ΜΠρΑθ 841/2018

Κρίθηκε ότι η αναφερόμενη στην αίτηση της καθʼ ης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής (και συνακόλουθα η αναφερόμενη στην ίδια την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής) καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης την 1η/11/2013 και το κλείσιμο του λογαριασμού, την ίδια ημερομηνία, δεν αποδείχτηκε από κανένα έγγραφο της δικογραφίας, με συνέπεια η απαίτηση της καθʼ ης να μην είναι ούτε εκκαθαρισμένη ούτε βέβαιη, όπως δεν είναι τοιαύτη συνακόλουθα και η επιδίκαση τόκων υπερημερίας κεφαλαιοποιούμενων ανά εξάμηνο, από την 1η/11/2013. Αποδοχή της ανακοπής και ακύρωση της διαταγής πληρωμής και της επιταγής προς πληρωμή.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Αριθμός Απόφασης: 841/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Ευάγγελο Στασινόπουλο, Πρωτόδικη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Αικατερίνη Ζενεμπίση.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 25 Σεπτεμβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «……… ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΠΕ», που εδρεύει στον ……… Εύβοιας και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) ……… του ……, κατοίκου Παλαιού Ψυχικού Αττικής (οδ. ……… αρ. …), οι οποίοι παραστάθηκαν διά της πληρεξούσιας Δικηγόρου, Παρασκευής Λέκκα (Α.Μ. ΔΣΑ: ……).

ΤΗΣ ΚΑΘʼ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης τραπεζιτικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «ALPHA BANK», που εδρεύει στην Αθήνα (οδ. Σταδίου αρ. 40) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου Δικηγόρου, Αικατερίνης Κωνσταντίνου (Α.Μ. ΔΣΑ: ……).

Οι ανακόπτοντες άσκησαν την από 30/10/2017 ανακοπή τους (Γενικός Αριθμός Κατάθεσης: 589788/2017, Αριθμός Κατάθεσης Δικογράφου: 2415/2017), η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο.

Κατά: τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιες Δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Με την κρινόμενη ανακοπή τους, οι ανακόπτοντες ζητούν, για τους λόγους που αναφέρουν, να ακυρωθεί η υπʼ αριθμ. 7372/2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε δυνάμει της με αριθμ. ………/27-3-2008 σύμβασης χρηματοδότησης μεταξύ των διαδίκων, για το ποσό των 107.954,59 ευρώ εντόκως, καθώς και η από 5/10/2017 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής και να επιβληθούν σε βάρος της καθʼ ης η ανακοπή τα δικαστικά έξοδά τους. Πρόκειται για σωρευόμενες και εκδικαζόμενες, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ), ανακοπές των άρθρων 632 παρ. 1 ΚΠολΔ (κατʼ άρθρον 632 παρ. 2 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ) και 933 ΚΠολΔ (κατʼ άρθρον 937 παρ. 3 ΚΠολΔ), που εφαρμόζονται εν προκειμένω, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις του Ν. 4335/2015 (άρθρο 9 παρ. 2 και 3 του άρθρου πρώτου Ν. 4335/2015), δεδομένου ότι η κρινόμενη ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 30/10/2017, ενώ κατά το μέρος της, με το οποίο η ανακοπή βάλλει κατά της εκτέλεσης, η εκτελεστική διαδικασία άρχισε στις 11/10/2017 και 10/10/2017, αντιστοίχως, με την επίδοση της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ένδικης διαταγής πληρωμής στους ανακόπτοντες (βλ., αντιστοίχως, τη με αριθμ. 2340Δ/11-10-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Εύβοιας, ……… και τη με αριθμ. 7506/10-10-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………), ήτοι μετά την 1 η-1 – 2016. Εξάλλου, οι ανακοπές των άρθρων 632 παρ. 1 και 933 ΚΠολΔ παραδεκτά σωρεύονται στο ανωτέρω δικόγραφο (άρθρα 218 παρ. 1 και 585 παρ, 1 ΚΠολΔ), διότι υπάγονται στο παρόν καθʼ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρα 9, 10, 14 παρ. 2, 632 παρ. 1, 933 και 584 ΚΠολΔ) και εκδικάζονται με την ίδια διαδικασία, η δε σύγχρονη εκδίκασή τους δεν επιφέρει σύγχυση. Περαιτέρω, η φερόμενη προς εκδίκαση κατʼ άρθρον 632 παρ. 1 ΚΠολΔ ανακοπή κατά της υπʼ αριθμ. 7372/2017 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, αφού κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 30/10/2017 και επιδόθηκε στην καθʼ ης αυθημερόν (βλ. την επισημείωση με ημερ. 30/10/2017 του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή, ………, στο δικόγραφο της ανακοπής, που προσκομίστηκε από την καθʼ ης), δηλαδή εντός της οριζόμενης κατʼ άρθρον 632 παρ. 1 ΚΠολΔ 15νθήμερης προθεσμίας από την επίδοση της διαταγής πληρωμής στους ανακόπτοντες, στις 11/10/2017 και 10/10/2017, αντιστοίχως (βλ. τις ως άνω εκθέσεις επίδοσης). Εξάλλου, η σωρευόμενη κατʼ άρθρον 933 ΚΠολΔ ανακοπή κατά της από 5/10/2017 επιταγής προς πληρωμή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα κατʼ άρθρον 934 παρ. 1 περ. αʼ ΚΠολΔ, αφού κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 30/10/2017 και επιδόθηκε στην καθʼ ης αυθημερόν, όπως προεκτέθηκε, χωρίς να προκύπτει ότι, κατά το χρονικό αυτό σημείο, είχαν επακολουθήσει άλλες πράξεις εκτέλεσης. Ως εκ τούτου, οι ως άνω ανακοπές των άρθρων 632 παρ. 1 και 933 ΚΠολΔ πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων τους.

