ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου – Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημητρούλα Υφαντή, Χαράλαμπο Καλαματιανό, Ειρήνη Καλού και Χρήστο Βρυνιώτη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 17 Νοεμβρίου 2017, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1) Ε. Τ. του Α., 2) Α. Α. του Γ. και 3) Θ. Τ. του Α., κατοίκων …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Πανούση, που δήλωσε στο ακροατήριο ότι ανακαλεί την από 13-11-2017 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και παρίσταται.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Α. Β. του Κ. και 2) Ι. Μ. του Π., συζ. Α. Β., κατοίκων …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Δέσποινα Μίγα – Κατσογιάννη.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20-6-2012 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κατερίνης.

Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 16/2015 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 2026/2015 του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 21-6-2016 αίτησή τους.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Χρήστο Βρυνιώτη, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης, η πληρεξούσια των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης προκύπτει ότι η με την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 2026/2015 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 647 επ. ΚΠολΔ, αποτελεί κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής.

Με την από 20-6-2012 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων κατά των αναιρεσειόντων, που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, οι ενάγοντες – αναιρεσίβλητοι εκθέτουν ότι τόσο αυτοί όσο και οι εναγόμενοι – αναιρεσείοντες είναι κύριοι των ειδικά αναφερομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών της επί της οδού … του Λιτόχωρου Πιερίας οικοδομής, η οποία διέπεται από τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και αυτές του συνταγέντος μεταξύ των συνιδιοκτητών κανονισμού πολυκατοικίας. Ότι οι εναγόμενοι καθαίρεσαν τμήμα της στέγης και κατασκεύασαν νέο όροφο (σοφίτα), ενώ παράλληλα κατασκεύασαν επί της κεραμοσκεπούς στέγης της οικοδομής τρία ακαλαίσθητα ανοίγματα. Ότι, με τις άνω ενέργειες, οι εναγόμενοι τους απέκλεισαν από την χρήση του κοινόχρηστου δώματος και στέγης, έθεσαν σε κίνδυνο τη στατική ασφάλεια και αλλοίωσαν την αισθητική εμφάνιση και αρχιτεκτονική μορφή της οικοδομής. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησαν, κατ’ εκτίμηση των αιτημάτων τους, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι α) να παύσουν κάθε οικοδομική επί του δώματος και στέγης της οικοδομής εργασία, να κατεδαφίσουν τη σοφίτα και να καθαιρέσουν τα επί της κεραμοσκεπής ανοίγματα, άλλως να επιτραπεί στους ενάγοντες να πράξουν τα ανωτέρω με δαπάνες των εναγομένων, διατασσομένων των τελευταίων να προκαταβάλουν στους ενάγοντες το απαιτούμενο για τις άνω καθαιρέσεις ποσό των 30.000 ευρώ και β) να παραλείπουν στο μέλλον κάθε πράξη προσβολής του δικαιώματός τους στη σύγχρηση του δώματος – στέγης με την απειλή σε βάρος τους χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης για κάθε παραβίαση ή άρνηση συμμόρφωσής τους με την απόφαση που θα εκδοθεί. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 16/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, με την οποία το δικαστήριο απέρριψε την ανωτέρω αγωγή, δεχόμενο ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος, που πρόβαλαν οι εναγόμενοι. Κατά της απόφασης αυτής, άσκησαν έφεση οι εναγόμενοι και επί της εφέσεώς τους εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 2026/2015 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε τυπικά και ουσιαστικά δεκτή, αυτή (έφεση), εξαφανίσθηκε η υπ’ αριθμ. 16/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης και περαιτέρω (το Εφετείο) δικάζοντας επί της ουσίας την ένδικη αγωγή δέχθηκε αυτή εν μέρει και υποχρέωσε τους εναγομένους να παύσουν κάθε οικοδομική, επί του δώματος και της στέγης της οικοδομής, που περιγράφεται στο ιστορικό, εργασία, να καθαιρέσουν την επί της επίδικης οικοδομής σοφίτα και τα επί της κεραμοσκεπής αυτής ανοίγματα, άλλως επέτρεψε στους ενάγοντες να πράξουν τα ανωτέρω με δαπάνες των εναγομένων και απαγόρευσε στους εναγομένους κάθε μελλοντική προσβολή της σύγχρησης των εναγόντων επί των κοινοχρήστων δώματος και στέγης της ανωτέρω πολυκατοικίας με απειλή χρηματική ποινής χιλίων (1.000) ευρώ και προσωπικής κράτησης έξι (6) μηνών για κάθε ένα από τους εναγομένους για κάθε παράβαση. Τέλος, το Εφετείο, επέβαλε τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων σε βάρος των εναγομένων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.

