– Aπό τις διατάξεις των άρθρων 597 ΑΚ, 661 ΚΠολΔ και 66 ΕισΝΚΠολΔ, προκύπτει ότι σε περίπτωση καθυστέρησης του μισθώματος παρέχονται στον εκμισθωτή δύο δικαιώματα και ειδικότερα: α) να καταγγείλει για το λόγο αυτό τη σύμβαση, οπότε λύεται η σύμβαση, εκτός εάν εντός μηνός καταβληθούν τα καθυστερούμενα μισθώματα, μετά των τυχόν εξόδων της καταγγελίας, οπότε η καταγγελία καθίσταται ανενεργός και β) να ζητήσει με αγωγή απευθείας την απόδοση του μισθίου, λόγω δυστροπίας του μισθωτή περί την καταβολή του μισθώματος, χωρίς να έχει καταγγείλει προηγουμένως τη μίσθωση, η οποία στην περίπτωση αυτή εξακολουθεί υφιστάμενη και λήγει με την εκτέλεση της απόφασης που διέταξε την απόδοση του μισθίου λόγω καθυστέρησης πληρωμής του μισθώματος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η δίκη καταργείται αν ο μισθωτής, μέχρι τέλους της επ’ ακροατηρίου συζήτησης ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, καταβάλει όλα τα καθυστερούμενα μισθώματα, μετά των παραχρήμα από τον δικάζοντα οριζομένων εξόδων καταγγελίας, εξαιρουμένης της περίπτωσης κατά την οποία η εκ δυστροπίας καθυστέρηση υπήρξε επανειλημμένη, οπότε δεν επέρχεται κατάργηση της δίκης. Τέτοια όμως εξαίρεση δεν προβλέπεται επί καταγγελίας της μίσθωσης βάσει του άρθρου 597 ΑΚ και συνεπώς, εάν ο μισθωτής εντός της ως άνω προθεσμίας ασκήσει το δικαίωμα καταβολής, επέρχεται ματαίωση των αποτελεσμάτων της καταγγελίας, έστω και εάν επανειλημμένως καθυστερήσει την πληρωμή του μισθώματος (ΑΠ 2037/2006, ΑΠ 1708/1991). Εξάλλου, ο νόμος δεν καθιερώνει διαζευκτική ή εκλεκτική συρροή, έτσι ώστε να αποκλείεται η επικουρική ενάσκηση, με το ίδιο δικόγραφο, των προαναφερομένων δικαιωμάτων. Οπωσδήποτε όμως η διττή θεμελίωση της αξίωσης απόδοσης του μισθίου πρέπει να προκύπτει από το αγωγικό δικόγραφο. Για τη θεμελίωση της αξίωσης στο άρθρο 66 ΕισΝΚΠολΔ δεν αρκεί μόνη η διηγηματική μνεία στο αγωγικό δικόγραφο “καθυστέρησης από δυστροπία”, αφού η προϋπόθεση αυτή απαιτείται και για την καταγγελία της μίσθωσης βάσει του άρθρου 597 ΑΚ.