Τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με το ν.4139/2013

Τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με το άρθρο 93 του νόμου 4139/2013
2. Α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 48 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά το εδάφιο α΄ προστίθεται εδάφιο β΄ ως εξής:
«β. Σε περίπτωση που υποβλήθηκε μία έγκληση από περισσότερους εγκαλούντες, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο».
Β. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 322 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, μετά το εδάφιο β΄ προστίθεται εδάφιο γ΄, το οποίο έχει ως εξής:
«γ. Σε περίπτωση που η προσφυγή ασκείται από περισσότερους κατηγορουμένους, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο».
3. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 142 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά τις περιπτώσεις 1 και 2 προστίθεται περίπτωση 3 ως εξής:
«3. Στις αποφάσεις του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων, Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων, Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, Πενταμελούς Εφετείου και Εφετείου Ανηλίκων:
α) όταν είναι αναβλητικές, εκτός εάν διατάσσουν αναβολή για κρείσσονες αποδείξεις,
β) όταν κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση λόγω ελλείψεως κλητεύσεως ή νομίμου κλητεύσεως του κατηγορουμένου,
γ) όταν η έφεση απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη κατ’ άρθρο 501 παράγραφος 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.»
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 349 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Το δικαστήριο πριν διατάξει την αναβολή υποχρεούται να ερευνήσει τη δυνατότητα διακοπής της δίκης για δεκαπέντε το πολύ ημέρες, αιτιολογώντας συνοπτικά ότι δεν μπορεί ο λόγος αναβολής να αντιμετωπισθεί με διακοπή.»

Οι τροποποιήσεις του ΑΚ και ΚΠολΔ με το νέο νόμο 4139/2013

Τροποποιήσεις του Αστικού Κώδικα με το νόμο 4139/2013 (περί εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλες διατάξεις):
Άρθρο 61- Σύμβαση εργασίας
Το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την πραγματική απασχόλησή του, καθώς και το μισθό για το διάστημα που δεν απασχολήθηκε. Δικαίωμα να απαιτήσει το μισθό έχει ο εργαζόμενος και στην περίπτωση που η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που αφορούν στον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία. Στις ανωτέρω περιπτώσεις ο εργαζόμενος δεν είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο χρόνο. Ο εργοδότης, όμως, έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό καθετί που ο εργαζόμενος ωφελήθηκε από τη ματαίωση της εργασίας ή από την παροχή της αλλού.»
 
Τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
Άρθρο 62 – Ομοδικία στον Άρειο Πάγο– Ερημοδικία – Απαράδεκτη συζήτηση
 
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 576 ΚΠολΔ προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Σε περίπτωση απλής ομοδικίας, αν κάποιος δεν εκπροσωπηθεί από πληρεξούσιο δικηγόρο, η υπόθεση χωρίζεται και η συζήτηση της αίτησης αναίρεσης χωρεί νομίμως, ως προς όσους εκπροσωπούνται από πληρεξούσιο δικηγόρο ή έχουν κλητευθεί νομίμως και κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς τους λοιπούς.»
 
Άρθρο 63 – Στο άρθρο 648 ΚΠολΔ προστίθενται εδάφια ως εξής: «Η συζήτηση των αγωγών και των τακτικών ενδίκων μέσων που αφορούν σε αναπροσαρμογή του μισθώματος προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε σαράντα πέντε (45) ημέρες από την κατάθεσή τους. Αν αναβληθεί η συζήτηση αυτή, η νέα προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε τριάντα (30) ημέρες.»
 
Άρθρο 64 – Μετά το άρθρο 732 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται άρθρο 732Α ως εξής: «Άρθρο 732Α Προσωρινή απασχόληση εργαζομένου
 
Σε περίπτωση υπερημερίας του εργοδότη ως προς την αποδοχή της εργασίας του εργαζομένου το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο την προσωρινή απασχόληση του εργαζομένου μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αγωγής για την κύρια υπόθεση.»
 