Ο λόγος αναίρεσης από τον αρ. 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, για παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου, στοιχειοθετείται όταν το δικαστήριο της ουσίας, είτε κάνοντας εσφαλμένη ανάγνωση του κειμένου αποδεικτικού εγγράφου κατά την έννοια των άρθρων 339 και 432 ΚΠολΔ, είτε παραλείποντας την ανάγνωση κρισίμων περικοπών ή φράσεων αυτού, αποδίδει σ’ αυτό περιστατικά προδήλως διαφορετικά από εκείνα που πράγματι περιέχει και ακολούθως, με βάση μόνο αυτό ή κυρίως αυτό, καταλήγει σε αποδεικτικό πόρισμα επιβλαβές για τον αναιρεσείοντα για πράγματα με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, δηλαδή στο διατακτικό της απόφασής του. Αντίθετα, δεν υπάρχει παραμόρφωση εγγράφου, όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υποπίπτει σε διαγνωστικό σφάλμα ως προς το περιεχόμενο του εγγράφου και, αξιολογώντας τα περιστατικά που πράγματι περιέχονται σ’ αυτό, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που θεωρεί ο αναιρεσείων ορθό, οπότε πρόκειται για εκτίμηση αποδείξεων που δεν ελέγχονται αναιρετικά. Επίσης δεν θεμελιώνεται ο προαναφερόμενος λόγος αναίρεσης, όταν το δικαστήριο της ουσίας στήριξε το αποδεικτικό πόρισμά του σε συνεκτίμηση και άλλων αποδεικτικών μέσων, χωρίς να εξαίρει τη βαρύτητα του σχετικού εγγράφου στη διαμόρφωση της γνώμης του ως προς την ύπαρξη ή μη του αποδεικτέου γεγονότος (Ολ.ΑΠ 2/2008, 1/1999). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4, 5 και 13 του ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ προκύπτει ότι επί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους δημιουργείται χωριστή κυριότητα επί ορόφου ή διαμερίσματος αυτού και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ’ ανάλογη μερίδα επί του εδάφους, ο δε κύριος του διαμερίσματος ορόφου, εφόσον δεν υφίσταται κανονισμός ή δεν ορίζεται σε τούτον διαφορετικά, έχει όλες τις εξουσίες που απορρέουν από την κυριότητα, μεταξύ των οποίων και αυτή της ενέργειας πάσης μεταβολής ή προσθήκης στο αυτοτελές οικοδόμημα, όροφο αυτού κ.λπ., αρκεί να μην παραβλάπτει τη χρήση των άλλων ιδιοκτητών και να μην ελαττώνεται η ασφάλεια τούτων ή του οικοδομήματος. Μπορεί, επίσης, να κάνει απόλυτη χρήση των κοινών πραγμάτων με τον όρο να μη βλάπτει τα δικαιώματα των λοιπών ιδιοκτητών, ούτε να μεταβάλλει τον συνηθισμένο προορισμό τους. Ο ειδικότερος προσδιορισμός των κοινόκτητων και κοινόχρηστων αυτών μερών γίνεται είτε με τη συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία, είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 και 13 του άνω ν. 3741/1929 (Ολ.ΑΠ 8/2002), η δε ρύθμιση αυτή για τα κοινόχρηστα μέρη είναι άσχετη προς το τυχόν εργολαβικό μεταξύ του οικοπεδούχου και του εργολάβου, στον οποίο ανατέθηκε η ανέγερση πολυώροφης οικοδομής. Αυτό (εργολαβικό) δεν ιδρύει την οροφοκτησία, ως μορφή οριζόντιας διαιρεμένης κυριότητας επί ορόφων ή διαμερισμάτων αυτών, αλλά είναι ενοχική απλώς σύμβαση παράγουσα ενοχικές μόνον αξιώσεις και υποχρεώσεις μεταξύ των συμβληθέντων μερών. Επομένως, το ποια μέρη απαρτίζουν την οικοδομή και θα υπαχθούν έτσι στο σύστημα της κατ’ ορόφους ιδιοκτησίας, καθώς επίσης ποια από αυτά θα αποτελέσουν ιδιαίτερες ιδιοκτησίες και ποια (πέραν των κατά το νόμο κοινοκτήτων και κοινοχρήστων) θα παραμείνουν ως κοινόκτητα στην κοινή των ιδιοκτητών χρήση, προβλέπεται και καθορίζεται αποκλειστικά στη συστατική της οροφοκτησίας πράξη. Αν στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας (ή και στα κατασκευαστικά σχέδια που τη συνοδεύουν, ως μέρος αυτής) έχει προβλεφθεί στέγη ως απόληξη του κτίσματος, αυτή περιλαμβάνεται στην αρχική οικοδομή που υπάγεται στην οροφοκτησία, άρα δεν αποτελεί βάση ή οροφή προσθήκης ανήκουσα στον έχοντα τυχόν παρακρατήσει το δικαίωμα περαιτέρω οικοδόμησης (δικαίωμα υψούν) και, εφόσον δεν ορίστηκε ότι η στέγη θα αποτελέσει χωριστή ιδιαίτερη ιδιοκτησία, μέλλουσα να περιέλθει σε ορισμένο πρόσωπο, ανήκει στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη και περιέρχεται κατά κυριότητα, νομή και χρήση σε όλους κατά το λόγο της εξ αδιαιρέτου μερίδας εκάστου (πρβλ. Ολ.