λύση Ο.Ε, καταγγελία, εκούσια αποχώρηση εταίρου, παραβίαση πίστης.

Περίληψη. (δημοσίευση στα νομικά περιοδικά: ΔΕΕ 2014/682, ΑΡΜ 2014/2081) Ομόρρυθμη εταιρεία. Λόγοι λύσεως μετά τον ν. 4072/2012. Αποκλεισμός εταίρου. Εκουσία δικαιοδοσία. Αίτηση λύσης ομόρρυθμης εταιρείας λόγω σπουδαίου λόγου. Συνεκδικάζεται με αίτηση των λοιπών εταίρων της εταιρείας με την οποία ζητείται ο αποκλεισμός των εταίρων που αιτήθηκαν την λύση της εταιρείας. Προϋποθέσεις παραδεκτού. Κοινοποιείται στους λοιπούς εταίρους και όχι στην εταιρεία. Απορρίπτει την αίτηση λύσης. Αρχή της διατήρησης της εταιρείας. Μετά την ισχύ του ν. 4072/ 2012 δεν προβλέπεται από το νόμο η λύση της εταιρείας για σπουδαίο λόγο, ούτε υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο καταστατικό. Δικαίωμα των εταίρων να ζητούν τον διορισμό εκκαθαριστή διαφορετικό από αυτόν που ορίζει το καταστατικό αν δεν συμφωνούν. Προϋποθέσεις.

Ένσταση εκκρεμοδικίας για το αίτημα διορισμού εκκαθαριστή επειδή είχε ασκηθεί σε αίτηση λύσης της εταιρείας λόγω καταγγελίας κατά το 767 ΑΚ. Σε κάθε περίπτωση επί της άνω αιτήσεως είχε εκδοθεί απόφαση και δεν έχει ασκηθεί έφεση οπότε δεν υφίσταται εκκρεμοδικία. Αίτηση αποκλεισμού εταίρου. Μη νόμιμο το αίτημα να αναγνωριστεί ότι οι εταίροι έχουν ήδη αποχωρήσει. Αφορά νομική αξιολόγηση πραγματικής καταστάσεως. Δεν αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού η απόδοση στον εταίρο της εταιρικής του εισφοράς την οποία μπορεί να ζητήσει αυτοτελώς. Κρίθηκε ότι η εταιρεία είναι ενεργή. Εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της, τακτοποιεί τις οφειλές της και έχει μεγάλο κύκλο εργασιών. Ο καθού η αίτηση εταίρος έχει κατηγορηθεί για υπεξαίρεση κατά το χρόνο που ήταν διαχειριστής. Στην ουσία έχει αποχωρήσει από την εταιρεία. Η σύζυγός του λειτουργεί επιχείρηση στην περιοχή με παρόμοια προϊόντα στην οποία συμμετέχει ενεργά. Έχει ζητήσει την σφράγιση της εταιρικής περιουσίας και την λύση της εταιρείας. Κρίθηκε ότι έχει παραβεί την υποχρέωση πίστης και παράλειψη βλάβης των εταιρικών συμφερόντων. Αρχή της αναλογικότητας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος διευθέτησης των σχέσεων των εταίρων. Δεκτή μερικά η αίτηση αποκλεισμού.
Μονομελές Πρωτοδικείο Καρδίτσας 22/ 2014
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δαμασιώτου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο Πρωτοδικών, Διευθύνουσα το Πρωτοδικείο Καρδίτσας.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στην Καρδίτσα, την 13η Νοεμβρίου 2013.

(Β) 1. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 259 § 1 Ν. 4072/2012 περί «Βελτιώσεως επιχειρηματικού περιβάλλοντος – Νέας εταιρικής μορφής – Σημάτων – Μεσιτών ακινήτων – Ρυθμίσεως θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ Α` 86/11-4-2012), η ομόρρυθμη εταιρία λύνεται α) με την πάροδο του χρόνου διαρκείας της, β) με απόφαση των εταίρων, γ) με την κήρυξη της σε πτώχευση και δ) με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, ενώ στην εταιρική σύμβαση μπορεί να προβλέπονται και άλλοι λόγοι λύσεως της εταιρίας. Βάσει της διατάξεως του άρθρου 259 § 2 Ν. 4072/ 2012, η αίτηση εκδικάζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρίας, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Επισημαίνεται ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 249 § 1 του ιδίου ως άνω Ν. 4072/ 2012, ομόρρυθμη είναι η εταιρία με νομική προσωπικότητα που επιδιώκει εμπορικό σκοπό, για τα χρέη της οποίας ευθύνονται παράλληλα όλοι οι εταίροι απεριόριστα και εις ολόκληρον, ενώ σύμφωνα με την § 2 του άρθρου 249 του Ν. 4072/2012, εφόσον δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στο αντίστοιχο κεφάλαιο, εφαρμόζονται στην ομόρρυθμη εταιρία οι διατάξεις του Αστικού Δικαίου για την εταιρία, με εξαίρεση τις διατάξεις των άρθρων 758 και 761 ΑΚ. Σημειωτέον ότι, κατ` άρθρο 294 § 1 του Ν, 4072/ 2012 περί μεταβατικών διατάξεων, ο εν λόγω Νόμος εφαρμόζεται και στις εταιρίες που -κατά την έναρξη της ισχύος του από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, την 11/4/2012, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις (άρθρο 330§2 Ν 4072/2012)- δεν τελούν σε εκκαθάριση ή σε πτώχευση. Συνεπώς, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων του νέου νόμου 4072/ 2012 συνάγεται ότι οι λόγοι λύσεως προσωπικών εταίρων (Ο.Ε. και Ε.Ε.) διαφέρουν από αυτούς που γίνονταν δεκτοί κατά το προϊσχύσαν δίκαιο και καθορίζονται πλέον με κεντρικούς άξονες τη γενική αρχή της διατήρησης της εμπορικής επιχείρησης και το επιβεβλημένο απομάκρυνσης από τον απόλυτα προσωποπαγή χαρακτήρα των προσωπικών εταιριών. Μάλιστα, η εκ μέρους εταίρου καταγγελία της εταιρίας έχει πλέον απαλειφθεί ως προβλεπόμενος από το νόμο λόγος λύσεως της προσωπικής εταιρίας, ισχύει όμως ως τέτοιος λόγος, εφόσον προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση. Ωστόσο, στην εκάστοτε εταιρική σύμβαση, μπορεί να προβλέπονται και άλλοι λόγοι λύσης της εταιρίας (άρθρο 259 παρ. 1 εδ. 2 ν. 4072/ 2012, ως ανωτέρω), τέτοιοι δε λόγοι δεν αποκλείεται να είναι και γεγονότα που επιφέρουν άλλωστε και την έξοδο εταίρου από την εταιρία (για την εκούσια έξοδο αυτού, βλ. άρθρο 261 Ν. 4072/2012) που αφορούν σε μεταβολές στο πρόσωπο των εταίρων (όπως θάνατος ή πτώχευση εταίρου ή θέση του υπό δικαστική συμπαράσταση κλπ., κατ` άρθρο 260§§1-2 Ν.4072/2012) ή και η καταγγελία της εταιρίας από μέρους εταίρου. Συνεπώς, η καταγγελία αποτελεί πλέον λόγο λύσης της ομόρρυθμης εταιρίας, μόνον αν προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση και με τους όρους που προβλέπονται σ` αυτή. Επομένως, καταγγελία προϋφιστάμενης εταιρίας που λαμβάνει χώρα μετά την 11-4-2012 είναι άκυρη και η εταιρεία δεν λύεται, η λύση δε αυτή προκύπτει αβίαστα από το νέο νόμο, έστω και αν η απότομη εισαγωγή των νέων διατάξεων ξάφνιασε κάπως τους συναλλασσόμενους. Ως εκ τούτου, εάν δεν επαναλαμβάνονται στην εταιρική σύμβαση ρυθμίσεις του ΑΚ, όπως π.