Άρθρο 65 – 1. H παράγραφος 3 του άρθρου 580 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να την δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην αντίθετη περίπτωση παραπέμπει την υπόθεση στο τμήμα που ορίζεται από τον κανονισμό και, αν πρόκειται για τους λόγους που αναφέρονται στους αριθμούς 1, 2,3, 6 έως 17, 19 και 20 του άρθρου 559, μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές. Αν, όμως, αναιρεθεί η απόφαση του τελευταίου αυτού δικαστηρίου, δεν γίνεται παραπομπή, αλλά ο Άρειος Πάγος δικάζει αυτός την ουσία της υπόθεσης.»
 
2. Στο τέλος του τρίτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 665 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως το εδάφιο τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 4055/2012 (Α΄51) διαγράφονται οι λέξεις «ή κοινοτική».
 
3. Στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 756 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως το άρθρο τούτο αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 17 του ν. 4055/2012 (Α΄51), διαγράφονται οι λέξεις: «την ύπαρξη ή ανυπαρξία του επικαλούμενου δικαιώματος και».
 
4. Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 786 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «1. Όταν ζητείται κατά το νόμο να διοριστούν προσωρινή διοίκηση νομικού προσώπου ή εκκαθαριστές νομικού προσώπου ή εταιρίας που δεν έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα, αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο της περιφέρειας όπου έχει την έδρα του το νομικό πρόσωπο ή η εταιρία.»
 
5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 786 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «3. Το ειρηνοδικείο μπορεί με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον να αντικαταστήσει την προσωρινή διοίκηση ή τους εκκαθαριστές για σπουδαίους λόγους.»
 
6. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 820 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας οι λέξεις «τον κληρονόμο» αντικαθίστανται με τις λέξεις «την κληρονομία».
Άρθρο 93
 
1. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 495 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά το εδάφιο α΄ προστίθεται εδάφιο β΄, το οποίο έχει ως εξής:
«β. Σε περίπτωση που ασκήθηκε ένα ένδικο μέσο από ή κατά περισσότερων διαδίκων κατατίθεται ένα παράβολο από τους εκκαλούντες, αναιρεσείοντες ή αιτούντες».

Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα με το ν.4139/2013

Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα με το νόμο 4139/2013:
Άρθρο 66
Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 79 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Η τέλεση της πράξης από μίσος προκαλούμενο λόγω της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών, της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής ή του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου του παθόντος συνιστά επιβαρυντική περίσταση και η ποινή δεν αναστέλλεται.»
Άρθρο 67
1. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα, η φράση «ποσοστό αναπηρίας είναι 80% και άνω,» αντικαθίσταται με την φράση «ποσοστό αναπηρίας είναι 67% και άνω,».
2. Το άρθρο 108 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 108  Άρση της απόλυσης
Αν μέσα στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 109, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή φυλάκισης ανώτερη από ένα έτος, εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά το χρόνο της προσωρινής απόλυσης.»
Άρθρο 68
Το άρθρο 235 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 235 Παθητική δωροδοκία
1. Υπάλληλος, ο οποίος, κατά παράβαση των καθηκόντων του ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, για τον εαυτό του ή για τρίτο, ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης ή δέχεται υπόσχεση τούτων, για ενέργεια ή παράλειψή του μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή ίση με το πεντηκονταπλάσιο του ωφελήματος και μέχρι το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Σε περίπτωση ωφελήματος μη αποτιμητού σε χρήμα, η χρηματική ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ ούτε ανώτερη από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.
2. Αν η αξία των ωφελημάτων υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ ή αν ο δράστης έχει την ιδιότητα του υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ούτε ανώτερη από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.
3. Δεν συνιστά δωροδοκία η απλή υλική παροχή προς έκφραση ευγνωμοσύνης.»
Άρθρο 69
Το άρθρο 236 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 236 Ενεργητική δωροδοκία
1. Όποιος υπόσχεται ή παρέχει σε υπάλληλο, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφελήματα για τον εαυτό του ή για τρίτο, για ενέργεια ή παράλειψή του μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή ίση με το πεντηκονταπλάσιο του ωφελήματος και μέχρι το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Σε περίπτωση ωφελήματος μη αποτιμητού σε χρήμα, η χρηματική ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ ούτε ανώτερη από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.
2. Αν η αξία των ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ούτε ανώτερη από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.»
Άρθρο 70
Το άρθρο 237 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 237 Δωροδοκία δικαστή
1. Εκείνος που καλείται κατά το νόμο να εκτελέσει δικαστικά καθήκοντα ή ο διαιτητής, αν απαιτήσουν ή δεχθούν δώρα ή άλλα ωφελήματα που δεν δικαιούνται ή την υπόσχεση ότι θα τα λάβουν με το σκοπό να διεξαχθεί ή να κριθεί μια υπόθεση που τους έχει ανατεθεί υπέρ ή εναντίον κάποιου, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή ίση με το πεντηκονταπλάσιο του ωφελήματος και μέχρι το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Σε περίπτωση ωφελήματος μη αποτιμητού σε χρήμα, η χρηματική ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ ούτε ανώτερη από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.
2. Αν η αξία των δώρων ή ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ούτε ανώτερη από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.
3. Όποιος για το σκοπό που αναφέρθηκε προσφέρει, υπόσχεται, διαμεσολαβεί ή δίνει τέτοια δώρα ή ωφελήματα σε κάποιο από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 ή σε οικείο τους, τιμωρείται:
α) Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή ίση με το πεντηκονταπλάσιο του ωφελήματος και μέχρι το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Σε περίπτωση ωφελήματος μη αποτιμητού σε χρήμα, η χρηματική ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ ούτε ανώτερη από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.
β) Με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν η αξία των δώρων ή ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ, καθώς και υποχρεωτική χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ούτε ανώτερη από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.»
Άρθρο 71
Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 334 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών τιμωρείται όποιος παράνομα εισέρχεται ή παραμένει στους προαναφερόμενους χώρους ή καταστήματα κατά το χρόνο μη διεξαγωγής της υπηρεσίας με σκοπό την παρακώλυση αυτής.»
Άρθρο 72