ΑΠ 22/2001). Επίσης, μπορεί να περιληφθεί στον κανονισμό συμφωνία, με την οποία ένας ή και περισσότεροι από τους συνιδιοκτήτες θα έχουν το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης σε κοινόκτητο και κοινόχρηστο τμήμα της οικοδομής, αλλά για τον προορισμό που το τμήμα αυτό από τη φύση του έχει και προκύπτει από τις λειτουργικές χρησιμότητες του οικοδομήματος, που ορίζονται από τον κανονισμό, την τοποθεσία του ακινήτου και τις τακτικές συνήθειες της περιοχής. Τέτοια συνηθισμένη χρήση για το δώμα ή υπό τη στέγη (σοφίτα) είναι το άπλωμα και το τίναγμα των ρούχων, η τοποθέτηση γλαστρών κ.λπ., όχι όμως και η μετατροπή τους σε στεγασμένο χώρο ή για επαγγελματική χρήση τρίτων. Μια τέτοιας φύσεως μεταβολή μπορεί να επέλθει μόνο με κοινή απόφαση όλων των συνιδιοκτητών, η εγκυρότητα των συμφωνιών των οποίων δεν θίγεται από τις εκάστοτε ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις (περί αυθαιρέτων κατασκευών κ.λπ.), εκτός αν προβλέπεται ρητά απαγόρευση των συμφωνιών αυτών (Ολ.ΑΠ 380/1977). Έτσι, κάθε συνιδιοκτήτης, εφόσον από τις ενέργειες είτε άλλου συνιδιοκτήτη είτε τρίτου, μη συνιδιοκτήτη, παραβλάπτεται στη χρήση των κοινών πραγμάτων, έχει το δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση. Το δικαίωμα των θιγόμενων συνιδιοκτητών στην περίπτωση αυτή ασκείται σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του νόμου και δεν ενέχει άνευ άλλου καταχρηστικότητα, ακόμη και αν πέρασαν πολλά έτη από τις βλαπτικές ενέργειες. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Για να θεωρηθεί η άσκηση δικαιώματος ως καταχρηστική, κατά την διάταξη αυτή, θα πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων, που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή ο οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλο περιστατικό, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν την γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2 παρ. 12, 4 παρ. 1, 5 και 13 παρ. 1 του Ν. 3741/1929 προκύπτει ότι, με τον κανονισμό πολυωρόφου οικοδομής εγκύρως τίθεται περιορισμός και απαγόρευση ως προς τη χρήση των κοινοχρήστων και κοινοκτήτων πραγμάτων της πολυκατοικίας και ότι, αν με τον κανονισμό απαγορεύεται η ενέργεια από τους συνιδιοκτήτες μεταβολής στα κοινά μέρη, η απαγόρευση αυτή ισχύει και αν ακόμη από την απαγορευμένη ενέργεια δεν παραβλάπτεται η χρήση των άλλων συνιδιοκτητών ούτε μειώνεται η ασφάλεια αυτών ή του οικοδομήματος στη συγκεκριμένη περίπτωση και έτσι δεν είναι αναγκαία η έρευνα των προϋποθέσεων τούτων, για να κριθεί αν έλαβε χώρα ανεπίτρεπτη, ως αντικείμενη στον κανονισμό, ενέργεια συνιδιοκτήτη, όταν επιδιώκεται να αρθεί η παράνομη αυτή κατάσταση, που δημιουργήθηκε. Όμως, η γι’ αυτήν την άρση αξίωση απαγορεύεται ως καταχρηστική, όταν η άσκησή της υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Είναι η υπέρβαση αυτή “προφανής”, όταν προκαλεί την έντονη εντύπωση αδικίας σε σχέση με το όφελος του δικαιούχου από την άσκηση του δικαιώματός του (ΑΠ 1640/2011). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη 24 παρ. 1α του Ν. 4014/2011 περί “περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων, ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ, Δωρεές Μελετών κ.λπ.”, αναστέλλεται για τριάντα (30) χρόνια η επιβολή κυρώσεων μετά την καταβολή ενιαίου ειδικού προστίμου, το ύψος και η διαδικασία καταβολής του οποίου καθορίζεται στο ως άνω άρθρο, ανάλογα με την κατηγορία παράβασης, για κτίρια των οποίων έχει ολοκληρωθεί ο φέρων οργανισμός και χρήσεων, που έχουν εγκατασταθεί, μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή (28-7-2011) και έχουν ανεγερθεί καθ’ υπέρβαση είτε της οικοδομικής άδειας είτε των όρων ή περιορισμών δόμησης του ακινήτου είτε χωρίς οικοδομική άδεια, εφόσον η χρήση τους δεν απαγορεύεται από τις πολεοδομικές διατάξεις για τις χρήσεις γης που ισχύουν στην περιοχή του ακινήτου ή δεν απαγορευόταν κατά το χρόνο έκδοσης της οικοδομικής άδειας ή κατά το χρόνο κατασκευής η εγκατάστασης της αυθαίρετης χρήσης και εφόσον το ακίνητο ή η αυθαίρετη αλλαγή χρήσης δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις 3 του προηγούμενου άρθρου.

Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο δέχθηκε, ανελέγκτως, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. “Δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/21-7-2006 προσυμφώνου πώλησης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου μετά του δικαιώματος δόμησης ανοικοδόμητων χώρων της συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζ. Ζ. Τ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο … και με αριθμό … υποβλήθηκε σε καθεστώς κάθετης και οριζόντιας ιδιοκτησίας το με αριθμό … οικόπεδο, που βρίσκεται στο … Νομού Πιερίας, στο με αριθμό … Οικοδομικό Τετράγωνο – Τομέας … της επέκτασης του σχεδίου πόλης και επί δημοτικών οδών και πεζοδρόμου και ήδη επί της οδού …, όπως αυτό εμφαίνεται υπό στοιχεία … στο από Ιανουάριο 2006 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Κατερίνης Ι. Π., που προσαρτάται στην ως άνω πράξη, ενώ παράλληλα στο ίδιο συμβόλαιο συντάχθηκε και κανονισμός διοίκησης και διαχείρισης των επί αυτού ανεγερθησομένων οικοδομών. Ειδικότερα, το άρθρο 2 του προαναφερομένου κανονισμού της οικοδομής απαγορεύει την αλλαγή της όψης της οικοδομής και ειδικότερα απαγορεύει κάθε μετατροπή ή επέμβαση, ακόμη και επιπόλαιη, στο φέροντα οργανισμό της οικοδομής, στους εξωτερικούς τοίχους, στην όψη αυτής, την αλλαγή του χρωματισμού της όψης, την αλλαγή των εξωστών, των εξωτερικών θυρών και παραθύρων και των φωταγωγών. Επί του οικοπέδου αυτού, δυνάμει της με αριθμό …2007 οικοδομικής αδείας της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πιερίας, ανεγέρθηκαν τρία κτίρια, μεταξύ των οποίων και το με αριθμό …, ήτοι τριώροφη οικοδομή με στέγη και υπόγειο, στην οποία βρίσκονται οι ιδιοκτησίες των διαδίκων. Ειδικότερα, Α) οι ενάγοντες, κατέστησαν συγκύριοι, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, του υπό στοιχείο Β2 αυτοτελούς και διηρημένου διαμερίσματος (κατοικίας) του δευτέρου πάνω από το ισόγειο ορόφου της προαναφερόμενης τριώροφης οικοδομής (κτίριο …), το οποίο έχει εμβαδό μικτό 63,24 τ.μ. και ποσοστό συγκυριότητας στο μεν όλο οικόπεδο 123/1000 εξ αδιαιρέτου, στο δε τμήμα κάθετης ιδιοκτησίας και στους κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους, μέρη και εγκαταστάσεις της οικοδομής …1000 εξ αδιαιρέτου, περιήλθε δε σε αυτούς δυνάμει του με αριθμό …15-11-2007 συμβολαίου αγοράς της Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζ. Ζ. Τ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο … και με αριθμό …, Β) η πρώτη των εναγομένων έχει στην αποκλειστική κυριότητά της α) το υπό στοιχείο Β1 διαμέρισμα του δευτέρου πάνω από το ισόγειο ορόφου, εμβαδού μικτού 73,59 τ.μ. και με ποσοστό συγκυριότητας στο μεν όλο οικόπεδο 144/1000 εξ αδιαιρέτου, στο δε τμήμα κάθετης ιδιοκτησίας και στους κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους, μέρη και εγκαταστάσεις της οικοδομής 217/1000 εξ αδιαιρέτου και β) ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου της αέρινης στήλης της παραπάνω οικοδομής με το αντίστοιχο δικαίωμα της καθ’ ύψος επέκτασης αυτής, η οποία έχει συνολικό ποσοστό συγκυριότητας 12/1000 εξ αδιαιρέτου στο άνω οικόπεδο, που περιήλθαν σε αυτήν δυνάμει του με αριθμό …/8-10-2007 συμβολαίου αγοράς της Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζ. Ζ. Τ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο … και με αριθμό … και Γ) οι δεύτερος και τρίτη των εναγομένων είναι συγκύριοι, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, του υπολοίπου ποσοστού 1/2 εξ αδιαιρέτου της αέρινης στήλης της οικοδομής με το αντίστοιχο δικαίωμα της καθ’ ύψος επέκτασης αυτής, η οποία έχει συνολικό ποσοστό συγκυριότητας 12/1000 εξ αδιαιρέτου στο άνω οικόπεδο, που περιήλθε σε αυτούς δυνάμει του με αριθμό …5-2-2009 συμβολαίου αγοράς της ίδιας όπως παραπάνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κατερίνης στον τόμο … και με αριθμό …. Παράλληλα, στα προαναφερόμενα με αριθμούς …/8-10-2007 και …5-2-2009 συμβόλαια της Συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζ. Τ., ανεγράφη ότι οι εναγόμενοι απέκτησαν το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης χώρων του δώματος πάνω από το δεύτερο όροφο και κάτω από την υπερυψωμένη στέγη της ένδικης οικοδομής, και ειδικότερα η μεν πρώτη εναγόμενη του χώρου του δώματος πάνω από το υπό στοιχείο Β1 διαμέρισμα ιδιοκτησίας της, οι δε δεύτερος και τρίτη από αυτούς του χώρου του δώματος που προσδιορίζεται υπό στοιχεία … στην από Ιούνιο 2006 κάτοψη στέγης του πολιτικού μηχανικού I. Π., χώρος που κατ’ ουσία συμπίπτει με το δώμα πάνω από το υπό στοιχείο Β2 διαμέρισμα, ιδιοκτησίας των εναγόντων. Το δικαίωμα καθορισμού των χώρων αυτών ως ανηκόντων στην αποκλειστική χρήση τρίτων αγοραστών φέρεται ότι είχε παρασχεθεί στον εργολάβο-πωλητή από τους αρχικούς οικοπεδούχους με το άρθρο 26 του προαναφερόμενου εργολαβικού προσυμφώνου (φύλλο 32, β’ σελίδα του άνω συμβολαίου …/2006) και όχι βάσει άρθρου του κανονισμού διοίκησης, όπως αβάσιμα (σελ. 24-25 των προτάσεών τους) υποστηρίζουν οι εναγόμενοι (απλώς το εργολαβικό προσύμφωνο και ο κανονισμός διοίκησης έχουν συνταχθεί με το ίδιο συμβόλαιο, είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο κανονισμός διοίκησης περιλαμβάνεται μετά το εργολαβικό, στα φύλλα 35 και εξής του ίδιου συμβολαίου), οπότε πρόκειται για μια ενοχική σύμβαση που παράγει ενοχικές μόνο αξιώσεις και υποχρεώσεις μεταξύ των συμβληθέντων μερών, αλλά δεν δεσμεύουν τους τρίτους και εν προκειμένω τους ενάγοντες (βλ. μείζονα σκέψη). Αποδείχθηκε, περαιτέρω, ότι σε χρόνο που δεν προέκυψε επακριβώς, αλλά οπωσδήποτε το Νοέμβριο του 2011, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι στις 16-11-2011 με Σήμα της Πολεοδομίας διακόπηκαν οι οικοδομικές εργασίες των εναγομένων (βλ. κατωτέρω), οι τελευταίοι, προκειμένου να μετατρέψουν τον άνω χώρο της σοφίτας σε κατοικήσιμο χώρο (διαμέρισμα), εμβαδού 35 τ.μ., προέβησαν στη διάνοιξη τριών ανοιγμάτων (παραθύρων) με υπερυψωμένα υπέρθυρα στην κοινόχρηστη στέγη της οικοδομής. Η διάνοιξη αυτή έλαβε χώρα χωρίς άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής, κατόπιν δε αιτήματος των εναγομένων, η αυθαίρετη αυτή κατασκευή τους υπήχθη στις διατάξεις νομιμοποίησης αυθαιρέτων του άρθρου 24 του ν. 4014/2011, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες άνευ ημερομηνίας δύο βεβαιώσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, στις οποίες βεβαιώνεται ότι οι εναγόμενοι κατασκεύασαν χώρο κύριας χρήσης (σοφίτα), με υπέρβαση δόμησης 35 τ.μ. και υπέρβαση καθ’ ύψος 1 μ., επιβλήθηκαν δε τα νόμιμα πρόστιμα στους εναγόμενους. Ανεξαρτήτως, ωστόσο, της νομιμοποίησης ή μη της κατασκευής και των συνεπειών που αυτή συνεπάγεται (μόνο επί μια 30ετία), δεν παύει η ως άνω ενέργεια των εναγομένων, εφόσον αυτοί παρεβίασαν το προαναφερθέν άρθρ. 2 του κανονισμού διοίκησης της οικοδομής -ανεξαρτήτως του εάν χρησιμοποιήθηκαν για την αυθαίρετη κατασκευή καλαίσθητα υλικά και δεν εμποδίζονται οι ενάγοντες στη χρήση του τμήματος του δώματος, που βρίσκεται πάνω από το κλιμακοστάσιο της επίδικης πολυκατοικίας, ή ότι η μετατροπή της σοφίτας σε διαμέρισμα αποτελεί συνήθη πρακτική στην περιοχή της ένδικης πολυκατοικίας, όπως υποστηρίζουν οι εναγόμενοι, ή εάν κινδυνεύει η στατική ασφάλεια της οικοδομής, όπως υποστηρίζουν οι ενάγοντες,- και εφόσον δεν υφίσταται ομόφωνη περί του αντιθέτου απόφαση όλων των συγκυρίων, που να έχει νόμιμα μεταγραφεί, αυτή (η κατασκευή της σοφίτας) αποτελεί παραβίαση του δικαίου περί οροφοκτησίας (βλ. μείζονα σκέψη). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι η διάνοιξη των ως άνω παραθύρων αποτελούσε το μόνο τρόπο αξιοποίησης των δικαιωμάτων τους επί του κάτω από τη στέγη δώματος της οικοδομής και κατ’ επέκταση των χώρων μεταξύ αυτής και της στέγης (σοφίτες), για την απόκτηση των οποίων με το σκοπό αυτό, οι ίδιοι υποβλήθηκαν στη δαπάνη αγοράς της αέρινης στήλης, είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, διότι, κατά το ν. 3741/1929, άνευ προβλέψεως στη συστατική της οροφοκτησίας πράξη, δεν είναι δυνατή η προσθήκη αυτοτελούς ιδιοκτησίας σε μια οικοδομή που υποβλήθηκε στις διατάξεις του νόμου αυτού, δεδομένου ότι μια νέα αυτοτελής και αυθαίρετη διηρημένη ιδιοκτησία δεν έχει καν ποσοστό συγκυριότητας επί του εδάφους και των λοιπών κοινόκτητων μερών της οικοδομής, πολύ δε περισσότερο στην ένδικη οικοδομή, στην οποία -όπως προκύπτει από το υπ’ αριθ. …/2013 έγγραφο της Πολεοδομίας Ν. Πιερίας, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι εκκαλούντες- κατά την έκδοση της οικοδομικής αδείας της, το 2007, εξαντλήθηκε ο συντελεστής δόμησης του οικοπέδου. Επίσης, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες συναίνεσαν στην ως άνω αυθαίρετη κατασκευή επί της κοινόχρηστης σοφίτας της οικοδομής, ούτε ότι δημιούργησαν εύλογη πεποίθηση στους εναγόμενους ότι δεν θα αντιδράσουν στην ενέργειά τους αυτή, όπως οι τελευταίοι αβασίμως υποστηρίζουν, αντίθετα δε από τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα έγγραφα προκύπτει ότι οι ενάγοντες άμεσα αντέδρασαν, ήτοι προέβησαν σε καταγγελία στο Αστυνομικό Τμήμα Λιτοχώρου στις 6-11-2011 (βλ. …- α’ /6-11-2011 απόσπασμα Βιβλίου Αδικημάτων και Συμβάντων), όσο και στη Διεύθυνση Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών … στις 8-11-2012, βάσει δε της καταγγελίας αυτής η ανωτέρω αρχή διέταξε τη διακοπή των οικοδομικών εργασιών (υπ’ αριθ. …/16-11-2011 Σήμα αυτής, διακοπή που ωστόσο άρθηκε στις 20-12-2011 με Σήμα Συνέχισης, γεγονός που σημαίνει ότι οι οικοδομικές εργασίες των εναγομένων συνεχίζονταν και μετά τις 28-7-2011, ήτοι μετά την κατάθεση στη Βουλή του ν. 4014/2011), ακολούθως στις 13-12- 2011 κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης την υπ’ αριθ. καταθ. …/2011 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζήτησαν τη ρύθμιση της κατάστασης στην πολυκατοικία τους, αίτηση η οποία απερρίφθη, τέλος δε στις 21-6-2012 κατέθεσαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κατερίνης την ως άνω υπ’ αριθ. καταθ. …/2012 αγωγή, με την οποία ζήτησαν όσα παραπάνω αναφέρθηκαν. Επομένως, το αξιούμενο με την αγωγή δικαίωμα των εναγόντων δεν υπερβαίνει τα διαγραφόμενα στην διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ όρια…

Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκανε δεκτή την ως άνω ένσταση των εναγομένων ως ουσιαστικά βάσιμη και, συνακόλουθα, απέρριψε την αγωγή, εσφαλμένα ερμήνευσε το νόμο και τις αποδείξεις εκτίμησε και, συνεπώς, ο πρώτος λόγος της κρινόμενης έφεσης, που αναφέρεται στη διάταξη του άρθρ. 281 ΑΚ, ως και οι λοιποί λόγοι, που αναφέρονται σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, είναι βάσιμοι και κατ’ ουσία. Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση, ως ουσία βάσιμη, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση, να δικασθεί η υπό κρίση αγωγή και να εξετασθεί αυτή περαιτέρω κατ’ ουσία… Εφόσον απεδείχθη, ως ανωτέρω, ότι η ομολογούμενη από τους εναγόμενους, κατασκευή αυτών επί του κοινοχρήστου δώματος της οικοδομής είναι παράνομη, η δε άσκηση του αγωγικού δικαιώματος δεν παρίσταται ως καταχρηστική, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη, να υποχρεωθούν δε οι εναγόμενοι να παύσουν κάθε οικοδομική επί του δώματος και της στέγης εργασία, να καθαιρέσουν την επί της επίδικης οικοδομής σοφίτα και τα επί της κεραμοσκεπής αυτής ανοίγματα, αλλιώς επιτρέπει στους ενάγοντες να πράξουν τα ανωτέρω με δαπάνες των εναγομένων και, εφόσον απεδείχθη ο συμβατικός όρος περί αποκλειστικής χρήσης του δώματος από τους εναγομένους δεν έχει ισχύ έναντι των εναγόντων, απαγορεύει στους εναγόμενους κάθε μελλοντική προσβολή της σύγχρησης των τελευταίων επί των κοινοχρήστων δώματος και στέγης με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης…”.

