7136/2019 ΜΠΡ ΘΕΣΣΑΛ (ΑΣΦ) ( 752486)

(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
ΔΕΔΔΗΕ. Κατέστη καθολικός διάδοχος της ΔΕΗ ως προς τον κλάδο της διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτόν ανήκει ο έλεγχος και διαπίστωση ρευματοκλοπής, ο καταλογισμός της σχετικής οφειλής και η απενεργοποίηση της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, λόγω μη εξόφλησής της. Πιθανολόγηση ότι η αιτούσα δεν τέλεσε ρευματοκλοπή. Απαγορεύει προσωρινά στη ΔΕΔΔΗΕ τη διακοπή της παροχή της. Απόρριψη αιτήσεως ως προς την ΔΕΗ ελλείψει παθητικής νομιμοποίησής της. Ορίζει προθεσμία για την άσκηση τακτικής αγωγής αναγνώρισης της ανυπαρξιάς οφειλής προς την ΔΕΔΔΗΕ λόγω ρευματοκλοπής.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 7136/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Σοφία Τσιβούλη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, η οποία ορίσθηκε με κλήρωση σύμφωνα με το νόμο.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Μαΐου 2019, για να δικάσει την αίτηση με αριθμό κατάθεσης ../../2019, μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: …. του …, χήρας …, κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός .. αρ…, με ΑΦΜ .., που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη Αθανασιάδη ( AM 3362 ), ο οποίος κατέθεσε σημείωμα.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1/ ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διαχείρισης Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα, διατηρεί υποκατάστημα στη Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, που δεν παραστάθηκε και 2/ ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Μιχαήλ Πετρόπουλου ( AM 5421 ), ο οποίος κατέθεσε σημείωμα.

ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη με αριθμό ../30-4-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης …. προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για να παραστεί στη συζήτηση κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην πρώτη των καθ’ ων η αίτηση, ανώνυμη εταιρία και, ειδικότερα, στο υποκατάστημα περιοχής κέντρου .., που διατηρεί στη Θεσσαλονίκη, από την εκμετάλλευση του οποίου προκύπτει ότι απορρέει η υπό κρίση διαφορά. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά του οικείου εκθέματος, η παραπάνω καθ’ ης δεν εμφανίστηκε και πρέπει να δικαστεί ερήμην, η συζήτηση, όμως, της υπόθεσης πρέπει να προχωρήσει σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρα 687 παρ.1, 690 παρ.1,691 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με τη διάταξη του άρθρου 123 ν. 4001/2011, ο οποίος ενσωμάτωσε τη διάταξη του άρθρου 24 της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ, προβλέφθηκε η υποχρέωση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «ΔΕΗ ΑΕ» να προβεί, εντός οκτώ μηνών από τη θέση σε ισχύ του παραπάνω νόμου, σε νομικό και λειτουργικό διαχωρισμό του κλάδου της δραστηριότητας διανομής ηλεκτρικής ενέργειας από τις λοιπές δραστηριότητές της και στην εισφορά του κλάδου αυτού στη θυγατρική της ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διαχείρισης Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» ( ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ). Με την ίδια διάταξη ορίστηκε ότι η απόσχιση του κλάδου αυτού πραγματοποιείται με τους επιμέρους όρους και διαδικασία του ιδίου νόμου, των άρθρων 68 έως και 79 κ.ν. 2190/1920 και των άρθρων 1 έως και 5 του ν. 2166/1993, ότι η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ υποκαθίσταται σε όλα εν γένει τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις και της έννομες σχέσεις της ΔΕΗ ΑΕ, ανεξαρτήτως του χρόνου γέννησής τους, ότι η μεταβίβαση αυτή εξομοιώνεται με καθολική διαδοχή, ότι από την ημερομηνία καταχώρισης στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών της σχετικής εγκριτικής απόφασης, η ΔΕΗ ΑΕ απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση και ότι οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται αυτοδικαίως από τη ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, χωρίς να διακόπτονται βιαίως και να απαιτείται για τη συνέχιση ή την επανάληψη τους οποιαδήποτε διατύπωση ή δήλωση εκ μέρους της. Ακολούθως, με τη με αριθμό ../28-2-2012 απόφαση του ΔΣ της ΔΕΗ ΑΕ, την υπ’ αρ.πρωτ…/23-4-2012 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής και την αυθημερόν καταχώριση της εγκριτικής αυτής απόφασης στο MAE ( αρ. MAE ./01/Β/98/411 ), ολοκληρώθηκε η απόσχιση του κλάδου διανομής από τις λοιπές δραστηριότητες της ΔΕΗ ΑΕ και εισφέρθηκε αυτός στη ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, η οποία έκτοτε κατέστη ως προς τον εν λόγω κλάδο καθολική διάδοχος της πρώτης, νομιμοποιούμενη παθητικά ως διάδικος για όλες τις σχετικές δικαστικές διαφορές. Στον παραπάνω εισφερθέντα κλάδο ανήκει μεταξύ άλλων και η πιστοποίηση ελέγχων λόγω ρευματοκλοπής. Ειδικότερα, στη διάταξη του άρθρου 95 του Κώδικα Διαχείρισης του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας ( ΕΔΔΗΕ ) ( ΦΕΚ τευχ. Β, έτος 2017, αρ.78), η οποία ρυθμίζει τα προβλεπόμενα για τις ρευματοκλοπές, ρητά προβλέπεται ότι ο Διαχειριστής του Δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι η «ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ», λαμβάνει, εντός των αρμοδιοτήτων του, όλα τα πρόσφορα και αναγκαία μέτρα για τον αποτελεσματικό εντοπισμό και την κατά το δυνατόν αποτροπή των περιπτώσεων ρευματοκλοπής και εν γένει μη εξουσιοδοτημένης επέμβασης στον εξοπλισμό των παροχών εγκαταστάσεων χρηστών, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού μέτρησης, διασφαλίζει ότι τηρούνται οι προβλεπόμενοι κανόνες σχετικά με τη διενέργεια αυτοψιών και ελέγχων για διαπίστωση ρευματοκλοπής, σε περίπτωση πιθανολογούμενης ρευματοκλοπής προβαίνει σε ελέγχους του μετρητή στα εργαστήριά του, σε περίπτωση διαπιστωμένης ρευματοκλοπής εκτιμά τη μη καταγραφείσα ενέργεια, ενημερώνει εγγράφως, πλήρως και λεπτομερώς τον χρήστη της παροχής, προσδιορίζει το καταλογιζόμενο σε βάρος του ποσό, είναι αρμόδιος για τον επαναπροσδιορισμό του ύψους του, φέρει το βάρος απόδειξης της ρευματοκλοπής, έχει άμεση αξίωση της καταλογισθείσας οφειλής, δικαιούται να λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο για την τακτοποίηση και την είσπραξή της και, ιδίως, σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης τακτοποίησής της ή αθέτησης του διακανονισμού πληρωμής της, προβαίνει αμελλητί και άνευ ετέρου σε απενεργοποίηση της παροχής του χρήστη, ενημερώνοντας σχετικά τον προμηθευτή του. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι μόνη αρμόδια, μετά την ως άνω απόσχιση, για τον έλεγχο και διαπίστωση ρευματοκλοπής, τον καταλογισμό της σχετικής οφειλής και την απενεργοποίηση της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο χρήστη, συνεπεία μη πληρωμής της οφειλής, είναι η εταιρία «ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ» και όχι η μητρική αυτής «ΔΕΗ ΑΕ», η οποία ενημερώνεται μόνο από την πρώτη για την απενεργοποίηση, εφόσον αποτελεί τον προμηθευτή.

Με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα εκθέτει ότι η πρώτη των καθ` ων ανώνυμη εταιρία, με τα κοινοποιηθέντα σ’ αυτήν από 20-7-2018 και από 3-4- 2019 έγγραφά της, της αποδίδει ότι προέβη σε ρευματοκλοπή στη με αριθμό … παροχή του επί της οδού … αρ…. διαμερίσματός της στη Θεσσαλονίκη και την απειλεί να διακόψει, σε συνεργασία με τη δεύτερη των καθ’ ων η αίτηση, την ηλεκτροδότησή του, αν η ίδια δεν καταβάλει το πρόστιμο, ποσού 4.764,70 ευρώ, το οποίο της επέβαλε για την παραπάνω αιτία. Κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο υπό κρίση δικόγραφο, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι ουδέποτε η ίδια ή άλλο πρόσωπο, κατ’ εντολή της, προέβη στην αποδιδόμενη σ’ αυτή ρευματοκλοπή, ότι η όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε από την πρώτη των καθ’ ων, καθώς και οι επιμέρους εκδοθείσες πράξεις της και έγγραφα στερούνται νομιμότητας και βασιμότητας, ότι ο εξαναγκασμός της να προβεί στην καταβολή του παραπάνω προστίμου θα της στερήσει απολύτως αναγκαίους για τη συντήρησή της πόρους, ότι η απειλή της πρώτης των καθ’ ων για διακοπή της ηλεκτροδότησής της συνιστά καταχρηστική ενάσκηση του σχετικού δικαιώματός της και προσβάλλει βάναυσα την προσωπικότητά της, όπως και ο ισχυρισμός της ότι προέβη σε ρευματοκλοπή και ότι η επαπειλούμενη διακοπή της ηλεκτροδότησης του διαμερίσματος της θέτει σε άμεσο και σπουδαίο κίνδυνο την υγεία της και την επιβίωσή της, καθόσον χρησιμοποιεί το διαμέρισμα ως κύρια κατοικία της, είναι μεγάλης ηλικίας και αντιμετωπίζει πολλά και σοβαρά προβλήματα υγείας. Για τους λόγους αυτούς, ισχυριζόμενη και ότι πρόκειται να ασκήσει κατά των καθ` ων αγωγή για την αναγνώριση της ανυπαρξίας του δικαιώματος τους για διακοπή της ηλεκτροδότησης, όπως και αγωγή αποκατάστασης της υλικής και ηθικής της βλάβης και ότι συντρέχει επείγουσα κατάσταση που πρέπει προσωρινά να ρυθμιστεί με τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, ζητεί να απαγορευτεί προσωρινά στις καθ’ ων να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στην παραπάνω οικία της, να υποχρεωθούν οι καθ’ ων να απέχουν στο μέλλον από οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια και προσβολή της, να απαγγελθεί σε βάρος εκάστης των καθ’ ων χρηματική ποινή ποσού 100.000 ευρώ για κάθε παραβίαση του διατακτικού της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικαστούν οι καθ’ ων στη δικαστική της δαπάνη.

Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 683 §§ 1 και 4 ΚΠολΔ), για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682, 683, 686 επ. ΚΠολΔ). Πλην όμως, η αίτηση απαραδέκτως ασκείται και κατά της δεύτερης των καθ` ων, αφού αυτή δεν νομιμοποιείται παθητικά προς τούτο, καθόσον, σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, ο κλάδος διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, στον οποίο εντάσσονται και οι πιστοποιήσεις ελέγχων ρευματοκλοπών και, ειδικότερα, το δικαίωμα απενεργοποίησης της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, συνεπεία μη εμπρόθεσμης τακτοποίησης της οφειλής που καταλογίσθηκε λόγω ρευματοκλοπής, έχει εισφερθεί, ήδη πριν την άσκηση της υπό κρίση αίτησης, από τη δεύτερη στην πρώτη των καθ’ ων, η οποία έχει καταστεί καθολική διάδοχός της ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της και είναι η μόνη που έχει τη δικαιοδοσία και αρμοδιότητα να προβεί στην παραπάνω απενεργοποίηση. Αντίθετα, η δεύτερη των καθ` ων στερείται κάθε αρμοδιότητας προς τούτο για την περίπτωση της ρευματοκλοπής και, συνεπώς, δεν δύναται να της απαγορευτεί να μην προβεί σε ενέργεια, όπως ζητεί η αιτούσα, η οποία δεν εμπίπτει στον κύκλο των αρμοδιοτήτων της. Εξάλλου, και κατά τα εκτιθέμενα στην αίτηση, μόνη η πρώτη των καθ’ ων φέρεται ως το νομικό πρόσωπο που προέβη στη διαπίστωση ρευματοκλοπής, στον καταλογισμό οφειλής και στην απειλή διακοπής της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος σε περίπτωση μη πληρωμής της, ενώ, ουδεμία τέτοια ενέργεια ή απειλή αποδίδεται στη δεύτερη των καθ’ ων, ως προς την οποία η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Ως προς την πρώτη των καθ’ ων, η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 200, 288, 281, 361 ΑΚ, 731,732, 176, 947 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 95, 123 Ν. 4001/2011 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

Από τις ένορκες καταθέσεις στο ακροατήριο των μαρτύρων των διαδίκων …. και …., που εξετάστηκαν με επιμέλεια της αιτούσας και της δεύτερης των καθ’ ων η αίτηση, αντίστοιχα, σε συνδυασμό με τα έγγραφα τα οποία νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, πιθανολογούνται τα ακόλουθα: Η αιτούσα είναι κυρία διαμερίσματος του 2ου ορόφου της επί της οδού … αρ. .. οικοδομής, στη Θεσσαλονίκη, το οποίο χρησιμοποιεί διαρκώς από το έτος 1962-1963 ως κύρια κατοικία της και στο οποίο ήδη από πολλά έτη κατοικεί μόνη της. Η αιτούσα είναι σήμερα 88 περίπου ετών, συντηρείται από τη σύνταξη του θανόντος συζύγου της και αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία, μεταξύ άλλων, δυσχεραίνουν σημαντικά τη δυνατότητα κίνησής της, ενώ βρίσκεται υπό διαρκή φαρμακευτική αγωγή. Το παραπάνω διαμέρισμά της ηλεκτροδοτείται, δυνάμει σύμβασης προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, που καταρτίσθηκε με τη δεύτερη των καθ` ων από το έτος 1962, με αριθμό παροχής …, Καθ’ όλη τη μακροχρόνια λειτουργία της εν λόγω σύμβασης, η αιτούσα υπήρξε πάντοτε απολύτως συνεπής στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων της απ’ αυτή, χωρίς ουδέποτε να παραλείψει την εμπρόθεσμη πληρωμή των σχετικών λογαριασμών, έχει, δε, μάλιστα, επιβραβευθεί κατά περιόδους με έκπτωση «συνεπούς καταναλωτή». Περί τα μέσα Ιουνίου 2018, η αιτούσα βρήκε εντός του γραμματοκιβωτίου της οικίας της το από 29-5-2018 δελτίο επίσκεψης συνεργείου της πρώτης των καθ’ ων, με το οποίο της γνωστοποιούνταν ότι, κατά τον διενεργηθέντα έλεγχο στο μετρητή κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος του παραπάνω διαμερίσματος της, προέκυψαν «ευρήματα με τα οποία πιθανολογείται επέμβαση στη μετρητική διάταξη με δυνητική επίπτωση στην ορθή καταγραφή της καταναλισκόμενης ενέργειας». Εντός του επόμενου μηνός γνωστοποιήθηκε στην αιτούσα, με συστημένη επιστολή, το με αριθ.πρωτ. ../20-7-2018 έγγραφο της πρώτης των καθ’ ων, το οποίο, μεταξύ άλλων, την πληροφορούσε ότι στις 29-5-2018 διεξήχθη έλεγχος από το συνεργείο, εν απουσία της, «λόγω αδυναμίας εντοπισμού της μετά από αναζήτηση στο χώρο του ακινήτου» και ότι « κατά την αυτοψία καταγράφηκαν τα ακόλουθα ευρήματα: «α/ απουσία κιβωτίου μετρητή, β/ κομμένες σφραγίδες καλύμματος μετρητή, γ/ κομμένες σφραγίδες καλύμματος ακροδεκτών μετρητή. Εκ των ανωτέρω ευρημάτων συνάγεται ότι υπάρχει ενδεχόμενο μη ορθής καταγραφής της καταναλισκόμενης ενέργειας». Με το ίδιο έγγραφο, η πρώτη των καθ` ων καλούσε την αιτούσα να παραβρεθεί, στις 12-9-2018, κατά τη διεξαγωγή ελέγχου του μετρητή στο εργαστήριό της. Πλην όμως, τελικά, ο παραπάνω έλεγχος δεν διενεργήθηκε κατά την ανωτέρω γνωστοποιηθείσα ημερομηνία, αλλά στις 17-9-2018, παραδόθηκε, δε, σ’ αυτή, μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφορών, στις 5-4-2019, το με αριθ.πρωτ. …/3-4-2019 έγγραφο της πρώτης των καθ’ ων, με θέμα «διαπίστωση ρευματοκλοπής», με το οποίο της γνωστοποιήθηκαν τα ακόλουθα: ότι ο παραπάνω έλεγχος διενεργήθηκε στις 17-9-2018 εν απουσία της, ότι «κατά τον εργαστηριακό έλεγχο καταγράφηκαν τα ακόλουθα ευρήματα: α/ οι σφραγίδες στο κάλυμμα του μετρητή έλειπαν, β/ ο δίσκος φέρει χαρακιές από αντικείμενα που παρεμβάλλονταν για να τον ακινητοποιήσουν», ότι τα παραπάνω ευρήματα, σε συνδυασμό με τα ευρήματα του επιτόπιου ελέγχου «τεκμηριώνουν κατ` αδιαμφισβήτητο τρόπο υπαίτια παρέμβαση στη μετρητική διάταξη, με σκοπό την αλλοίωση της καταγραφής της καταναλισκόμενης ενέργειας και στοιχειοθετούν τον χαρακτηρισμό της περίπτωσης ως διαπιστωμένη ρευματοκλοπή», καθώς και ότι «από την εξέταση του ιστορικού των καταναλώσεων της παροχής επιβεβαιώνεται η παρέμβαση στη μετρητική διάταξη και η αλλοίωση της καταγραφής της καταναλισκόμενης ενέργειας». Στο ως άνω έγγραφο επισυνάφθηκαν δύο ασπρόμαυρες φωτογραφίες, καθώς και η από 17-9-2018 τεχνική έκθεση του εργαστηρίου της πρώτης των καθ’ ων, στην οποία, πέρα των ανωτέρω, συνιστάται «να αξιοποιηθεί κάθε στοιχείο που υπάρχει για το συγκεκριμένο καταναλωτή, όπως προηγούμενες ή επόμενες καταναλώσεις ρεύματος», ώστε να προσεγγιστεί «το χρονικό διάστημα κατά το οποίο μειώθηκαν οι καταναλώσεις και να εκτιμηθεί η απωλεσθείσα ενέργεια». Με το ίδιο ως άνω με αρ.πρωτ. ../3-4-2019 έγγραφό της, η πρώτη των καθ’ ων ανώνυμη εταιρία, βασιζόμενη αποκλειστικά και μόνο στο ιστορικό καταναλώσεων της παροχής, προσδιόρισε το σημείο έναρξης διάπραξης της ρευματοκλοπής στις 31-1-2012, ως την ημερομηνία έναρξης της περιόδου καταμέτρησης εντός της οποίας, κατά το ίδιο έγγραφο, καταγράφεται «αισθητή κάμψη της κατανάλωσης». Προσδιόρισε, επίσης, τη χρονική περίοδο καταλογισμού μη καταγραφείσας ενέργειας από τις 30-5-2013 έως τις 29-5- 2018, οπότε αποκαταστάθηκε η ορθή λειτουργία της μετρητικής διάταξης, δηλαδή σε χρονική περίοδο 1825 ημερών. Με βάση τεκμαρτή κατανάλωση, καταλόγισε στην αιτούσα χρέωση ποσού 3.613,01 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 13%, πλέον του ποσού των 550 ευρώ και επ’ αυτού ΦΠΑ 24%, ως διαχειριστικού κόστους ρευματοκλοπής και προσδιόρισε τη συνολική οφειλή της στο ποσό των 4.764,70 ευρώ. Με το ίδιο έγγραφό της, η πρώτη των καθ` ων γνωστοποίησε στην αιτούσα ότι το παραπάνω ποσό πρέπει να καταβληθεί στο σύνολό του εντός 30 ημερών από τη σύνταξη του εγγράφου, άλλως, σε οκτώ ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ποσού 595,59 ευρώ η κάθε μία, της πρώτης καταβλητέας ως τις 3-5-2019. Επίσης, της δήλωσε ότι, σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας των 30 ημερών για την εφάπαξ καταβολή του συνολικού ποσού ή της προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσης ή μη εμπρόθεσμης καταβολής οποιοσδήποτε από τις επόμενες δόσεις, θα προβεί στην απενεργοποίηση της σύνδεσης της παροχής της ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς καμία άλλη ειδοποίηση, καθώς και ότι η σύνδεση δεν θα επανενεργοποιηθεί μέχρι την ολοσχερή εξόφληση της καταλογισθείσας οφειλής.
Η αιτούσα, αρνούμενη πλήρως ότι διέπραξε ρευματοκλοπή και, συνακόλουθα, αρνούμενη την ύπαρξη οποιοσδήποτε οφειλής της, αλλά, επικουρικά, και το προσδιορισθέν από την παραπάνω καθ’ ης ύψος της, δεν έχει προβεί μέχρι σήμερα στην πληρωμή της οφειλής ούτε της πρώτης δόσης αυτής, που κατέστη ήδη ληξιπρόθεσμη, προέβη, δε, άμεσα και εμπρόθεσμα στην υποβολή ένστασης κατά του καταλογισμού της οφειλής. Ειδικότερα, στις 16-4-2019 επέδωσε στην πρώτη των καθ` ων την από την ίδια ημερομηνία έγγραφη «ένσταση- αντιρρήσεις-αίτηση επανεξέτασης», με την οποία ζήτησε την ακύρωση και ανάκληση του ως άνω εγγράφου και όλων των προεκδοθέντων, την πλήρη απαλλαγή της από οποιαδήποτε επιβάρυνση και τη συνέχιση της ηλεκτροδότησής της, εκφράζοντας αιτιολογημένα της αντιρρήσεις της, εξηγώντας την προσωπική της κατάσταση και την κατάσταση της υγείας της και προσκομίζοντας σχετικά έγγραφα. Στην παραπάνω ένσταση απάντησε η πρώτη των καθ’ ων με το με αρ.πρωτ…./24-4-2019 έγγραφό της, με το οποίο γνωστοποίησε στην αιτούσα ότι «ο καταλογισμός του αδικήματος της ρευματοκλοπής τεκμαίρεται κατόπιν επιτόπιου ελέγχου από αρμόδιο τεχνικό συνεργείο με τα αντίστοιχα ευρήματα και του ιστορικού των καταναλώσεων της παροχής», ότι «από την εξέταση των σχετικών στοιχείων επιβεβαιώνεται η παρέμβαση στη μετρητική διάταξη και η αλλοίωση της καταγραφής της καταναλισκόμενης ενέργειας» και ότι «δεν συντρέχουν λόγοι αμφισβήτησης και αναθεώρησης του ύψους της αρχικής εκτίμησης».
Ακολούθως, η αιτούσα άσκησε ενώπιον της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας την από 6-5-2019 διοικητική προσφυγή-αίτηση αναθεώρησης, η οποία δεν έχει ακόμα κριθεί. Από τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι η αυτοψία στο μετρητή της παροχής του διαμερίσματος της αιτούσας διενεργήθηκε στο πλαίσιο στοχευμένου ελέγχου, διότι η πρώτη των καθ’ ων διαπίστωσε αιφνίδιες μεταβολές στην κατανάλωση ρεύματος, χωρίς μεταβολή του χρήστη της παροχής και ότι, μετά την αυτοψία και τον επιτόπιο έλεγχο του συνεργείου, λόγω των κομμένων σφραγίδων του μετρητή και του καλύμματος των ακροδεκτών και της απουσίας κιβωτίου, θεωρήθηκε ενδεχόμενη μόνο η μη ορθή καταγραφή της καταναλισκόμενης ενέργειας. Ωστόσο, από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από την αιτούσα φωτογραφίες, πιθανολογείται ότι τα καπάκια των μετρητών απούσιαζαν όχι μόνο από το δικό της μετρητή, αλλά και από άλλους έξι μετρητές της ίδιας οικοδομής, που βρίσκονταν στον ίδιο χώρο και τα οποία ήταν πεταμένα στο έδαφος. Ως την παραβίαση της σφραγίδας του κιβωτίου, σημειώνεται ότι στην υπ’ αριθ. ../2017 απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας προβλέπεται ότι «η παραβίαση αυτή δεν αποτελεί εύρημα ενδεικτικό πιθανολογούμενης ρευματοκλοπής». Περαιτέρω, η «ενδεχόμενη» ρευματοκλοπή θεωρήθηκε μεταγενέστερα από την πρώτη των καθ’ ων ως «διαπιστωμένη» ρευματοκλοπή, με μοναδικά πρόσθετα στοιχεία τις χαρακιές που αναφέρεται ότι βρέθηκαν στο μετρητή της παροχής της αιτούσας, οι οποίες θεωρήθηκε ότι προκλήθηκαν από αντικείμενα που παρεμβλήθηκαν για να τον ακινητοποιήσουν, σε συνδυασμό με το ιστορικό κατανάλωσης της παροχής και την παρατηρηθείσα «αισθητή κάμψη» αυτής.