χ. ότι η καταγγελία αποτελεί λόγο λύσης της εταιρίας, ισχύουν εφεξής οι νέες ρυθμίσεις (βλ. ΜΠρΚαρδ 30/ 2013 και ΜΠρΚαρδ 20/ 2013 με παρατηρήσεις Ευάγγελου Περράκη Α` Δημοσίευση ΤΠΝ ΝΟΜΟΣ, Γνωμοδότηση -Μελέτη Ελίζας Αλεξανδρίδου «Η ετερόρρυθμη εταιρία μετά την ψήφιση του ν. 4072/2012» ΔΕΕ 8-9/2012 σελ. 725, Αντωνόπουλου «Η καταγγελία της εταιρίας», σελ. 239). Εξάλλου, πρέπει να τονιστεί ότι δεν αναφέρεται στο νέο νόμο ως λόγος λύσης της ομόρρυθμης εταιρείας η καταγγελία της εταιρείας από εταίρο, η οποία στο προϊσχύον δίκαιο, κατ` εφαρμογή των ΑΚ 766, 767, κατά την πάγια θέση της νομολογίας, οδηγούσε στη λύση όχι μόνο της εταιρείας ορισμένου αλλά και της εταιρίας αορίστου χρόνου, είτε υπήρχε σπουδαίος λόγος καταγγελίας είτε όχι. Αποτέλεσμα ήταν, ακόμη και όταν η καταγγελία ασκούνταν για λόγους εκβιασμού, να οδηγούνται σε διάλυση ομόρρυθμες εταιρίες, οι οποίες ήταν ενδεχομένως υγιείς και βιώσιμες, ενώ παράλληλα επιβραβεύονταν οι κακόπιστοι εταίροι, προς αποφυγή δε του δυσμενούς αυτού αποτελέσματος για την εταιρία, σταδιακά δε είχε αρχίσει ήδη να προβλέπεται στο καταστατικό ότι η καταγγελία της ομόρρυθμης εταιρίας δεν θα αποτελεί λόγο λύσης, αλλά λόγο εξόδου του καταγγέλλοντος` εταίρου (βλ. Ελίζα Αλεξανδρίδου «Η ομόρρυθμη εταιρία», σελ. 154- 155, 159, με περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία και τη νομολογία). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249, 259, όπως ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 330 ν. 4072/ 2012 (ΦΕΚ Α 86/11-04-2012), συνάγεται ότι η ομόρρυθμη εταιρεία λύεται με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος. Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου. Λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της διατήρησης της επιχείρησης και δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, σύμφωνα με το άρθρο 261 του ως άνω νόμου, το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρίας συνιστά έσχατο μέσο αντιμετώπισης της κατάστασης που ανέκυψε με τη συνδρομή του σπουδαίου λόγου και εγείρεται επομένως, μόνο σε περίπτωση που δεν ανευρέθη άλλος τρόπος άρσης του αδιεξόδου. Ο σπουδαίος λόγος κρίνεται κατά τις περιστάσεις και σε συνάρτηση με τη γενικότερη οργάνωση της συγκεκριμένης εταιρίας, η οποία θα αποτελεί τον κύριο οδηγό για την εκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης που δημιούργησε ο επικαλούμενος σπουδαίος λόγος. Η ύπαρξη του θα πρέπει πάντως να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας. Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Εξάλλου, ο σπουδαίος λόγος πρέπει κατά βάση να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρίας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Περιστατικά που συνιστούν σπουδαίο λόγο είναι, υπό το πρίσμα των νέων διατάξεων που επικεντρώνουν στην οπτική της εμπορικής επιχείρησης, φορέας της οποίας είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, παρά στον προσωποπαγή συμβατικό εταιρικό δεσμό, η κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η έλλειψη κερδών, η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων και η κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων (ΜΠρΘεσ 4842/ 2013 Αρμ 2013.270). Προς επίρρωση των ανωτέρω συνηγορούν και τα ακόλουθα που αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4072/ 2012: «… Σύμφωνα, επίσης, με τη διάταξη της ΑΚ 766, όπως αυτή πάγια ερμηνεύεται από τη νομολογία, η καταγγελία ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας ορισμένου χρόνου από έναν εταίρο επιφέρει πάντα τη λύση της εταιρίας, ακόμα δηλαδή και αν δεν υπάρχει σπουδαίος λόγος. Όπως είναι φανερό, τόσο οι ως άνω ρυθμίσεις του ΑΚ όσο και οι θέσεις της νομολογίας δεν ανταποκρίνονται στο αίτημα της διατήρησης της επιχείρησης, αφού, χωρίς να υπάρχει αποχρών οικονομικός λόγος, μπορούν να επιφέρουν τη διάλυση ακόμα και υγιών επιχειρήσεων». Με βάση την ανωτέρω διαπίστωση, διαμορφώνεται νέο καθεστώς λύσης των εμπορικών εταιριών, ο δε εξυπηρετούμενος σκοπός αυτού προκύπτει επίσης με σαφήνεια από την αιτιολογική έκθεση του ν. 4072/ 2012, σύμφωνα με την οποία: «Προβλέπεται ως νέος λόγος η λύση της εταιρίας με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση του εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος (άρθρο 11 παρ. 1 στ. δ`). Η ρύθμιση αποτρέπει τη λύση της εταιρίας, χωρίς να υπάρχει πράγματι σπουδαίος λόγος, όπως δέχεται η νομολογία που προαναφέρθηκε σχετικά με την καταγγελία. Δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρίας παρέχεται ως ultimum refugium σε περιπτώσεις που ο εταίρος έχει προς τούτο ειδικό έννομο συμφέρον. Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου». Περαιτέρω, στην ως άνω αιτιολογική έκθεση διατυπώνονται τα εξής: «Πέραν της δυνατότητας του εταίρου να επιφέρει τη δικαστική λύση της εταιρίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 περ. δ, προβλέπεται για πρώτη φορά το δικαίωμα εξόδου του εταίρου από την εταιρία. Το δικαίωμα εξόδου αντικαθιστά έτσι -χωρίς όμως να καταργεί, καθόσον μπορεί να εισαχθεί με την εταιρική σύμβαση- το δικαίωμα καταγγελίας» (βλ. σχ. και Αρ. Σινανιώτη – Μαρούδη «Προσωπικές Εταιρίες», 2012, σελ. 98).
2. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249 και 268 του ν. 4072/2012 συνάγεται ότι, αν σε περίπτωση λύσεως της εταιρίας οι εταίροι δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, τη λύση της εταιρείας ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισης, κατά το οποίο εφαρμόζονται, ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης στο παρόν κεφάλαιο, οι διατάξεις του αστικού κώδικα για την εταιρεία, ήτοι οι διατάξεις των 777 επ. ΑΚ, τα δε στοιχεία των εκκαθαριστών εγγράφονται στο Γ.Ε.ΜΗ. και το ίδιο ισχύει και σε κάθε περίπτωση αντικαταστάσεως εκκαθαριστή (άρθρο 268§2 Ν.4072/2012). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 778 ΑΚ, αν δεν υπάρχει κάποια άλλη συμφωνία των εταίρων, η εκκαθάριση διενεργείται από όλους τους εταίρους, οι οποίοι ενεργούν από κοινού και καλούνται πλέον εκκαθαριστές. Εάν όμως οι εταίροι δεν συμφωνούν στο πρόσωπο του εκκαθαριστή, ο κάθε εταίρος έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Δικαστήριο τον διορισμό του εκκαθαριστή. Εξάλλου, το Δικαστήριο οφείλει να προβεί στο διορισμό εκκαθαριστή ή εκκαθαριστών, χωρίς να δεσμεύεται από τα πρόσωπα που προτείνει ο αιτών εταίρος (ΑΠ 1363/1998 ΕΕμπΔ 1999/55, ΕφΑΘ 3243/2010 ΔΕΕ 2010/1303, Εφθεσ 599/2007 Αρμ 2007/1521, ΕφΠατρ 415/2003 ΔΕΕ 2004/422). Ως εκκαθαριστές μπορούν να διοριστούν ένας ή περισσότεροι από τους συνεταίρους ή συνηθέστερα τρίτα προς την εταιρία πρόσωπα, που έχουν ειδικότητα για την διεξαγωγή της εκκαθαρίσεως και είναι αμέτοχα στις προστριβές και διενέξεις των συνεταίρων (ΕφΑΘ 3248/2010 ό.π., ΕφΠειρ 1096/1995 ΔΕΕ 1996/267). Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 263 του ως άνω νόμου, αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρείας, σύμφωνα με την περίπτωση δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 259, το μονομελές πρωτοδικείο μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, αντί της λύσης της εταιρείας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου. Οι εταιρικές υποχρεώσεις, η παράβαση των οποίων παρέχει το δικαίωμα αποκλεισμού του εταίρου, εφόσον υπάρχει υπαιτιότητα του ως προς την παράβαση αυτή, είναι δυνατόν να επιβάλλονται από την εταιρική σύμβαση ή το νόμο (ΑΠ 585/ 2004 ΔΕΕ 2004/1271, ΜΠρΘεσ 4842/ 2013 ό.π.). Σημειωτέον δε ότι κατά το προϊσχύσαν δίκαιο (άρθρο 767 ΑΚ που εφαρμοζόταν και επί των ομορρύθμων εταιριών, λόγω ελλείψεως ειδικότερων διατάξεων, καθώς και άρθρο 18 ΕμπΝ), η λύση ομορρύθμου εταιρίας αορίστου χρόνου επερχόταν οποτεδήποτε με καταγγελία οποιουδήποτε εταίρου ανεξάρτητα από την ύπαρξη σπουδαίου λόγου, η δε καταγγελία αποτελούσε μονομερή δήλωση απευθυντέα προς όλους τους λοιπούς εταίρους και η νομότυπη άσκηση της επέφερε αμέσως τη λύση της εταιρίας και τη θέση της υπό εκκαθάριση. Η κατά το άρθρο 46 ΕμπΝ απαιτούμενη δημοσίευση της μεταβολής της εταιρικής συμβάσεως, οφειλόμενης σε άσκηση διαπλαστικού δικαιώματος (όπως λύση της εταιρίας με καταγγελία), απαιτούνταν μόνο έναντι των τρίτων (ΕφΔωδ 134/2004 Νόμος, ΕφΑΘ 2399/1995 Αρμ 1997/370, ΕφΑΘ 6396/1994 ΕΕμπΔ 1995/413, ΕφΘεσ 2318/1989 ΕλΔ/νη 1990/1070). Επίσης, κατά τις διατάξεις των άρθρων 765, 767, 777, 781-783 ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονταν και επί της κατά τον Εμπορικό Νόμο (άρθρο 18), ομόρρυθμης εταιρίας, μετά τη λύση της ακολουθούσε αυτοδικαίως και υποχρεωτικώς η εκκαθάριση (ΑΠ 1427/2000 ΕΕμπΔ 2001/70). Επισημαίνεται ακόμη ότι γενικά η εκκαθάριση έχει ως σκοπό τη διενέργεια των πράξεων εκείνων που είναι αναγκαίες, για να επιτευχθεί ο προσδιορισμός και η ρευστοποίηση του ενεργητικού της εταιρικής περιουσίας, η διαπίστωση και η εξόφληση των χρεών της εταιρίας και στη συνέχεια η απόδοση των εισφορών και η διανομή του τυχόν υπολοίπου μεταξύ των εταίρων (ΑΠ 1530/2008 Α ` Δημοσίευση ΤΠΝ Νόμος. ΕφΛαρ 485/2006 ΕπισκΕμπΔ 2006/1125, ΜΠρΘεσ 499/2013 Α` Δημοσίευση ΤΠΝ Νόμος). Περαιτέρω, εκκαθαριστές είναι τα πρόσωπα εκείνα που έχουν ως έργο τη διοίκηση του νομικού-προσώπου για τις ανάγκες της εκκαθαρίσεως (ΑΚ 74), κατά το μεταβατικό διάστημα που μεσολαβεί από τη λύση του ως την αποπληρωμή των χρεών του, την είσπραξη των απαιτήσεων του και την απόδοση της εναπομένουσας περιουσίας στους δικαιούχους, κατά τους ορισμούς του Καταστατικού ή του Νόμου (άρθρα 76 σε συνδυασμό προς 1916 – 1918 του ΑΚ). Σε περίπτωση διαφωνίας των εταίρων, ο εκκαθαριστής διορίζεται ή αντικαθίσταται από το Δικαστήριο με αίτηση ενός εκ των εταίρων ως έχοντος έννομο συμφέρον, για σπουδαίο λόγο, ήτοι για κάθε γεγονός που καθιστά αδύνατη ή πολύ δυσχερή την πραγματοποίηση του σκοπού της εκκαθαρίσεως ή από το οποίο προκύπτει ότι η διατήρηση του εκκαθαριστή ή των εκκαθαριστών δεν εξασφαλίζει την ομαλή και απρόσκοπτη διεξαγωγή της εκκαθαρίσεως και δημιουργεί φόβους σοβαρών ζημιών στα συμφέροντα της εταιρίας και των εταίρων, ώστε η εξακολούθηση της εξουσίας του εκκαθαριστή να αποβαίνει μη ανεκτή, κατά την καλή συναλλακτική πίστη και τα χρηστά ήθη, από την πλευρά των εταίρων (ΜΠρΘεσ 499/ 2013 ό.