1. Η παράγραφος 1 εδάφιο β΄ του άρθρου 380 Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν ο υπαίτιος της πράξεως αυτής ενήργησε με καλυμμένα ή αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ή αν έφερε πολεμικό τυφέκιο ή πυροβόλο όπλο που φέρει φυσίγγιο των 40 χιλιοστών και άνω ή πολυβόλο ή υποπολυβόλο ή χειροβομβίδα ή εκρηκτικό μηχανισμό ή βαρύ όπλο ή όπλο πυροβολικού, τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 380 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Αν από την πράξη προήλθε ο θάνατος κάποιου προσώπου ή βαριά σωματική βλάβη ή αν η πράξη εκτελέστηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα εναντίον προσώπου ή αν ο δράστης έκανε χρήση πολεμικού τυφεκίου ή πυροβόλου όπλου που φέρει φυσίγγιο των 40 χιλιοστών και άνω ή πολυβόλου ή υποπολυβόλου ή χειροβομβίδας ή εκρηκτικού μηχανισμού ή βαρέως όπλου ή όπλου πυροβολικού, επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη.»
Άρθρο 73
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν.2168/1993 που προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 10 του ν. 3944/2011 (Α΄67) αντικαθίσταται ως εξής:
«Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος παράνομα κατέχει ή φέρει πολεμικό τυφέκιο, πολυβόλο, υποπολυβόλο, χειροβομβίδα, βαρύ όπλο, όπλο πυροβολικού ή μεταφέρει αυτά οπουδήποτε.»
Άρθρο 74
Σύσταση Επιτροπής για τη σύνταξη νέου Ποινικού Κώδικα, νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και νέου Κώδικα περί Δικηγόρων
1α. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται εννεαμελής επιτροπή για τη σύνταξη σχεδίου νέου Ποινικού Κώδικα. Το σχέδιο που συντάσσει η επιτροπή αυτή υποβάλλεται για κύρωση στην Ολομέλεια της Βουλής κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 76 του Συντάγματος.
1β. Η επιτροπή της παραγράφου 1α συγκροτείται από δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, μέλη ΔΕΠ Νομικών Σχολών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και δικηγόρους με εμπειρία και εξειδίκευση σε ζητήματα ποινικού δικαίου.
2α. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται εννεαμελής επιτροπή για τη σύνταξη σχεδίου νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Το σχέδιο που συντάσσει η επιτροπή αυτή υποβάλλεται για κύρωση στην Ολομέλεια της Βουλής κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 76 του Συντάγματος.
2β. Η επιτροπή της παραγράφου 2α συγκροτείται από δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, μέλη ΔΕΠ Νομικών Σχολών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και δικηγόρους με εμπειρία και εξειδίκευση σε ζητήματα ποινικής δικονομίας.
3α. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται εννεαμελής επιτροπή για τη σύνταξη σχεδίου νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Το σχέδιο που συντάσσει η επιτροπή αυτή υποβάλλεται για κύρωση στην Ολομέλεια της Βουλής κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 76 του Συντάγματος.
3β. Η επιτροπή της παραγράφου 3α συγκροτείται από δικαστικούς λειτουργούς, μέλη ΔΕΠ Νομικών Σχολών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και δικηγόρους με εμπειρία και εξειδίκευση σε ζητήματα πολιτικής δικονομίας.
4α. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται εννεαμελής επιτροπή για τη σύνταξη σχεδίου νέου Κώδικα περί Δικηγόρων. Το σχέδιο που συντάσσει η επιτροπή αυτή υποβάλλεται για κύρωση στην Ολομέλεια της Βουλής κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 76 του Συντάγματος.
4β. Η επιτροπή της παραγράφου 4α συγκροτείται από τέσσερις δικηγόρους, τους οποίους προτείνει η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων και πέντε δικηγόρους κύρους και μεγάλης εμπειρίας.
5. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζεται ο χρόνος περάτωσης του έργου κάθε επιτροπής, καθώς και θέματα που αναφέρονται στη λειτουργία, στη διοικητική μέριμνα και στη διοικητική υποστήριξη αυτών. Για τον ορισμό των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, μελών των επιτροπών των παραγράφων 1α, 2α και 3α του παρόντος, τηρείται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 41 της παραγράφου 2 του ν. 1756/1988 (Α΄35). Ως γραμματείς των επιτροπών των παραγράφων 1α, 2α, 3α και 4α του παρόντος ορίζονται υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στα μέλη των ως άνω επιτροπών δεν καταβάλλεται οποιασδήποτε μορφής αποζημίωση.

Τροποποιήσεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας με το νόμο 4139/2013

Τροποποιήσεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας με το νόμο 4139/2013
Άρθρο 83Άσκηση δεύτερης προσφυγής
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 70 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η άσκηση δεύτερης προσφυγής όταν η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για λόγους τυπικούς. Η προσφυγή αυτή ασκείται εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση της τελεσίδικης απόφασης και τα αποτελέσματα της άσκησής της ανατρέχουν στον χρόνο άσκησης της πρώτης.»
Άρθρο 84Στην παράγραφο 1 του άρθρου 127 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, προστίθενται εδάφια, ως ακολούθως:
«Όσες από τις διαφορές της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 6, που υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του εφετείου, έχουν αντικείμενο που υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, προσδιορίζονται κατά προτεραιότητα εντός τριών μηνών από την κατάθεση του δικογράφου. Ως αντικείμενο της διαφοράς νοείται το ποσό της εισφοράς, φόρου, τέλους κ.λπ., χωρίς προσαυξήσεις και πρόσθετους φόρους.»