Με βάση αποκλειστικά και μόνο το ιστορικό αυτό, η έναρξη της ρευματοκλοπής προσδιορίστηκε την 31- 1-2012. Πλην όμως, ενόψει του γεγονότος ότι δεν βρέθηκαν ξένα αντικείμενα στο μετρητή, του γεγονότος ότι δεν προσδιορίζεται το είδος και η έκταση των επ’ αυτού χαρακιών, της παλαιότητας του μετρητή, της ιδιαίτερα επιβαρημένης κατάστασης της υγείας της αιτούσας και της μεγάλης ηλικίας της, η οποία καθιστά αμφίβολη τη δυνατότητά της να επέμβει στο μετρητή, αλλά και του γεγονότος ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της μακροχρόνιας λειτουργίας της σύμβασης ηλεκτροδότησης του διαμερίσματος της, υπήρξε απόλυτα συνεπής στις υποχρεώσεις της, η διαπίστωση και μόνο της ύπαρξης χαρακιών στο μετρητή δεν πιθανολογείται ότι επαρκεί για να καταστήσει βέβαιη την τέλεση απ` αυτή ρευματοκλοπής. Ως προς το ιστορικό των καταναλώσεων, η πρώτη των καθ’ ων έλαβε ως βάση, προκειμένου να διαπιστώσει την τέλεση ρευματοκλοπής, μόνο το χρονικό διάστημα από 27-1- 2011 έως 31-1-
2012, διάστημα το οποίο είναι, αντικειμενικά, μικρό, συγκρινόμενο με όλη τη διάρκεια χρήσης της παροχής, ώστε η κατανάλωση που έγινε κατά τη διάρκειά του να αποτελέσει ισχυρή ένδειξη ρευματοκλοπής.

Περαιτέρω, από τη σύγκριση προηγούμενων του ως άνω χρονικού διαστήματος καταναλώσεων της ίδιας παροχής, όπως, ενδεικτικά, της περιόδου από 30-5-2003 έως 1-10-2003 και της περιόδου από 30-
1-2007 έως 30-5-2007, δεν προκύπτει αξιοσημείωτη απόκλιση σε σχέση με την περίοδο μετά την 31-1-
2012, στην οποία τοποθετείται η έναρξη της ρευματοκλοπής.

Εξάλλου, ενώ στις 29-5-2018 αντικαταστάθηκε από την πρώτη των καθ` ων ο ένδικος μετρητής, οπότε, λόγω λήξης της υποστηριζόμενης απ’ αυτή ρευματοκλοπής, θα ήταν αναμενόμενη αύξηση και, δη, σημαντική της κατανάλωσης ρεύματος από την αιτούσα, από τους μετά την ως άνω ημερομηνία λογαριασμούς ουδόλως προκύπτει τέτοια αύξηση, αντίθετα, δε, στις περισσότερες επιμέρους χρονικές περιόδους προκύπτει κατανάλωση μικρότερη από τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους πριν την αντικατάσταση του μετρητή.

Περαιτέρω, από την κατάθεση του μάρτυρα της αιτούσας, η οποία ενισχύεται και από τα έγγραφα, που αυτή προσκομίζει και επικαλείται, πιθανολογείται ότι το έτος 2011, που έλαβε υπόψη της η πρώτη των καθ’ ων, ως ιστορικό κατανάλωσης, διέμεινε στο ένδικο διαμέρισμα και ο γιος της αιτούσας, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσής του, γεγονός που δικαιολογεί την αύξηση της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, αφού γινόταν χρήση του από δύο και όχι από ένα άτομο. Η κατανάλωση, δε, αυτή εκ νέου μειώθηκε μετά την εγκατάσταση του γιου της αιτούσας κατά το έτος 2012 στο δικό του διαμέρισμα της ίδιας οικοδομής, στο οποίο, αντίστοιχα, άρχισε να αυξάνεται η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος. Περαιτέρω, ο έλεγχος του ενδίκου μετρητή στα εργαστήρια της πρώτης των καθ’ ων έλαβε χώρα, όπως προαναφέρθηκε και προκύπτει από το με αρ. πρωτ…/3-4-
2019 έγγραφό της, στις 17-9-2018, ενώ στην αιτούσα είχε γνωστοποιηθεί ως ημερομηνία διεξαγωγής του η 12-9-2018, χωρίς να πιθανολογείται ότι αυτή έλαβε γνώση της αλλαγής της ημερομηνίας, ώστε να έχει τη δυνατότητα, η ίδια ή εκπρόσωπός της, να παραστεί σ’ αυτόν, όπως επιβάλλουν οι σχετικές διατάξεις, ενώ, στο από 29-5-2018 δελτίο ελέγχου του συνεργείου που προέβη σε αυτοψία του μετρητή εντός της οικοδομής της απούσας δεν αναφέρεται ότι το συνεργείο συνοδευόταν από εκπρόσωπο του ανεξάρτητου φορέα, δεν αναφέρονται τα ονόματα των ελεγκτών ούτε γίνεται μνεία περί του ότι καταβλήθηκε προσπάθεια να κληθεί, για να είναι παρόν κατά τη φωτογράφηση των ευρημάτων, αστυνομικό όργανο ούτε αναφέρονται στοιχεία, που αποδεικνύουν την προσπάθεια κλήσης τέτοιου οργάνου, όπως επιβάλλεται από το άρθρο 6 της υπ’ αριθ. ../2017 απόφασης της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Περαιτέρω, ενώ η πρώτη των καθ’ ων προσδιορίζει το διάστημα της ρευματοκλοπής από την αιτούσα σε πέντε συνεχή έτη, δεν προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια των καταμετρήσεων που λάμβαναν χώρα στη διάρκεια της πενταετίας αυτής, έγινε αντιληπτή από τους αρμόδιους υπαλλήλους οποιαδήποτε παράνομη επέμβαση στη λειτουργία του μετρητή της ένδικης παροχής, όπως θα ήταν εύλογο να συμβεί εάν είχαν τοποθετηθεί σ’ αυτόν ξένα αντικείμενα, όπως αποδίδεται στην αιτούσα.

Ενόψει των ανωτέρω, αφενός μεν πιθανολογείται η ύπαρξη παρατυπιών και ατελειών κατά τη διαδικασία διαπίστωσης της αποδιδόμενης στην αιτούσα ρευματοκλοπής, αφετέρου, δε, δεν πιθανολογείται ότι αυτή προέβη στην εν λόγω παράνομη ενέργεια, η οποία συνιστά ουσιώδη παραβίαση των όρων της καταρτισθείσας σύμβασης προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και, συνακόλουθα, δεν πιθανολογείται ότι υπάρχει νόμιμη υποχρέωσή της να καταβάλει το προαναφερθέν καταλογισθέν σε βάρος της ποσό, πολύ, δε, περισσότερο δεν πιθανολογείται η ορθότητα υπολογισμού του ύψους του. Περαιτέρω, πιθανολογείται ότι υφίσταται άμεσος κίνδυνος διακοπής από την πρώτη των καθ’ ων της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο διαμέρισμα της αιτούσας, όπως ρητά απειλείται με το αποσταλέν σ’ αυτή προαναφερθέν έγγραφο, καθόσον η αιτούσα αδυνατεί να καταβάλει το καταλογισθέν σε βάρος της ποσό, ήδη, δε, κατέστη ληξιπρόθεσμη η πρώτη δόση του, χωρίς να προβεί στην καταβολή της. Η απενεργοποίηση, δε, της παροχής θα προκαλέσει σημαντική και ανεπανόρθωτη βλάβη στην αιτούσα, αφού αφορά στο διαμέρισμα που χρησιμοποιεί ως κύρια κατοικία της, στο οποίο, όπως προαναφέρθηκε, διαμένει μόνη της, ούσα υπερήλικη και αντιμετωπίζουσα πολλά και σοβαρά προβλήματα υγείας, ώστε η επαπειλούμενη διακοπή της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας πιθανολογείται ως υπερβαίνουσα τα όρια που θέτουν οι αρχές της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών, καθόσον, μάλιστα, αν η απαίτηση της πρώτης των καθ’ ων κριθεί ως βάσιμη, δεν κινδυνεύει να μην ικανοποιηθεί, αφού πιθανολογείται ότι η αιτούσα διαθέτει εμφανή ακίνητη περιουσία.

Συνεπώς, ενόψει και του γεγονότος ότι η αιτούσα έχει προσφύγει στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας για την επανεξέταση της υπόθεσής της και προτίθεται να ασκήσει άμεσα αγωγή για να αναγνωριστεί η ανυπαρξία της ένδικης οφειλής της προς την πρώτη των καθ’ ων, πιθανολογείται ότι πρέπει προσωρινά να διατηρηθεί η υφιστάμενη κατάσταση, ήτοι η διατήρηση της παροχής ηλεκτροδότησης στο διαμέρισμα της αιτούσας. Συνεπώς, πρέπει να απαγορευτεί προσωρινά στην πρώτη των καθ’ ων η αίτηση να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια, που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της εν λόγω παροχής, λόγω της αποδιδόμενης στην αιτούσα ρευματοκλοπής και της μη καταβολής απ’ αυτή του ποσού που καταλογίσθηκε σε βάρος της με το με αρ.πρωτ. ../3-4-2019 έγγραφο της παραπάνω καθ` ης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της τακτικής αγωγής που προτίθεται να ασκήσει η αιτούσα ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, για την αναγνώριση της ανυπαρξίας της σχετικής υποχρέωσής της, για την άσκηση της οποίας ορίζεται προθεσμία σαράντα ( 40 ) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, κατά τη δικονομική ευχέρεια που παρέχει στο παρόν Δικαστήριο η διάταξη του άρθρου 693 παρ.1 ΚΠολΔ.

Συνεπώς, ως προς την πρώτη των καθ’ ων, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της πρώτης των καθ’ ων χρηματική ποινή ποσού πεντακοσίων ( 500,00 ) ευρώ για κάθε παραβίαση του διατακτικού της παρούσας απόφασης και να καταδικαστεί αυτή στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της αιτούσας, λόγω της ήττας της στη δίκη και της υποβολής σχετικού αιτήματος ( άρθρ. 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), ενώ, όσον αφορά στη δεύτερη των καθ` ων, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ( άρθρ. 179 ΚΠολΔ ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την αίτηση με αριθμό κατάθεσης ../../2019 ερήμην της πρώτης των καθ` ων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση ως προς τη δεύτερη των καθ’ ων.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ της δεύτερης των καθ’ ων και της αιτούσας.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση ως προς την πρώτη των καθ’ ων.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ προσωρινά στην πρώτη των καθ’ ων, ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διαχείρισης Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ», να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια, που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο επί της οδού .. αρ. .. διαμέρισμα, με αριθμό παροχής …, λόγω της αποδιδόμενης στην αιτούσα ρευματοκλοπής και της μη εμπρόθεσμης πληρωμής απ’ αυτή της οφειλής που καταλογίστηκε σε βάρος της με το με αρ.πρωτ. ../3-4-2019 έγγραφο της πρώτης των καθ’ ων, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της τακτικής αγωγής, την οποία προτίθεται να ασκήσει η αιτούσα για την αναγνώριση της ανυπαρξίας της σχετικής υποχρέωσής της.

ΟΡΙΖΕΙ στην αιτούσα προθεσμία σαράντα ( 40 ) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας για την άσκηση της ως άνω αγωγής.

ΑΠΕΙΛΕΙ σε βάρος της πρώτης των καθ` ων χρηματική ποινή ποσού πεντακοσίων ( 500,00 ) ευρώ για κάθε παραβίαση του διατακτικού της παρούσας απόφασης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την πρώτη των καθ’ ων στα δικαστικά έξοδα της απούσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα ( 250,00 ) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στη Θεσσαλονίκη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 19 Ιουνίου 2019, με παρούσα και τη γραμματέα …

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μ.Δ.

87/2019 ΕΙΡ ΝΑΥΠΑΚ ( 758529)

(Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Αρνητική αναγνωριστική αγωγή. Αντικείμενό της μπορεί να είναι η αναγνώριση της ανυπαρξίας οφειλής, η οποία καθορίζεται ορισμένως. Σε σχέση με την θετική αναγνωριστική αγωγή, αντιστρέφεται το βάρος αποδείξεως. Αδικοπραξία. Αντικειμενική ευθύνη προστήσαντος. Ευθύνη νομικού προσώπου για πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν. Αγωγή αναγνώρισης ανυπαρξίας οφειλής προς τη Δ.Ε.Η. από αποδοθείσα ρευματοκλοπή. Παθητική νομιμοποίηση Δ.Ε.Η. και Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε. Αναγνωρίζει ανυπαρξία οφειλής. Επιδικάζει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Κριτήρια καθορισμού του ύψους της.

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΔΙΔΙΚΑΣΙΑ ΤΑΚΤΙΚΗ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 87 /2019

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ: Αφροδίτη Σακελλαροπούλου,

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Παρασκευή Χρυσανθοπούλου

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 8-1-2019 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εδρεύουσας στη Ναύπακτο, επί της οδού … και …, ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «…..» όπως εκπροσωπείται νόμιμα, με Α.Φ.Μ. .. Δ.Ο.Υ .., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε κατά τη συζήτηση, η δε πληρεξούσια δικηγόρος της Ειρήνη Ηλιοπούλου του Δ.Σ. Μεσολογγίου κατέθεσε εμπροθέσμως προτάσεις.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της εδρεύουσας στην Αθήνα (.,) ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ Α.Ε» (Δ.Ε.Η), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε κατά τη συζήτηση, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της Αναστάσιος Σπηλιόπουλος (Δ.Σ. Πατρών) κατέθεσε εμπροθέσμως προτάσεις και 2) Του «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ» (Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε) που εδρεύει στην Αθήνα (..) όπως εκπροσωπείται νόμιμα στη Ναύπακτο από τον κ. …. του … προϊστάμενο του Πρακτορείου Ναυπάκτου, ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε κατά τη συζήτηση, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του Πλούταρχος Σακκάς, του Δ.Σ. Αγρινίου κατέθεσε εμπροθέσμως προτάσεις.

Η ενάγουσα με την από 12-7-2017 αγωγή της, που κατατέθηκε με αύξοντα αριθμό ../12-12-2017 και μετά από επαναπροσδιορισμό αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. ../2018 πράξη επανάληψης συζήτησης και κλήση της Ειρηνοδίκη Ελένης Ασημάκη – Παπακώστα, ζητεί τα όσα αναφέρονται σ` αυτή.