ΙΙ. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρ. 623, 624 παρ. 1, 626, 628 παρ. 1 εδ. αʼ, 632 παρ. 1 και 633 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματική απαίτηση, εφόσον η απαίτηση αυτή δεν εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και αποδεικνύεται (η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό) με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή με συνδυασμό τέτοιων εγγράφων που επισυνάπτονται στην αίτηση. Εξάλλου, διαταγή πληρωμής μπορεί να εκδοθεί και για οφειλή από δανειακή σύμβαση, εφόσον αποδεικνύονται εγγράφως, η δανειακή σύμβαση, η κίνηση του τηρηθέντος σχετικά λογαριασμού, το κλείσιμο και το κατάλοιπο αυτού (ΑΠ 1421/2013 ΝοΒ 2014. 477, ΑΠ 330/2012, ΑΠ 1352/2011 και ΑΠ 1501/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν η απαίτηση ή το ποσό δεν αποδεικνύονται εγγράφως, ο Δικαστής οφείλει, κατʼ άρθρον 628 ΚΠολΔ να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής, ενώ αν, παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης εκδοθεί διαταγή πληρωμής, αυτή ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη κατά τα άρθρα 632 και 633 ΚΠολΔ (ΑΠ 682/2015 ΝοΒ 2016. 1159). Η ακύρωση της διαταγής πληρωμής στην περίπτωση αυτή απαγγέλλεται λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, ανεξαρτήτως της ύπαρξης της απαίτησης και της δυνατότητας να αποδειχθεί με άλλα αποδεικτικά μέσα (ΟλΑΠ 10/1997 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με το μοναδικό λόγο της κρινόμενης ανακοπής τους, οι ανακόπτοντες επιδιώκουν την ακύρωση της υπʼ αριθμ. 7372/2017 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, που εκδόθηκε βάσει της αναφερόμενης πιστωτικής σύμβασης μεταξύ των διαδίκων, και της από 5/10/2017 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της διαταγής πληρωμής, επικαλούμενοι ότι η απαίτηση της καθʼ ης τράπεζας σε βάρος τους δεν αποδεικνυόταν εγγράφως κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής, διότι η καθʼ ης επικαλέστηκε, για την έκδοση της ανακοπτόμενης, διαταγής πληρωμής, τις από 22/3/2017 εξώδικες δηλώσεις της, στις οποίες ανέφερε ότι την 1η/11/2013 έκλεισε οριστικά τον επίδικο λογαριασμό και κατήγγειλε την επίδικη δανειακή σύμβαση και ότι, μετά ταύτα, στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής αναφέρεται ομοίως ότι ο επίδικος λογαριασμός έκλεισε την 1η/11/2013 και ότι η ένδικη σύμβαση καταγγέλθηκε την 1η/11/2013, δίχως ωστόσο να αποδεικνύεται ότι τότε πράγματι καταγγέλθηκε η ένδικη σύμβαση και ότι οι ανακόπτοντες έλαβαν πράγματι γνώση του κλεισίματος του λογαριασμού. Ότι, καίτοι στην αίτηση της καθʼ ης, αλλά και στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, αναφέρονται η καταγγελία της ένδικης σύμβασης την 1η/11/2013 και το κλείσιμο του λογαριασμού την ίδια ημερομηνία, εντούτοις δεν επισυνάπτεται ούτε μνημονεύεται καν κάποιο έγγραφο, που να αποδεικνύει την καταγγελία της ένδικης σύμβασης, ούτε όμως από κάποιο έγγραφο προκύπτει η γνώση τους (ανακοπτόντων) περί του κλεισίματος του λογαριασμού την 1η/11/2013, με συνέπεια η ένδικη απαίτηση της καθʼ ης να μην είναι ούτε βέβαιη ούτε εκκαθαρισμένη. Ότι, επιπλέον, η επιδίκαση τόκων υπερημερίας κεφαλαιοποιούμενών ανά εξάμηνο, από την 1η/11/2013, είναι παράνομη, για τον ίδιο λόγο, καθόσον δεν προκύπτει γνώση των ανακοπτόντων για το κλείσιμο του λογαριασμού, με το ως άνω χρεωστικό υπόλοιπο. Ότι η