π.). Εξάλλου, όταν πρόκειται για την αίτηση διορισμού ή αντικαταστάσεως εκκαθαριστή εταιρίας (βλ. και ΟλΑΠ 14/ 1989 ΕλλΔ/νη 1991/53), το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται να δικάσει αυτή, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση των ουσιαστικών προϋποθέσεων για το διορισμό ή την αντικατάσταση αυτών, αλλά έχει την εξουσία να εξετάσει, κατ` άρθρο 284 ΚΠολΔ και τις προϋποθέσεις της εκκαθαρίσεως, δηλαδή την ύπαρξη της εταιρικής σχέσεως, τη λύση αυτής, την ενδεχόμενη συμφωνία για τη διενέργεια εκκαθαρίσεως, καθόσον η διαπίστωση των προϋποθέσεων αυτών αποτελεί προδικαστικό ζήτημα της δίκης για το διορισμό ή την αντικατάσταση του εκκαθαριστή. Η σχετική αίτηση απευθύνεται κατά των λοιπών εταίρων, όχι όμως και κατά του νομικού προσώπου της εταιρίας (ΕφΑθ 6396/1994 ΕΕμπΔ 1995/413, ΜΠρΚαρδ 30/2013 Α` Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).
3. Για τον αποκλεισμό εταίρου, κατά το άρθρο 771 ΑΚ, απαιτείται α) η ύπαρξη σπουδαίου λόγου, ο οποίος θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρίας με καταγγελία, ο οποίος αφορά ειδικότερα παράβαση των εταιρικών υποχρεώσεων, β) αίτηση όλων των εταίρων προς το αρμόδιο δικαστήριο για τον αποκλεισμό του υπαίτιου εταίρου και γ) τελεσίδικη δικαστική απόφαση, διαπλαστικού χαρακτήρα, με την οποία διατάσσεται ο αποκλεισμός. Με τον αποκλεισμό επέρχεται απόσβεση της εταιρικής συμμετοχής και ο εταίρος έχει αξίωση κατά της εταιρίας ίση προς την αξία συμμετοχής του (ΕφΑθ 972/2003 ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2003/531, Γεωργιάδης – Σταθόπουλος «Αστ.Κώδ.» τ. 4ος σελ. 80 επ., Ν. Ρόκας «Εμπορικές εταιρίες» εκδ. Δ` σελ. 76, 77, Κ. Ρόκας ΝοΒ 18/1281). Οι εταιρικές υποχρεώσεις, η παράβαση των οποίων παρέχει το δικαίωμα αποκλεισμού του εταίρου, εφόσον υπάρχει υπαιτιότητα του ως προς την παράβαση αυτή, είναι δυνατό να επιβάλλονται από την εταιρική σύμβαση ή το νόμο. Μεταξύ των υποχρεώσεων αυτών περιλαμβάνονται: 1) Η υποχρέωση καταβολής εισφοράς, η οποία μπορεί να συνίσταται και σε προσωπική εργασία (άρθρα 741, 742 ΑΚ). 2) Η απολύτως συναφής προς την προηγουμένη “υποχρέωση πίστεως”, από την οποία προκύπτει θετικά η υποχρέωση διαφυλάξεως των συμφερόντων της εταιρίας, αρνητικά δε η υποχρέωση παραλείψεως κάθε ενέργειας που μπορεί να βλάψει τα συμφέροντα αυτά. Η υποχρέωση αυτή διατυπώνεται ρητά στο άρθρο 747 ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο ο εταίρος δεν δικαιούται να ενεργεί για δικό του ή ξένο λογαριασμό πράξεις αντίθετες με τα συμφέροντα της εταιρείας. Οι πράξεις που απαγορεύονται καθορίζονται από το σύνολο των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης εταιρίας, με βάση κυρίως το σκοπό της, ως καταρχήν δε απαγορευμένες πράξεις θα πρέπει να χαρακτηρισθούν οι πράξεις ανταγωνισμού σε βάρος της εταιρείας, εκείνες δηλαδή που είναι όμοιες με αυτές που εμπίπτουν στο περιεχόμενο του εταιρικού σκοπού (ΕφΑωδ 209/1998 ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 199/822, Ν. Ρόκας «Εμπορικές Εταιρίες» σελ. 271, Μηνούδης σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ άρθρο 747 αρ. 1, 3, 9, άρθρο 771 αρ. 10, ΕφΠειρ 1114/1982 ΕΕμκΔ ΛΒ/419). Περαιτέρω, στο άρθρο 264 (Δικαιώματα και υποχρεώσεις εξερχόμενου και αποκλειόμενου εταίρου) του ως άνω ν. 4072/2012 προβλέπονται τα ακόλουθα: «1. Σε περίπτωση εξόδου ή αποκλεισμού εταίρου, η εταιρεία του αποδίδει αυτούσια τα αντικείμενα που είχε εισφέρει κατά χρήση. 2. Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση, ο εξερχόμενος ή ο αποκλειόμενος εταίρος, με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 261, έχει αξίωση κατά της εταιρίας για καταβολή της πλήρους αξίας της συμμετοχής του. Σε περίπτωση μη συμφωνίας των εταίρων ως προς την αξία συμμετοχής, η αξία που καταβάλλεται ορίζεται από το δικαστήριο, το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 259 με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
3. Σύμφωνα με το άρθρο 265 πργφ 3, “Αν η εταιρική περιουσία δεν επαρκεί για την κάλυψη των χρεών της εταιρείας, ο εξερχόμενος ή αποκλειόμενος εταίρος υποχρεούται να τα καλύψει κατά το λόγο της συμμετοχής του στις ζημίες».