Δικάσιμος της αγωγής ορίσθηκε η αναφερομένη στην αρχή της παρούσας και κατά τη συζήτηση της, έλαβαν χώρα τα αναφερόμενα στα πρακτικά.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.Η αναγνωριστική αγωγή διακρίνεται σε θετική και αρνητική, ανάλογα με το αίτημά της. Θετική είναι αυτή, με την οποία ζητείται η αναγνώριση της ύπαρξης και αρνητική αυτή, με την οποία ζητείται η αναγνώριση της ανυπαρξίας της έννομης σχέσης. Για το παραδεκτό της αναγνωριστικής αγωγής πρέπει να συντρέχουν δύο διαδικαστικές προϋποθέσεις, η έννομη σχέση της οποίας η διάγνωση ζητείται και το έννομο συμφέρον, που συντρέχει, όταν υφίσταται αβεβαιότητα, αμφιβολία ή αμφισβήτηση της έννομης σχέσης του ενάγοντος ή όταν υπάρχει καύχηση για έννομη σχέση που δεν υφίσταται, από την οποία δημιουργείται κίνδυνος για τα συμφέροντά του, στην αποτροπή του οποίου τείνει η ζητούμενη δικαστική προστασία, υπό την μορφή της αναγνωριστικής αγωγής, η δε άρση της αβεβαιότητας αποτελεί μέσο για την αποτροπή του κινδύνου (ΕΦΑθ 3187/2003, ΕλΔικ 44.1372). Εξάλλου, με αρνητική αναγνωριστική αγωγή είναι δυνατό να ζητείται να αναγνωριστεί ότι ο ενάγων δεν απέκτησε την ιδιότητα του οφειλέτη, καθορίζοντας ορισμένα ποια είναι η οφειλή, της οποίας την ανυπαρξία ισχυρίζεται και η οποία αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς (ΕφΛαρ 572/2002, Αρμ 2003/1278).
Εξάλλου, η διάκριση μεταξύ θετικής και αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής έχει σημασία μόνο ως προς το βάρος της αποδείξεως (βλ. ΕφΑΘ 3186-7/2003 ΕλλΔνη 2003. 1372). Έτσι, για τη θεμελίωση της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής αρκεί μόνο η γενική άρνηση που αντιτάσσεται από τον ενάγοντα κατά του προβαλλόμενου δικαιώματος του εναγομένου, χωρίς να είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να επικαλεσθεί και αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το προβαλλόμενο δικαίωμα από τον εναγόμενο. Ο τελευταίος, αντίθετα, έχει το βάρος της επικλήσεως και αποδείξεως των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το προβαλλόμενο δικαίωμα του, ο ενάγων δε, αμυνόμενος κατά του δικαιώματος αυτού του εναγομένου, δικαιούται να επικαλεσθεί και αποδείξει τα κρίσιμα εκείνα πραγματικά περιστατικά εξ αιτίας των οποίων έχει αποσβεσθεί το δικαίωμα του εναγομένου ή απαγορεύεται στη συγκεκριμένη περίπτωση η άσκηση του (ΕφΠατρ 1199/2007 ΑχΝομ 2008. 197, ΕφΠατρ 140/2004 ΑχΝομ 2005. 226).

ΙΙ. Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλο σε μία υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Η εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως προϋποθέτει: (α) σχέση προστήσεως, η οποία υπάρχει όταν ο προστήσας διατηρεί το δικαίωμα να δίδει οδηγίες και εντολές στον προστηθέντα, σε σχέση με τον τρόπο εκπληρώσεως της υπηρεσίας του, (β) ενέργεια του προστηθέντος παράνομη και υπαίτια, πληρούσα τις προϋποθέσεις του άρθρου 914 και (γ) η ενέργεια αυτή του προστηθέντος να έγινε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του έχει ανατεθεί ή επ` ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας του ή ακόμη και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας του αυτής, η οποία υφίσταται όταν η ζημιογόνος πράξη τελέσθηκε εντός των ορίων των καθηκόντων που ανατέθηκαν στον προστηθέντα, ή επ`ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας, αλλά κατά παράβαση των εντολών και των οδηγιών, που δόθηκαν εις εκείνόν ή καθ` υπέρβαση των καθηκόντων του, που διέπουν τη μεταξύ τους σχέση, εφόσον μεταξύ της ζημιογόνου ενέργειας του προστηθέντος και της υπηρεσίας που του ανατέθηκε υπάρχει εσωτερική συνάφεια, με την έννοια ότι η αδικοπραξία δεν θα ήτο δυνατόν να υπάρξει χωρίς την ιδιαίτερη σχέση, ή ότι η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο που κατέστη εξαιτίας ακριβώς της θέσεως, των μέσων και των ευκαιριών που διέθετε ο προστηθείς στο πλαίσιο της ειδικής σχέσεως προς τον προστήσαντα, και με την χρησιμοποίησή τους για άλλο σκοπό από εκείνον για τον οποίο του ανατέθηκαν (ΑΠ 1385/2013 ΕΠΙΣΚΕΔ 2013/906).
Για δε το ορισμένο της αγωγής που στηρίζεται στην αδικοπραξία λόγω σχέσης πρόστησης μεταξύ – τραπεζικού ιδρύματος και των υπαλλήλων αυτής, αρκεί να αναφέρεται η ιδιότητα των προστηθέντων από το πρώτο ως υπαλλήλων του καθώς και ότι εγήργησαν παρανόμως και υπαίτιος εντός του πλαισίου των ανατεθειμένων σ`αυτούς καθηκόντων ή επ’ ευκαιρία ή επ’ αφορμή αυτών και δεν απαιτείται να αναφέρονται ονομαστικά ποιοι ήταν οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι της Τράπεζας με τους οποίους ήλθε σε επαφή ο ενάγον (ΑΠ 632/2014 ΔΕΕ 2014/1066).

Εφόσον αυτό συμβαίνει, θεμελιώνεται κατά το άρθρ. 922 του ΑΚ η αντικειμενική ευθύνη του προστήσαντος για τις ζημίες που παράνομα και υπαίτια προκάλεσε ο προστηθείς, με τον οποίο συνευθύνεται εις ολόκληρο, όπως αυτό συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρ. 481,486 και 926 του ΑΚ (ΑΠ 1796/2012 ΝΟΜΟΣ). Αντίστοιχα και το νομικό πρόσωπο ευθύνεται κατά το άρθρο 71 του ΑΚ για τις πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν και υποχρεούται σε αποζημίωση του ζημιωθέντος, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη, των οργάνων του έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί, πρέπει, δηλαδή, να βρίσκεται σε εσωτερική συνάφεια με την εκτέλεση των καθηκόντων του οργάνου, αδιάφορο αν το όργανο ενήργησε καθ` υπέρβαση των καθηκόντων του ή κατά κατάχρηση της εξουσίας του, ενώ επιπλέον ευθύνεται εις ολόκληρο και το υπαίτιο πρόσωπο (ΑΠ 1615/1999).

Με την κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα εταιρεία εκθέτει ότι είναι μισθώτρια μίας καφετέριας επί της οδού … και … στη .. Ότι δυνάμει της συναφθείσης το έτος 2011 σύμβασης προμηθεύεται ηλεκτρική ενέργεια από την πρώτη εναγόμενη. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι από την 21.8.2014 μέχρι και την 8.1.2016, οι εναγόμενες, την ενημέρωσαν ότι διαπιστώθηκε εκ μέρους της ρευματοκλοπή και ότι με τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή έγγραφα των εναγομένων της καταλογίστηκε αυθαίρετα για την χρονική περίοδο από 14.5.2012 έως 3.9.2014 κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας 64.570 KWH συνολικής αξίας 13.452,50 ευρώ. `Oτι η ίδια αρνείται πως τέλεσε κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή και τούτο επιρρωνύει η έκδοση αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Μεσολογγίου. Με το ιστορικό αυτό ζητεί με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να αναγνωριστεί ότι δεν υφίσταται σε βάρος της η απαίτηση των 13.452,50 ευρώ από την ως άνω υποτιθέμενη κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να της καταβάλουν 5.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης την οποία υπέστη, δεδομένου ότι κλονίστηκε σοβαρά η πίστη του νομικού προσώπου στις συναλλαγές και τέλος να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην πληρωμή της δικαστικής της δαπάνης.

ΜΕ το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του δικαστηρίου κατά τις διατάξεις της τακτικής διαδικασίας, με το περιεχόμενό τους πριν από την τροποποίησή τους με το ν.4335/2015, που τυγχάνουν εφαρμογής για τις αγωγές που κατατέθηκαν πριν την 1.1.2016. Είναι δε αυτή ορισμένη, απορριπτομένων των περί αντιθέτου ισχυρισμών των εναγομένων δεδομένου ότι, σύμφωνα με την ως άνω, υπό II, νομική σκέψη της παρούσας, περιέχει όλα τα προβλεπόμενα από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ (αφού παρόλο που δεν έχει νομική υποχρέωση και κατονομάζει τους προστηθέντες υπαλλήλους και αναφέρει τις ιδιότητες αυτών) και από τις αμέσως κατωτέρω αναφερόμενες διατάξεις που θεμελιώνουν τη νομική και ιστορική της βάση που αναφέρονται στην μείζονα σκέψη σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων , 926 , 932 του ΑΚ και 70 και 176 του ΚΠολΔ. Το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής ως προς το αναγνωριστικό της αίτημα καθίσταται, μη νόμιμο και ως εκ τούτου απορριπτέο, καθ’ όσον δεν νοείται εκτέλεση με απόφαση αναγνωριστικού χαρακτήρα. Νομιμοποιούνται παθητικά για την αναγνώριση του ύψους της επίμαχης οφειλής αμφότερες οι εναγόμενες, απορριπτομένου του περί αντιθέτου ισχυρισμού τους, διότι δανείστρια της επίμαχης οφειλής τυγχάνει (κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή) η πρώτη εναγόμενη, ενώ η δεύτερη εναγόμενη, με την ιδιότητα της Διαχειρίστριας Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας συμμετέχει (κατά τα διαλαμβανόμενα στην αγωγή) στην διαδικασία εκκαθάρισης του ύψους της αμφισβητούμενης απαίτησης (βλ.13/2017 ΜονΠΡωτΔράμας). Πρέπει επομένως η αγωγή για το καταψηφιστικό αίτημα της οποίας καταβλήθηκε το με αρ…/2017 δικαστικό ένσημο να εξεταστεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από όσα αναπτύχθηκαν κατά τη συζήτηση διά των εγγράφων προτάσεων των διαδίκων, από την υπ’ αριθμ. ../8.8.2017 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου, που επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα, η οποία ελήφθη νόμιμα, μετά από κλήτευση των εναγομένων (βλ. τις μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενες υπ’ αριθμ…. και …/18.7.2017 και …/11.5.2017 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Δυτικής Ελλάδος, …..), την …/31.10.2017 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου, που επικαλείται και προσκομίζει η δεύτερη εναγόμενη, η οποία ελήφθη νόμιμα, μετά από προηγούμενη κλήτευση της ενάγουσας και της πρώτης εναγομένης (βλ.την μετ’επικλήσεως προσκομιζόμενη υπ’αρ…./4.10.2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Μεσολογγίου, ….. και την υπ’αρ. …/5.10.2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …..), από τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν για να χρησιμεύσουν, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3 και 395 Κ.Πολ.Δ.), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το απόσπασμα της 1084/2016 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Μεσολογγίου αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με το άρθ.123 του ν.4001/2011, η διαχείριση του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας ανατίθεται στην δεύτερη εναγόμενη (ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ), που αποτελεί θυγατρική εταιρεία της πρώτης εναγομένης (ΔΕΗ ΑΕ), μετά την απόσχιση του κλάδου διανομής από την πρώτη και την συγχώνευσή του με απορρόφηση στην δεύτερη, δυνάμει της 6263/2012 εγκριτικής απόφασης της Αντιπεριφερειάρχη Αττικής, που καταχωρίστηκε την ίδια ημέρα στο Μητρώο ΑΕ της Περιφέρειας Αττικής. `Εκτοτε η διαχείριση του ελληνικού δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας γίνεται από την δεύτερη εναγόμενη, ενώ η πρώτη εναγόμενη προμηθεύει ηλεκτρική ενέργεια προς καταναλωτές, παράλληλα και ανταγωνιστικά με άλλους προμηθευτές, μετά την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, που συντελέστηκε με το ν.2773/1993 για την προσαρμογή του ελληνικού δικαίου προς την Οδηγία 96/92 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1996 «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας». Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την διανομή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας σε πελάτες ρυθμίζεται από τον «Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας σε Πελάτες» (από 29.3.2013 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής – ΦΕΚ 832/2013). Η διαχείριση και ο έλεγχος του δικτύου διανομής μέχρι και τον μετρητή εκάστου καταναλωτή πραγματοποιείται από την δεύτερη εναγόμενη, η οποία δια των υπαλλήλων της καταγράφει τις ενδείξεις των μετρητών και στην συνέχεια γνωστοποιεί στην αντισυμβαλλόμενη εκάστου καταναλωτή – προμηθεύτρια εταιρεία (μία εκ των οποίων είναι η πρώτη εναγόμενη), για να προβεί στην σχετική τιμολόγηση. Σε περίπτωση, ρευματοκλοπής, συντάσσεται σχετικό δελτίο από την δεύτερη εναγόμενη και διαβιβάζεται στην προμηθεύτρια εταιρεία, για να προβεί στην τιμολόγηση της κλαπείσας ενέργειας με χρέωση του αντισυμβαλλομένου της προμηθεύτριας – πελάτη της, που παρακάμπτει τον μετρητή ή αλλοιώνει την μέτρηση (βλ.13/2017 ΜονΠρωτΔράμας).

Η ενάγουσα εταιρεία είναι μισθώτρια μίας καφετέριας, κείμενης επί των οδών … και .. στη ..
Το έτος 2011 σύναψε με την με την πρώτη εναγόμενη σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, επαγγελματικής χρήσης, για τις ανάγκες της ανωτέρω επιχείρησής της, στην οποία εγκαταστάθηκε η με αρ….. παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και ο με αρ….. μετρητής. Δυνάμει του με αρ…/2014 δελτίου στοιχείων ρευματοκλοπής της δεύτερης εναγομένης, η ενάγουσα εταιρεία φέρεται ότι αλλοίωσε την σφραγίδα του κιβωτίου ενός μετρητή, των ακροδεκτών, το πηνίο και την μετώπη αριστερά. Πλην όμως, το ως άνω έγγραφο δεν αναφέρει τον αριθμό του εν λόγω μετρητή, φέρει δε δύο ημερομηνίες σύνταξης ήτοι την 21.8.2014 και την 5.9.2014 και τέλος είναι υπογεγραμμένο από τον υπάλληλο ….. και φέρει την σφραγίδα του Διευθυντή της περιοχής …., άνευ της υπογραφής του. Περαιτέρω, στις 3.9.2014 οι τεχνικοί της δεύτερης εναγομένης ….. και …., επισκέφτηκαν το ακίνητο της ενάγουσας και αντικατέστησαν τον με αρ…… μετρητή και ένδειξη ημέρας …. με έτερον μετρητή με αριθμό …. δυνάμει της από 2.9.2014 εντολής εξυπηρέτησης. Εν συνεχεία, δυνάμει ενός εγγράφου της δεύτερης εναγομένης που τιτλοφορείται «έκθεση πραγματογνωμοσύνης», ο πραγματογνώμονας της δεύτερης εναγομένης ….., εξέθεσε ότι δυνάμει εντολής της τοπικής υπηρεσίας της δεύτερης εναγομένης επισκέφτηκε το ακίνητο της ενάγουσας προκειμένου να αντικαταστήσει τον με αρ….. μετρητή με έτερο, λόγω της εντοπισθείσας την 21.8.2014 ρευματοκλοπής ύστερα από έλεγχο αρμόδιου τεχνικού συνεργείου της Διεύθυνσης Περιφέρειας Αττικής. Ως εκ τούτου, δυνάμει της με αρ….9.2014 επιστολής, ο Διευθυντής περιοχής … της δεύτερης εναγομένης …., ενημέρωσε την ενάγουσα περί της διενεργηθείσας αυτοψίας, περί της διαπίστωσης αυθαίρετης παρέμβασης στον μετρητή με αρ….. και περί ελέγχου αυτού χωρίς να την καλέσει προκειμένου να της επιδειχθούν τα στοιχεία της ρευματοκλοπής, όπως άλλωστε επιτάσσει η οδηγία διανομής Νο83.
Ο έλεγχος διεξήχθη στο τεχνικό τμήμα της δεύτερης εναγομένης στην Πάτρα, και διαπιστώθηκε μόνο ότι οι σφραγίδες του μετρητή είναι πλαστές, με δυνατότητα παρέμβασης στο εσωτερικό του και τελικό συμβατικό τεκμαρτό σφάλμα -48%. Κατόπιν τούτου, δυνάμει της με αρ…/8.12.2014 επιστολής της δεύτερης εναγομένης, ο ως άνω ….., ενημέρωσε την ενάγουσα περί των αποτελεσμάτων του ελέγχου και δη για όλες τις προαναφερόμενες αλλοιώσεις με την επιπλέον μνεία ότι η απολεσθείσα ηλεκτρική ενέργεια εκτιμάται σε 64.570 Kwh, αφορά την περίοδο 14.5.2012 έως 3.9.2014, περί του ως άνω ποσοστού σφάλματος και περί της χρέωσης της ενάγουσας για τις εργασίες της δεύτερης εναγομένης για την αντιμετώπιση της αυθαίρετης παρέμβασης σε 212,13 ευρώ. Αμέσως μετά και δη την 11.12.2014 η δεύτερη εναγόμενη δια του εκπροσώπου της υπέβαλε μήνυση εναντίον της ενάγουσας στο Αστυνομικό Τμήμα Ναυπάκτου για το αδίκημα της ρευματοκλοπής, προσδιορίζουσα την αξία της απωλεσθείσας ηλεκτρικής ενέργειας σε 9.596 ευρώ.

Δυνάμει της με αρ.1084/2016 αμετάκλητης απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Μεσολογγίου, τα ομόρρυθμα μέλη της ενάγουσας κηρύχθηκαν αθώοι με το σκεπτικό ότι «η επιχείρηση που ηλεκτροδοτείται με την υπ’αρ….. παροχής ηλεκτρικού ρεύματος με αριθμό μετρητή …. βάσει των εγγράφων ιστορικότητας του ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ και στην οποία υπέγραψε συμβόλαιο παροχής ηλεκτρικού ρεύματος της 10.6.2011 από τον προηγούμενο εκμισθωτή του καταστήματος ….. και όχι με τον αριθμό μετρητή Τ ….. και ο εν λόγω μετρητής προέκυψε από τα έγγραφα της ΔΕΔΔΗΕ ότι είναι ανύπαρκτος». Πράγματι, κατά ουσιαστική παραδοχή του αρνητικού αγωγικού ισχυρισμού της ενάγουσας, ο με αρ.Τ ….. μετρητής δεν αντιστοιχεί στην με αρ….. παροχή από την οποία ηλεκτροδοτείται το κατάστημα της ενάγουσας, αφού όπως προκύπτει από άπαντα τα προσκομισθέντα έγγραφα και δη από τους από το έτος 2012 έως 2015 λογαριασμούς ρεύματος καθώς και από τα έγγραφα ιστορικότητας από 15.1.1997 έως 2017, ο με αρ….. μετρητής που διαπιστώθηκε παραβιασμένος ουδεμία σχέση έχει με την παροχή της ενάγουσας η οποία από το έτος 2011 μέχρι το έτος 2014 είχε εγκατεστημένο τον με αρ. ….. μετρητή και έκτοτε μέχρι σήμερα τον με αρ….. μετρητή με τον οποίο αντικαταστάθηκε. Ο δε ισχυρισμός της δεύτερης εναγομένης τον οποίο επιβεβαιώνει ο προϊστάμενος της ΔΕΔΔΗΕ Ναυπάκτου ….. στην ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου ένορκη κατάθεσή του ότι ο ως άνω παραβιασμένος μετρητής αφορά την συγκεκριμένη παροχή και τούτο διότι πρόκειται περί ενός εικονικού αριθμού επειδή από το έτος 1998 η πρώτη εναγόμενη εισήγαγε τα στοιχεία των παροχών σε on μηχανογραφημένο σύστημα με την κωδική ονομασία …. το οποίο παρουσίασε πρόβλημα συμβατότητας σε ορισμένες παροχές της ΔΕΗ και ως εκ τούτου ο αριθμός ….. είναι εικονικός ενώ ο αρ….. αληθινός, από ουδέν στοιχείο αποδεικνύεται, όπως τινά έγγραφα σχετικά με την ύπαρξη αυτού του μηχανογραφικού συστήματος και με την ύπαρξη καταχωρημένων εικονικών αριθμών άλλων παροχών οι οποίοι διαφέρουν από τους πραγματικούς.
Και πράγματι προσκομίζουν φωτογραφία του παραβιασμένου μετρητή με αρ….., ο οποίος φέρει χρονολογία το έτος 1997 καθώς και δελτίο συνδέσεως από την 9.6.1997 με τον προκάτοχο της ενάγουσας μισθωτή, ….., πλην όμως οι σφραγίδες κιβωτίου του παραβιασμένου μετρητή το έτος 1997 έφεραν αριθμό …. και οι σφραγίδες ακροδεκτών μετρητή ….. ενώ οι σφραγίδες του ίδιου μετρητή την 3.9.2014 σύμφωνα με το φύλλο ελέγχου μετρητή για ρευματοκλοπή του τεχνικού …. έφεραν αριθμούς … και ….
Με δεδομένο λοιπόν ότι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας οι καταναλωτές ναι μεν δύνανται τεχνικώς να παραβιάζουν μετρητές και σφραγίδες προκειμένου να πραγματοποιήσουν ρευματοκλοπή, πλην όμως μόνο οι εναγόμενες δύνανται να αλλάζουν τους αριθμούς αυτών σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα έγγραφα ιστορικότητας από την 15.1.1997 φέρουν ως μετρητή του καταστήματος όχι τον παραβιασμένο αλλά τον με αρ.Α…., το Δικαστήριο σχηματίζει την δικανική πεποίθηση ότι κατά το έτος 1997 η πρώτη εναγόμενη για λόγους που δεν κατέστησαν γνωστοί (αφού η δεύτερη εναγομένη δεν υφίστατο ως νομικό πρόσωπο) έθεσε σε αχρησία τον με αρ.Τ …. μετρητή και έκτοτε η με αρ….. παροχή ήταν συνδεδεμένη με τον με αρ.Α…. μετρητή.

