Οι εταιρείες διαχειρίσεως «τιτλοποιημένων» απαιτήσεων ν. 3156/2003.
Με το άρθρο 10 § 1 του ν. 3156/2003 προβλέφθηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα «μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων λόγω πώλησης με σύμβαση που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ «μεταβιβάζοντος» και «αποκτώντος» σε συνδυασμό με την έκδοση και διάθεση», δηλαδή με τιτλοποίηση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων. Η πώληση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 513 επ. του ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. του ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού (§ 6). «Αποκτών» μπορεί να είναι μία εταιρεία ειδικού σκοπού (§§ 2 και 3). Η σύμβαση μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων καταχωρίζεται σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000 (§ 8). Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, εκτός αν όμως ορίζεται στους όρους της σύμβασης, η μεταβίβαση αναγγέλλεται εγγράφως από τον μεταβιβάζοντα ή την εταιρεία ειδικού σκοπού στον οφειλέτη (§ 9).
Περαιτέρω, ο ως άνω νόμος προβλέπει ότι επί μία τέτοιας μεταβιβάσεως επιχειρηματικών απαιτήσεων από Τράπεζα σε μία εταιρεία ειδικού σκοπού είναι δυνατό να ανατεθεί με έγγραφη σύμβαση, π οποία σημειώνεται στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 ν. του ν. 2844/2000 (§ 16), η διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, το οποίο στην περίπτωση που η εταιρεία ειδικού σκοπού (αποκτήσεως) δεν εδρεύει στην Ελλάδα, πρέπει να είναι εγκατεστημένο στην Ελλάδα.
Η έννοια της «διαχειρίσεως» στο ν. 3156/2003. Δεν απονέμεται ιδιότητα μη δικαιούχου διαδίκου.
Ειδικότερα, για την ως άνω σύμβαση διαχειρίσεως, η οποία κατά εννοιολογικά της στοιχεία ταυτίζεται με τη σύμβαση εντολής (713 επ. ΑΚ) και αντιπροσωπεύσεως (211 επ. ΑΚ), η παράγραφος 14 του ως άνω άρθρου 10, ορίζει τα ακόλουθα: «Με σύμβαση που συνάπτεται εγγράφως η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα που παρέχει νομίμως υπηρεσίες σύμφωνα με το σκοπό του στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή και σε τρίτο, εφόσον ο τελευταίος είτε είναι εγγυητής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων είτε ήταν επιφορτισμένο με τη διαχείριση ή την είσπραξη των απαιτήσεων πριν τη μεταβίβασή τους στον αποκτώντα. Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού δεν εδρεύει στην Ελλάδα και οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις είναι απαιτήσεις κατά καταναλωτών πληρωτέες στην Ελλάδα, τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η διαχείριση πρέπει να έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Σε περίπτωση υποκατάστασης του διαχειριστή, ο υποκατάστατος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρου με τον διαχειριστή».
Είναι σαφές λοιπόν ότι η ως άνω εταιρεία διαχειρίσεως ενεργεί πράξεις διαχειρίσεως ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού (αποκτήσεως). 0 νόμος, στην περίπτωση της μεταβίβασης απαιτήσεων με σκοπό την τιτλοποίηση κατά τους ορισμούς του ν. 3156/2003, δεν απονέμει στην εταιρεία διαχειρίσεως (με την οποία συμβάλλεται η εταιρεία αποκτήσεως) την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, έστω και έμμεσα χωρίς πανηγυρική διατύπωση ώστε η τελευταία να ασκεί ως μη δικαιούχος διάδικος, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, αγωγές και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστηρίων για τα δικαιώματα της εταιρείας αποκτήσεως, αιτούμενη έννομη προστασία στο όνομά του. Με άλλα λόγια δεν της απονέμει ενεργητική κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση. Ρυθμίζει απλά τους όρους και το πλαίσιο της εκτελέσεως εξώδικων διαχειριστικών (νομικών ή υλικών) πράξεων με σκοπό την είσπραξη (για λογαριασμό της εντολέως της, δικαιούχου) των απαιτήσεων από τους οφειλέτες.
Η ρύθμιση του άρθρου 2 § 4 ν. 4354/2015 δεν εφαρμόζεται επί των εταιρειών διαχείρισης ν. 3156/2003.
Όπως προαναφέρθηκε, επειδή η ανάγκη αποσυμφορήσεως και απαλλαγής των ελληνικών συστημικών τραπεζών από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πελατών τους υπήρξε πιεστική, εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με το ν. 4354/2015 (άρθρα 1-3) μία νέα, εντελώς διάφορη από την προηγούμενη, διαδικασία μεταβιβάσεως, αποκτήσεως και διαχειρίσεως μη εξυπηρετούμενων και αργότερα και εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων και πιστώσεων.
Είναι ανάγκη στο σημείο αυτό να τονισθεί ότι με το ν. 4354/2015 δεν καταργήθηκε η καθιερωθείσα με το ν. 3156/2003 δυνατότητα αποκτήσεως και διαχειρίσεως επιχειρηματικών δανείων κλπ. με τιτλοποίηση. Εξακολούθησε και εξακολουθεί να ισχύει για τις μεταβιβάσεις απαιτήσεων που γίνονται με τους δικούς του όρους και διαδικασία. Μάλιστα, για να μην υπάρξει σύγχυση για τις εφαρμοζόμενες σε κάθε περίπτωση νομοθετικές ρυθμίσεις, ρητά ορίσθηκε στο άρθρο 1 § 1 περ. δ’ του ν. 4354/2015 ότι «Οι διατάξεις του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 3156/2003 (Α’ 157), ν. 1905/1990 (Α’ 147), 1665/1986 (Α’ 194), 3606/2007 (Α’ 195) και 4261/2014 (Α’ 107)».