άγνοια των ανακοπτόντων για το κλείσιμο του επίδικου λογαριασμού ενισχύεται και από το ότι στις 7/11/2013, οπότε συζητήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας η από 26/9/2013 αίτηση των ανακοπτόντων για την υπαγωγή της εταιρείας τους στη διαδικασία εξυγίανσης του άρθρου 99 του ΠτωχΚωδ, η καθʼ ης, που παρενέβη ασκώντας κύρια παρέμβαση, ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, με αίτημα την απόρριψη της αίτησής τους, ουδόλως αναφέρθηκε στο δικόγραφο της κύριας παρέμβασής της, σε καταγγελία της ένδικης σύμβασης, ούτε σε οριστικό κλείσιμο του επίδικου λογαριασμού, αντιθέτως ανέφερε ότι ο λογαριασμός βρισκόταν σε καθυστέρηση και παρουσίαζε τότε (7/11/2013) χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 413.665,00 ευρώ και μάλιστα προσκόμισε αντίγραφο κινήσεων του επίδικου λογαριασμού, με στοιχεία κινήσεως έως τις 6/11/2013, από το οποίο προκύπτει ότι στις 6/11/2013 ο λογαριασμός δεν είχε κλείσει οριστικά. Ότι, επομένως, η αναφορά στην αίτηση της καθʼ ης προς έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, περί δήθεν καταγγελίας της ένδικης σύμβασης (στην οποία στηρίζεται η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής) και περί δήθεν οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού την 1η/11/2013 είναι αναληθής και η απαίτηση της καθʼ ης, ως αυτή επιδικάστηκε με την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, δεν ήταν βέβαιη ούτε εκκαθαρισμένη. Ο λόγος αυτός ανακοπής είναι παραδεκτός και νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις που αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, και, συνεπώς, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία του. Εν προκειμένω, προκύπτει ότι με την από 19/5/2017 αίτησή της, η καθʼ ης ζήτησε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, για το ποσό των 105.608,99 ευρώ εντόκως από τις 2/11/2013, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων τόκων (άρθρο 12 ν. 2601/1998) ανά εξάμηνο, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, δυνάμει: (α) της υπʼ αριθμ. 1239/360/27-3-2008 Σύμβασης Χρηματοδότησης Επιχειρήσεων και Επαγγελματικών Νομών Μεσσηνίας, Ηλείας, Αρκαδίας, Εύβοιας και περιοχών Αιγιαλείας Ν. Αχαΐας και Ν. Κεφαλληνίας πληγέντων εκ πυρκαγιών έτους 2007, με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και επιδότηση επιτοκίου, (β) της από 30/6/2010 πρόσθετης πράξεως στην άνω σύμβαση, (γ) της από 19/7/2011 επιστολής της πρώτης ανακόπτουσας εταιρείας, με την οποία αναγνώρισε εγγράφως το υφιστάμενο στις 30/6/2011 χρεωστικό σε βάρος της κατάλοιπο του λογαριασμού, ποσού ευρώ 92.623,05, (δ) αποσπάσματος των μηχανογραφικώς τηρούμενων εμπορικών βιβλίων της, όπου εμφανιζόταν η κίνηση του δανειακού λογαριασμού μέχρι και το οριστικό του κλείσιμο την 1η/11/2013, (ε) των με αριθμ. 1360Δ/28-3-2017 και 4265ΣΤ/28-3-2017 εκθέσεων επιδόσεων των δικαστικών επιμελητών του Εφετείου Εύβοιας, ……… και του Εφετείου Πειραιώς, ………, αντίστοιχα, με τις οποίες η καθʼ ης δήλωσε στους ανακόπτοντες ότι κατήγγειλε την ένδικη δανειακή σύμβαση και έκλεισε το λογαριασμό που την εξυπηρετούσε και (στ) των με αριθμ. 