Το γεγονός ότι η δεύτερη εναγόμενη δεν προσκάλεσε ως όφειλε στους εκάστοτε ελέγχους της την ενάγουσα καταναλώτρια σύμφωνα με την οδηγία διανομής Νο83 παρά την ενημέρωσε αφού είχε αφαιρεθεί ο με αρ.Τ….. μετρητής και είχε αντικατασταθεί από τον με αρ….., της στέρησε την δυνατότητα να φωτογραφήσει, να περισυλλέξει στοιχεία καθώς και να συντάξει δική της τεχνική έκθεση προκειμένου να ανταποδείξει επαρκώς τους αρνητικούς ισχυρισμούς της, η δε στέρηση από την δεύτερη εναγόμενη των δικαιωμάτων της καταναλώτριας ενάγουσας δεν πρέπει να οδηγήσει στην απόρριψη της αρνητικής αγωγής της, αφού εξάλλου όπως προαναφέρθηκε στην υπό στοιχείο ΙΙ μείζονα σκέψη οι εναγόμενες φέρουν το βάρος απόδειξης.

Αλλά και υποτεθείσθω ότι πράγματι η ενάγουσα δια των εκπροσώπων της προέβη σε ρευματοκλοπή, σε ουδεμία τεχνική έκθεση υπογραφόμενη από τεχνικό υπάλληλο της δεύτερης εναγομένης δεν αναφέρονται τα όσα αναφέρει ο Διευθυντής περιοχής .. της δεύτερης εναγομένης …. περί απωλεσθείσας ενέργειας 64.570 Κwh, και μάλιστα από την χρονική περίοδο από 14.5.2012 έως 3.9.2014 καθώς και τον τρόπο με το οποίο εξήχθησαν τα παρακάτω συμπεράσματα που επιβάλλουν στην ενάγουσα το ποσό των 9.560 ευρώ λόγω ρευματοκλοπής. Το μόνο που αναφέρουν οι προαναφερόμενες τεχνικές εκθέσεις πέραν της παραβίασης των σφραγίδων είναι το ποσοστό τελικού συμβατικού τεκμαρτού σφάλματος -48,196%. Εξάλλου, την επίμαχη περίοδο της φερόμενης ρευματοκλοπής ήτοι από 14.5.2012 έως 3.9.2014 η αξία κατανάλωσης του ηλεκτρικού ρεύματος της επιχείρησης της ενάγουσας με ΦΠΑ κυμαίνονταν στα ποσά των 628,66 ευρώ, 690,50 ευρώ, 644,99 ευρώ, 604,75 ευρώ, 562,1 ευρώ, 562,33 ευρώ, ενώ το μετέπειτα χρονικό διάστημα ήτοι από την 9.9.2014 σε 833,95 ευρώ, 618,91 ευρώ και 651 ευρώ, ποσά όμοια παρά τις επιβαλλόμενες αυξήσεις στην αξία του ηλεκτρικού ρεύματος με την πάροδο του χρόνου. Επί¬σης, το χρονικό διάστημα (Μάιος 2012 μέχρι και Σεπτέμβριος 2014) για το οποίο η δεύτερη των καθ`ων καταλογίζει ρευματοκλοπή είναι τόσο μεγάλο (2,5 έτη) που αν επρόκειτο για τον μετρητή που είναι συνδεδεμένος με την παροχή της ενάγουσας θα είχε γίνει κάποια στιγμή αντιληπτή εί¬τε από τους καταμετρητές που ελέγχουν ανά μήνα τις μετρήσεις, είτε και από το ίδιο το συνεργείο της δεύτερης των εναγομένων. Και ενώ είχαν έτσι τα πράγματα, η πρώτη εναγόμενη, δυνάμει της με αρ.ΔΠΩΛ ΚΠΠΗ/…2016 επιστολής υπογραφόμενη από την Τομεάρχη Κλάδου Πελοποννήσου και Ηπείρου …. ενημέρωσε την ενάγουσα ότι της καταλόγισε λόγω παράνομης παρέμβασης στον μετρητή της παροχής με ΑΠ ….. το συνολικό ποσό των 13.452,50 ευρώ. Πλην όμως, εφόσον οι εναγόμενες που είχαν το βάρος της επικλήσεως και αποδείξεως των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το προβαλλόμενο έναντι της ενάγουσας δικαίωμά τους, ήτοι της καταβολής μη καταμετρηθείσας ηλεκτρικής ενέργειας, ουδόλως απέδειξαν ότι η ενάγουσα κατανάλωσε μη αναγραφόμενη ηλεκτρική ενέργεια και μάλιστα ποσού 13.452,50 ευρώ. Συνεπώς σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην μείζονα σκέψης της παρούσας πρέπει να αναγνωριστεί ότι η ενάγουσα δεν οφείλει το ποσό των 13.452,50 ευρώ.

Με την ενέργειές τους αυτές οι δυο εναγόμενες, τόσο η πρώτη δια των υπαλλήλων της ως επιβάλλουσα το ως άνω μη οφειλόμενο ποσό στους λογαριασμούς της ενάγουσας όσο και η δεύτερη δια των υπαλλήλων της θεωρώντας ότι η ενάγουσα τέλεσε το αδίκημα της ρευματοκλοπής και γνωστοποιώντας την παραπάνω εκτίμησή της στην πρώτη εναγόμενη, προσέβαλαν την προσωπικότητα της ενάγουσας, η οποία υπέστη ηθική βλάβη και δικαιούται χρηματική ικανοποίηση για την επιμέτρηση του ύψους της οποίας θα συνεκτιμηθούν τα κάτωθι στοιχεία α) της δεσπόζουσας θέσης της δεύτερης εναγόμενης, η οποία είναι η μοναδική εταιρεία διαχειρίστρια ηλεκτρικής ενέργειας για όλες τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, β) της κοινωνικοοικονομικής και προσωπικής κατάστασης της ενάγουσας, η οποία αποτελείται από δύο ομόρρυθμα μέλη που εκμεταλλεύονται μία καφετέρια εν αντιθέσει με την οικονομική κατάσταση των εναγομένων και των στελεχών αυτής, γ)της απόδοσης στην ενάγουσα του ατιμωτικού αδικήματος της ρευματοκλοπής η οποία κλονίζει την εμπιστοσύνη των συναλλασσόμενων με αυτήν προσώπων σε συνδυασμό με τον εξαναγκασμό αυτής να καταβάλλει το μη οφειλόμενο ποσό των 13.452,50 ευρώ και δ) της στέρησης της δυνατότητας της ενάγουσας από την δεύτερη εναγόμενη περισυλλογής αποδεικτικών στοιχείων για το φερόμενο αδίκημα, όπως άλλωστε επιβάλλει η εσωτερική οδηγία διανομής Νο83 . Μετά ταύτα, το ποσό το οποίο δικαιούται η ενάγουσα ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη είναι αυτό των 700 ευρώ το οποίο κρίνεται εύλογο μετά την στάθμιση των ανωτέρω στοιχείων.

Συνεπώς, πρέπει, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω να γίνει δεκτή η αγωγή, να αναγνωρισθεί ότι η ενάγουσα δεν οφείλει στις εναγόμενες το ποσό των 13.452,50 ευρώ, που καταλογίσθηκε σε βάρος της λόγω φερόμενης παρέμβασης στον μετρητή της παροχής της, για το χρονικό διάστημα από 14.5.2012 έως 3.9.2014, όπως καταγράφηκε στην με αρ.ΔΠΩΛ ΚΠΠΗ/…216 επιστολή της πρώτης εναγομένης και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των 700 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Εξάλλου, το αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής ως προς το καταψηφιστικό της αίτημα πρέπει να απορριφθεί, καθόσον δεν συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, ούτε προκύπτει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα προκαλέσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα (άρθρα 907, 908 παρ. 1 ΚΠολΔ). Τέλος τα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των ηττηθέντων διαδίκων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓIA TOYΣ ΛOΓOYΣ AYTOYΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η ενάγουσα δεν οφείλει στις εναγόμενες το ποσό των 13.452,50 ευρώ, που καταλογίσθηκε σε βάρος της λόγω φερόμενης παρέμβαση στον μετρητή της παροχής της, για το χρονικό διάστημα από 14.5.2012 έως 3.9.2014, όπως καταγράφηκε στην με αρ.ΔΠΩΛ ΚΠΠΗ/.. επιστολή της πρώτης εναγομένης

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες να καταβάλλουν στην ενάγουσα το ποσό των επτακοσίων ευρώ (700) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγή και μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγομένων τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας τα οποία ορίζει σε τριακόσια
(300,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στη Ναύπακτο και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 2-8-2019, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μ.Δ.

66/2018 ΜΠΡ ΣΠΑΡΤΗΣ (ΑΣΦ) ( 720829)

(Α΄ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΝΟΒ 2018/1473)
Αίτηση ανώνυμης εταιρίας για προσωρινή ρύθμιση κατάστασης. Σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος. Απαγόρευση διακοπής της παροχής του ηλεκτρικού ρεύματος λόγω μη πληρωμής λογαριασμού. Κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης στην επιχείρηση της αιτούσας από τη διακοπή της παροχής του ηλεκτρικού ρεύματος. Αυθαίρετη παρέμβαση στον μετρητή ηλεκτρικής ενέργειας. Ρευματοκλοπή. Δεκτή η αίτηση. Απαγορεύεται η οποιαδήποτε ενέργεια εκ μέρους των καθ’ων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθησομένης τακτικής αγωγής. Τάσσεται προθεσμία για την άσκηση τακτικής αγωγής. Συμψηφισμός δικαστικών εξόδων.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός Αποφάσεως

66/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή Παρασκευή Μπουρέλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11.11.2016, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της αιτούσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη .. Λακωνίας και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αδαμάντιο Πάνου.

Των καθ’ ων η αίτηση: 1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Α.Ε.» (ΔΕΗ Α.Ε.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας Ανώνυμη Εταιρεία» («ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ»), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν στην παρούσα δίκη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Θεόδωρο Παπαδόγιαννη.

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 18.7.2016 αίτησή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου Ασφ. ../2016 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 23.9.2016 και μετ’ αναβολή για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με το άρθρο 1 της ΥΑ 29/2013 (ΦΕΚ Β` 832/9.4.2013) «Κώδικας Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας σε Πελάτες» ορίζεται ότι «1. Με τον παρόντα Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας σε Πελάτες (εφεξής «Κώδικας Προμήθειας») ρυθμίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις πον προμηθευτών και των πελατών τόσο κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων και της σύναψης της μεταξύ τους σύμβασης, όσο και κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων. 2. Ως πελάτης με την έννοια του παρόντος νοείται ο τελικός πελάτης, δηλαδή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια αποκλειστικά για δική του χρήση. Οι δύο όροι χρησιμοποιούνται αδιακρίτως». Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 39 §§ 4, 6 και 7 της ως άνω υπουργικής απόφασης, «4. Η προθεσμία εξόφλησης του λογαριασμού κατανάλωσης, που παρέχεται από τον προμηθευτή, άρχεται από την ημερομηνία αποστολής αυτού και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι (20) ημέρες για μικρούς πελάτες. Σε περίπτωση ταχυδρομικής αποστολής, η προθεσμία εξόφλησης άρχεται από την παράδοση του λογαριασμού στο ταχυδρομείο…. 6. Αν ο λογαριασμός κατανάλωσης δεν εξοφληθεί εντός της οριζόμενης προθεσμίας, ο προμηθευτής προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες: α. Αναγράφει το ποσό της ληξιπρόθεσμης οφειλής στον αμέσως επόμενο λογαριασμό και προσθέτει το ποσό αυτό βεβαρημένο με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας στο συνολικό οφειλόμενο ποσό του νέου λογαριασμού που ο πελάτης οφείλει να καταβάλει εντός της κανονικής προθεσμίας εξόφλησης του νέου λογαριασμού, β. Αν παρέλθει άπρακτη και η δεύτερη κατά σειρά προθεσμία εξόφλησης, ο προμηθευτής δύναται να υποβάλει στον αρμόδιο διαχειριστή εντολή απενεργοποίησης μετρητή φοοτίου λόγω ληξιπρόθεσμοί οφειλών. Η εντολή αυτή κοινοποιείται υποχρεωτικώς προς τον πελάτη, γ. Αν η ληξιπροθεσμη οφειλή δεν εξοφληθεί εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση στον πελάτη της εντολής απενεργοποίησης μετρητή φορτίου, ο προμηθευτής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση προμήθειας, υποβάλλοντας στον αρμόδιο διαχειριστή δήλωση παύσης εκπροσώπησης, ενημερώνοντας ανάλογα τον πελάτη. 7. Ο προμηθευτής δεν δύναται να υποβάλει εντολή απενεργοποίησης μετρητή φορτίου ή να καταγγείλει σύμβαση προμήθειας, με την υποβολή δήλωσης παύσης εκπροσώπησης, λόγω υπερημερίας πελάτη ως προς την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών, εάν οι εν λόγω οφειλές αμφισβητούνται από τον πελάτη, και προς τούτο έχει προσφύγει ενώπιον αρμόδιας αρχής ή δικαστηρίου και έχει λάβει προσωρινή διαταγή ή αναστολή εκτέλεσης της απενεργοποίησης του μετρητή του ή παύσης εκπροσώπησης, αντίστοιχα…». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 42 §2 4 και 4 της ίδιας ανωτέρω υπουργικής απόφασης, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 §§ 3 και 4 της ΥΑ ΑΠΕΗΛ/Γ/Φ1/οικ. 177367/10.5.2016 (ΦΕΚ 1463 Β724.5.2016), «1. Η αλλαγή προμηθευτή επιτρέπεται μετά από προηγούμενη έγγραφη καταγγελία της σύμβασης προμήθειας. Η εν λόγω καταγγελία λαμβάνει χώρα είτε από τον ίδιο τον πελάτη, είτε από το νέο προμηθευτή κατόπιν σχετικής έγγραφης εξουσιοδότησης του πελάτη. Ο πελάτης δεν δύναται να προβεί σε καταγγελία της σύμβασης για άσκηση του δικαιώματος αλλαγής προμηθευτή, εάν δεν έχει προηγουμένως εξοφλήσει ολοσχερώς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, που απορρέουν από την αρχική σύμβαση ή εάν δεν έχει πρώτα προβεί σε διακανονισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τον προμηθευτή του, στο πλαίσιο της πολιτικής διακανονισμών που αυτός εφαρμόζει, εκτός εάν εμπίπτει στην παράγραφο 5 του άρθρου 34 του παρόντος. Ο παλαιός προμηθευτής, σε περίπτωση μη τήρησης από μεριάς του πελάτη των όρων του διακανονισμού των ληξιπρόθεσμων οφειλών, διατηρεί το δικαίωμα να υποβάλει στον αντίστοιχο διαχειριστή εντολή απενεργοποίησης της παροχής, ακόμη και εάν έχει συναφθεί σύμβαση προμήθειας με νέο προμηθευτή… 4. Ο πελάτης υποχρεούται στην εξόφληση κάθε οφειλής προς τον προμηθευτή, με τον οποίο είχε ή έχει συμβατική σχέση. Ο προμηθευτής οφείλει να επιδιώξει με κάθε νόμιμο τρόπο την εξόφληση των οφειλών του πελάτη».

Ακόμη, κατά το άρθρο 682 § 1 ΚΠολΔ, τα δικαστήρια, σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, μπορούν να διατάζουν ασφαλιστικά μέτρα για την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης και να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι απαραίτητη προϋπόθεση, για να διαταχθεί οποιοδήποτε ασφαλιστικό μέτρο, είναι η συνδρομή επείγουσας περίπτωσης ή επικειμένου κινδύνου, προς αποτροπή του οποίου να κατατείνει το ζητούμενο ασφαλιστικό μέτρο, διότι η δικαστική προστασία, που παρέχεται με τη μορφή των ασφαλιστικών μέτρων, σκοπό έχει την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης, καθώς και την αποφυγή βλαβών, οι οποίες είναι ενδεχόμενο να επέλθουν, μέχρις ότου επιτευχθεί η δικαστική διάγνωση κατά τη διαγνωστική δίκη, η οποία εκκρεμεί ή πρόκειται να ανοιχθεί. Κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης, επείγουσα περίπτωση συντρέχει, όταν υπάρχει ανάγκη αμέσου ρυθμίσεως δια δικαστικής παρεμβάσεως, ως εκ της ανάγκης ταχείας απολαύσεως του ασφαλιστέου ουσιαστικού δικαιώματος εκ μέρους του δικαιούχου, έτσι ώστε να μην προξενηθεί ουσιώδης και αναπότρεπτος κίνδυνος, ο οποίος υφίσταται, όταν η εξ αυτού απειλούμενη βλάβη είναι εγγύς και επικρέμαται επί του πράγματος ή των διαδίκων. Η ύπαρξη δε ή μη επείγουσας περιπτώσεως ή επικειμένου κινδύνου, προς αποτροπή του οποίου ζητείται να διαταχθεί κάποιο ασφαλιστικό μέτρο, απόκειται σε κάθε περίπτωση στην κρίση του αρμόδιου κατά νόμον δικαστηρίου, η οποία σχηματίζεται βάσει πιθανολογήσεως (Παρμ. Τζίφρας, Ασφαλιστικά Μέτρα, σελ. 11 επ., ΑΠ 126/1973 ΝοΒ 21.889, ΑΠ 422/1970 ΝοΒ 18.1197, ΠΠΑ 7674/2008, ΜΠΑ 7946/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΜΠρΑΘ 107/2009, ΜΠρΘεσ 23900/2011, ΜΠρΘεσ 26449/2003 ΤΝΠ ΔΣΑ).

