Απόφαση 349 / 2018 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Αριθμός 349/2018

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ’ Ποιν. Τμήμα – (Σε Συμβούλιο)

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα, Μαρία Γκανιάτσου και Γρηγόριο Κουτσοκώστα – Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευσταθίας Σπυροπούλου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Αναγνωστοπούλου.
Συνήλθε σε συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 17 Ιανουαρίου 2018, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του Εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου, περί κανονισμού αρμοδιότητας δικαστηρίου, με κατηγορούμενο τον Γ. Σ. του Κ., κάτοικο …. Η αίτηση αυτή με ημερομηνία 12 Ιουνίου 2017 και με αρ.πρωτ…, που απευθύνεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …17.
Έπειτα η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευσταθία Σπυροπούλου εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου με αριθ.πρωτ….-11-2017 στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: “Κατά τις διατάξεις του άρθρου 132 παρ. 1 και 2 του Κ.Π.Δ., αν μεταξύ πολλών δικαστηρίων εξίσου αρμοδίων που δεν υπάγονται το ένα στο άλλο ή μεταξύ ανακριτικών υπαλλήλων, αμφισβητείται η αρμοδιότητα για το ίδιο έγκλημα είτε για συναφή εγκλήματα ή αν με βουλεύματα του ίδιου ή διαφορετικών συμβουλίων, αποφασίστηκε η παραπομπή για το ίδιο έγκλημα στο ακροατήριο δύο ή περισσοτέρων εξίσου αρμοδίων δικαστηρίων, η αρμοδιότητα καθορίζεται, ειδικότερα αν η σύγκρουση δημιουργήθηκε μεταξύ δικαστηρίων, εκ των οποίων το ένα από αυτά είναι Εφετείο, από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, που συνέρχεται σε Συμβούλιο και προσδιορίζει το αρμόδιο δικαστήριο, μετά από αίτηση του κατηγορούμενου του πολιτικώς ενάγοντα ή του εισαγγελέα. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει με σαφήνεια, ότι υφίσταται περίπτωση κανονισμού αρμοδιότητας από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, κατά τη διαδικασία που αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων περιπτώσεων και όταν αμφισβητείται η αρμοδιότητα, μεταξύ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων), μάλιστα ανεξάρτητα από την “εφετειακή περιφέρεια”, στην οποία υπάγεται το πρώτο. Εξάλλου κατά το άρθρο 97 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, τα κακουργήματα δικάζονται (κατ’ αρχή), από μικτά ορκωτά δικαστήρια, που συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές και ενόρκους, όπως ορίζει νόμος, όσα δε κακουργήματα έχουν υπαχθεί κατ’ εξαίρεση, μέχρι την ισχύ του Συντάγματος, με συντακτικές πράξεις, ψηφίσματα ή ειδικούς νόμους, στη δικαιοδοσία των εφετείων, εξακολουθούν να δικάζονται από αυτά, εφόσον δεν υπαχθούν με νόμο στην αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων, ενώ θεσπίζεται και δυνατότητα υπαγωγής με νόμο στη δικαιοδοσία των ίδιων εφετείων και άλλων κακουργημάτων {Α.Π. 718/2003}. Κατά δε το άρθρο 109 του ΚΠΔ “Το μικτό ορκωτό δικαστήριο δικάζει σε πρώτο βαθμό: α) τα κακουργήματα, εκτός από εκείνα που ανήκουν στην αρμοδιότητα των μονομελών και τριμελών εφετείων και β) τα πολιτικά πλημμελήματα”. Περαιτέρω στο πέμπτο άρθρο του Ν.3625/2007 προβλεπόταν ότι “υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 323Α παρ.4, 324 και στα άρθρα 336, 337, 338, 339, 342, 343, 345, 346, 347, 348, 349, 351, 351Α και 353 του Π.Κ, ανακρίνονται και εκδικάζονται σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, εντός δύο ετών από την τέλεση της πράξης ή τη διαπίστωση τέλεσής της”. Η εν λόγω διάταξη αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 7 του Ν3727/2008 και ορίστηκε ότι “Στις υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 323Α παρ.4, 324, 336, 337 παρ.3και 4, 338, 339, 342, 343, 345, 346, 347, 348Α, 348Β, 349, 351, 351Α και 353 του Π.