4. Σύμφωνα με τα άρθρα 221 παρ. Ια` και 222 παρ. 1 ΚΠολΔ η κατά το άρθρο 215 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα κατάθεση της αγωγής συνεπάγεται εκκρεμοδικία, μετά την επέλευση της οποίας και κατά τη διάρκεια της δεν μπορεί να γίνει ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου νέα δίκη για την ίδια διαφορά, με βάση την ίδια ιστορική και νομική αιτία, μεταξύ των ίδιων διαδίκων, εφόσον εμφανίζονται με την ίδια ιδιότητα. Η εκκρεμοδικία παύει με την έκδοση οριστικής απόφασης και η παύση της διαρκεί μέχρι την άσκηση ένδικου μέσου κατ` αυτής, μετά την άσκηση του οποίου δημιουργείται νέα εκκρεμοδικία. Από τις διατάξεις των άρθρων 222, 295 και 296 ΚΠολΔ προκύπτει ότι μετά την έκδοση οριστικής αποφάσεως και πριν ασκηθεί έφεση, παύει η εκκρεμοδικία και δεν μπορεί να προταθεί κατά το διάστημα αυτό η σχετική ένσταση, η παραίτηση δε από το αγωγικό δικόγραφο ή δικαίωμα είναι ανίσχυρη και δεν παράγει έννομες συνέπειες, διότι σε κάθε περίπτωση η παραίτηση προϋποθέτει εκκρεμή δίκη, η οποία, όμως, περατώνεται με την έκδοση οριστικής αποφάσεως. Με την άσκηση, όμως, εφέσεως κατά της οριστικής απόφασης, αναβιώνει η εκκρεμοδικία στα όρια της εφέσεως και των πρόσθετων λόγων της και πριν ακόμη εξαφανισθεί η πρωτόδικη απόφαση εγκύρως χωρεί παραίτηση, αν ο εναγόμενος δεν προβάλλει αντίρρηση, οπότε στην περίπτωση αυτή καταργείται όλη η δίκη που ανοίχθηκε με την άσκηση της αγωγής και η οριστική απόφαση απενεργοποιείται (ΑΠ 1048/2009 ΕΠολΛ 2010/439, ΑΠ 929/2006 No Β 2007/2129, ΑΠ 436/2003 ΧρΙΔ 2003/62S, ΑΠ 201/2006 Α` Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 457/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 240/1998 Δ 1998/719, ΕφΔωδ Ι 168/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5646/2002 Αρμ 2003/1807, ΕφΑΘ 8813/2000 ΕπισκΕΔ 2001/409, ΕφΑΘ 2232/1998 ΑρχΝ 1999/198, ΕφΑΘ 2041/1974 ΝοΒ 1974/527).
5. Από τη διάταξη του άρθρου 70 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η αναγνωριστική αγωγή μπορεί να ασκηθεί σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία ο ενάγων έχει έννομο συμφέρον να αναγνωρισθεί η ύπαρξη ή μη ύπαρξη κάποιας έννομης σχέσης, η οποία τελεί σε αβεβαιότητα. Ως έννομη σχέση νοείται η βιοτική σχέση προσώπου προς άλλο πρόσωπο ή πράγμα, η οποία ρυθμίζεται από την έννομη τάξη. Ειδικότερα, η έννομη σχέση, όπως κάθε σχέση, είναι εκείνο το οποίο συνδέει δύο τουλάχιστον υποκείμενα ή ένα υποκείμενο και ένα αντικείμενο. Αν δεν υπάρχει ο σύνδεσμος αυτός, οι δε έννομες συνέπειες αφορούν αποκλειστικά ένα πρόσωπο χωρίς συνάρτησή του με άλλο πρόσωπο ή αντικείμενο, τότε δεν πρόκειται περί εννόμου σχέσεως αλλά περί καταστάσεως. Στην έννομη σχέση αυτό, το οποίο κατά το δίκαιο συνδέει τα πρόσωπα ή το πρόσωπο με το αντικείμενο, είναι οι έννομες συνέπειες, δηλαδή τα κατ` ιδίαν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η διάγνωση οποιασδήποτε έννομης σχέσης απαιτεί την υπαγωγή πραγματικών γεγονότων στους εφαρμοστέους κανόνες δικαίου. Από την υπαγωγή αυτήν απορρέουν έννομες συνέπειες, οι οποίες συνίστανται συνήθως στην κατάφαση ή στην άρνηση της ισχύος κάποιου δικαιώματος ή υποχρέωσης ή ενός συμπλέγματος δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Όπως σε κάθε μορφή έννομης προστασίας, έτσι και στην αναγνωριστική αγωγή, μόνον το πόρισμα του “νομικού συλλογισμού, το οποίο καταλήγει στη διάγνωση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, δύναται να αποτελέσει αυτοτελές αντικείμενο δικαιοδοτικής κρίσης. Αντιθέτως, δεν συνιστούν έννομη σχέση, κατά την έννοια του άρθρου 70 ΚΠολΔ και ως εκ τούτου, δεν δύναται να είναι αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής η ρυθμιζόμενη βιοτική σχέση και ειδικότερα, αφενός η διαπίστωση και αφετέρου η αξιολογική εκτίμηση (δηλαδή ο νομικός χαρακτηρισμός) των πραγματικών γεγονότων, τα οποία συνιστούν τη ρυθμιζόμενη από το δίκαιο βιοτική σχέση, η βεβαίωση απλών πραγματικών γεγονότων, η διαπίστωση νομικών γεγονότων και ο νομικός χαρακτηρισμός τους, η λύση αφηρημένων νομικών ζητημάτων κλπ. (βλ. ΕφΑΘ 2855/2008 ΕφΑΔ 2009/198, ΕφΘεσ 1625/2003 Αρμ 2003/1582, ΠΠρΑΘ 506/1994 ΕλλΔ/νη 1995/892, ΜΠρΘεσ 4842/2013 Αρμ 2013/2/0).