Είναι σημαντικό να υπομνησθεί ότι το Υπουργείο Οικονομικών, επί ερωτημάτων ενδιαφερομένων, για το εφαρμοστέο σε κάθε περίπτωση δίκαιο, γνωμάτευσε τα ακόλουθα:
«Σε συνέχεια ερωτημάτων που τέθηκαν στην Υπηρεσία μας, γνωρίζουμε τα εξής:
1. Με την ψήφιση του ν. 4354/2015 επιτρέπονται οι μεταβιβάσεις απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις μέσω πώλησης σε μη αδειοδοτημένες οντότητες της περίπτ. β της § 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού βάσει των ειδικότερων διατάξεων των άρθρων 1 έως 3 Α. Ομοίως, επιτρέπεται η ανάθεση της διαχείρισης απαιτήσεων σε ειδικά για το σκοπό αυτό αδειοδοτημένες εταιρείες που εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 3 Α του ν. 4354/2015 δεν εφαρμόζονται στις μεταβιβάσεις απαιτήσεων μεταξύ πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων και στις συναλλαγές που διέπονται από τους νόμους 3156/2003, 1905/1990, 1664/1986, 4261/2014 και 4514/2018. Υπό αυτή την έννοια, τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα μπορούν να πωλούν μεταξύ τους απαιτήσεις ή να αναλαμβάνουν τη διαχείριση τους χωρίς να απαιτείται να τηρήσουν τις διαδικασίες που προβλέπει ο ν. 4354/2015 είτε για την αδειοδότηση των εταιρειών διαχείρισης είτε για τις προϋποθέσεις πώλησης απαιτήσεων προς μη αδειοδοτημένες οντότητες.
3. Ειδικότερα ως προς τη μεταβίβαση απαιτήσεων με σκοπό την τιτλοποίηση διευκρινίζεται ότι αυτή διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του ν.3156/2003, ανεξαρτήτως αν στα προς τιτλοποίηση χαρτοφυλάκια συμπεριλαμβάνονται ληξιπρόθεσμες ή μη απαιτήσεις. Κατά συνέπεια, ειδικότερες διαδικαστικές προϋποθέσεις που προβλέπει ο ν. 4354/2015 στα άρθρα 1 -3 Α για την εγκυρότητα της μεταβίβασης απαιτήσεων λόγω πώλησης σε εταιρείες της περίπτ. β της § 1 του άρθρου 1, δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που η μεταβίβαση των απαιτήσεων πραγματοποιείται με σκοπό την τιτλοποίηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3156/2003.
4. Οι εταιρείες διαχείρισης από δάνεια και πιστώσεις της περίπτ. α της § 1 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 είναι, βάσει των δραστηριοτήτων που ασκούν, χρηματοδοτικά ιδρύματα κατά την έννοια του σημ.26 της § 11 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Η ως άνω ιδιότητα, μνημονεύεται ρητά -npos άρση οποιοσδήποτε ερμηνευτικής αμφιβολίας- στο προτελευταίο εδάφιο της περίπτ. α τηε § 1 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015. Ως χρηματοδοτικά ιδρύματα, οι εν λόγω εταιρείες επιτρέπεται κατά τη ρητή πρόβλεψη του πρώτου εδαφίου της § 14 του άρθρου 10 του ν.3156/2003 να διαχειρίζονται τιτλοποιημένες απαιτήσεις. Αυτονόητο, ότι στην περίπτωση αυτή οφείλουν να πληρούν τις ειδικότερες προϋποθέσεις των § 14 και 15 του άρθρου 10 του ν. 3156/2003 που προβλέπονται για τη διαχείριση τιτλοποιημένων απαιτήσεων».
Επομένως, οι διατάξεις του ν. 4354/2015 και όσα αυτές προβλέπουν για την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση (ως μη δικαιούχων διαδίκων) των εταιρειών διαχείρισης δανείων κλπ. που αυτός καθιερώνει, δεν εφαρμόζονται επί των εταιρειών διαχείρισης του ν. 3165/2003.
Ειδικότερα: α) τέτοια εξουσία κατ’ εξαίρεση νομιμοποίησης μη δικαιούχου διαδίκου δεν απονέμει στις εταιρίες διαχειρίσεως απαιτήσεων που μεταβιβάσθηκαν κατά τους όρους του ν. 3156/2003 και β) η ρύθμιση του άρθρου 2 § 4 ν. 4354/2015 δεν εφαρμόζεται σ’ αυτές.
Η εταιρεία, στην οποία η εταιρεία ειδικού σκοπού (αποκτήσεως με τιτλοποίηση απαιτήσεων) του άρθρου 10 ν. 3156/2003 αναθέτει με σύμβαση εντολής τη διαχείριση των αποκτώμενων απαιτήσεων, δεν έχει ορισθεί εκ του νόμου μη δικαιούχος, κατ εξαίρεση νομιμοποιούμενος, διάδικος και επομένως δεν νομιμοποιείται να ενεργεί διαδικαστικές πράξεις για λογαριασμό της εντολέως της εταιρείας, ούτε η μεταξύ τους σύμβαση και η παροχή πληρεξουσιότητας μπορεί να καθιδρύσει κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση.
Κατ’ ακολουθίαν, διαδικαστική ενέργεια που επιχειρεί για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού απόκτησης απαιτήσεων, λ.χ. αγωγή, παρέμβαση, κύρια ή πρόσθετη, ενεργούμενη απ’ αυτήν είναι απαράδεκτη για έλλειψη νομιμοποίησης.
Γ. Αποστολάκη, Ο δικαστικός έλεγxos τη νομιμοποίησης ως διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, ΕΠολΔ 2018.231
ΕπΑκ 4/2021