Κ, η ανάκριση διεξάγεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και περατώνεται για τα κακουργήματα και συναφή πλημμελήματα σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 του Ν.663/1977″, ενώ με τη διάταξη του άρθρου 29 παρ.2 του Ν.3772/2009 προστέθηκε στο άρθρο αυτό τελευταίο εδάφιο και ορίστηκε ότι τα κακουργήματα του προηγούμενου εδαφίου εκδικάζονται από το τριμελές εφετείο”. Ήδη με το άρθρο 29 του Ν.3904/2010 τροποποιήθηκε εκ νέου το άρθρο πέμπτο του Ν.3625/2007, το οποίο προβλέπει πλέον ότι “στις υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος και αναφέρονται στα άρθρα 323Α, 324 και 336 έως 353 του Π.Κ, η ανάκριση διεξάγεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και περατώνεται και για τα συναφή πλημμελήματα με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών”, Από τις προεκτεθείσες διατάξεις προκύπτει ότι μετά την ισχύ του Ν. 3904/23-12-2010, επανήλθαν στην καθ’ ύλη αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου όσα κακουργήματα σε βάρος ανηλίκων θυμάτων είχαν αφαιρεθεί από την αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και είχαν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων με τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου του πέμπτου άρθρου του Ν.3625/2007, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 29 παρ.2 του Ν.3772/2009. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ’ αριθμ. 21, 22/2011 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου, η οποία διορθώθηκε με την υπ’ αριθμ. 75/2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου, αποφασίσθηκε, ότι το δικαστήριο αυτό στερείται αρμοδιότητας για εκδίκαση υπόθεσης με κατηγορούμενο τον Γ. Σ., που αφορά βιασμό ανήλικης εμφανίζουσα νοητική υστέρηση (άρθρα 325 και 326 παρ.1 του Π.Κ), η οποία τελέσθηκε τον Ιούνιο του 2008 και εισήχθη ενώπιον του με το 99/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης και ότι η υπόθεση υπάγεται στην εξαιρετική αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων Αιγαίου στο οποίο και παραπέμφθηκε προς εκδίκαση. Στη συνέχεια, όμως, εκδόθηκε η 4/2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου, με την οποία αποφασίσθηκε, ότι και το δικαστήριο αυτό στερείται αρμοδιότητας να δικάσει την υπόθεση και κηρύχθηκε αναρμόδιο. Κατόπιν αυτών, υποβλήθηκε στην Εισαγγελία το Αρείου Πάγου το υπ’ αριθμό πρωτ. …-6-2017 έγγραφο του Εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου, με το οποίο διαπιστώνεται σύγκρουση αρμοδιότητας μεταξύ των αναφερόμενων δύο δικαστηρίων, που δεν υπάγονται το ένα στο άλλο και ζητείται από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, ο κανονισμός της αρμοδιότητας. Η αίτηση αυτή του Εισαγγελέα Εφετών είναι νόμιμη και βάσιμη, αφού πράγματι υφίσταται, με τα δεδομένα που αναφέρθηκαν, αποφατική σύγκρουση αρμοδιότητας, μεταξύ του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου και του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου, συντρέχει περίπτωση κανονισμού αρμοδιότητας από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου και πρέπει να γίνει δεκτή και να καθορισθεί, ως αρμόδιο καθ’ ύλη δικαστήριο, για την εκδίκαση της αναφερόμενης υπόθεσης, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χίου. Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Να αρθεί η αποφατική σύγκρουση αρμοδιότητας που δημιουργήθηκε μεταξύ του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου και του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου και να προσδιορισθεί ως αρμόδιο, για εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χίου. Η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασιλική Θεοδώρου.”