Για την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης, η οποία δεν αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο με προκαθορισμένο περιεχόμενο, αλλά το πλαίσιο για τη λήψη πρόσφορων μέτρων, με τα οποία ορισμένη κατάσταση, που έχει διαμορφωθεί ή τείνει να διαμορφωθεί στις έννομες σχέσεις των διαδίκων, αντιμετωπίζεται προσωρινά, έως ότου κριθούν οριστικά οι έννομες σχέσεις τους, ως προς τις οποίες έχει ανακύψει η έριδα, προϋπόθεση είναι να υπάρχει άμεση και πιεστική ανάγκη (επείγουσα περίπτωση) οι σχέσεις αυτές να ενεργοποιηθούν ως τότε ή ανάλογα να αδρανοποιηθούν εν όλω ή εν μέρει, για να αποφευχθεί η δημιουργία αμετάκλητων ή δυσβάστακτων συνεπειών ως προς το πιθανολογούμενο αποτέλεσμα της κύριας δίκης (βλ. Δημ. Κράνη σε Ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, άρθρο 731, αρ. 1, ΜΠρΑΘ 5491/2015, ΜΠρΑΘ 5486/2015, ΜΠρΑΘ 6926/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΜΠρΑΘ 3286/2014 ΔΕΕ 2014.586, ΜΠρΑΘ 4901/2012 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜΠρΑΘ 14443/1994 ΕΕργΔ 1995.361).
Στη βάση δηλαδή της ρυθμιστέας κατάστασης πρέπει να υπάρχει ορισμένο δικαίωμα, που προσβλήθηκε ή κινδυνεύει να προσβληθεί ή έννομη σχέση του ουσιαστικού δικαίου, γι’ αυτό και δεν αποτελούν αντικείμενο ρύθμισης απλές πραγματικές καταστάσεις. Υπό την έννοια αυτή η προσωρινή ρύθμιση κατάστασης καλύπτεται από τα άρθρα 731 και 732 ΚΠολΔ και έχει ευρύτερο περιεχόμενο από την απλή εξασφάλιση ή διατήρηση του δικαιώματος με μέτρα ρυθμιστικού χαρακτήρα, αφού μπορεί να αφορά και κάθε άλλου είδους ρύθμιση, με την οποία εξυπηρετούνται ανεπίδεκτες αναβολής έννομες σχέσεις των διαδίκων και παράλληλα εμπεδώνεται η δικαιϊκή ειρήνη. Κατά τις διατάξεις δε αυτές διατάσσεται επιτρεπτώς η προσωρινή παράλειψη νομικής πράξης, αφού δεν πρόκειται για την αντίθετη περίπτωση της προσωρινής καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως (δηλαδή σε ενέργεια νομικής πράξης, βλ. ΜΠρΑΘ 2750/2014 ΧρΙΔ 2014.200, ΜΠρΘεσ 9053/2013 Αρμ 2013.1300), η οποία δεν μπορεί να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο, διότι απαιτεί τελεσίδικη απόφαση στην κύρια διαγνωστική δίκη και οδηγεί σε πλήρη ικανοποίηση του αντιστοίχου δικαιώματος κατά παράβαση της ανωτέρω διάταξης του άρθρου 692 § 4 ΚΠολΔ (ΜΠρΑΘ 12082/2012 ΕΕργΔ 2013.498, ΜΠρΑΘ 4929/2011 ΧρΙΔ 2011.708, ΜΠρΑΘ 11071/1994 ΕΕργΔ 1994.1066, ΜΠρΘεσ 9053/2013 Αρμ 2013.1300, ΜΠρΘεσ 3840/1989 Αρμ 1990.228).
Ειδικότερα, κατά το άρθρο 692 § 4 ΚΠολΔ, τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίστανται στην ικανοποίηση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση. Με τη διάταξη αυτή, η ρύθμιση της οποίας υπαγορεύεται από τη φύση της προσωρινής δικαστικής προστασίας, τίθεται απαγορευτικός κανόνας, δεσμευτικός για το δικαστήριο, κατά τον οποίο τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίστανται σε ικανοποίηση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση, γιατί δεν είναι επιτρεπτή η με ασφαλιστικά μέτρα δημιουργία αμετάκλητων καταστάσεων στις σχέσεις των διαδίκων, έτσι που να ματαιώνεται ο τελικός σκοπός της οριστικής δικαστικής προστασίας. Ο κανόνας αυτός έχει εφαρμογή και στο ασφαλιστικό μέτρο της προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης, το οποίο δεν διαφέρει κατά τον σκοπό του από τα άλλα ασφαλιστικά μέτρα, αφού και αυτό συνδέεται τελολογικά με κάποιο δικαίωμα, που πρέπει να προστατευθεί προσωρινά, για την αποτροπή δημιουργίας, έως την περάτωση της κύριας διαγνωστικής δίκης, αμετάκλητων καταστάσεων, που θα μπορούσαν να ματαιώσουν τον πρακτικό σκοπό της δίκης αυτής (ΜΠρΑΘ 1377/2004 ΝοΒ 2005.305). Ωστόσο, επί διαρκών εννόμων σχέσεων η προσωρινή παράλειψη νομικής πράξης, που διατάσσεται με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, έτσι ώστε να τεθεί ή να διατηρηθεί προσωρινά σε λειτουργία μία διαρκής έννομη σχέση, ώσπου να εκδοθεί η τελεσίδικη ή οριστική δικαστική απόφαση στο πλαίσιο της κύριας δίκης, δεν συνιστά πλήρη ικανοποίηση του αντίστοιχου ουσιαστικού δικαιώματος, αφού έχει εξ ορισμού προσωρινή διάρκεια και κατά την έννοια αυτή υπολείπεται χρονικά της οριστικής δικαστικής προστασίας (ΑΠ 75/2014 ΧρΙΔ 2014.448). Οι προμηθευτικές συμβάσεις, στις οποίες ο προμηθευτής εκπληρώνει την υποχρέωσή του με διαδοχικές τμηματικές παροχές, εμπίπτουν στην κατηγορία των συμβάσεων με περιοδικές παροχές. Στις συμβάσεις αυτές η παροχή εκπληρώνεται με πολλές στιγμιαίες πράξεις, που παρουσιάζουν όμως μία ενότητα και συνέχεια στην εκτέλεση και τα μέρη δεν ενδιαφέρονται μόνο για το αποτέλεσμα, που θα έχει επιτευχθεί κατά τη λήξη της συμβατικής σχέσεως, αλλά και για την ομαλή εκπλήρωση κατά τις ενδιάμεσες φάσεις. Οι ανωτέρω συμβάσεις λόγω της μεγάλης ομοιότητας, που εμφανίζουν με τις διαρκείς, υπάγονται κατ’ αρχήν στην έννοια και τη ρύθμιση των τελευταίων (Μιχ. Σταθόπουλος σε Αστικό Κώδικα Απ. Γεωργιάδη – Μιχ. Σταθόπουλου, Εισαγωγικές παρατηρήσεις στα άρθρα 361-373, αρ. 21, σελ. 283) και, επομένως, μπορεί να διαταχθεί επ’ αυτών η προσωρινή απαγόρευση της διακοπής της παροχής (πχ. ηλεκτροδότησης, υδροδότησης κ.λ.π.) με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης (Δ. Κράνης σε Ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, άρθρο 732, αρ.5, σελ. 1436. ΜΠΑ 891/2013 ΝοΒ 2013.717, ΜΠΑΘ 9275/2005 ΔΕΕ 2003.170, ΜΠΘεσ 12990/2012, ΜΠΘεσ 17920/2012 ΔΣΑ, ΜΠΘεσ 7339/2010 Αρμ 2011.762).

Εξάλλου, γίνεται δεκτή απόκλιση από τον ανωτέρω δεσμευτικό κανόνα σε ακραίες περιπτώσεις, όταν η άρνηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων δημιουργεί για τον αιτούντα αφόρητες συνέπειες, που δεν επιδέχονται υποκατάστατες λύσεις και οι οποίες, συγκρινόμενες με τις συνέπειες, που προκαλούνται στον αντίδικό του από τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων, είναι αντικειμενικώς πολύ βαρύτερες ενόψει και του πιθανολογούμενου αποτελέσματος της κύριας δίκης (Δ. Κράνης σε Ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, άρθρο 692, αρ. 4, σελ. 1356, με παραπομπές στη θεωρία, ΜΠρΑΘ 13130/1997 ΕΔΠολ 1997.209). Έτσι, γίνεται δεκτό στη νομολογία ότι ο κανόνας αυτός υποχωρεί, όταν πιθανολογείται κίνδυνος σημαντικής προσβολής της αξίας του ανθρώπου, η οποία διασφαλίζεται συνταγματικά, όπως συμβαίνει, όταν απειλείται η ζωή ανθρώπου ή βλάβη της υγείας του (ΜΠρΑΘ 1273/2016, ΜΠρΑΘ 5486/ 2015, ΜΠρΑΘ 5083/2015 ΤΝΡ Νόμος, ΜΠρΑΘ 550/2012 ΝοΒ 2012.319, ΜΠρΑΘ 6822/2008 ΕΦΑΔ 2008.1049). καθώς και όταν απειλείται η επιβίωση της οικονένειάς του (βλ. ΜΠρΑΘ 10000/2015, ΜΠρΑΘ 9998/2015, ΜΠρΑΘ 3399/2015 ΤΝΠ Νόμος).

Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα εκθέτει ότι διατηρεί ξενοδοχείο στη Μονεμβασία, το οποίο δυνάμει συμβάσεως προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος ηλεκτροδοτούνταν κατά το χρονικό διάστημα από 25.1.2012 έως 5.5.2016 από την πρώτη των καθ’ ων. Ότι η τελευταία εξέδωσε επ’ ονόματί της (αιτούσας) έκτακτο λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος με ημερομηνία λήξεως την 18.7.2016, στον οποίο έχει συμπεριλάβει (πέραν του καταβληθέντος ήδη ποσού των 1.486,11 ευρώ, που αφορούσε προηγούμενο ανεξόφλητο υπόλοιπο) το ποσό των 15.384,77 ευρώ, πλέον ΦΠΑ, ποσού 1.780,10 ευρώ, στο οποίο υπολόγισε αυθαίρετα την αξία του ηλεκτρικού ρεύματος, που ισχυρίζεται αβάσιμα ότι απώλεσε λόγω ρευματοκλοπής και ότι παρά τις διαμαρτυρίες της (αιτούσας) οι καθ’ ων απειλούν να προβούν στις απαιτούμενες ενέργειες για τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στο ξενοδοχείο της η οποία θα της προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Με βάση το ιστορικό αυτό η αιτούσα, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση και επικείμενο κίνδυνο, ζητεί να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης και, συγκεκριμένα, να απαγορευθεί προσωρινά στις καθ’ ών να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια, που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο ξενοδοχείο της (αιτούσας) και να καταδικασθούν οι καθ’ ων στη δικαστική της δαπάνη. Έχοντας αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, για να συζητηθεί κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 25 § 2, 683 §§ 1 και 4 και 686 επ. ΚΠολΔ). Παρά τα όσα αντίθετα ισχυρίζεται η καθ’ ης, είναι παραδεκτή και νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες διατάξεις και, συνεπώς, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων …, μέλους του διοικητικού συμβουλίου και υπαλλήλου της αιτούσας και …, υπαλλήλου της δεύτερης των καθ’ ων (Προϊσταμένου του Πρακτορείου Μολάων), που εξετάσθηκαν νομότυπα στο ακροατήριο, από τα έγγραφα, που προσκομίζονται από τις διαδίκους και από την εν γένει διαδικασία πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Η αιτούσα διατηρεί στη …. Μονεμβασίας ένα ξενοδοχείο κλασικού τύπου, δυναμικότητας 40 κλινών, με τον διακριτικό τίτλο «…», το οποίο δυνάμει της υπ` αριθμ. … συμβάσεως προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος ηλεκτροδοτούνταν κατά το χρονικό διάστημα από 25.1.2012 έως 5.5.2016 από την πρώτη των καθ` ων. Στις 21.5.2015 μετέβη στο ανωτέρω ξενοδοχείο ο ηλεκτροτεχνίτης ….., υπάλληλος του αναδόχου υπεργολάβου, που είχε αναλάβει τις διακοπές της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας για λογαριασμό της δεύτερης των καθ’ ων και, αφού διαπληκτίσθηκε έντονα με τον νόμιμο εκπρόσωπο της απούσας .., διέκοψε την ηλεκτροδότηση του εν λόγω ξενοδοχείου λόγω ληξιπροθέσμων οφειλών. Μετά την ενέργειά του αυτή ο ανωτέρω ηλεκτροτεχνίτης εισήλθε για λίγα λεπτά στο ξενοδοχείο, όπου συνομίλησε με την υπάλληλο της απούσας .. …………. και, στη συνέχεια, επανήλθε στον προαύλιο χώρο του ξενοδοχείου, στο σημείο που βρίσκεται το κιβώτιο του μετρητή, το οποίο περιεργαζόταν, έως ότου αναγκάσθηκε να αποχωρήσει, επειδή εκδιώχθηκε από την ανωτέρω υπάλληλο της απούσας, χωρίς να της αναφέρει οτιδήποτε για τον λόγο της παρουσίας του στον ανωτέρω χώρο μετά την ολοκλήρωση της διακοπής της παροχής. Ακολούθως, ο ανωτέρω ηλεκτροτεχνίτης ανέφερε στη δεύτερη των καθ’ ων ότι, όπως διαπίστωσε κατά τη διακοπή της ηλεκτροδότησης στο ξενοδοχείο της απούσας, ήταν παραβιασμένο το κιβώτιο του μετρητή της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος από την παροχή της και είχε αψαιρεθεί από αυτόν το λαμάκι της πρώτης φάσης, προς επιβεβαίωση δε της αναφοράς του παρέδωσε στους αρμοδίους υπαλλήλους της δεύτερης των καθ’ ων επτά φωτογραφίες, που είχε τραβήξει με το κινητό του τηλέφωνο, στις οποίες απεικονίζεται πράγματι κομμένο το λαμάκι της πρώτης φάσης του μετρητή. Έτσι, στις 28.5.2015 διενεργήθηκε έλεγχος του μετρητή από τον υπάλληλο της δεύτερης των καθ’ ων …, ο οποίος διαπίστωσε ότι πράγματι «ο μετρητής (ενν. της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο ξενοδοχείο της απούσας) γράφει μέρος της κατανάλωσης, έχει παραβιαστεί το καπάκι των ακροδεκτών και έχει αφαιρεθεί το λαμάκι από την 1η (ενν. πρώτη φάση)», κατόπιν τούτου δε αντικατέστησε τον μετρητή με άλλον (τον υπ’ αριθμ. ΔΕΗ …..). Ενόψει των ανωτέρω εστάλη στην αιτούσα η υπ’ αριθμ. πρωτ. ../3.6.2015 επιστολή της δεύτερης των καθ’ ων, με την οποία της γνωστοποίησε ότι «κατά τον έλεγχο, που διενεργήθηκε από αρμόδιο συνεργείο του ΔΕΔΔΗΕ την 28.5 2015… διαπιστώθηκε αυθαίρετη παρέμβαση στον μετρητή ηλεκτρικής ενέργειας με στοιχεία Δ .. της παροχής με αριθμό …», ότι «ο μετρητής, στον οποίο διαπιστώθηκε η παρέμβαση, αφαιρέθηκε, σφραγίσθηκε σε ειδική συσκευασία και φυλάσσεται στα γραφεία της» και ότι «ο μετρητής, που αφαιρέθηκε, αντικαταστάθηκε από άλλον και η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος δεν διακόπηκε». Μετά ταύτα εστάλη στην πρώτη των καθ’ ων η υπ` αριθ. …/12.1.2016 επιστολή της δεύτερης εξ αυτών, με την οποία την καλούσε να την ενημερώσει σχετικά με την αξία της «κλαπείσας» ηλεκτρικής ενέργειας για τον λόγο ότι, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω επιστολή, διαπιστώθηκε μη τεκμηριωμένη μεταβολή στην καταναλωτική συμπεριφορά της αιτούσας λόγω ρευματοκλοπής επί του μετρητή με στοιχεία …….. και αριθμό παροχής ……, ήτοι «κομμένες σφραγίδες κιβωτίου και μετρητή και κομμένο το λαμάκι της Α` φάσης», το οποίο είχε αφαιρεθεί, η δε κλαπείσα ηλεκτρική ενέργεια, που εκτιμάται σε 112.598 kWh, αφορά τη χρονική περίοδο από πριν το 2010 έως 28.5.2015 (υπολογισμός για πέντε έτη). Η επιστολή αυτή κοινοποιήθηκε στην αιτούσα στις 19.1.2016, οπότε η τελευταία επέδωσε στις καθ’ ων στις 15.2.2016 την από 26.1.2016 εξώδικη δήλωσή της, με την οποία αρνήθηκε ότι έχει οποιαδήποτε σχέση με την επέμβαση στον μετρητή, διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός ότι ο μετρητής αφαιρέθηκε εν αγνοία της και χωρίς την παρουσία εκπροσώπου της και κάλεσε τις καθ’ ων να απέχουν από κάθε ενέργεια σε βάρος της, όπως διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος ή χρέωση του ποσού, που αντιστοιχεί στην δήθεν κλαπείσα ηλεκτρική ενέργεια, να της χορηγήσουν στοιχεία σχετικά με την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος από την επιχείρησή της κατά την τελευταία δεκαετία και να της γνωστοποιήσουν τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας του υπαλλήλου, που προέβη στη διακοπή της ηλεκτροδότησης του ξενοδοχείου της τον Μαϊο του 2015. Η δεύτερη των καθ’ ων απάντησε στην ανωτέρω εξώδικη δήλωση με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ../25.2.2016 έγγραφό της, με το οποίο γνωστοποίησε απλώς στην αιτούσα το ιστορικό των καταναλώσεων της παροχής της από το έτος 2003. Έτσι, την 1.4.2016 η αιτούσα απέστειλε στις καθ’ ων την από 26.3.2016 εξώδικη δήλωσή της, με την οποία διαμαρτυρήθηκε εκ νέου για τους υπαινιγμούς τους περί κλοπής ηλεκτρικής ενέργειας εκ μέρους της, ζήτησε για μία ακόμη φορά τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας του υπαλλήλου, που προέβη στη διακοπή της ηλεκτροδότησης του ξενοδοχείου της τον Μαϊο του 2015 και κάλεσε τις καθ’ ων να απόσχουν από κάθε ενέργεια σε βάρος της, μέχρι να διαλευκανθεί η αιτία της παραβίασης των σφραγίδων του μετρητή, ο χρόνος τέλεσής της και το υπαίτιο πρόσωπο.

Στη συνέχεια, η πρώτη των καθ’ ων, για να προβεί στη χρέωση της οφειλής στην αιτούσα, αλλά και να απαντήσει στην ως άνω εξώδικη δήλωσή της, κάλεσε τη δεύτερη των καθ’ ων να της αποστείλει άμεσα νέο έγγραφο, στο οποίο να προσδιορίζονται επακριβώς τα προς χρέωση ποσά, ήτοι να ορίζεται η ακριβής ημερομηνία έναρξης της ρευματοκλοπής και η απωλεσθείσα ενέργεια για την περίοδο, που η αιτούσα ήταν πελάτης της πρώτης των καθ’ ων, επισημαίνοντας ότι στο προηγούμενο έγγραφό της (δεύτερης των καθ’ ων) δεν προσδιοριζόταν σαφώς η χρονική περίοδος της ρευματοκλοπής, αλλά αναφερόταν γενικώς το χρονικό διάστημα πριν το έτος 2010 έως 28.5.2015 και από 26.8.2010 έως 25.1.2012 δεν υπήρχε ενεργό συμβόλαιο της αιτούσας με την πρώτη των καθ’ ων. Κατόπιν τούτου, η δεύτερη των καθ’ ων απέστειλε στην πρώτη εξ αυτών το υπ` αριθ. πρωτ. …./6.6.2016 έγγραφό της, με το οποίο την κάλεσε να την ενημερώσει σχετικά με την αξία της «κλαπείσας» ενέργειας, δεδομένου ότι, όπως αναφέρεται στο ανωτέρω έγγραφο, «διαπιστώθηκε μη τεκμηριωμένη μεταβολή στην καταναλωτική συμπεριφορά του χρήστη (ενν. της απούσας) λόγω ρευματοκλοπής επί του μετρητή με στοιχεία …. της παροχής …..», ήτοι «κομμένες σφραγίδες κιβωτίου και μετρητή και κομμένο το λαμάκι της Α` φάσης», το οποίο είχε αφαιρεθεί, ότι η κλαπείσα ηλεκτρική ενέργεια εκτιμάται σε 80.763 kWh κσι αφορά τη χρονική περίοδο από 25.1.2012 έως 28.5.2015, ότι η διαφυγούσα αξία των χρεώσεων χρήσης δικτύου της δεύτερης των καθ’ ων ανέρχεται σε 1.872,13 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. 24% και ότι η απολογιστική χρέωση για τις εργασίες της για την αντιμετώπιση της ρευματοκλοπής ανέρχεται σε 187,90 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. 23%. Έτσι, η πρώτη των καθ’ ων εξέδωσε επ’ ονόματι της αιτούσος έκτακτο λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος με ημερομηνία λήξεως την 18.7.2016, στον οποίο, πέραν του ποσού των 1.486,11 ευρώ, που αφορούσε προηγούμενο ανεξόφλητο υπόλοιπο, συμπεριέλαβε και το ποσό των 15.384,77 ευρώ (403,82 ευρώ για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης + 59,78 ευρώ για το ειδικό τέλος του ν. 2093/1992 + 1.575,20 ευρώ για τόκους υπερημερίας + 56,71 ευρώ για χαρτόσημο 3,6% + 8.131,01 ευρώ για το αντίτιμο της απωλεσθείσας ηλεκτρικής ενέργειας + 1.737,03 ευρώ για το ειδικό τέλος μείωσης εκπομπών αερίων ρύπων + 3.421.22 ευρώ για λοιπές ρυθμιζόμενες χρεώσεις), πλέον ΦΠΑ, ποσού 1.780,10 ευρώ, στο οποίο υπολόγισε την οφειλή της αιτούσας λόγω της παρέμβασης στον μετρητή για το χρονικό διάστημα από 12.6.2012 έως 5.5.2015. Επιπλέον, η πρώτη των καθ’ ων απέστειλε στην αιτούσα το υπ’ αριθμ. πρωτ. ΔΠΩΛ/ΚΠΠΗ/8331/19.7.2016 έγγραφό της, με το οποίο την ενημέρωσε ότι η χρέωση της απωλεσθείσας ενέργειας ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 15.532,96 ευρώ, πλέον τόκων 1.626,25 ευρώ, όπως αυτό αναλύεται στο ανωτέρω έγγραφο, ότι η απωλεσθείσα ενέργεια τιμολογήθηκε σύμφωνα με υπολογισμό, που της διέθεσε η αρμόδια τεχνική υπηρεσία της δεύτερης των καθ’ ων κατά τον ισχύοντα Κώδικα Προμήθειας, ότι σύμφωνα με το άρθρο 12 και τους γενικούς όρους του συμβολαίου προμήθειας (όρος 43) έχει εκδοθεί λογαριασμός ρεύματος, στον οποίο περιλαμβάνεται το ανωτέρω ποσό και ότι το ποσό αυτό έπρεπε να εξοφληθεί έγκαιρα, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα ασκούσε η πρώτη των καθ’ ων όλα τα νόμιμα δικαιώματά της για την διεκδίκηση της απαίτησής της.