Στην προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσείοντες με τον πρώτο λόγο της αναίρεσης, αποδίδουν στην προσβαλλόμενη απόφαση του Εφετείου την εκ του αριθμ. 20 του άρθρου 559 αναιρετική πλημμέλεια με το να δεχθεί (το Εφετείο) ότι αυτοί (αναιρεσείοντες) δεν απέκτησαν δικαιώματα αποκλειστικής χρήσης των χώρων της πλάκας πάνω από τον δεύτερο όροφο της επίδικης οικοδομής και κάτω από τη στέγη με τις υπ’ αριθμούς …/8.10.2007 και …5.2.2009 συμβολαιογραφικές πράξεις της συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζ. Τ., που μεταγράφηκαν νόμιμα και ότι η απόκτηση των δικαιωμάτων αποκλειστικής χρήσης που αναφέρεται στο άνω συμβόλαιο δεν δεσμεύει τους τρίτους και εν προκειμένω τους αναιρεσείοντες καθώς το δικαίωμα καθορισμού των χώρων αυτών, ως ανηκόντων στην αποκλειστική χρήση τρίτων αγοραστών είχε παρασχεθεί στον Εργολάβο από τους αρχικούς οικοπεδούχους σύμφωνα με το άρθρο 26 του Εργολαβικού προσυμφώνου και όχι βάσει άρθρου του Κανονισμού Διοίκησης οπότε πρόκειται για μια ενοχική σύμβαση που παράγει ενοχικές μόνο αξιώσεις και υποχρεώσεις μεταξύ των συμβληθέντων μερών. Ότι, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω αιτιάσεων, οι αναιρεσείοντες ισχυρίζονται ότι το, Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο του υπ’ αριθμ. …/2006 συμβολαιογραφικού προσυμφώνου της συμβολαιογράφου Κατερίνης Ζ. Τ..

Ο ανωτέρω λόγος της αναίρεσης εκ του αριθ. 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι αβάσιμος κατά το σκέλος του αυτό και απορριπτέος, διότι όπως προκύπτει από το σύνολο των παραδοχών του Εφετείου (προαναφέρθηκαν), αυτό (Εφετείο), στηρίχθηκε όχι αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στο περιεχόμενο του παραπάνω συμβολαίου, αλλά συνεκτίμησε αυτό με τις λοιπές αποδείξεις που στην κατ’ είδος αναφορά των αποδεικτικών μέσων επικαλείται και κατέληξε σε διαφορετικό πόρισμα από εκείνο που επικαλούνται και θεωρούν ορθό οι αναιρεσείοντες. Περαιτέρω, το Εφετείο, που δεν δέχθηκε τις προαναφερόμενες αιτιάσεις των αναιρεσειόντων, όπως από το σύνολο των παραδοχών του προκύπτει, δεν παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ, 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 και 13 του ν. 3741/1929 και 1 παρ. 2 του ν.δ. 1024/1971, αλλά ούτε και τις διατάξεις των άρθρων 158, 261, 217, 218, 223, 724 και 725 ΑΚ και δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης, αλλά με σαφείς, πλήρεις και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα και ο πρώτος λόγος αναίρεσης κατά το δεύτερο σκέλος του εκ των αριθμών 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ με τις αντίθετες αναιρετικές αιτιάσεις, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης το Εφετείο απέρριψε την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος, που παραδεκτά πρότειναν οι αναιρεσείοντες (πρωτοδίκως και κατ’ έφεση), προς θεμελίωση της οποίας πρόβαλαν τους αναφερόμενους στο σχετικό δεύτερο λόγο της αναίρεσής τους επί μέρους ισχυρισμούς, που δεν ερεύνησε το Εφετείο, υποπίπτοντας στην πλημμέλεια εκ του αριθμ. 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Ειδικότερα οι ισχυρισμοί τους που προτάθηκαν και θεμελιώνουν καταχρηστική άσκηση της αγωγής είναι κατά τους αναιρεσείοντες οι παρακάτω: 1) Ότι αυτοί αποδέχθηκαν με τη συμβολαιογραφική πράξη αγοράς του διαμερίσματός τους ότι ο τρίτος αγοραστής μπορεί στο μέλλον να αγοράσει από τον εργολάβο το δικαίωμα του υψούν και την αποκλειστική χρήση της πλάκας πάνω από το διαμέρισμά τους. 2) Ότι παρά το γεγονός ότι στα πλαίσια της καλής γειτονίας ερωτήθηκαν τόσο από αυτούς, όσο και από τον εργολάβο εάν επιθυμούν να αγοράσουν το δικαίωμα του υψούν και την αποκλειστική χρήση της πλάκας πάνω από το διαμέρισμά τους πριν προβούν αυτοί το 2009 στην αγορά του, αρνήθηκαν και αποδέχθηκαν να προβούν αυτοί στην αγορά του, προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν ως σοφίτα – κατοικία, όταν πολεοδομικά θα μπορεί να νομιμοποιηθεί. 3) Ότι αυτοί (αναιρεσείοντες) προέβησαν στην αγορά της αέρινης στήλης και του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης καταβάλλοντας σημαντικό τίμημα προκειμένου να το αξιοποιήσουν, διαμορφώνοντας τα τρία επίδικα ανοίγματα στη στέγη για να φωτίζεται ο χώρος πάνω από την πλάκα και κάτω από τη στέγη.

Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο δέχθηκε αναφορικά με την παραπάνω ένσταση τα εξής: “Επίσης, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες συναίνεσαν στην ως άνω αυθαίρετη κατασκευή επί της κοινόχρηστης σοφίτας της οικοδομής, ούτε ότι δημιούργησαν εύλογη πεποίθηση στους εναγόμενους ότι δεν θα αντιδράσουν στην ενέργειά τους αυτή, όπως οι τελευταίοι αβασίμως υποστηρίζουν, αντίθετα δε από τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα έγγραφα προκύπτει ότι οι ενάγοντες άμεσα αντέδρασαν, ήτοι προέβησαν σε καταγγελία στο Αστυνομικό Τμήμα Λιτοχώρου στις 6-11-2011 (βλ. …-α’ /6-11-2011 απόσπασμα Βιβλίου Αδικημάτων και Συμβάντων), όσο και στη Διεύθυνση Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών … στις 8-11-2012, βάσει δε της καταγγελίας αυτής η ανωτέρω αρχή διέταξε τη διακοπή των οικοδομικών εργασιών (υπ’ αριθ. …/16-11-2011 Σήμα αυτής, διακοπή που ωστόσο άρθηκε στις 20-12-2011 με Σήμα Συνέχισης, γεγονός που σημαίνει ότι οι οικοδομικές εργασίες των εναγομένων συνεχίζονταν και μετά τις 28-7-2011, ήτοι μετά την κατάθεση στη Βουλή του ν. 4014/2011), ακολούθως στις 13-12-2011 κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης την υπ’ αριθ. καταθ. …/2011 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζήτησαν τη ρύθμιση της κατάστασης στην πολυκατοικία τους, αίτηση η οποία απερρίφθη, τέλος δε στις 21-6-2012 κατέθεσαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κατερίνης την ως άνω υπ’ αριθ. καταθ. …/2012 αγωγή, με την οποία ζήτησαν όσα παραπάνω αναφέρθηκαν. Επομένως, το αξιούμενο με την αγωγή δικαίωμα των εναγόντων δεν υπερβαίνει τα διαγραφόμενα στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ όρια, που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος αυτού και, ως εκ τούτου, η προβληθείσα σχετική ένσταση των εναγομένων δεν αποδεικνύεται και ουσιαστικά βάσιμη, αφενός διότι οι εναγόμενοι ρητά ομολογούν ότι προέβησαν στην αγορά της αέρινης στήλης και στην ακόλουθη αυθαίρετη κατασκευή, με σκοπό να τη νομιμοποιήσουν πολεοδομικά, για να έχουν έναν επιπλέον κατοικήσιμο χώρο (σελ. 11, 17, 30 των προτάσεών τους), αφετέρου δε απεδείχθη ότι οι ενάγοντες παραβλάφθηκαν στη σύγχρηση των κοινοχρήστων δώματος-στέγης, καθόσον από την παραπάνω κατασκευή των εναγομένων παρεμποδίζεται η απορροφητικότητα των απορροφητήρων και της καμινάδας τους (των εναγόντων)…”. Έτσι κρίνοντας το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, ήτοι την απόρριψη της ενστάσεως καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος των εναγόντων, έλαβε υπόψη όλους τους ισχυρισμούς που πρόβαλαν, παραδεκτά οι αναιρεσείοντες, προς θεμελίωση της παραπάνω ενστάσεώς τους (στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι επιμέρους ισχυρισμοί που αναφέρθηκαν παραπάνω και που αναφέρουν οι αναιρεσείοντες, στο δεύτερο λόγο της αναίρεσής τους), όπως τούτο προκύπτει από τις παραπάνω αιτιολογίες και παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και από το σύνολο των παραδοχών αυτής, όπως προεκτέθηκαν. Κατ’ ακολουθία ο παραπάνω λόγος αναίρεσης εκ του αριθμ. 8 του άρθρου 559 περί μη λήψης υπ’ όψη πραγμάτων που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Περαιτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει πλήρεις και σαφείς αιτιολογίες ως προς την απόρριψη της ενστάσεως καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος των εναγόντων και οι επιμέρους αναιρετικές αιτιάσεις που προβάλλουν οι αναιρεσείοντες με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου της αναίρεσης, εκ του αριθμ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμες και απορριπτέες. Περαιτέρω, απορριπτέος, ως απαράδεκτος ελέγχεται και ο τρίτος λόγος της αναίρεσης με τον οποίο οι αναιρεσείοντες αποδίδουν στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πλημμέλειες που αφορούν την ουσιαστική εκτίμηση των αποδείξεων, που δεν ελέγχονται αναιρετικά.

Κατ’ ακολουθίαν των, ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσιβλήτων, που κατέθεσαν προτάσεις κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημά τους (άρθρα 176, 180, 183, 189 παρ. 1 και 2 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), επιδικαζομένων ενιαίως. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τους αναιρεσείοντες παραβόλου, λόγω της ήττας τους, στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε’ του Κ.Πολ.Δ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 21-6-2016 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ….6.2016 αίτηση για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 2026/2015 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.

Και

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τους αναιρεσείοντες παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 2 Φεβρουαρίου 2018.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2018.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

oenet.gr