ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

ΜονΔΠρΑθ 7187/2020

ΕΦΚΑ – Ταμείο Νομικών – Ανακοπή για την ακύρωση ταμειακών βεβαιώσεων – Ασφαλιστικές εισφορές στο ΤΑΝ και στο ΤΕΑΔ – Παραγραφή -.

Βάσιμη ανακοπή για την ακύρωση ταμειακών βεβαιώσεων από οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές στο ΤΑΝ και στο ΤΕΑΔ. Δεν είχαν κοινοποιηθεί εις βάρος του ανακόπτοντος πράξεις καταλογισμού εισφορών, μη δυναμένων να θεωρηθούν ως τέτοιων τα ενημερωτικά έγγραφα του ΤΑΝ και του ΤΕΑΔ τα οποία δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα. Επίσης κάποιες οφειλές είχαν υποπέσει στην εικοσαετή παραγραφή και κατά συνέπεια είχαν αποσβεστεί, ενώ ως προς τις οφειλές που δεν είχαν υποπέσει στην παραγραφή δεν είχε προηγηθεί η προβλεπόμενη από τον νόμο διοικητική διαδικασία οριστικοποίησής τους με την έκδοση και κοινοποίηση πράξεως καταλογισμού εις βάρος του ανακόπτοντος. Ακύρωση των προσβαλλόμενων ταμειακών βεβαιώσεων.

Αριθ. Απόφασης: 7187/2020

ΑΚ ./2017

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ 17ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 10 Δεκεμβρίου 2019 με δικαστή τον Ιωάννη Κουτρίκη, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Χρυσούλα Κοντογιάννη, δικαστική υπάλληλο,

για να δικάσει την ανακοπή με ημερομηνία κατάθεσης 24-2-2017, του …, κατοίκου Αθηνών (οδός …), ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου Σταυρούλας Μοσχίδου,

κατά του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων» (Ε.ΤΑΑ.) και ήδη «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.ΚΑ.) (άρθρα 53 και 70 παρ. 9 του ν. 4387/2016), που εκπροσωπείται από το Διοικητή του και παραστάθηκε με δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., της πληρεξούσιας δικηγόρου Αθηνάς Βρυώνη.

Κατά τη συζήτηση, ο διάδικος που εμφανίσθηκε και παραστάθηκε – – ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

Αφού μελέτησε τη δικογραφία

Σκέφθηκε κατά το νόμο

Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το υπ’ αριθ. 1426194 ειδικό έντυπο παραβόλου, σειράς Α’), ζητείται, καθ’ ερμηνεία του δικογράφου, η ακύρωση των υπ’ αριθ. 987488/22-12-2016 και 987685/22-12-2016 ταμειακών βεβαιώσεων, με τις οποίες βεβαιώθηκαν οφειλές του ανακόπτοντος για ασφαλιστικές εισφορές στο Ταμείο Ασφάλισης Νομικών (ΤΑ.Ν.) και στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Δικηγόρων (Τ.Ε.Α.Δ.), ύψους 38.720,62 ευρώ και 11.020,32 ευρώ μετά προσθέτων τελών, αντίστοιχα, οφειλόμενες κατά το ευρύτερο χρονικό διάστημα από τον 5Ύ1977 έως τον 171997, των οποίων ο ανακόπτων έλαβε γνώση με τις υπ’ αριθ. 61/17-1-2017 και 114/18-1-2017 ατομικές ειδοπσίήΰείέ; του Διευθυντή του Α’ Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Εισφορών (Κ.Ε.Α.Ο.) του Ε.Φ.Κ.Α.

2. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., ν. 2717/1999, Φ.Ε.Κ. Α’ 97), ορίζει στο άρθρο 217 ότι: «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β)… », στο άρθρο 224 ότι: «1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημα της 2. Κατ’ εξαίρεση, ο κατά το νόμο έλεγχος της προσβαλλόμενης πράξης χωρεί και αυτεπαγγέλτως, εκτεινόμενος στο σύνολο της, προκειμένου να διακριβωθεί: α) αν η πράξη έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο, ή β) αν υπάρχει παράβαση δεδικασμένου. 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχο του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο. 5. Ισχυρισμοί, που αφορούν την απόσβεση της απαίτησης για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται η εκτέλεση, μπορούν να προβάλλονται με την ευκαιρία άσκησης ανακοπής κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή οποιασδήποτε πράξης της εκτέλεσης, πρέπει δε να αποδεικνύονται αμέσως» και στο άρθρο 225 ότι: «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίηση της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής».