(Γ) 1. Με την υπό κρίση από 17-6-2013 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 166/19-6-2013 αίτηση τους, οι αιτούντες εκθέτουν ότι με το από 7-10-1975 εταιρικό συστάθηκε μεταξύ του δεύτερου εξ αυτών και του δεύτερου των καθ` ων η ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «…» που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, με αντικείμενο την παραγωγή και εμπορία παντός είδους τυροκομικών προϊόντων, ότι μέχρι σήμερα έχουν επέλθει οι αναφερόμενες στην αίτηση τροποποιήσεις του ως άνω εταιρικού, δυνάμει των οποίων διευρύνθηκε ο εταιρικός σκοπός, εισήλθαν στην εταιρία και άλλοι εταίροι (και δη ο πρώτος αιτών και ο πρώτος καθ` ου), παρατάθηκε η διάρκεια της σε αορίστου χρόνου, αυξήθηκε το εταιρικό κεφάλαιο αυτής μέχρι του ποσού των 343.364,12 ευρώ και ορίστηκαν διαχειριστές και εκπρόσωποι για όλα τα θέματα και οι τέσσερις ομόρρυθμοι εταίροι – διάδικοι. Ότι από την έναρξη της λειτουργίας της εταιρίας και για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρχε καλή συνεργασία μεταξύ των εταίρων, ενόψει της κερδοφορίας της οικογενειακής αυτής επιχείρησης, πλην όμως, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν διαταραχθεί οι σχέσεις των ομορρύθμων εταίρων – διαδίκων, από αποκλειστική υπαιτιότητα των καθ` ων, οι οποίοι συμπεριφέρονται εριστικά και υβριστικά προς τους αιτούντες, κατηγορώντας τον πρώτο εξ αυτών για κακοδιαχείριση της εταιρίας κατά το χρονικό διάστημα 1- 6-2006 μέχρι 31-8-2011, κατά το οποίο αυτός είχε αναλάβει ομόφωνα τα καθήκοντα του ταμία της εταιρίας, ισχυριζόμενοι ότι τότε παρουσιάστηκε έλλειμμα, ύψους 485.545,15 ευρώ και ότι αυτός παρουσίασε έντονη ανταγωνιστική δραστηριότητα, όπως ειδικότερα αναφέρεται στην από 17-4- 2012 εξώδικη δήλωση των καθ` ων προς τους αιτούντες, με την οποία αυτοί τους καλούσαν να παύσουν την φερόμενη ως ανταγωνιστική συμπεριφορά και να αποκαταστήσουν το φερόμενο έλλειμμα. Ότι μεταξύ των διαδίκων υπήρχαν σοβαρές διαφωνίες ως προς τον τρόπο λειτουργίας της εταιρείας, ότι οι καθ` ων απαίτησαν να αναλάβουν οι ίδιοι εξ ολοκλήρου τη διαχείριση και το ταμείο της εταιρίας και ότι από την 1-9-2011 ανέλαβαν τη διαχείρισή της ο … και το ταμείο ο … Ότι μέχρι τότε η εταιρία δεν είχε κανένα πρόβλημα με τράπεζες, προμηθευτές, παραγωγούς, προσωπικό και συνεργάτες, ενώ οι ισολογισμοί ήταν θετικοί, πλην όμως από την ανάληψη της διαχείρισης και του ταμείου της εταιρείας από τους καθ` ων, η εταιρία παρουσίασε πολλά προβλήματα, καθόσον σφραγίστηκαν επιταγές της, συνολικού ποσού 89.918,77 ευρώ και καταχωρήθηκε στα αρχεία οφειλετών «Τειρεσίας», χειροτέρεψε η παραγωγή και η ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων, απολύθηκε το προσωπικό της εταιρίας, επήλθε ρήξη με τους παραγωγούς και τους προμηθευτές, δεν πληρώθηκαν οι δόσεις των επιδοτήσεων, δημιουργήθηκαν οφειλές της εταιρίας σε τράπεζες, εφορία και εκδόθηκαν σε βάρος αυτής και των ομορρύθμων εταίρων πολλές διαταγές πληρωμής, ενώ έχουν επιβληθεί κατασχέσεις, έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης και υπάρχει ο κίνδυνος επιβολής ποινικών κυρώσεων στους εταίρους, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αίτηση. Ότι εξαιτίας της ως άνω παράνομης και καταχρηστικής συμπεριφοράς των καθ` ων, επήλθε η μείωση των πελατών της επιχείρησης, η δημιουργία μεγάλου ελλείμματος, η μείωση της φήμης και η απαξίωση της εταιρίας, η πλήρης αδυναμία συνεννόησης των εταίρων για την καλή λειτουργία της επιχείρησης και εντεύθεν η οριστική ρήξη των εταιρικών και προσωπικών σχέσεων των διαδίκων και κατόπιν της άρνησης των καθ` ων να συνδράμουν για τη λύση και την εκκαθάριση της εταιρίας, οι ίδιοι (αιτούντες) προέβησαν στην από 29-6-2012 καταγγελία της εταιρικής σύμβασης που κοινοποιήθηκε νόμιμα. Ότι με βάση το άρθρο 259 του ν. 4072/2012, που έχει τεθεί σε εφαρμογή από τις 11-4-2012, η ομόρρυθμη εταιρία λύεται με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, ο οποίος υφίσταται εν προκειμένω, κατά τα προαναφερθέντα. Με βάση αυτό το ιστορικό, οι αιτούντες ζητούν, κατά τη δέουσα εκτίμηση των αιτημάτων τους, να λυθεί με απόφαση του Δικαστηρίου τούτου η μεταξύ τους υφιστάμενη ως άνω ομόρρυθμη εταιρία, να τεθεί αυτή σε κατάσταση εκκαθάρισης, να διοριστεί εκκαθαριστής ο .., λογιστής – οικονομολόγος, κάτοικος Καρδίτσας, για να προβεί στην εκκαθάριση των δοσοληψιών της εταιρίας με τους τρίτους και στον καθορισμό του απομένοντος ενεργητικού της μετά την εξόφληση των χρεών και την απόδοση των εισφορών και να καταδικασθούν οι καθ` ων στην πληρωμή της δικαστικής τους δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως καθ` ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ., 740 παρ. 1, 786 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι ο ισχυρισμός των καθ` ων περί ύπαρξης εκκρεμοδικίας ενόψει της από 22-10-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 423/23-10-2012 αίτησης των εδώ αιτούντων σε βάρος των εδώ καθ` ων, με αντικείμενο το διορισμό εκκαθαριστή της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας κατόπιν της επικαλούμενης από τους αιτούντες λύσης της που επήλθε με την από 29-6-2012 καταγγελία τους, επί της οποίας (αίτησης) εκδόθηκε η υπ` αρ. 30/2013 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, είναι απορριπτέος, καθόσον, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη (υπό στοιχείο Β.3), από την έκδοση της υπ` αρ. 30/2013 οριστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία απορρίφθηκε η ως άνω από 22-10-2012 αίτηση, κατά της οποίας δεν προκύπτει ότι έχει ασκηθεί έφεση, έχει παύσει η εκκρεμοδικία και συνεπώς, δεν μπορεί να προταθεί κατά το διάστημα αυτό η σχετική ένσταση. Εξάλλου, επισημαίνεται ότι σε κάθε περίπτωση, η υπό κρίση αίτηση έχει ως αντικείμενο τη λύση της εταιρείας λόγω σπουδαίου λόγου κατά τις διατάξεις του ν. 4072/2012, ενώ η από 22-10-2012 αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η προαναφερόμενη απόφαση, είχε ως αντικείμενο τη λύση της εταιρείας λόγω της από 29-6-2012 καταγγελίας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 767 ΑΚ και συνεπώς, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, δεν υφίσταται ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας, κατά τις διατάξεις των άρθρων 221 παρ. Ια` και 222 παρ. 1 ΚΠολΔ. Επίσης, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός των καθ` ων περί απαραδέκτου εισαγωγής της ένδικης διαφοράς προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου λόγω υπαγωγής της στη διαιτησία, κατά τα άρθρα 867 επ. ΚΠολΔ, δυνάμει σχετικού όρου που περιλαμβάνεται στο άρθρο 13 του από 7-10-1975 ιδιωτικού συμφωνητικού σύστασης της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας, καθόσον σύμφωνα με την από 28-5-1981 τροποποίηση του εταιρικού, στο 13° άρθρο ορίζεται πλέον ότι κάθε ζήτημα που αφορά την εταιρεία λύεται με κοινή συμφωνία των εταίρων, κάθε δε διαφωνία θα λύεται δικαστικώς. Επίσης, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός των καθ` ων περί απαραδέκτου της ένδικης αιτήσεως, διότι αυτή δεν στρέφεται κατά του νομικού προσώπου της εταιρείας, καθόσον η ένδικη αίτηση παραδεκτώς ασκείται από τους αιτούντες – ομόρρυθμους εταίρους της ως άνω εταιρείας και στρέφεται κατά των καθ` ων που είναι επίσης ομόρρυθμα μέλη και διαχειριστές – νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής, χωρίς να είναι απαραίτητο για το παραδεκτό της αίτησης να στρέφεται αυτή και κατά του ιδίου του νομικού προσώπου της εταιρίας, εφόσον αυτό δεν απαιτείται από το νόμο (βλ. άρθρο 259 του ν. 4072/2012), πολλώ δε μάλλον, εφόσον στις υποθέσεις που δικάζονται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, δεν υπάρχουν εναγόμενοι, όπως συμβαίνει στην αμφισβητούμενη διαγνωστική διαδικασία, αλλά ενδιαφερόμενοι τρίτοι δικαιούμενοι να ακουσθούν (βλ. Μπέη «Πολιτική Δικονομία», 1991, τ. 17, σελ. 42), η δυνατότητα δε αυτή παρέχεται στους τελευταίους μέσω κοινοποιήσεως σ` αυτούς αντιγράφου της αιτήσεως, η οποία διατάσσεται από το δικαστή κατά την κατάθεση της αιτήσεως κατ` άρθρο 748 παρ. 3 ΚΠολΔ (ΕφΑΘ 3727/1995 ΑρχΝ 1995/390), πράγμα που δεν έχει γίνει, εν προκειμένω και έτσι, δεν τίθεται θέμα απαραδέκτου της κρινόμενης αιτήσεως. Επίσης, ο ισχυρισμός των καθ` ων περί απαραδέκτου του αιτήματος διορισμού εκκαθαριστή για το λόγο, ότι στο άρθρο 14 του από 7-10-1975 ιδιωτικού συμφωνητικού σύστασης της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας ορίζεται ότι μετά τη λύση της εταιρίας αυτή τίθεται υπό εκκαθάριση, οριζομένων ως εκκαθαριστών αμφοτέρων των εταίρων, καθόσον, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη (υπό στοιχείο Β.2), εάν οι εταίροι δεν συμφωνούν στο πρόσωπο του εκκαθαριστή, ο κάθε εταίρος έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Δικαστήριο τον διορισμό του εκκαθαριστή, το οποίο οφείλει να προβεί στο διορισμό εκκαθαριστή ή εκκαθαριστών, χωρίς να δεσμεύεται από τα πρόσωπα που προτείνει ο αιτών εταίρος. Περαιτέρω, η ένδικη αίτηση είναι νόμιμη, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας (υπό στοιχείο Β.1 και 2), στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 249, 259, 268 και 294 παρ. 1 ν. 4072/ 2012, 777 και 778 ΑΚ, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 741, 746, 176, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ και συνεπώς, πρέπει να εξεταστεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα,
2. Με την υπό κρίση από 27-8-2013 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 228/10-9-2013 αίτηση τους, οι αιτούντες εκθέτουν ότι με το από 7-10-1975 ιδιωτικό συμφωνητικό συστάθηκε από τον πρώτο αιτούντα και τον δεύτερο καθ` ου η ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «…» που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, με αντικείμενο την παραγωγή και “εμπορία παντός είδους τυροκομικών προϊόντων, ότι μέχρι σήμερα έχουν επέλθει οι αναλυτικά αναφερόμενες στην αίτηση τροποποιήσεις του ως άνω εταιρικού, δυνάμει των οποίων τροποποιήθηκε ο εταιρικός σκοπός, εισήλθαν στην εταιρεία και άλλοι εταίροι (και δη ο δεύτερος αιτών και ο πρώτος καθ` ου), παρατάθηκε η διάρκεια της σε αορίστου χρόνου, αυξήθηκε το εταιρικό κεφάλαιο αυτής μέχρι του ποσού των 343.364,12 ευρώ και ορίστηκαν διαχειριστές και εκπρόσωποι για όλα τα θέματα και οι τέσσερις ομόρρυθμοι εταίροι – διάδικοι. Ότι η ως άνω εταιρία υφίσταται για χρονικό διάστημα σχεδόν σαράντα ετών, έχει πολύ μεγάλο εταιρικό κεφάλαιο, ανερχόμενο στο ποσό των 343.364,12 ευρώ και στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της έχει ήδη από το έτος 2006 προβεί σε μεγάλες επενδύσεις που υπερβαίνουν το ποσό των 