Αφού άκουσε
την Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 132 παρ. 1 και 2 του ΚΠοινΔ, “1. Αν μεταξύ πολλών δικαστηρίων εξίσου αρμοδίων που δεν υπάγονται το ένα στο άλλο ή μεταξύ ανακριτικών υπαλλήλων αμφισβητείται η αρμοδιότητα για το ίδιο έγκλημα είτε για συναφή εγκλήματα, ή αν με βουλεύματα του ίδιου ή διαφορετικών συμβουλίων αποφασίστηκε η παραπομπή για το ίδιο έγκλημα στο ακροατήριο δύο ή περισσότερων εξίσου αρμόδιων δικαστηρίων, η αρμοδιότητα καθορίζεται ως εξής: 2. Το συμβούλιο εφετών, στην περιφέρεια του οποίου υπάγονται τα δικαστήρια μεταξύ των οποίων δημιουργήθηκε αμφισβήτηση, ή ο Άρειος Πάγος, αν υπάγονται σε διαφορετικά εφετεία ή αν ένα από τα δικαστήρια αυτά είναι το εφετείο ή αν η σύγκρουση δημιουργήθηκε μεταξύ των κοινών ποινικών δικαστηρίων και των στρατιωτικών, προσδιορίζει το αρμόδιο δικαστήριο με αίτηση του κατηγορουμένου, του πολιτικώς ενάγοντος ή του εισαγγελέα ή του επιτρόπου ενός από τα πολλά αρμόδια δικαστήρια η αίτηση πρέπει να είναι νομότυπη και να απευθύνεται στον εισαγγελέα εφετών ή του Αρείου Πάγου. Ο αρμόδιος εισαγγελέας εισάγει την αίτηση στο συμβούλιο εφετών ή στον Άρειο Πάγο που συνέρχεται σε συμβούλιο”. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 97 παρ. 1 εδ. α’ και 2 του Συντάγματος, “Τα κακουργήματα και τα πολιτικά εγκλήματα δικάζονται από μικτά ορκωτά δικαστήρια, που συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές και ενόρκους, όπως ορίζει νόμος. Κακουργήματα και πολιτικά εγκλήματα που με συντακτικές πράξεις, ψηφίσματα και ειδικούς νόμους έχουν υπαχθεί έως την ισχύ του Συντάγματος στη δικαιοδοσία των εφετείων, εξακολουθούν να δικάζονται από αυτά, εφόσον δεν υπαχθούν με νόμο στην αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων. Με νόμο μπορεί να υπαχθούν στη δικαιοδοσία των ίδιων εφετείων και άλλα κακουργήματα”. Ακόμη, κατά το άρθρο 109 του ΚΠοινΔ, “Το μικτό ορκωτό δικαστήριο δικάζει σε πρώτο βαθμό: α) τα κακουργήματα, εκτός από εκείνα που ανήκουν στην αρμοδιότητα των μονομελών και τριμελών εφετείων και β) τα πολιτικά πλημμελήματα”. Περαιτέρω, στο πέμπτο άρθρο του Ν. 3625/2007 προβλεπόταν ότι “Υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 323Α παρ. 4, 324 και στα άρθρα 336, 337, 338, 339, 342, 343, 345, 346, 347, 348, 349, 351, 351A και 353 του ΠΚ ανακρίνονται και εκδικάζονται σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, εντός δύο ετών από την τέλεση της πράξης ή τη διαπίστωση τέλεσής της”. Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με εκείνη του άρθρου 7 του Ν. 3727/2008 και ορίστηκε ότι “Στις υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 323Α παρ. 4, 324, 336, 337 παρ. 3 και 4, 338, 339, 342, 343, 345,346, 347, 348Α, 348Β, 349, 351, 351Α και 353 του ΠΚ, η ανάκριση διεξάγεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και περατώνεται για τα κακουργήματα και συναφή πλημμελήματα σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 του Ν. 663/1977″, ενώ με τη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 2 του Ν. 3772/2009 προστέθηκε στο άρθρο αυτό τελευταίο εδάφιο και ορίστηκε ότι τα κακουργήματα του προηγούμενου εδαφίου εκδικάζονται από το τριμελές εφετείο”. Ήδη, με το άρθρο 29 του Ν. 3904/2010, τροποποιήθηκε εκ νέου το πέμπτο άρθρο του Ν. 3625/2007, το οποίο προβλέπει πλέον ότι “Στις υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος και αναφέρονται στα άρθρα 323Α, 324 και 336 έως 353 του ΠΚ, η ανάκριση διεξάγεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και περατώνεται και για τα συναφή πλημμελήματα με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών”. Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 3904/2010, “Οι κατά τα άνω ρυθμίσεις, με τις οποίες αφαιρείται “κλασσική” ύλη από την αρμοδιότητα του ΜΟΔ και οι συγκεκριμένες υποθέσεις παραπέμπονται με απευθείας κλήση, σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 του Ν. 663/1977, στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, θεωρούνται άστοχες και έχουν δημιουργήσει ήδη αρκετά προβλήματα κατά την εφαρμογή τους. Από τις διατάξεις του άρθρου 97 του Συντ. συνάγεται ότι η γενική αρμοδιότητα εκδίκασης των κακουργημάτων ανήκει στα μικτά ορκωτά δικαστήρια που συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές και ενόρκους, όπως νόμος ορίζει, και η αφαίρεση κακουργημάτων από τα δικαστήρια αυτά θα πρέπει να συνιστά την εξαίρεση και να γίνεται με ιδιαίτερη φειδώ. Η παρεχόμενη, με την άνω συνταγματική διάταξη, στον κοινό νομοθέτη εξουσιοδότηση, δεν πρέπει να φτάνει μέχρι το σημείο ανατροπής του κανόνα. Έτσι, η αφαίρεση από την αρμοδιότητα του ΜΟΔ των παραπάνω κακουργημάτων με θύματα ανηλίκους, δεν κρίνεται ούτε δικαιολογημένη ούτε σκόπιμη, αφού τα κακουργήματα αυτά είναι από τη φύση τους εκείνα που κατά παράδοση ανήκαν στην αρμοδιότητα των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων και τα οποία προεχόντως μπορούσαν να κρίνουν οι ένορκοι. Εξάλλου, η επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας, την οποία επαγγέλλεται η Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 3727/2008, με την αποκοπή μάλιστα της ενδιάμεσης διαδικασίας των συμβουλίων, δεν επιτεύχθηκε, αφού οι υποθέσεις παραπέμφθηκαν μεν στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, αλλά “λίμνασαν” σ’ αυτό. Αντίθετα, οι υποθέσεις αυτές θα εκδικάζονταν πιο γρήγορα εάν παρέμεναν στο φυσικό τους δικαστή, δηλαδή στο ΜΟΔ …. Για όλους τους παραπάνω λόγους κρίνεται αναγκαία η “επιστροφή” των εν λόγω υποθέσεων στο ΜΟΔ, στο φυσικό τους δικαστή”. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις, προκύπτει ότι μετά την ισχύ του Ν. 3904/23-12-2010, επανήλθαν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου όσα κακουργήματα σε βάρος ανήλικων θυμάτων είχαν αφαιρεθεί από την αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και είχαν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων με τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου του πέμπτου άρθρου του Ν. 3625/2007, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν. 3772/2009. Τούτο συνάγεται και από το σκοπό του νομοθέτη, όπως αποτυπώνεται στο προπαρατεθέν απόσπασμα της Αιτιολογικής Έκθεσης του Ν.3904/2010. Σημειωτέον, ότι ο τελευταίος πιο πάνω δικονομικός νόμος, εφόσον δεν ορίζεται το αντίθετο με μεταβατική του διάταξη, έχει άμεση εφαρμογή και στις εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις, όπως η κατωτέρω αναφερόμενη, για τις επιχειρούμενες υπό την ισχύ αυτού διαδικαστικές πράξεις, ως προς το ατέλεστο μέρος τούτων (Ολ.ΑΠ 1/2014, 390/1992). Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας προέκυψαν τα ακόλουθα: Με την απόφαση 21, 22/2011 του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου, η οποία διορθώθηκε με την απόφαση 75/2017 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χίου αποφάνθηκε αφενός μεν ότι είναι καθ’ ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της υπόθεσης με κατηγορούμενο το Γ. Σ., η οποία εισήχθη σ’ αυτό με βάση το βούλευμα 99/2009 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης και αφορά στην αξιόποινη πράξη του βιασμού ανήλικης (άρθρ. 336 παρ. 1 του ΠΚ), η οποία (πράξη) φέρεται ότι έχει τελεστεί τον Ιούνιο του έτους 2008, αφετέρου δε ότι η υπόθεση υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων Αιγαίου, στο οποίο παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση. Στη συνέχεια, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου, στο οποίο εισήχθη η υπόθεση, αποφάνθηκε, με την απόφασή του 4/2017, ότι, για τους αναφερόμενους σ’ αυτή λόγους, είναι καθ’ ύλην αναρμόδιο να δικάσει την ως άνω υπόθεση. Έτσι, για το ζήτημα του καθ’ ύλην αρμοδίου να δικάσει την ως άνω υπόθεση δικαστηρίου, έχει επέλθει διαφωνία μεταξύ του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου και του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου και, συνακόλουθα, αποφατική σύγκρουση αρμοδιότητας μεταξύ αυτών, για την άρση της οποίας έχει εισαχθεί, κατά το άρθρο 132 παρ. 1 και 2 του ΚΠοινΔ, στο Δικαστήριο τούτο, που συνέρχεται σε Συμβούλιο, η υποβληθείσα από την Εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου σχετική αίτηση …-6-2017. Με τα δεδομένα αυτά και εφόσον, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην μείζονα σκέψη, μετά την ισχύ του Ν. 3904/23-12-2010 επανήλθαν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου όσα κακουργήματα σε βάρος ανήλικων θυμάτων είχαν αφαιρεθεί από την αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και είχαν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων με τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου του πέμπτου άρθρου του Ν. 3625/2007, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν. 3772/2009, αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο για την εκδίκαση της ως άνω υπόθεσης είναι το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χίου. Κατά συνέπεια, πρέπει: α) να αρθεί η αποφατική σύγκρουση αρμοδιότητας, που δημιουργήθηκε με τις αποφάσεις 21, 22/2011 του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου (διορθωθείσα με την απόφαση 75/2017 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου) και 4/2017 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου και β) να προσδιοριστεί ως αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο για την εκδίκαση της προαναφερόμενης υπόθεσης το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χίου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αίρει την αποφατική σύγκρουση αρμοδιότητας, που δημιουργήθηκε με τις αποφάσεις 21, 22/2011 του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χίου (διορθωθείσα με την απόφαση 75/2017 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου) και 4/2017 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου.
Προσδιορίζει, ως αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο για την εκδίκαση της αναφερόμενης στο σκεπτικό υπόθεσης με κατηγορούμενο το Γ. Σ., η οποία αφορά στην αξιόποινη πράξη του βιασμού ανήλικης (άρθρ. 336 παρ. 1 του ΠΚ), φερόμενη ότι έχει τελεστεί τον Ιούνιο του έτους 2008, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χίου.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Φεβρουαρίου 2018.
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 28 Φεβρουαρίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

areiospagos.gr