3. Επειδή, από τον συνδυασμό των προπαρατεθεισών διατάξεων συνάγεται ότι το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή κατά το άρθρο 217 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ. δεν μπορεί να εξετάσει λόγο ανακοπής που αμφισβητεί το κατ’ ουσία βάσιμο της απαίτησης του επισπεύδοντος την αναγκαστική εκτέλεση, στην περίπτωση που ο ανακόπτων έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου που αποφαίνεται με δύναμη δεδικασμένου κατά της σχετικής καταλογιστικής πράξης. Περαιτέρω, με το άρθρο 224 παρ. 3 του Κώδικα αυτού καθιερώνεται η κατά στάδια προσβολή των πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας, απαγορεύεται δηλαδή ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενης πράξης, κατά τον έλεγχο που διενεργείται εξ αφορμής της προσβολής επόμενης πράξης της διαδικασίας εκτέλεσης. Επιτρέπεται μόνο ο έλεγχος της συγκεκριμένης πράξης της εκτέλεσης που προσβάλλεται, χωρίς ο έλεγχος αυτός να μπορεί να επεκταθεί στις προηγούμενες, ακόμη και εάν αυτές αποτελούν προϋπόθεση για την έκδοση της προσβαλλομένης. Κατ’ εξαίρεση όμως, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 224 του Κ.Δ.Δ., εξετάζεται, σε οποιοδήποτε στάδιο και αν προβληθεί, ισχυρισμός που αφορά την κάθε μορφής απόσβεση της οφειλής, στην οποία περιλαμβάνεται και η παραγραφή, εφόσον αποδεικνύεται αμέσως (βλ. Σ.τ.Ε. 392/2017).

4. Επειδή, περαιτέρω, στον Κώδικα περί Ταμείου Νομικών (ν.δ. 4114/1960 – Φ.Ε.Κ. Α’ 164/1960, όπως και στο β.δ. 428/1961 (Φ.Ε.Κ. Α’ 108) περί του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης Δικηγόρων δεν περιέχονταν διατάξεις περί παραγραφής της αξίωσης των ασφαλιστικών αυτών οργανισμών έναντι των ασφαλισμένων τους για την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Συνεπώς, η αξίωση αυτή υπόκειται σε εικοσαετή παραγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 249 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Φ.Ε.Κ. Α’ 164/1984), που προβλέπει ότι: «Εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, οι αξιώσεις παραγράφονται σε είκοσι χρόνια» (βλ. Σ.τ.Ε. 4729/2014, 1973/2011, 1765/2009). Η κατά τα ανωτέρω εικοσαετής παραγραφή απαιτήσεων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από ασφαλιστικές εισφορές θεσπίσθηκε και με τις διατάξεις του άρθρου 137 του ν. 3655/2008 (Φ.Ε.Κ. Α’ 58/2008, η ισχύς του οποίου αρχίζει, σύμφωνα με το άρθρο 154 του ίδιου νόμου, στις 03-04-2008), στο οποίο ορίζεται ότι «Α. Παραγραφή απαιτήσεων υπέρ των Φ.Κ.Α.. 1. … Για τα παρακάτω χρέη προς τους Φ.Κ.Α. ισχύει η εικοσαετής παραγραφή, που αρχίζει από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από ειδικές διατάξεις που αφορούν τους Φ.Κ.Α. και τους εντασσόμενους σε αυτούς φορείς, κλάδους ή λογαριασμούς, α. Απαιτήσεις από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές. …». Περαιτέρω, γενικά εφαρμοστέες ως προς τα ζητήματα αυτά είναι οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα σύμφωνα με τον οποίο «Η παραγραφή αρχίζει από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξη της» (άρθρο 251) και «Η παραγραφή διακόπτεται, όταν ο — υπόχρεος αναγνωρίσει την αξίωση με οποιονδήποτε τρόπο» (άρθρο 260). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ως χρόνος κατά τον οποίο γεννάται η αξίωση νοείται ο χρόνος κατά τον οποίο, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, η αξίωση αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή (Σ.τ.Ε. 3100/1999). Εξάλλου για να διακοπεί η παραγραφή απαιτείται κατ’ άρθρο 260 Α.Κ. η αναγνώριση αυτής από τον οφειλέτη, η αναγνώριση δε αυτή δεν απαιτείται από τον νόμο να λάβει συγκεκριμένο πανηγυρικό τύπο αλλά αρκεί να προκύπτει από τις ενέργειες του οφειλέτη.

5. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 101 του ν. 4172/2013 «Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α’ 167) ορίζεται ότι: «1. Στο Ι.Κ.Α.-Ε.ΤΑ.Μ. ιδρύεται Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. 2. Το Κ.Ε.Α.Ο. έχει ως σκοπό: α) την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, β) … . 3. Για τις ανάγκες του παρόντος νοούνται: Βεβαίωση οφειλής, η ειδική διοικητική πράξη καταγραφής οφειλών. … Τίτλο εκτελεστό αναγκαστικής είσπραξης οφειλών σύμφωνα με το ν.δ. 356/1974 Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), ως ισχύει, αποτελεί η πράξη βεβαίωσης οφειλής μετά την απόδοση μοναδικού αριθμού και την ταυτόχρονη ηλεκτρονική εγγραφή της στο ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο εσόδων του Κ.Ε.Α.Ο.. 4. Στη βάση δεδομένων του Κ.Ε.Α.Ο. διαβιβάζεται αυτοματοποιημένα η πράξη βεβαίωσης οφειλής εντός μηνός από τη σύνταξη της και της αποδίδεται μοναδικός αριθμός. Μετά το διαχωρισμό των οφειλών σε άμεσα εισπράξιμες και επισφαλείς: α) ενημερώνεται ο οφειλέτης με κάθε πρόσφορο μέσο για την οφειλή του και την έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης, β) εντός μηνός από την έκδοση του εκτελεστού τίτλου αποστέλλεται ατομική ειδοποίηση και τάσσεται προθεσμία είκοσι (20) ημερών εντός της οποίας καλείται ο οφειλέτης να εξοφλήσει, γ) μετά την εκπνοή της ως άνω προθεσμίας ο εκτελεστός τίτλος διαβιβάζεται στα κατά τόπο αρμόδια όργανα για εκτέλεση σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ, ως ισχύει, δ) μετά τη διαβίβαση στο Κ.Ε.Α.Ο. των ληξιπροθέσμων οφειλών κάθε είδους διοικητική ή δικαστική αμφισβήτηση που ασκείται ενώπιον των οικείων Ασφαλιστικών Οργανισμών ή Δικαστηρίων δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, ε) … 5. … 11. α) Η άσκηση διοικητικών προσφυγών ή ενδίκων βοηθημάτων κατά την ισχύουσα διαδικασία στους οικείους ασφαλιστικούς οργανισμούς για την αμφισβήτηση των καθυστερούμενων ασφαλιστικών οφειλών δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα: β) … 12. Κάθε διάταξη αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος καταργείται από της ένταξης κάθε οργανισμού στη διαδικασία είσπραξης μέσω του Κ.Ε.Α.Ο.. Οι διατάξεις των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών διατηρούνται για οφειλές κάτω των 5.000 ευρώ συνολικής οφειλής».

