συγγενείς του, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση στην οποία δεν τηρήθηκαν οι παραπάνω διατάξεις για τους όρους ασφάλειας και σε αιτιώδη με αυτές συνάφεια. Τέτοιες διατάξεις είναι ειδικότερα μόνον εκείνες που προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφάλειας των εργαζομένων και όχι τρίτων, δηλαδή δεν αρκεί ότι το ατύχημα επήλθε από την παράβαση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται μόνον από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς κατά τα λοιπά να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου. Σε περίπτωση πάντως που ο παθών από εργατικό ατύχημα υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ο εργοδότης, όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 34 παρ.2 και 60 παρ.3 του α.ν. 1846/1951 “περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων”, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 16 παρ.1 και 3 του ν.551/1915, απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης του παθόντος, είτε αυτή είναι η κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωση, είτε πρόκειται για την ειδική αποζημίωση του ν. 551/1915 και, μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων υποχρεούται αυτός να καταβάλει στον παθόντα τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των χορηγούμενων σ` αυτόν από το ΙΚΑ παροχών. Δόλος είναι η γνώση και η θέληση πραγματώσεως της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος. Κατά την έννοια του όρου, αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος ο οποίος υπάρχει οσάκις ο δράστης αποφάσισε να προχωρήσει στην πράξη, απλώς ελπίζοντας – ευχόμενος ότι τελικά δεν θα επέλθει το αξιόποινο αποτέλεσμα. Δεν εντάσσεται στο πεδίο του ενδεχόμενου δόλου η “ενσυνείδητη αμέλεια” για τη συνδρομή της οποίας απαιτείται όχι ελπίδα αλλά πίστη περί μη επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Η ως άνω απαλλαγή αφορά όχι μόνο την περίπτωση που το ατύχημα προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη του εργοδότη ή του παθόντος, αλλά και όταν αυτό προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη των προσώπων που προστήθηκαν από τον εργοδότη, τα οποία επίσης καλύπτονται από την απαλλαγή, ενώ καλύπτεται και η περίπτωση της ειδικής αμέλειας, που αφορά, κατά τα προεκτεθέντα, την παράβαση ειδικών διατάξεων για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων. Στην προκειμένη περίπτωση, το εφεσίβλητο Ν.Π.Δ.Δ. Ε.Φ.Κ.Α. (ως οιονεί καθολικός διάδοχος του Ι.Κ.Α.- ΕΤΑΜ), άσκησε την αρχική αγωγή, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, κατά : 1) του …………. (ως υπεργολάβου), 2) του ……………………… (ως εργολάβου) και 3) του αιτούντα την παρούσα αίτηση (ως επιβλέποντος μηχανικού- τεχνικού ασφαλείας), αιτούμενο, για τους διαλαμβανόμενους στην αγωγή λόγους, τη δικαστική επιδίκαση σε βάρος αυτών, εις ολόκληρον, του συνόλου των παροχών στις οποίες προέβη υπέρ του παθόντος εργαζομένου και ασφαλισμένου του ………………….., συνεπεία εργατικού ατυχήματος. Με την απόφαση 591/2018 έγινε δεκτή ή αγωγή και κρίθηκε προσωρινώς εκτελεστή. Ως προς την υπαιτιότητα του τρίτου εναγόμενου και νυν αιτούντα το πρωτόδικο δικαστήριο επικαλέσθηκε και στηρίχθηκε αποκλειστικά στα αναφερόμενα στην αμετάκλητη απόφαση 2494/2014 του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης (βλ. τη 16η σελίδα της απόφασης 591/2018 απόφασης), με την οποία όμως κρίθηκε ότι, το επίδικο εργατικό ατύχημα οφείλεται σε συντρέχουσα αμέλεια των εναγόμενων (μεταξύ των οποίων και ο νυν αιτών). Παρά ταύτα, αν και δεν προέκυπτε από κανένα αποδεικτικό μέσο ότι, ο αιτών ενήργησε με δόλο, έστω και ενδεχόμενο, έγινε δεκτή η αγωγή ενώ έπρεπε να απορριφθεί αυτή ως προς τον αιτούντα, ο οποίος έπρεπε να απαλλαχθεί της υποχρέωσης αποκατάστασης της περιουσιακής ζημίας του εργαζομένου- ασφαλισμένου στο εφεσίβλητο- καθ’ ου η αίτηση (κατά τα αναφερόμενα στην αμέσως παραπάνω νομική σκέψη και νομικές διατάξεις), πλην της ηθικής βλάβης. Το εφεσίβλητο- καθ’ ου η αίτηση Ν.Π.Δ.Δ. βαρύνονταν αποκλειστικά για τις παροχές του προς τον ασφαλισμένο σε αυτό εργαζομένου, μη δυνάμενο να στραφεί κατόπιν εναντίον του αιτούντα, ο οποίος με την ως άνω αμετάκλητη απόφαση 2494/2014 του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που επικαλείται το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο φέρεται ως αμελής εργοδότης που δεν ενήργησε με δόλο και όχι ως τρίτος ζημιώσας.