Η αιτούσα εξόφλησε εμπροθέσμους (στις 13.7.2016) το ανωτέρω ποσό των 1.486,11 ευρώ, που αφορούσε προηγούμενο ανεξόφλητο υπόλοιπο, πλην όμως δεν κατέβαλε το (υπόλοιπο) ποσό, που της καταλόγισε η πρώτη των καθ’ ων λόγω της επικαλούμενης εκ μέρους της ρευματοκλοπής, διότι εξαιτίας της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και της επί σειρά ετών μείωσης του κύκλου εργασιών της, ο οποίος μόλις το έτος 2015 άρχισε να ανακάμπτει, η αιτούσα βρίσκεται σε δυσμενή οικονομική κατάσταση, με αποτέλεσμα το σύνολο των εσόδων της να διατίθεται στις λειτουργικές δαπάνες του ξενοδοχείου της, τις αμοιβές του προσωπικού της και την εξυπηρέτηση των δανειακών και άλλων υποχρεώσεών της, στις οποίες δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί, αν κατέβαλλε το εν λόγω ποσό.
Έτσι, ελλοχεύει ο άμεσος κίνδυνος να προβεί η πρώτη των καθ’ ων σε εντολή απενεργοποίησης της παροχής της αιτούσας, έτσι ώστε να διακοπεί η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στο ξενοδοχείο της από τη δεύτερη εξ αυτών, παρότι δυνάμει της από 4.3.2016 συμβάσεως προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας η αιτούσα προμηθεύεται πλέον ηλεκτρικό ρεύμα από άλλο προμηθευτή (την εταιρεία “…”), καθώς σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 42 § 1 της ΥΑ 29/2013 (ΦΕΚ Β` 832/9.4.2013) «Κώδικας Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας σε Πελάτες», όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 §§ 3 και 4 της ΥΑ ΑΠΕΗΛ/Γ7ΦΙ/οικ. 177367/10.5 2016 (ΦΕΚ 1463 Β/24.5.2016), ο (παλαιός) προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας, σε περίπτωση μη τήρησης των όρων του διακανονισμού των ληξιπροθέσμων οφειλών εκ μέρους του πελάτη ή (κατά μείζονα λόγο) σε περίπτωση άρνησής του να προβεί στη ρύθμιση και την πληρωμή τους (εφάπαξ ή σε δόσεις), διατηρεί το δικαίωμα να υποβάλει εντολή απενεργοποίησης της παροχής στον διαχειριστή, ακόμη και εάν έχει συναφθεί σύμβαση προμήθειας με νέο προμηθευτή.

Η κατά τα ανωτέρω επαπειλούμενη διακοπή της ηλεκτροδότησης του ξενοδοχείου της απούσας θα έχει δυσβάστακτες συνέπειες γι’ αυτήν, αφού θα καταστήσει αδύνατη τη λειτουργία της ως άνω επιχείρησής της, η οποία αποτελεί τη μοναδική της δραστηριότητα, προκαλώντας της ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη και προσβολή της φήμης και της αξιοπιστίας της, που αποτελεί παράγοντα καθοριστικό για τη συνεργασία της με τα τουριστικά γραφεία και κατ’ επέκταση για τον κύκλο εργασιών της κατά τα επόμενα έτη, ενώ η ένδικη οφειλή της δεν έχει βεβαιωθεί δικαστικώς και αμφισβητείται έντονα εκ μέρους της με την προβολή πειστικών επιχειρημάτων ως προς τον χρόνο της παράνομης επέμβασης στον μετρητή και, συνακόλουθα, ως προς το ύψος της οφειλής της για την απωλεσθείσα ηλεκτρική ενέργεια.

Ειδικότερα, από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά μέσα δεν πιθανολογείται μεν ότι η αυθαίρετη επέμβαση έγινε από τον ανωτέρω ηλεκτροτεχνίτη .., που προέβη στη διακοπή της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στο ξενοδοχείο της απούσας στις 21.5.2015 (για λόγους εκδίκησης μετά τον διαπληκτισμό του με τον νόμιμο εκπρόσωπο της απούσας), όπως υπονοεί η ίδια, πλην όμως δεν πιθανολογείται ούτε ότι η επέμβαση αυτή έγινε προ δεκαετίας τουλάχιστον (έστω κι αν καταλογίσθηκε μόνο η απωλεσθείσα ηλεκτρική ενέργεια της τελευταίας τριετίας, επειδή η εκτίμηση της μη καταγραφείσας ηλεκτρικής ενέργειας περιορίζεται πάντα στην τελευταία πενταετία, κατά τη διάρκεια της οποίας η αιτούσα ήταν συμβεβλημένη επί δύο έτη με άλλο προμηθευτή), όπως κατέθεσε ο υπάλληλος της δεύτερης των καθ’ ων …, που εξετάσθηκε ως μάρτυρας στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου μετά από πρόταση των καθ’ ων, αφού: α) κατά τη διάρκεια των ετών αυτών είχαν γίνει εκατοντάδες καταμετρήσεις της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος από την παροχή της αιτούσας και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και τη λογική δεν δικαιολογείται οι αρμόδιοι υπάλληλοι των καθ’ ων ή των αναδοχών υπερνολάβων, οι οποίοι κατέγραφαν τις ενδείξεις του μετρητή κάθε μήνα, να μην έχουν αντιληφθεί την παραβίαση των εξωτερικών σφραγίδων του μετρητή, οι οποίες είναι ευδιάκριτες και εμφανείς ακόμη και για μη ειδικούς, β) Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών έγινε τουλάχιστον μία φορά (στα μέσα του έτους 2014) διακοπή και επανασύνδεση της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο ξενοδοχείο της απούσας (λόγω ληξιπρόθεσμης οφειλής της), οπότε με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και τη λογική οι ηλεκτροτεχνίτες, που προέβησαν στις σχετικές εργασίες, θα διαπίστωναν οπωσδήποτε τόσο την παραβίαση των εξωτερικών και εσωτερικών σφραγίδων του μετρητή, όσο και την αφαίρεση του εξαρτήματος από την πρώτη φάση της παροχής, που απέκλειε την καταγραφή ενός μέρους της κατανάλωσης της ηλεκτρικής ενέργειας, που παρεχόταν στο ξενοδοχείο της απούσας, δεδομένου ότι ακόμη και ο μάρτυρας των καθ’ ων δεν ήταν σε θέση να βεβαιώσει ότι οι εργασίες αυτές (διακοπή και επανασύνδεση) έγιναν από την κολώνα (και όχι από τον μετρητή, όπως έγινε στις 28.5.2015 και ήταν το σύνηθες στα μέσα του έτους 2014). γ) Με βάση τους ισχυρισμούς των καθ` ων περί ρευματοκλοπής λόγω της παραβίασης του μετρητή, που απέκλειε την καταγραφή του ενός τρίτου της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος από την ένδικη παροχή, η κατανάλωση αυτή θα έπρεπε να εμφανίζεται αυξημένη κατά το ένα τρίτο μετά την αντικατάσταση του παραβιασμένου μετρητή στις 28.5.2015, ενώ από το προσκομιζόμενο αντίγραφο του ιστορικού των καταναλώσεων ηλεκτρικής ενέργειας από την ένδικη παροχή της απούσας από τον Σεπτέμβριο του έτους 2003 έως και τον Ιανουάριο του 2016, το οποίο (αντίγραφο του ιστορικού) παραδόθηκε στην απούσα από τη δεύτερη των καθ’ ων, καθώς και από τους λογαριασμούς κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, που εκδόθηκαν επ’ ονόματι της απούσας από τον νέο προμηθευτή της για το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 2016 έως την συζήτηση της κρινομένης απήσεως, προκύπτει ότι μετά την αντικατάσταση του παραβιασμένου μετρητή εμφανίζεται πολλές φορές μειωμένη η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος από την ένδικη παροχή της σε σχέση με αντίστοιχους μήνες παλαιότερων ετών, όπως: ί) τον Αύγουστο του έτους 2015, που καταγράφηκε κατανάλωση 9.220 kWh, ενώ τον ίδιο μήνα των ετών 2013, 2012, 2010, 2008 και 2006 είχε καταγραφεί κατανάλωση 9.454, 9.916, 10.946, 9 844 και 10.293 kWh αντίστοιχα, ϋ) τον Νοέμβριο του έτους 2015, που καταγράφηκε κατανάλωση 3.971 kWh, ενώ τον ίδιο μήνα των ετών 2008, 2007, 2006, 2005, 2004 και 2003 είχε καταγραφεί κατανάλωση 4.079, 5.161, 5.760, 5.599, 4.543 και 4.891 kWh αντίστοιχα, ίϋ) τον Ιανουάριο του έτους 2016, που καταγράφηκε κατανάλωση 4.559 kWh, ενώ τον ίδιο μήνα των ετών 2015, 2011, 2009, 2008, 2007, 2006, 2005 και 2004 είχε καταγραφεί κατανάλωση 4.863, 4.732, 4.671, 5.985, 6.661, 7.650, 5.196 και 6.906 kWh αντίστοιχα κ.λ.π. δ) Κατά τους δέκα πρώτους μήνες του έτους 2016, που η καταναλωθείσα ηλεκτρική ενέργεια καταμετρήθηκε με τον νέο μετρητή, καταγράφηκε κατανάλωση μικρότερη ή ελαφρώς αυξημένη σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα των ετών 2004 έως και 2009 (57.255 kWh η κατανάλωση, που καταγράφηκε κατά τους δέκα πρώτους μήνες του έτους 2016, έναντι 57.734, 68.570, 61.947, 63.169, 55.624 και 53.586 kWh, που καταγράφηκαν κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα των ετών 2009, 2008, 2007, 2006, 2005 και 2004 αντίστοιχα), ε) Και ναι μεν η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας κατά τους δέκα πρώτους μήνες του έτους 2016 εμφανίζεται σημαντικά μειωμένη σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα των ετών 2010 έως και 2014, πλην όμως η μείωση αυτή (με εξαίρεση τα έτη 2013 και 2014) δεν είναι της τάξεως του 33,33%, όπως θα έπρεπε να συμβαίνει υπό την εκδοχή των καθ’ ων, είναι δε δικαιολογημένη, εάν ληφθεί υπόψη ότι: ί) τον Απρίλιο του 2015 η αιτούσα αντικατέστησε το σύστημα θέρμανσης του νερού χρήσης, που λειτουργούσε με πετρέλαιο, με δύο δεξαμενές – καυστήρες (boiler), χωρητικότητας 500 λίτρων έκαστη, οι οποίες θερμαίνουν το νερό χρήσης του ξενοδοχείου με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και τον Ιούλιο του ίδιου έτους προμηθεύθηκε επαγγελματικό σιδερωτήριο και πλυντήριο ρούχων, έτσι ώστε να καθαρίζεται ο ιματισμός εντός του ξενοδοχείου, με αποτέλεσμα να αυξηθεί έκτοτε η καταναλισκόμενη ηλεκτρική ενέργεια και ϊϊ) ο κύκλος εργασιών της απούσας σημείωσε σημαντική μείωση κατά τα έτη 2010 έως και 2014 και άρχισε να ανακάμπτει από το έτος 2015 και εφεξής, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τις προσκομιζόμενες φορολογικές δηλώσεις της (αιτούσας σύμφωνα με τις οποίες τα έσοδά της κατά τα έτη 2013, 2014 και 2015 ανέρχονταν σε 80.015,61, 91.194,21 και 140.008,72 ευρώ αντίστοιχα, αλλά και από το προσκομιζόμενο ισοζύγιο γενικού – αναλυτικών καθολικών για το χρονικό διάστημα από 1.1.2016 έως 30.9.2016, σύμφωνα με το οποίο τα έσοδά της κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2016 ανέρχονταν σε 156.200,95 ευρώ, στ) Κατά τη θερινή περίοδο (δηλαδή τους μήνες Ιούνιο έως και Σεπτέμβριο) των τελευταίων πέντε ετών (2012 έως και 2016) καταγράφηκε κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος 26.782, 23.455, 18.907, 29706 και 30.100 kWh αντίστοιχα, που είναι ανάλογη του κύκλου εργασιών της αιτούσας, όπως αυτή προκύπτει από τις καθαρές εισπράξεις της, οι οποίες κατά τα αντίστοιχα τετράμηνα ανέρχονταν σε 65.232,13, 52.464,25, 48.880,81, 84.087,07 και 119.290,40 ευρώ αντίστοιχα και ζ) από μόνο το γεγονος ότι είχε οξειδωθεί στο σημείο αποκοπής του το χάλκινο λαμάκι της πρώτης φάσης της παροχής της αιτούσας, που εμπόδιζε την καταγραφή ενός μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας, που κατανάλωνε, δεν αρκεί, για να πιθανολογηθεί ότι η εν λόγω παρέμβαση έγινε πριν από δέκα χρόνια, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας των καθ’ ων ή έστω πριν από το έτος 2010, όπως αναφέρεται στα έγγραφα των καθ’ ων, αφού προς τούτο αρκεί χρονικό διάστημα δύο ή τριών μηνών, εάν ληφθεί υπόψη το υλικό, από το οποίο ήταν κατασκευασμένο το ανωτέρω λαμάκι και η υγρασία, στην οποία ήταν εκτεθειμένο λόγω της γειτνίασης του ξενοδοχείου με τη θάλασσα.

Με βάση τα προαναφερόμενα πιθανολογείται μεν ότι έγινε αυθαίρετη παρέμβαση στον μετρητή της ηλεκτρικής ενέργειας, που κατανάλωνε η αιτούσα για τη λειτουργία του ξενοδοχείου της, με αποτέλεσμα να βαρύνεται η ίδια με το αντίτιμο της μη καταγραφείσας ηλεκτρικής ενέργειας, ακόμη κι αν η παραβίαση έγινε εν αγνοία της. Ωστόσο, δεν πιθανολογείται ότι η ανωτέρω παρέμβαση πραγματοποιήθηκε κατά τον αναφερόμενο από τις καθ’ ων χρόνο (πριν από το έτος 2010) ή έστω τον Ιούνιο του έτους 2012, με βάση τον οποίο υπολογίσθηκε η αξία της απωλεσθείσας ηλεκτρικής ενέργειας (για το χρονικό διάστημα έως 5.5.2015), αλλά σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο, ο οποίος δεν μπορεί να προσδιορισθεί, πλην όμως σε καμία περίπτωση δεν απείχε περισσότερο από δύο ή τρεις μήνες από την καταγραφή της παρέμβασης (στις 28.5.2015), πέραν των οποίων δεν δικαιολογείται με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και τη λογική να μην γίνει αντιληπτή η παραβίαση του μετρητή από τους υπαλλήλους του αναδόχου υπεργολάβου, που καταμετρούσαν κάθε μήνα την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από την παροχή της αιτούσας. Επομένως, αυτή δεν οφείλει το ποσό των 15.384,77 ευρώ, πλέον ΦΠΑ εκ 1.780,10 ευρώ, για το οποίο εκδόθηκε επ’ ονόματί της ο έκτακτος λογαριασμός κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος με ημερομηνία λήξεως την 18.7.2016, διότι το ποσό αυτό υπολογίσθηκε για την ηλεκτρική ενέργεια, που εκτιμήθηκε ότι δεν καταγράφηκε κατά το χρονικό διάστημα από 12.6.2012 έως 5.5.2015, ενώ το χρονικό σημείο της επέμβασης στον μετρητή δεν είναι εμφανές, οπότε τεκμαίρεται ότι η μη καταγραφή ξεκίνησε μετά την ημερομηνία της πλέον πρόσφατης προς τη διαπίστωση αυτής (επέμβασης) καταμέτρηση (βλ. το υπ’ αριθμ. ΓρΔ/4656/12.5.2016 έγγραφο της δεύτερης των καθ’ ων προς τον πρόεδρο της ΡΑΕ). Συντρέχει δε επείγουσα περίπτωση και επικείμενος κίνδυνος, που επιβάλλουν τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, έτσι ώστε να συνεχισθεί η ηλεκτροδότηση του ξενοδοχείου της αιτούσας και να αποφευχθεί η άλλως επαπειλούμενη παύση της λειτουργίας της, που σημαίνει τη δημιουργία αμετάκλητων συνεπειών καθοριστικών για τη βιωσιμότητά της προσωρινά, μέχρις ότου επιτευχθεί η δικαστική διάγνωση κατά την κύρια διαγνωστική δίκη. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινομένη αίτηση ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν, να απαγορευθεί στις καθ’ ων προσωρινά, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθησομένης τακτικής αγωγής, να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια, που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο ξενοδοχείο της αιτούσας λόγω μη πληρωμής του ποσού, που καταλογίσθηκε σε βάρος της με τον ανωτέρω έκτακτο λογαριασμό, να ταχθεί κατ’ άρθρον 693 § 1 ΚΠολΔ προθεσμία τριάντα ημερών σπό τη δημοσίευση της παρούσας για την άσκηση της τακτικής αγωγής και να συμψηφισθούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, διότι κατά την κρίση του Δικαστηρίου οι κανόνες δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερείς (άρθρο 179 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

•ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

• ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

• ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στις καθ’ ών προσωρινά, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθησομένης τακτικής αγωγής, να προβούν οε οποιαδήποτε ενέργεια, που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στο αναφερόμενο στο σκεπτικό ξενοδοχείο της απούσας, λόγω μη πληρωμής του ποσού των 15.384,77 ευρώ, πλέον ΦΠΑ εκ 1.780,10 ευρώ, που καταλογίσθηκε σε βάρος της μετά τη διαπιστωθείσα παρέμβαση στον μετρητή της παροχής της, για το οποίο εκδόθηκε επ’ ονόματί της ο έκτακτος λογαριασμός με ημερομηνία λήξεως την 18.7.2016.

• ΤΑΣΣΕΙ προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας για την άσκηση της τακτικής αγωγής.

Και

• ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στη Σπάρτη στις 23.3.2018, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

277/2018 ΕΙΡ ΠΑΤΡ ( 804250)

(Α΄ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Αναγνώριση ακυρότητας λογαριασμού χρέωσης απωλεσθείσας ηλεκτρικής ενέργειας. Επέμβαση στο μετρητή. Δυνατότητα παραποίησης ή παρεμπόδισης καταγραφής πραγματικά καταναλωθείσας ηλεκτρικής ενέργειας. Διαπίστωση ρευματοκλοπής και καθορισμός πραγματικά καταναλωθείσας ηλεκτρικής ενέργειας βάσει ιστορικότητας καταναλώσεων. «Πιθανολογούμενη» και «διαπιστωμένη» ρευματοκλοπή.

Αριθμός Απόφασης

277/2018

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
(Τακτική Διαδικασία)
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Κυριακή Κλειδή και τη Γραμματέα Στεφανία Ταμπάκη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 7η Φεβρουαρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: ………… του ……….., κατοίκου Πατρών (οδός …………), η οποία, χωρίς να παρασταθεί στο ακροατήριο, έλαβε μέρος κανονικά στη δίκη με τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κατάθεση έγγραφων προτάσεων, κατ’ άρθ. 237 παρ. 1 εδ α` του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από τη διάταξη του άρθ. 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του ν. 4335/2015), από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Χριστίνα Κατσιμπέρη (Α.Μ./Δ.Σ. Πατρών 1087, κάτοικο Πατρών).