450.000 ευρώ, είναι δε σήμερα απολύτως ενεργή, απασχολώντας επτά υπαλλήλους και συνεργαζόμενη με 130 περίπου γαλακτοπαραγωγούς. Ότι παρά την παραγωγική πορεία της εταιρείας, οι καθ` ων έχουν ως μοναδικό σκοπό τους την καταστροφή της και η συμπεριφορά τους συνιστά υπαίτια παράβαση των εταιρικών υποχρεώσεων που στοιχειοθετεί την ύπαρξη σπουδαίου λόγου για τον αποκλεισμό τους από αυτή κατά το άρθρο 263 του ν. 4072/2012, καθόσον από το Φεβρουάριο του 2011 ο πρώτος καθ` ου έχει ήδη δημιουργήσει ανταγωνιστική προς την εταιρία επιχείρηση που δραστηριοποιείται υπό την επωνυμία της συζύγου του .., παρασκευάζει όμοια προς την ως άνω ομόρρυθμη εταιρία τυροκομικά προϊόντα, έχοντας κατασκευάσει και τυροκομική μονάδα – αποθήκη στην περιοχή …, εμφανίζεται δε ως χορηγός σε διάφορα τοπικά πανηγύρια, αναρτώντας σχετικές αφίσες με το λογότυπο της ανταγωνιστικής εταιρίας που ίδρυσε στο όνομα της συζύγου του, στις οποίες αναφέρονται τα δικά τους στοιχεία. Ότι εδώ και δύο χρόνια οι καθ` ων δεν επιδεικνύουν την υποχρέωση πίστης που έχουν έναντι της ως άνω ομόρρυθμης εταιρείας και δεν εργάζονται για την επίτευξη του εταιρικού σκοπού, αλλά παραβαίνουν τις εταιρικές τους υποχρεώσεις και λειτουργούν ανταγωνιστικά προς την ως άνω εταιρία. Ότι στα πλαίσια της διαχείρισης που είχε αναλάβει κατά το χρονικό διάστημα από 1-6-2006 μέχρι 31-8-2011 ο πρώτος καθ` ου ως ταμίας της εταιρίας, παρουσιάστηκε έλλειμμα, ύψους 485.545,15 ευρώ, το οποίο διαπιστώθηκε κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε από κοινά αποδεκτό πρόσωπο, πλην όμως ο πρώτος καθ` ου αρνήθηκε να επιστρέψει το ποσό αυτό. Οτι κατόπιν τούτων, στις 22-6-2012 υποβλήθηκε από τους αιτούντες σε βάρος του μήνυση για κακουργηματική υπεξαίρεση, έκτοτε δε μοναδικός σκοπός των καθ` ων είναι η διάλυση της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας, ώστε να λυθεί αυτή και να τεθεί σε εκκαθάριση, προκειμένου να είναι δυσχερής και αποδυναμωμένη η παρουσία της σε κάθε ποινικό δικαστήριο. Οτι προς το σκοπό αυτό, σε αντίθεση με ρητή πρόβλεψη του από 7-10-1975 ιδιωτικού συμφωνητικού συστάσεως της εταιρείας και κατά παράβαση της αντίστοιχης εταιρικής τους υποχρέωσης, οι καθ` ων κατέθεσαν την από 15-10-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 387/2012 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού με αίτημα τη σφράγιση της εταιρικής περιουσίας, του εταιρικού καταστήματος και των εγκαταστάσεων παραγωγής της εταιρίας, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ` αρ. 20/2013 απορριπτική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας (Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων). Οτι όλο αυτό το χρονικό διάστημα οι καθ` ών διαδίδουν στους πελάτες της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας και στους συνεργαζόμενους με αυτή γαλακτοπαραγωγούς ότι θα διακόψουν τη δραστηριότητα της, με πρόθεση να μειώσουν τη φήμη της, προκαλώντας έτσι σοβαρές διαταραχές στη λειτουργία της, εντέλει δε κοινοποίησαν στους αιτούντες και στην ομόρρυθμη εταιρία την από 29-6-2012 καταγγελία, η οποία όμως δεν επέφερε κανένα έννομο αποτέλεσμα ως προς τη λειτουργία της, καθόσον έγινε μετά την ισχύ του ν. 4072/2012, με τον οποίο έχει απαλειφθεί η καταγγελία εκ μέρους” εταίρου ως λόγος λύσης της εταιρείας, μπορεί όμως να εκληφθεί ως δήλωση εκούσιας αποχώρησης και εξόδου των καθ` ων από την εταιρία. Με βάση αυτό το ιστορικό, οι αιτούντες, κατά τη δέουσα εκτίμηση των αιτημάτων τους, ζητούν να διαταχθεί ο αποκλεισμός των καθ` ων ομορρύθμων εταίρων από την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «…» που εδρεύει στο …, επικουρικά δε να αναγνωριστεί ότι οι καθ` ων έχουν ήδη αποχωρήσει εκουσίως από τις 29-6-2012 από την ως άνω εταιρία και να καταδικασθούν οι καθ` ων στην πληρωμή της δικαστικής τους δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως καθ` ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη ως προς το κύριο αίτημα της, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη (υπό στοιχείο Β.2 και 3), στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 263 και 294 παρ. 1 ν. 4072/2012, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 741, 746, 176, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ, εκτός από το επικουρικό αίτημα να αναγνωριστεί ότι οι καθ` ων έχουν ήδη αποχωρήσει εκουσίως από τις 29-6-2012 από την ως άνω εταιρεία, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη (υπό στοιχείο Β.5), καθόσον δεν έχει ως αντικείμενο την αναγνώριση της υπάρξεως ή ανυπαρξίας μιας εννόμου σχέσεως, με την έννοια της δικαστικής αναγνώρισης των έννομων συνεπειών, οι οποίες συνίστανται στην κατάφαση ή στην άρνηση της ισχύος κάποιου δικαιώματος ή υποχρέωσης ή ενός συμπλέγματος δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά το περιεχόμενο του (εν λόγω αιτήματος) αφορά απλώς τη νομική αξιολόγηση πραγματικών περιστατικών, καθόσον συνίσταται στη διαπίστωση από το παρόν Δικαστήριο ότι ορισμένο γεγονός συγκροτεί τη νομική έννοια της δήλωσης εκούσιας αποχώρησης και εξόδου των καθ` ων από την ως άνω ομόρρυθμη εταιρεία (πρβλ. ΜΠρΘεσ 4842/2013 Αρμ 2013/270). Μετά ταύτα, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, η ένδικη αίτηση πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

http://gefragoulis.blogspot.gr/