Από την προσωρινή εκτέλεση της ανωτέρω εκκληθείσας πρωτοβάθμιας, στο σύνολό της προσωρινώς εκτελεστής απόφασης εις βάρος του, ο αιτών, πιθανολογείται ότι, θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη, δεδομένου ότι : 1) η προειρημένη έφεση του, πιθανολογείται ότι, θα γίνει τυπικά και ουσιαστικά δεκτή, οπότε η εκκαλουμένη θα εξαφανισθεί,
2)θα έχει ως συνέπεια την υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση του αιτούντα, που υπό τις συνθήκες της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, μπορεί να επιφέρει σοβαρό κλονισμό της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, ενώ το καθ` ου η αίτηση δεν θα υποστεί βλάβη αφού πρόκειται για Ν.Π.Δ.Δ. με πολύ μεγαλύτερη οικονομική επιφάνεια σε σχέση με τον αιτούντα,
3)σε περίπτωση εκτέλεσης της εκκληθείσας απόφασης, που εμφανίζει τον αιτούντα ως οφειλέτη προς το καθ` ου ασφαλιστικό οργανισμό, δεν θα μπορεί να λάβει βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας από το ΕΤΑΑ – ήδη ΕΦΚΑ – μηχανικών, όπως προβλέπεται από το άρθρο 27 παρ.4 του ν.3518/2006 (ΦΕΚ Α/272/2006), με αποτέλεσμα να μη μπορεί ο αιτών να αναλάβει την εκπόνηση τεχνικών μελετών και να αδυνατεί να εργασθεί και 4) σε περίπτωση που καταβάλει ο αιτών τα επιδικασθέντα ποσά στο καθ’ ου, αυτά θα επιστραφούν (σε περίπτωση που δικαιωθεί δικαστικά) μελλοντικά και σε απροσδιόριστο χρόνο, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη με αριθμό πρωτοκόλλου …../02.07.2018 απάντηση- βεβαίωση του καθ’ ου Ν.Π.Δ.Δ.

Κατόπιν τούτων, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως και κατ’ ουσία βάσιμη και να χορηγηθεί η αιτούμενη ολική αναστολή της εκτέλεσης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας έφεσης, χωρίς να κρίνεται απαραίτητο να υποχρεωθεί ο αιτών σε εγγυοδοσία (άρθρο 912 παρ.1 του Κ.Πολ.Δ.) υπέρ του καθ’ ου η αίτηση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του καθ` ου η αίτηση πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του αιτούντα (άρθρο 84 παρ.2 του ν.4194/2013 όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ.3 του ν.4236/2014).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ` αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την εκτέλεση της με αριθμό 591/2018 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της έφεσης που έχει ασκήσει ο αιτών, υπό τον όρο ότι, η ασκηθείσα έφεση θα συζητηθεί κατά την προσδιορισθείσα γι’ αυτήν δικάσιμο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εις βάρος του αιτούντα τα δικαστικά έξοδα του καθ` ου η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στη Θεσσαλονίκη, στις 6 Αυγούστου 2018 χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, με τη σύμπραξη της Γραμματέα Ευγενίας Αμανατίδου.

Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ν.Σ.

nomos