1358Δ/28-3-2017 και 4263ΣΤ/28-3-2017 εκθέσεων επιδόσεως των ως άνω δικαστικών επιμελητών, αντίστοιχα, με τις οποίες κοινοποιήθηκε στους ανακόπτοντες η από 1/3/2017 δήλωση της καθʼ ης περί προσδιορισμού της οφειλής της πρώτης ανακόπτουσας δανειολήπτριας και του δεύτερου ανακόπτοντος ως εγγυητή, κατʼ άρθρον 39 του ν. 3259/2004. Τα ανωτέρω έγγραφα ελήφθησαν υπόψη για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Ως εκ τούτου, από τα προσκομισθέντα για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής έγγραφα, δεν αποδεικνυόταν εγγράφως η ένδικη απαίτησή της καθʼ ης, σύμφωνα με τους βάσιμους ισχυρισμούς των ανακοπτόντων και δη ότι η ένδικη σύμβαση είχε πράγματι καταγγελθεί από την 1η/1172013, ούτε αποδείχτηκε ότι οι ανακόπτοντες έλαβαν τότε γνώση του κλεισίματος του επίδικου λογαριασμού ή την καταγγελία της ένδικης σύμβασης εκ μέρους της καθʼ ης. Ήτοι, η αναφερόμενη στην άνω αίτηση της καθʼ ης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής (και συνακόλουθα η αναφερόμενη στην ίδια την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής) καταγγελία της επίδικης σύμβασης την 1η/11/2013 και το κλείσιμο του λογαριασμού, την ίδια ημερομηνία, δεν αποδείχτηκε από κανένα έγγραφο της δικογραφίας, με συνέπεια η απαίτηση της καθʼ ης να μην είναι ούτε εκκαθαρισμένη ούτε βέβαιη, όπως δεν είναι τοιαύτη συνακόλουθα και η επιδίκαση τόκων υπερημερίας κεφαλαιοποιούμενων ανά εξάμηνο, από την 1η/11/2013. Τούτο επιρρωνύεται και από τον βάσιμο ισχυρισμό των ανακοπτόντων ότι στις 7/11/2013, οπότε συζητήθηκε, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας, η από 26/9/2013 αίτηση των ανακοπτόντων για την υπαγωγή της εταιρείας τους στη διαδικασία εξυγίανσης του άρθρου 99 του ΠτωχΚωδ, η καθʼ ης, που παρενέβη, ασκώντας κύρια παρέμβαση (ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου), με αίτημα την απόρριψη της αίτησής τους, ουδόλως αναφέρθηκε, στο δικόγραφο της κύριας παρέμβασής της, σε τυχόν καταγγελία της ένδικης σύμβασης, ούτε σε οριστικό κλείσιμο του επίδικου λογαριασμού, αντιθέτως ανέφερε ότι ο λογαριασμός βρισκόταν σε καθυστέρηση και παρουσίαζε τότε (7/11/2013) χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 413.665,00 ευρώ, προσκομίζοντας μάλιστα αντίγραφο κινήσεων του επίδικου λογαριασμού με στοιχεία κινήσεως έως τις 6/11/2013, από το οποίο προκύπτει ότι στις 6/11/2013 ο λογαριασμός δεν είχε κλείσει οριστικά. Η παράλειψη αυτή έχει ως συνέπεια να είναι ακυρωτέα η υπʼ αριθμ. 7372/2017 διαταγή πληρωμής λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου (βλ. τη νομική σκέψη της παρούσας), κατʼ επέκταση δε να είναι ακυρωτέα και η από 5/10/2017 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της, ελλείψει νόμιμου εκτελεστού τίτλου. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι ο μοναδικός λόγος της κρινόμενης ανακοπής είναι ουσιαστικά βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός. Τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων πρέπει να επιβληθούν, κατόπιν αιτήματος τους και χωρίς κατάλογο, σε βάρος της καθʼ ης, λόγω της ήττας της (άρθρο 176 αρ. 1 του ΚΠολΔ), όπως αναφέρεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπʼ αριθμ. 7372/2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, καθώς και Την από 5/10/2017 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου. της υπʼ αριθμ. 7372/2017 διαταγής πληρωμής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος, της καθʼ ης τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς, την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους, στις 5 Οκτωβρίου 2018.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»