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία “Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Α.Ε.”, που εδρεύει στην Αθήνα (Χαλκοκονδύλη, αριθμός 30), και εκπροσωπείται νόμιμα με ΑΦΜ ……………. και 2) Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία “Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.”, που εδρεύει στην Αθήνα (Περραιβού αρ. 20 & Καλλιρόης αρ. 6) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …………., οι οποίες, χωρίς να παρασταθούν στο ακροατήριο, έλαβαν μέρος κανονικά στη δίκη με τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κατάθεση εγγράφων προτάσεων, κατ` αρθ. 237 παρ. 1 εδ. α` του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από τη διάταξη του αρ. 1, άρθρο δεύτερο παρ. 2 του ν. 4335/2015), από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ανδρέα Παπαδόπουλο (Α.Μ./Δ.Σ. Πατρών 853, κάτοικο Πατρών).
Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 12/9/2017 αγωγή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……/12-9-2017, προσδιορίστηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής με την …../18-01-
2018 πράξη της Προϊσταμένης Ειρηνοδίκη του Ειρηνοδικείου Πατρών και γράφηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση συζητήθηκε στο ακροατήριο, μετά την εκφώνησή της απο το πινάκιο, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγορων τους, όπως αναφέρεται στα πρακτικά.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

I. Από τη διάταξη του άρθ. 70 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι όποιος έχει έννομο συμφέρον να αναγνωριστεί η ύπαρξη ή η ανυπαρξία κάποιας εννόμου σχέσεως μπορεί να εγείρει σχετική αγωγή, προκύπτει ότι με την αναγνωριστική αγωγή ζητείται η διαπίστωση είτε της υπάρξεως κάποιας έννομης σχεσεως (θετική αναγνωριστική αγωγή) είτε της ανυπαρξίας τέτοιας σχέσεως (αρνητική αναγνωριστική αγωγή) που τελεί σε αβεβαιότητα. Κατά συνέπεια, αντικείμενο της αναγνωριστικής αγωγής είναι μονον κάποια έννομη σχέση (ΑΠ 1402/1994, ΕλλΔ/νη 38, 864, ΕφΑθ 5799/1996, ΝοΒ 45, 998, ΕφΠειρ 1197/1996, ΕλλΔ/νη 39, 170, ΕφΑθ 601/1995, ΕλλΔ/νη 38, 864, ΕφΠατρ 190/1994, ΑχαΝομ 11, 201, ΕφΠατρ 32/1994, ΑχαΝομ 11, 181). Ως έννομη σχέση νοείται η βιοτική σχέση προσώπου προς πρόσωπο ή προσώπου προς πράγμα η οποία ρυθμίζεται από το εξ αντικειμένου δίκαιο (ΑΠ 1402/1994, ΕλλΔ/νη 38, 864, ΑΠ 127/1990, Δ 23, 127, ΑΠ 603/1985, Δ 18, 198 ΕφΑθ 5799/1996, ΝοΒ 45,998, ΕφΑθ 10592/1995, Αρμ 50, 1498, ΕφΘεσ 478/1994, ΑρχΝ 47, 270, Μητσόπουλου, Η αναγνωριστική αγωγή, παρ. 7, σελ. 124, Μπαλή ΓενΑρχ σελ. 73, Μπέη, ΠολΔ άρθρο 70, ΙΙΙ, 3, σελ. 382, Κεραμέα, Αστικό Δικονομικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος (1986), αριθ. 59, 133). Στην έννοια της έννομης σχέσεως, ως αντικειμένου της αναγνωριστικής αγωγής, υπάγονται κάθε είδους δικαιώματα, όπως ενοχικά, κληρονομικά, εμπράγματα, οικογενειακά, όπως επίσης και το γενικό δικαίωμα επί της προσωπικότητος καθώς και οι ειδικές εκδηλώσεις τούτου, όπως το δικαίωμα επί του ονόματος ή επί των προϊόντων της διανοίας. Αντικείμενο της αναγνωριστικής αγωγής μπορεί να είναι είτε η έννομη σχέση στο σύνολό της είτε οι ειδικότερες σχέσεις που πηγάζουν από αυτή. Πάντως, το δικονομικό μας δίκαιο δεν παρέχει τη δυνατότητα να ασκηθεί αναγνωριστική αγωγή στην περίπτωση που υπάρχει αμφισβήτηση για την ύπαρξη ή ανυπαρξία αυτοτελών πραγματικών περιστατικών έστω κι αν τα περιστατικά αυτά αποτελούν προϋπόθεση για την εφαρμογή κανόνων δικαίου (ΕφΑθ 13299/1987, ΕλλΔ/νη 31, 567, ΕφΑθ 9285/1983, ΕΕΝ 1984/139). Το έννομο συμφέρον μπορεί να είναι υλικό ή ηθικό και εξαρτάται από τις εκάστοτε περιστάσεις. Αφετηρία του, όταν η αβεβαιότητα δεν προκύπτει από τα πράγματα, είναι η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο της επίδικης έννομης σχέσεως, από την οποία πρέπει να απειλείται βλάβη, για την αποτροπή της οποίας η επιδιωκόμενη απόφαση πρέπει να αποτελεί το πρόσφορο μέσο (ΑΠ 1402/1994, ΕλλΔ/νη 38, 864, ΕφΠατρ 190/1994, ΑχαΝομ 11, 201). Για την ύπαρξη δηλαδή του εννόμου συμφέροντος, απαιτείται όπως, επιτυγχανομένης της αναγνωρίσεως της έννομης σχέσεως, ο ενάγων δικαιούται να επιτύχει την κατάσταση που αρμόζει στο δικαίωμα, έστω και αν πρόκειται περί βιοτικής σχέσεως στη βάση της οποίας, με τη συνδρομή και άλλων όρων, ιδρύεται ιδιωτικό δικαίωμα (ΕφΠατρ 32/1994, ΑχαΝομ 11, 181). Έννομο συμφέρον για άσκηση αναγνωριστικής αγωγής έχει όχι μόνον ο δικαιούχος της προς αναγνώριση έννομης σχέσεως, αλλά και τρίτος μη δικαιούχος, εφόσον από τη μεταξύ των άλλων σχέση, επηρεάζεται η δική του νομική, έναντι της έννομης σχέσεως, θέση (ΕφΑθ 601/1995, ΕλλΔ/νη 38, 864). Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή η αβεβαιότητα ως προς την επίδικη έννομη σχέση πρέπει να υπάρχει κατά τη συζήτηση κατά την οποία εκδίδεται η απόφαση και στην αγωγή πρέπει απαραιτήτως να αναφέρονται περιστατικά που να στηρίζουν το έννομο συμφέρον του ενάγοντος. Γι’ αυτό και δεν δίδεται αναγνωριστική αγωγή όταν πρόκειται για μέλλουσα έννομη σχέση, δηλαδή για έννομη συνέπεια που δεν έχει ακόμη γεννηθεί (ΕφΚρ 385/1994, Δ 27, 893).

Όπως σε κάθε μορφή έννομης προστασίας, έτσι και εδώ μόνο το πόρισμα του νομικού συλλογισμού που καταλήγει στη διάγνωση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, μπορεί να αποτελέσει αυτοτελές αντικείμενο δικαιοδοτικής κρίσεως. Αντίθετα, οι προτάσεις που οδηγούν στην εξαγωγή του πορίσματος, είτε η μείζων (έννοια του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου) είτε η ελάσσων (διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών) δεν συνιστούν μόνες τους παραδεκτό αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής. Τα δικαστήρια ούτε γνωμοδοτούν πάνω σε αφηρημένα νομικά ζητήματα ούτε επιτελούν έργα πραγματογνώμονα. Αποστολή τους είναι η επίλυση διαφορών με την απαγγελία των εννόμων συνεπειών. Εκπλήρωση της αποστολής τους αυτής στο χώρο της αναγνωριστικής αγωγής επιβάλλει ενασχόληση με έννομες σχέσεις ολοκληρωμένες και αναγνώριση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που σε τελευταία ανάλυση αποτελούν το αντικείμενο της αναγνωριστικής αγωγής, όχι όμως και απλών στοιχείων που οδηγούν στη θεμελίωσή τους Έτσι, η αναγνωριστική αγωγή δεν μπορεί να έχει ως αντικείμενο απλά πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν συνιστούν προϋποθέσεις γέννησης μιας έννομης σχέσης, αλλά μόνα τους δεν συνιστούν έννομη σχέση. Και αν ακόμη αυτά έχουν νομική σημασία για τις έννομες σχέσεις των προσώπων, δεν χωρεί αναγνωριστική αγωγή (ΕφΑθ 5799/1996, ΝοΒ 45, 998, ΕφΘεσ 478/1994, ΑρχΝ 47, 270). Δεν δίνεται αναγνωριστική αγωγή για την αναγνώριση νομικής καταστάσεως και ιδίως για τη λύση κάποιου αμφισβητούμενου νομικού ζητήματος όταν υποβάλλεται απλώς αίτημα να αποφανθεί το Δικαστήριο για την ορθή έννοια του νόμου, χωρίς σύνδεσμο με κάποια συγκεκριμένη πραγματική κατάσταση, από την οποία ιδρύθηκε κάποια έννομη σχέση, η οποία ρυθμίζεται από το νόμο δεδομένου ότι τα δικαστήρια ιδρύθηκαν και λειτουργούν για την παροχή έννομης προστασίας και όχι για τη γνωμοδότηση πάνω σε θεωρητικά ή άλλα ζητήματα (ΕφΘεσ 478/1994 ΑρχΝ 47, 270). Κατ’ εξαίρεση, η αναγνωριστική αγωγή μπορεί να αφορά και στη δικαστική αναγνώριση απλού πραγματικού γεγονότος ή νομικού ζητήματος όταν τούτο συνδέεται προς συγκεκριμένη έννομη σχέση και προβάλλεται σε συνδυασμό με αυτή και δεν είναι απαραίτητο να υφίσταται αποκλειστικά μεταξύ ενάγοντος και εναγομένου η αποτελούσα το αντικείμενο της αγωγής αυτής έννομη σχέση, αφού είναι δυνατό να ασκηθεί αναγνωριστική αγωγή κατά τρίτου ή υπό τρίτου αρκεί ο τρίτος να προβάλει την ύπαρξη ή την ανυπαρξία δικαιώματος και υπάρχει έννομο συμφέρον να αναγνωρισθεί δικαστικά η ύπαρξη δικαιώματος (ΕφΠειρ 905/1995, ΕλλΔ/νη 36, 1575).

Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθ. 70 ΚΠολΔ, όποιος έχει έννομο συμφέρον να αναγνωριστεί η ύπαρξη ή ανυπαρξία κάποιας εννόμου σχέσεως, ήτοι κάθε βιοτικής σχέσεως προσώπου προς άλλο πρόσωπο ή προσώπου προς αγαθό, που ρυθμίζεται από την έννομη τάξη (ΑΠ 127/1990, ΔΕΝ 47.277, ΑΠ 603/1985, Δ18.198, ΑΠ 1160/1985, ΝοΒ 34.1051), μπορεί να εγείρει σχετική αρνητική αναγνωριστική αγωγή. Η αρνητική αυτή αγωγή, η οποία είναι η αντίστροφη όψη της θετικής αναγνωριστικής αγωγής, υπό την έννοια ότι έχουν αντιστραφεί οι ζέσεις του ενάγοντα και του εναγομένου (ΕΑ 2393/1988, ΝοΒ 36.758, ΕΑ 9407/1987, ΕλλΔ/νη 31.557), ασκείται από το διάδικο εκείνο, ο οποίος θα νομιμοποιείτο παθητικώς αν είχε ασκηθεί κατ αυτού θετική αναγνωριστική αγωγή, ενώπιον του Δικαστηρίου της γενικής δωσιδικίας του εναγομένου, (Βαθρακοκοίλης ΕρμΚΠολΔ στο άρθρο 70 αριθμ. 70 72, Μπέης Δ 1.213).

Για το ορισμένο της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής πρέπει να αντιτάσσεται από τον ενάγοντα γενική άρνηση του προβαλλομένου από τον εναγόμενο δικαιώματος και να εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά τα θεμελιωτικά της υπάρξεως γι’ αυτόν εννόμου συμφέροντος 324/1974, ΝοΒ 22.1293, ΑΠ 583/1971, ΝοΒ 20.39), δηλαδή προσποριζομένης σ’ αυτόν ωφέλειας ή αποτρεπομένης βλάβης του, που επέρχεται με τη δικαστική βεβαίωση της ανυπαρξίας αμφισβητουμένης εννόμου σχέσεως (ΕΑ 2393/1988 ΝοΒ 36.758).

Τέλος, στην αρνητική αναγνωριστική αγωγή ο εναγόμενος φέρει το βάρος αποδείξεως των πραγματικών περιστατικών, που θεμελιώνουν το αμφισβητούμενο δικαίωμά του (ΑΠ 174/1983, ΕλλΔ/νη 24.646, ΑΠ 1805/1981, ΝοΒ 30.1074), αφού, όπως προαναφέρθηκε, ο ενάγων, προς θεμελίωση αυτής, αρκεί να αντιτάξει κατά του προβαλλομένου δικαιώματος του εναγομένου γενική άρνηση, χωρίς να υποχρεούται σε απόδειξη της αναλήθειας των θεμελιωτικών αυτού πραγματικών περιστατικών. Επίσης, ο ενάγων πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει ια θεμελιωτικά του εννόμου συμφέροντος προς άσκηση της αγωγής περιστατικά, καθώς και εκείνα τα οποία αποτελούν καταλυτικές ή διακωλυτικές ενστάσεις κατά του αξιουμένου από τον εναγόμενο δικαιώματος, ήτοι τα κρίσιμα εκείνα πραγματικά περιστατικά, ένεκα των οποίων έχει αποσβεσθεί το από τον εναγόμενο προβαλλόμενο δικαίωμα ή απαγορεύεται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η άσκησή του (ΑΠ 121/1993, ΕλλΔ/νη 36.1134, ΕΑ 3798/1979, ΝοΒ 28.294, ΕΘ 1418/1979, Αρμ. 34.292.)

II. Η υλική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου τόσο στη θετική αναγνωριστική αγωγή όσο και στην αρνητική αναγνωριστική αγωγή θεμελιώνεται ανάλογα με την αξία του αντικειμένου της διαφοράς (ΠΠρΡόδου 9/2009, ΠΠρΘεσ 598/1986, ΤΝΠ Νόμος). Όταν η διαφορά είναι χρηματικώς αποτιμητή και δεν υπάγεται στην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου ή του Μονομελούς Πρωτοδικείου ή όταν δεν είναι αποτιμητή σε χρήμα, τότε υπάγεται στην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου κατ’ άρθ. 18 ΚΠολΔ.

III. Με τον Κώδικα Διαχείρισης του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (εφεξής «Κώδικας ΕΔΔΗΕ» ή «Κώδικας Δικτύου») ρυθμίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, των Χρηστών του Δικτύου και των Προμηθευτών, και θέματα που αφορούν στην ανάπτυξη, στη λειτουργία, στην πρόσβαση στο Δίκτυο, στις παρεχόμενες από τον Διαχειριστή του Δικτύου υπηρεσίες και στο οικονομικό αντάλλαγμα αυτού, όπως ειδικότερα αναφέρονται στο άρθρο 128 του ν. 4001/2011. Οι όροι που ορίζονται στον ν. 4001/2011 και στο ν. 3468/2006, όπως ισχύουν, καθώς και συμπληρωματικά στο ν. 2773/1999, στον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και χρησιμοποιούνται στον Κώδικα Δικτύου, έχουν το περιεχόμενο και την έννοια που τους αποδίδεται στους νόμους και στους κώδικες αυτούς.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθ. 95 παρ. 1 του Κώδικα Δικτύου, “η ρευματοκλοπή συνίσταται σε αυθαίρετη και με δόλο επέμβαση σε εξοπλισμό ή/και εγκαταστάσεις του Δικτύου, με συνέπεια την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς αυτή να καταγράφεται, ή χωρίς να αντιστοιχίζεται με Εκπρόσωπο Φορτίου, και με συνέπεια να μην τιμολογείται. Επεμβάσεις που αποσκοπούν σε ρευματοκλοπή είναι, ενδεικτικά, οι ακόλουθες: (α) Επέμβαση στον μετρητή ή άλλο στοιχείο της μετρητικής διάταξης, άμεσα ή έμμεσα (π.χ. με ηλεκτρομαγνητικα μέσα), που αποσκοπεί στην αλλοίωση της καταγραφόμενης ενέργειας, δηλαδή σε καταγραφή μικρότερων ποσοτήτων έναντι της πραγματικής κατανάλωσης της εγκατάστασης, (β) … , (γ) …., (δ) ….., (ε) ……”. Ακόμη, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθ. 95 του ίδιου Κώδικα, «Ο Διαχειριστής του Δικτύου διασφαλίζει ότι τηρούνται οι ακόλουθοι κανόνες σχετικά με τη διενέργεια αυτοψιών και ελέγχων για διαπίστωση ρευματοκλοπής:

(α) Κατά την άφιξη του συνεργείου του Διαχειριστή του Δικτύου στην ηλεκτροδοτούμενη εγκατάσταση, αναζητείται ο χρήστης της παροχής ή άλλος κατά δήλωση του τελευταίου εκπρόσωπός του, προκειμένου προκειμένου να ενημερωθεί για τον έλεγχο, να συνδράμει επιτρέποντας την πρόσβαση στον μετρητή, εφόσον αυτό απαιτείται, και να παρίσταται εφόσον το επιθυμεί,

(β) Στην περίπτωση που διαπιστώνεται ρευματοκλοπή, τα ευρήματα που συνιστούν αποδεικτικά στοιχεία καταγράφονται και φωτογραφίζονται πριν την αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας των εγκαταστάσεων και παρουσία του χρήστη η του εκπροσώπου του, εφόσον αυτό είναι δυνατό. Για την ενίσχυση των αποδεικτικών στοιχείων ρευματοκλοπής, το συνεργείο του Διαχειριστή του Δικτύου μπορεί να βιντεοσκοπεί την όλη διαδικασία εξέτασης ή και αντικατάστασης στοιχείων της μετρητικής διάταξης στα οποία εχει εντοπιστεί επέμβαση για ρευματοκλοπή,

(γ) Συντάσσεται επί τόπου και επιδίδεται στον χρήστη ή θυροκολλείται δελτίο επίσκεψης συνεργείου με το οποίο ενημερώνεται ο χρήστης για το χρόνο διενέργειας του ελέγχου, το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα αυτός, την έκβασή του (διαπίστωση ρευματοκλοπής, πιθανολογούμενη ρευματοκλοπή, ουδέν εύρημα) και τυχόν ενέργειες που έπονται. Στο δελτίο αναγράφονται επίσης τα στοιχεία του συνεργείου που διενήργησε τον έλεγχο, καθώς και ανεξάρτητου οργάνου που τυχόν παρίσταται,

(δ) Τα ευρήματα της ρευματοκλοπής συλλεγονται και φυλάσσονται στις εγκαταστάσεις του Διαχειριστή του Δικτυου έως ότου η υπόθεση τελεσιδικήσει, είναι δε διαθέσιμα για επιθεώρηση από το Χρήστη ή/και από εκπρόσωπό του».

Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθ. 95 του ίδιου Κώδικα «Ο Διαχειριστής του Δικτύου φέρει το βάρος της απόδειξης της ρευματοκλοπής.

Με βάση τα ευρήματα των αυτοψιών και των τεχνικών ελέγχων, σε συνδυασμό, κατά περίπτωση, με τα ευρήματα από τον έλεγχο του ιστορικού κατανάλωσης του Χρήστη, διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις:

(α) Διαπιστωμένης ρευματοκλοπής, όταν υπάρχουν εμφανή απτά και αδιάσειστα ευρήματα που αποδεικνύουν κατά τρόπο αναμφισβήτητο την τέλεση ρευματοκλοπής, όπως η επέμβαση στη μετρητική διάταξη ή τη συνδεσμολογία της ή η απ’ ευθείας σύνδεση της εγκατάστασης του Χρήστη με το Δίκτυο παρακάμπτοντας τον εξοπλισμό μέτρησης ή και απουσία αυτού,
(β) Πιθανής ρευματοκλοπής, όταν υπάρχουν μεν ευρήματα, ωστόσο αυτά αποτελούν ενδείξεις αλλά όχι αποδείξεις αλλοίωσης της μέτρησης, όπως ενδεικτικά η παραβίαση σφραγίδας του κελύφους του μετρητή, σε συνδυασμό με δυσεξήγητη μεταβολή στο ιστορικό κατανάλωσης του Χρήστη».

