Περίληψη: Προσβολή προσωπικότητας από τη διακοπή τηλεφωνικής σύνδεσης σε δικηγορικό γραφείο -. Ευθύνη προς αποζημίωση από τη συμπεριφορά προστηθέντων της τηλεφωνικής εταιρείας.

Εφετείο Αθηνών

Αριθ. 2438/2013

(…) Ο ενάγων είναι δικηγόρος Αθηνών από το έτος 1970, ασκεί από τότε ενεργά τη δικηγορία (…) κατήρτισε, στις 20.9.1972 και 5.10.1977, με την εναγομένη ανώνυμη εταιρία τηλεπικοινωνίας (** ΑΕ), η τελευταία του παρέχει προς χρήση στο δικηγορικό του γραφείο δύο κύριες τηλεφωνικές συνδέσεις του αστικού τηλεφωνικού της δικτύου, των οποίων η λειτουργία είναι απολύτως αναγκαία για την άσκηση του λειτουργήματός του, ιδίως για την επικοινωνία του με τους πελάτες του (…). Τη Δευτέρα στις 20 Αυγούστου το πρωί ο ίδιος και η συνεργάτης του δικηγόρος Μ.Σ.** διαπίστωσαν ότι δεν λειτουργούσαν τα τηλέφωνα του γραφείου του και αμέσως ο ενάγων, μετά από κλήση μέσω του κινητού του τηλεφώνου του αριθμού της εναγομένης για την αναγγελία των βλαβών, του 121, ειδοποίησε του αρμοδίους υπαλλήλους της για την διακοπή της τηλεφωνικής σύνδεσης του γραφείου του, δηλώνοντάς τους ταυτόχρονα ότι η λειτουργία της είναι απολύτως απαραίτητη για το δικηγορικό του γραφείο, και έλαβε την υπόσχεση ότι άμεσα θα τον επισκεφθεί τεχνικός της εναγομένης προς αποκατάσταση της βλάβης, στην οποία υποχρεούτο η εναγομένη, με σχετικό συμβατικό όρο εντός 48 ωρών από την επομένης της αναγγελίας (…). Κατόπιν τούτων σαφώς αποδείχθηκε από την προσήκουσα εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των αποδεικτικών μέσων ότι οι προστηθέντες υπάλληλοι της εναγομένης, παρότι γνώριζαν από τον ίδιο τον ενάγοντα ότι οι τηλεφωνικές συνδέσεις εξυπηρετούσαν το δικηγορικό του γραφείο και ήταν απολύτως αναγκαίες για την εύρυθμη λειτουργία και την άσκηση του επαγγέλματός του, και δη την επικοινωνία με τους πελάτες του και όποιον τρίτον τον χρειαζόταν για την παροχή των δικηγορικών του υπηρεσιών, την λήψη και την αποστολή τηλεομοιοτυπιών και την σύνδεση με το διαδίκτυο που είναι αναγκαία για την επιστημονική του ενημέρωση, αδιαφόρησαν επανειλημμένα για την αποκατάσταση της βλάβης των τηλεφωνικών συνδέσεων του γραφείου, που ήταν συνήθης και όφειλαν και μπορούσαν να την αποκαταστήσουν εντός δύο ημερών από την επομένη της αναγγελίας της, και έτσι του στέρησαν επί οκτώ συνεχείς πλήρεις ημέρες τη χρήση ενός αναγκαίου αγαθού για την ελεύθερη ανάπτυξη της επαγγελματικής του δραστηριότητας ως δικηγόρου, επιπλέον αγνοώντας τον επιδεικτικά κατά τις συνεχείς διαμαρτυρίες του, τηλεφωνικές και αυτοπρόσωπες, και την επισήμανση για την αδυναμία λειτουργίας του δικηγορικού του γραφείου, εμπαίζοντάς τον με την γνωστή τους αναφορά ότι δήθεν η βλάβη των τηλεφώνων του ήταν δήθεν αποκατεστημένη και κάνοντάς τον να αναμένει ματαίως, επίσης εν γνώσει τους, την δήθεν επικείμενη άφιξη τεχνικών στο γραφείο του προς επισκευή της βλάβης, δύο φορές για πολλές ώρες κάθε φορά, εκ των οποίων μάλιστα η μία ήταν ημέρα Σάββατο, χωρίς οποιαδήποτε εξήγηση, απαξιώντας και να απαντήσουν ακόμη στις συνεχείς τηλεφωνικές κλήσεις για κάποια δικαιολογία, καταδεικνύει απαξία, εμπαιγμό και καταφρόνηση στο πρόσωπο του ενάγοντος, με υπαιτιότητα των προστηθέντων της εναγομένης. (…) Από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τα προαναφερόμενα, ο ενάγων δικηγόρος υπέστη, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ηθική βλάβη και προς αποκατάσταση αυτής δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης. (…). Κατόπιν όλων των ανωτέρω πρέπει να γίνει δκετή εν μέρει η κρινόμενη αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των 5.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Για τους λόγους αυτούς

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, υπ’ αριθ. 5274/2010 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, τακτικής διαδικασίας.

Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της αγωγής.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει την εναγομένη-εφεσίβλητη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος-εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.