6. Επειδή, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, συνάγεται ότι το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή, κατ’ άρθρο 217 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., δεν μπορεί να εξετάσει λόγο ανακοπής που αμφισβητεί το κατ’ ουσία βάσιμο της απαίτησης του επισπεύδοντος την αναγκαστική εκτέλεση, στην περίπτωση που ο ανακόπτων έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου που αποφαίνεται με δύναμη δεδικασμένου κατά της σχετικής καταλογιστικής πράξης. Περαιτέρω, από τις ως άνω διατάξεις ερμηνευόμενές στο πλαίσιο του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, με το οποίο κατοχυρώνεται η αποτελεσματική παροχή δικαστικής προστασίας σε συνδυασμό με το άρθρο 6 της Ε.Σ,Δ.Α., συνάγεται ότι κατά της πράξης καταλογισμού εισφορών των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης σε βάρος ασφαλισμένου τους, δύναται να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, μετά την εξάντληση της προβλεπομένης από το νόμο διοικητικής διαδικασίας, ενώ, όπως έχει ήδη κριθεί (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2281/2000 Ολομ.), δεν επιτρέπεται ούτε η σύνταξη κατάστασης οφειλέτη, η οποία αποτελεί το νόμιμο τίτλο είσπραξης της προερχομένης από την ανωτέρω αιτία οφειλής, ούτε η έκδοση της πράξης ταμειακής βεβαίωσης της οφειλής αυτής, η οποία αποτελεί το νόμιμο τίτλο υπό στενή έννοια για την είσπραξη των εν λόγω απαιτήσεων μη υφισταμένου, συνεπώς, σταδίου έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης στην περίπτωση που δεν έχει εγκύρως κοινοποιηθεί η πράξη επιβολής εισφορών στον οφειλέτη του Οργανισμού Κοινωνικής Ασφάλισης, με την οποία, μάλιστα, πρέπει να γίνεται ενημέρωση για τη δυνατότητα άσκησης της προαναφερθείσας ενδικοφανούς προσφυγής και για τις συνέπειες από την τυχόν παράλειψη άσκησης της (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4117/2015. 1825/2010. 3328/2008). Εξάλλου, με τις ρυθμίσεις που εισήχθησαν με τις διατάξεις του άρθρου 101 του ν. 4172/2013, δεν ανατρέπονται όσα έχουν γίνει παγίως δεκτά με την προαναφερόμενη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και, επομένως, σε περίπτωση που δεν έχουν νομίμως κοινοποιηθεί οι ως άνω αναφερόμενες καταλογιστικές πράξεις, είναι ανεπίτρεπτη η ταμειακή βεβαίωση της οφειλής (Δ.Εφ,ΑΘ. 3614/2018).

7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο ανακόπτων ασφαλίσθηκε στο TAN. και στο Τ.Ε.Α.Δ., ως δικηγόρος Αθηνών, κατά τα χρονικά διαστήματα από 27-5-1977 έως 23-3-1979 και από 7-1-1983 έως 8-1-1997. Ενόψει οφειλόμενων εκ μέρους του ασφαλιστικών εισφορών στα εν λόγω Ταμεία, κατά τα προαναφερθέντα χρονικά διαστήματα, και για τις οποίες ενημερώθηκε αρχικά βάσει των από 19-6-1996 και 1-8-1997 εγγράφων του ΤΑ.Ν. και εν συνεχεία με το ./3-2-2015 έγγραφο γνωστοποίησης οφειλών του Ε.ΤΑΑ. – ΤΑ.Ν./Τ.Ε.Α.Δ., εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες ./22-12-2016 και ./22-12-2016 ταμειακές βεβαιώσεις, που βεβαίωσαν εις βάρος του, αντίστοιχα, τα ποσά των 8.720,62 ευρώ και 11.020,32 ευρώ μετά προσθέτων τελών. Για τις επίμαχες ταμειακές βεβαιώσεις εκδόθηκαν οι ./17-1-2017 και ./18-1-2017 ατομικές ειδοποιήσεις του Α’ Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Εισφορών (Κ.Ε.Α.Ο.) του Ε.Φ.Κ.Α. Ήδη, με την κρινόμενη ανακοπή, όπως αναπτύσσεται με το από 13-12-2019 υπόμνημα, ο ανακόπτων ζητά την ακύρωση των προσβαλλόμενων ταμειακών βεβαιώσεων ισχυριζόμενος, μεταξύ άλλων, ότι ο καταλογισμός εις βάρος του των οφειλόμενων ασφαλιστικών δεν είχε οριστικοποιηθεί και ότι, σε κάθε περίπτωση η οφειλή του έχει αποσβεσθεί, καθώς η αξίωση του καθ’ ου έχει υποκύψει στην εικοσαετή παραγραφή της Α.Κ. 249.

8. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις διατάξεις που προπαρατέθηκαν και ερμηνεύτηκαν, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι για τις οφειλές του ανακόπτοντος από ασφαλιστικές εισφορές στο ΤΑ. Ν. και στο Τ.Ε.Α.Δ., κατά τα χρονικά διαστήματα από 27-5-1977 έως 23-3-1979 και από 7-1-1983 έως 8-1-1997, δεν προκύπτει ότι έχουν εκδοθεί εις βάρος του ή του έχουν κοινοποιηθεί πράξεις καταλογισμού εισφορών, μη δυναμένων να θεωρηθούν ως τέτοιων των από 19-6-1996 και 1-8-1997 ενημερωτικών εγγράφων του ΤΑ.Ν. και του ./3-2-2015 εγγράφου γνωστοποίησης οφειλών του Ε.ΤΑΑ, – ΤΑΝ./Τ.ΕΑΑ, τα οποία δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα, β) ότι για τις οφειλές που ανάγονται στα χρονικά διαστήματα από 27-5-1977 έως 23-3-1979 και από 7-1-1983 έως 21-12-1996 έχει παρέλθει χρόνος είκοσι ετών από τον χρόνο γέννησης τους μέχρι και τον χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων ταμειακών βεβαιώσεων (22-12-2016), και γ) ότι για τις τελευταίες αυτές οφειλές δεν προκύπτει, σύμφωνα με την Α. Κ. 260, οποιαδήποτε ενέργεια αποδοχής και αναγνώρισης αυτών εκ μέρους του ανακόπτοντος, κρίνει ότι αφενός οι αξιώσεις του καθ’ ου που αφορούν οφειλές του ανακόπτοντος αναγόμενες στα χρονικά διαστήματα από 27-5-1977 έως 23-3-1979 και από 7-1-1983 έως 21-12-1996 έχουν υποπέσει στην εικοσαετή παραγραφή της Α.Κ. 249 και, συνεπώς, έχουν αποσβεστεί, αφετέρου ότι για τις υπολειπόμενες αξιώσεις του καθ’ ου σχετικά με οφειλές του ανακόπτοντος αναγόμενες στο χρονικό διάστημα από 22-12-1996 έως 8-1-1997 – οι οποίες δεν έχουν παραγραφεί, ενόψει του χρόνου έκδοσης των προσβαλλόμενων ταμειακών βεβαιώσεων, με συνέπεια την εκκίνηση εκ νέου του χρόνου εικοσαετούς παραγραφής, βάσει των διατάξεων του άρθρου 137 του ν. 3655/2008 – δεν έχει προηγηθεί η προβλεπόμενη από το νόμο διοικητική διαδικασία οριστικοποίησης τους με την έκδοση και κοινοποίηση πράξεως καταλογισμού εις βάρος του ανακόπτοντος, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη ανακοπή. Συνεπώς, οι προσβαλλόμενες ταμειακές βεβαιώσεις έχουν εκδοθεί μη νομίμως και για το λόγο αυτό είναι ακυρωτέες.

9. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες ταμειακές βεβαιώσεις, το καταβληθέν παράβολο να αποδοθεί στον ανακόπτοντα (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α’ του Κ.Δ.Δ.) και ο καθ’ ού η ανακοπή, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να απαλλαγεί από τη δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε’ του Κ.Δ.Δ.).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την ανακοπή.

Ακυρώνει τις υπ’ αριθ./22-12-2016 και ./22-12-2016 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του Διευθυντή του Α’ Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Εισφορών (Κ.Ε.Α.Ο.) του Ε.Φ.Κ.Α.

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στον ανακόπτοντα.

Απαλλάσσει το καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος.

Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 30/4/2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΙΚΗΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ

dsanet.gr