Ενώ, σύμφωνα με την παραγραφο 9 του άρθ. 95 του ίδιου Κώδικα, «Στις περιπτώσεις πιθανολογούμενης ρευματοκλοπής, ο μετρητής αντικαθίσταται προκειμένου να υποβληθεί σε έλεγχο στα εργαστήρια του Διαχειριστή του Δικτύου, ώστε σε συνδυασμό και με εξέταση των καταναλώσεων του Χρηστη να διερευνηθεί αν συντρέχει ρευματοκλοπή. Του προαναφερθεντος ελέγχου προηγείται έγγραφη ενημέρωση εκ μέρους του Διαχειριστή του Δικτύου προς τον αντίστοιχο Προμηθευτή και το Χρήστη αναφορικά με τον τόπο και χρόνο ελέγχου του Μετρητή. Ο Χρήστης ή εκπρόσωπός του δικαιούται να παρίσταται κατά τη διενέργεια του παραπάνω ελέγχου.

Εφόσον μετά τον εργαστηριακό έλεγχο και την εξέταση των καταναλώσεων του Χρήστη η ρευματοκλοπή καθίσταται διαπιστωμένη, ακολουθείται η σχετική προβλεπόμενη διαδικασία του παρόντος άρθρου. Λεπτομέρειες αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται στο Εγχειρίδιο Ρευματοκλοπών»,

ενώ κατά την παράγραφο 10 του άρθ. 95 του ίδιου Κώδικα, «Στις περιπτώσεις διαπιστωμένης ρευματοκλοπής, ο Διαχειριστής του Δικτύου εκτιμά τη μη καταγραφείσα ενέργεια βάσει μεθοδολογίας που καθορίζεται στο Εγχειρίδιο Ρευματοκλοπών και λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Η εκτίμηση να είναι κατά το δυνατόν άμεση και ευχερής προκειμένου ο υπολογισμός και η βεβαίωση των απαιτητών ποσών να διεκπεραιώνονται εντός ολίγων ημερών από τη διαπίστωση της ρευματοκλοπής, ώστε η ρύθμιση να λειτουργεί αποτελεσματικά ως προς την αποτροπή του φαινομένου,
(β) Ο προσδιορισμός της χρονικής στιγμής έναρξης της ρευματοκλοπής και η απόδοση της επέμβασης με σκοπό τη ρευματοκλοπή (τέλεση της ρευματοκλοπής) σε συγκεκριμένο Χρήστη του Δικτύου με σχετική κατά την κρίση του Διαχειριστή βεβαιότητα βάσει στοιχείων που διαθέτει. Για το λόγο αυτό, για τον προσδιορισμό της χρονικής στιγμής έναρξης ρευματοκλοπής εξετάζεται το ιστορικό κατανάλωσης ανά Χρήστη της παροχής, ξεκινώντας από τον τρέχοντα Χρήστη και χωρίς περιορισμό στο πλήθος των προηγούμενων Χρηστών που εξετάζονται, προκειμένου να προσδιοριστεί αν η τέλεση της ρευματοκλοπής συσχετίζεται με τον τρέχοντα Χρήστη,
(γ) Η εκτίμηση να γίνεται κατά τρόπο ενιαίο για όλες τις περιπτώσεις διαπιστωμένης ρευματοκλοπής, ανεξαρτήτως του τρόπου διάπραξης αυτής. Για την εκτίμηση αξιοποιούνται κατάλληλα ιστορικά στοιχεία κατανάλωσης, εφόσον είναι διαθέσιμα, ενώ μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται και στοιχεία κατανάλωσης που καταγράφεται μετά την άρση της ρευματοκλοπής».

Με την κρινόμενη αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι είναι αποκλειστική κυρία και νομέας ενός διαμερίσματος οικοδομής στην Πάτρα και επί της οδού ……….., όπου και κατοικεί με την οικογένειά της. Ότι το διαμέρισμα αυτό ηλεκτροδοτείται από την πρώτη εναγόμενη με αριθμό παροχής …………. Ότι κατόπιν της από 7/11/2014 επιστολής της δεύτερης εναγόμενης, ενημερώθηκε ότι θα προβεί σε αντικατάσταση του μετρητή της Δ.Ε.Η. υπό στοιχεία ……. της ως ανω παροχής και πως με την από 28/3/2016 επιστολή της δεύτερης εναγόμενης πληροφορήθηκε ότι είχε διαπιστωθεί ρευματοκλοπή και ότι είχε εκτιμηθεί διαφυγούσα ηλεκτρική ενέργεια 6.329 kwh, η οποία αφορούσε τη χρονική περίοδο 4/4/2013 έως και 12/10/2014. Ότι κατόπιν τούτων, η πρώτη εναγόμενη της απέστειλε τον από 10/8/2016 «έκτακτο λογαριασμό», σύμφωνα με τον οποίο η τιμολόγηση για τη διαφυγούσα ηλεκτρική ενέργεια ανερχόταν σε ποσό συνολικού ύψους 1.200,00 ευρώ, ενώ ταυτόχρονα περιείχε ειδοποίηση περί διακοπής ρεύματος σε περίπτωση μη εξόφλησης της οφειλής. Ότι εν συνεχεία, η ενάγουσα υπέβαλε την από 05/9/2016 ένσταση ενώπιον της δεύτερης εναγόμενης, δηλώνοντας ότι αρνείται να αναγνωρίσει την ως άνω οφειλή εκ ποσού 1.200,00 ευρώ και αιτούμενη να λάβει γνώση του τελευταίου τεχνικού ελέγχου. Ότι, σε απάντηση της ανωτέρω ενστάσεως η δεύτερη εναγόμενη της ανέφερε ότι πράγματι είχε παραβιασθεί ο μετρητής και ότι η εκτιμώμενη απωλεσθείσα ενέργεια υπολογίστηκε βάσει της ιστορικότητας των καταναλώσεων. Ότι κατόπιν τούτων η ενάγουσα δεν αναγνωρίζει τη δαπάνη 6.329 kwh, ότι αορίστως αυθαίρετα και καταχρηστικά της καταλογίστηκε η ανωτέρω οφειλή εκ ποσού 1200,00 ευρώ, καθώς δεν της γνωστοποιήθηκε το είδος της παρέμβασης στο μετρητή, ο χρόνος του τελευταίου ελέγχου, το πόρισμα αυτού και ο υπάλληλος που τον διενήργησε.

Με βάση το παραπάνω ιστορικό, η ενάγουσα ζητά, κατά προσήκουσα εκτίμηση του δικογράφου, α) να γίνει δεκτή η αγωγή της, β) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα του, εκδοθέντος την 10/8/2016 και λήξεως την 5/9/2016, έκτακτου λογαριασμού εκ ποσού 1.200,00 ευρώ (1.096,47 ευρώ πλέον τόκων 104,48 ευρώ) που αφορά χρέωση δήθεν απωλεσθείσας ενέργειας 6.329 Kwh και αφορά το χρονικό διάστημα από 4/4/2013 έως και 12/10/2014, γ) να αναγνωρισθεί η μη ύπαρξη οφειλής εκ ποσού 1.200,00 ευρώ (1.096,47 ευρώ πλέον τόκων 104,48 ευρώ) που αφορά χρέωση δήθεν απωλεσθείσας ενέργειας 6.329 Kwh και αφορά το χρονικό διάστημα από 4/4/2013 έως και 12/10/2014, δ) να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη να της γνωστοποιήσει πότε έγινε ο τελευταίος τεχνικός έλεγχος στο μετρητή της πριν αυτός αντικατασταθεί, καθώς και το έγγραφο βάσει του οποίου συντάχθηκε πόρισμα περί ρευματοκλοπής και ανάγκη αντικατάστασης του μετρητή της, από το οποίο να προκύπτει ο συντάξας αρμόδιος υπάλληλος και η ημερομηνία αυτού, ε) να καταδικαστούν οι εναγόμενες στη δικαστική της δαπάνη.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η ένδικη αγωγή αρμοδίως φέρεται να δικαστεί, κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθ. 14 παρ. 1α`, 25, 33 ΚΠολΔ), είναι δε αρκούντως ορισμένη, διότι περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα, κατ’ άρθ. 216 ΚΠολΔ, στοιχεία για τη νομική και ιστορική θεμελίωση αυτής, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη νομική σκέψη και ειδικότερα γενική άρνηση της οφειλής της έναντι της πρώτης εναγόμενης και επίκληση ως εννόμου συμφέροντος την ανάγκη προστασίας της αξιοπρέπειας της ιδίας και της οικογένειάς της, καθώς η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί αγαθό ζωτικής σημασίας, το οποίο θα απωλέσει σε περίπτωση που δεν εξοφλήσει την οφειλή που ισχυρίζονται οι εναγόμενες ότι της αναλογεί λόγω ρευματοκλοπής. Ειδικότερα, ως προς το παραδεκτό αυτής: α) έχει επιδοθεί στις εναγόμενες, κατά τη διάταξη του άρθρου 215 παρ. 2 του ΚΠολΔ (όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου δεύτερου, του άρθ. 1 του ν. 4335/2015), η υπό κρίση αγωγή εντός της προθεσμίας 30 ημερών από την κατάθεσή της (βλ. τις υπ’ αριθ. ……/ 15-9-2017 και ……./15-9-2017 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πατρών ……….., σε συνδυασμό με την ημερομηνία κατάθεσης της αγωγής, ήτοι την 12/9/2017), β) έχει κατατεθεί από τους διαδίκους το έγγραφο πληρεξουσιότητας της διάταξης του άρθ. 96 ΚΠολΔ (βλ. το από 18/12/2017 δικαστικό πληρεξούσιο με το οποίο δίδεται ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα από την ενάγουσα στη δικηγόρο Πατρών ………., και την από 14/12/2017 εξουσιοδότηση με την οποία δίδεται ειδική εντολή από τη δικηγόρο Αθηνών ……….. του ………., δυνάμει του …../05-6- 2015 ειδικού πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., στο δικηγόρο Πατρών ……… του ………), γ) έχουν κατατεθεί από την ενάγουσα και τις εναγόμενες, προτάσεις, με όλα τα αποδεικτικά τους μέσα και διαδικαστικά έγγραφα, την 19/12/2017 και την 20/12/2017 αντίστοιχα, (καταληκτική ημερομηνία για την κατάθεση των προτάσεων, ήτοι η 100ή ημέρα από την κατάθεση της αγωγής είναι η 21/12/2017, άρθρο 237 παρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, σε συνδυασμό με το άρθρο 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του ν. 4335/2015 και 4411/2016). Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθ. 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 Συντ., 128 ν. 4001/2011, 70 και 176 του ΚΠολΔ, και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία της.

Οι εναγόμενες, με τις παραδεκτά και εμπρόθεσμα κατατεθείσες προτάσεις τους, αρνήθηκαν αιτιολογημένα, γενικά και ειδικά, τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής, ενώ παράλληλα προέβαλαν ένσταση καθ’ ύλην αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου, η οποία κρίνεται απορριπτέα, καθώς το παρόν Δικαστήριο είναι υλικά αρμόδιο για την εκδίκαση της ένδικης αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής, όπως αναπτύσσεται στην ανωτέρω (II) μείζονα σκέψη.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως οι διάδικοι, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθ. ……/13-12-2017 ένορκη βεβαίωση των α) …………. και β) ……….., ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πατρών ………….., που έγινε με επιμέλεια της ενάγουσας, καθώς και την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθ. ……../20-12-2017 ένορκη βεβαίωση της …………, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πατρών …………….., που έγινε με επιμέλεια των εναγόμενων, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού, τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά:

Η ενάγουσα είναι αποκλειστική κυρία και νομέας ενός διαμερίσματος οικοδομής στην Πάτρα και επί της οδού ……, το οποίο αποτελεί την οικογενειακή της στέγη και το οποίο απέκτησε δυνάμει του υπ’ αριθ. ……/15-4-2008 συμβολαίου αγοραπωλησίας διαμερίσματος του τότε Συμβολαιογράφου Πατρών ……….., νομίμως καταχωρημένου στα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Πατρών με αριθμό πρωτοκόλλου και ημερομηνία ……/16-4-2008. Το διαμέρισμα αυτό ηλεκτροδοτείται από την πρώτη εναγόμενη με αριθμό παροχής …………. Κατόπιν της από 13/12/2013 αναφοράς του καταμετρητή, συνεργείο της δεύτερης εναγόμενης, ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε., θυγατρικής της πρώτης εναγόμενης, Δ.Ε.Η. Α.Ε., προέβη σε έλεγχο, την 12/10/2014, διαπιστώνοντας αυθαίρετη επέμβαση στον μετρητή με αριθμό ………., που ηλεκτροδοτούσε το διαμέρισμα της ενάγουσας, με αριθμό παροχής …….. Ειδικότερα, βρέθηκαν κομμένες οι σφραγίδες κιβωτίου, ακροδεκτών και καλύμματος του μετρητή, ώστε να υφίσταται δυνατότητα παραποίησης ή παρεμπόδισης της καταγραφής της πραγματικά καταναλωθείσας ενέργειας (βλ. το …../12-10-2014 φύλλο ελέγχου μετρητή για ρευματοκλοπή του ελέγξαντος υπαλλήλου, ………. και την από 12/10/2014 έκθεση πραγματογνωμοσύνης των ………… και …………., σύμφωνα με την οποία εκτιμήθηκε «πιθανή ρευματοκλοπή»). Εν συνεχεία, με το ……./07-11- 2014 έγγραφο της δεύτερης εναγόμενης, ενημερώθηκε το πρώτον η ενάγουσα περί του ελέγχου που διενεργήθηκε στο μετρητή με στοιχεία …….. της παροχής με αριθμό ………….., περί της διαπίστωσης παρεμβάσεως επ’ αυτού, περί της αφαίρεσης, σφράγισης και φύλαξής του, καθώς και της αντικαταστάσεώς του. Ενώ, με την από 28/3/2016 επιστολή της δεύτερης εναγόμενης, η ενάγουσα πληροφορήθηκε οτι είχε διαπιστωθεί ρευματοκλοπή, ο χρόνος της οποίας καθορίστηκε από την 4/4/2013 έως και 12/10/2014 και καθορίστηκε η ποσότητα της μη καταγεγραμμένης, αλλά πραγματικά καταναλωθείσας ενέργειας, με βάοη την ιστορικότητα των καταναλώσεων σε 6.329 kWh, η οποία τιμολογήθηκε και ενσωματώθηκε σε έκτακτο λογαριασμό κατανάλωσης, η δε σχετική οφειλή κατέστη ληξιπρόθεσμη (βλ. τον από 10/8/2016 έκτακτο λογαριασμό της πρώτης εναγόμενης, με λήξη προθεσμίας πληρωμής την 05/9/2016).

Ωστόσο, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη υπό (III) νομική σκέψη, η δεύτερη εναγόμενη δεν έπρεπε να ακολουθήσει τη διαδικασία εκτίμησης της μη καταγραφείσας ενέργειας βάσει μεθοδολογίας που καθορίζεται στο Εγχειρίδιο Ρευματοκλοπών και να τιμολογηθεί η ενέργεια αυτή και να καταλογισθεί σε έκτακτο λογαριασμό, με συνέπεια της μη καταβολής του, τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος της ενάγουσας. Καθώς τούτο προβλέπεται εφόσον μετά τον εργαστηριακό έλεγχο και την εξέταση των καταναλώσεων του Χρήστη, η ρευματοκλοπή καθίσταται διαπιστωμένη. Πλην, όμως, εν προκειμένω, η ρευματοκλοπή χαρακτηρίστηκε «πιθανολογούμενη», δεδομένου ότι υπήρχαν μεν ευρήματα, τα οποία αποτελούν ενδείξεις μόνο και όχι αποδείξεις αλλοίωσης της μέτρησης, ήτοι παραβίαση σφραγίδας του κελύφους του μετρητή. Ο δε χαρακτηρισμός της ρευματοκλοπής ως «διαπιστωμένης» προϋποθέτει αφενός την υποβολή του μετρητή σε έλεγχο στα εργαστήρια του Διαχειριστή του Δικτύου, αφετέρου την εξέταση των καταναλώσεων του Χρήστη και μόνο από το συνδυασμό των ανωτέρω δύναται να χαρακτηρισθεί η ρευματοκλοπή ως διαπιστωμένη.

Σε κάθε περίπτωση, η δεύτερη εναγόμενη διαπίστωσε ρευματοκλοπή επειδή η επέμβαση στο μετρητή καθιστούσε απλώς δυνατή την αλλοίωση της μέτρησης, χωρίς ωστόσο να διαπιστώνεται με βεβαιότητα η αλλοίωση αυτή. Ενώ εν συνεχεία, κατόπιν ελέγχου της ιστορικότητας των καταναλώσεως, διαπίστωσε δυσεξήγητη μεταβολή στο ιστορικό κατανάλωσης της ενάγουσας, βασιζόμενη σε συγκριτικά στοιχεία, ήτοι στην κατανάλωση από την 12/10/2014 έως την 07/12/2015 (421 ημέρες) κατά την οποία καταγράφηκαν 6495 kWh), εν συγκρίσει με την κατανάλωση από την 04/4/2013 έως την 12/10/2014 (556 ημέρες) κατά την οποία καταγράφηκαν 2249 kWh). Ωστόσο, κατά το χρονικό διάστημα από την 5/8/2011 έως την 5/12/2018 (488 ημέρες), καταγράφηκαν 2.401 kWh, ήτοι η κατανάλωση ενέργειας κατά το χρονικό διάστημα αυτό είναι μειωμένη κατά 68,10% σε σχέση με την κατανάλωση κατά το διάστημα από την 12/10/2014 έως την 07/12/2015 (βλ. το νομίμως επικαλούμενο και προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. 10 σχετικό, ήτοι αντίγραφο του πίνακα ιστορικότητας καταναλώσεων στην επίδικη παροχή για την ένδικη περίοδο). Συνεπώς, η σύγκριση που έγινε μόνο με στοιχεία του ιστορικού μετά την άρση της επικαλούμενης ρευματοκλοπής και όχι και με στοιχεία προ του χρόνου της επικαλούμενης ρευματοκλοπής (4/4/2013), ήταν ελλιπής και για το λόγο αυτό δεν δύναται να οδηγήσει σε ασφαλές συμπέρασμα περί «διαπιστωμένης» ρευματοκλοπής, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι κατά τον έλεγχο του μετρητή δεν , προέκυψαν αδιάσειστα ευρήματα που αποδεικνύουν κατά τρόπο αναμφισβήτητο την τέλεση ρευματοκλοπής, όπως η επέμβαση στη μετρητική διάταξη ή τη συνδεσμολογία της ή η απ’ ευθείας σύνδεση της εγκατάστασης του Χρήστη με το Δίκτυο παρακάμπτοντας τον εξοπλισμό μέτρησης ή και απουσία αυτού.

Ως προς το αίτημα της ενάγουσας να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη να της γνωστοποιήσει πότε έγινε ο τελευταίος τεχνικός έλεγχος στο μετρητή της πριν αυτός αντικατασταθεί, καθώς και το έγγραφο βάσει του οποίου συντάχθηκε πόρισμα περί ρευματοκλοπής και ανάγκη αντικατάστασης του μετρητή της, από το οποίο να προκύπτει ο συντάξας αρμόδιος υπάλληλος και η ημερομηνία αυτού, όπως προκύπτει από την ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα των εναγομένων, από την 6/5/2008, χρόνο επανασύνδεσης της παροχής και σφράγισης αυτής, μέχρι και την 12/10/2014, δεν μεσολάβησε άλλος έλεγχος στην παροχή από τεχνικό συνεργείο. Συνεπώς, το αίτημα αυτό είναι πλέον άνευ αντικειμένου και κρίνεται απορριπτέο.

Κατόπιν τούτων, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η υπό κρίση αγωγή ως βάσιμη και κατ’ ουσία, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εναγομένων, λόγω της ήττας τους (άρθ. 176 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Αναγνωρίζει α) την ακυρότητα του, εκδοθέντος την 10/8/2016 και λήξεως την 5/9/2016, έκτακτου λογαριασμού εκ ποσού 1.200,00 ευρώ (1.096,47 ευρώ πλέον τόκων 104,48 ευρώ) που αφορά χρέωση απωλεσθείσας ενέργειας 6.329 Kwh και αφορά το χρονικό διάστημα από 4/4/2013 έως και 12/10/2014, καθώς και β) τη μη ύπαρξη οφειλής εκ ποσού 1.200,00 ευρώ (1.096,47 ευρώ πλέον τόκων 104,48 ευρώ) που αφορά χρέωση απωλεσθείσας ενέργειας 6.329 Kwh και αφορά το χρονικό διάστημα από 4/4/2013 έως και 12/10/2014.

Επιβάλλει σε βάρος των εναγομένων τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 6-9-2018, απάντων των διαδίκων.

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