Διατάξεις: άρθρα 4, 9, 19 Ν 3869/2010
(Περίληψη) Απαγορεύεται ο πλειστηριασμός ακινήτου που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία, μέχρι την 31.12.2013, ακόμη και όταν επισπεύδεται σε βάρος φυσικού προσώπου που έχει πτωχευτική ικανότητα. Δεν προαπαιτείται απόπειρα εξωδίκου συμβιβασμού ή υποβολή αίτησης κατά το άρθρο 4 Ν 3869/2010.
Ο Ν 3869/2010 (ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις), προέβλεψε τη δυνατότητα των φυσικών προσώπων που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, για τη ρύθμιση τούτων και την απαλλαγή, ακολουθώντας τη διαδικασία ττου σχετικώς ορίζεται. Δυνάμει μάλιστα του άρθρου 9 παρ. 2 του ιδίου νόμου, ττρος το σκοπό προστασίας της κύριας κατοικίας μπορεί να εξαιρεθεί από τη διαδικασία ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη που υπέβαλε αίτηση ρύθμισης των χρεών του το ακίνητο που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία, ενώ κατά το άρθρο 19, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του, με το άρθρο 5 της από 18.12.2012 ΠΝΠ, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν 4128/2013, ΦΕΚ Α΄ 51/28.2.2013: «Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013 απαγορεύεται ο πλειστηριασμός του ακινήτου της παρ. 2 του άρθρου 9». Τέλος, δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 46 του Ν 3986/2011, στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 19 του Ν 3869/2010 προστέθηκε το ακόλουθο εδάφιο: «Η διάταξη εφαρμόζεται για κάθε φυσικό πρόσωπο ανεξαρτήτως αν στερείται πτωχευτικής ικανότητας». Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι πλέον και έως την 31.12.2013 απαγορεύεται ο πλειστηριασμός ακινήτου που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία, κατά τα οριζόμενα από το άρθρο 9 παρ. 2 του Ν 3869/2010, ακόμη και όταν τούτος (πλειστηριασμός) επισπεύδεται σε βάρος φυσικού προσώπου που δεν στερείται πτωχευτικής ικανότητας, ήτοι δεν εμπίπτει στις ρυθμίσεις του προαναφερόμενου Ν 3869/2010. Το προαναφερθέν, εξάλλου, άρθρο 46 παρ. 2 του Ν 3986/2011, σκοπό έχει να διαφυλάξει τη διατήρηση της κύριας κατοικίας, για τους σκοπούς του άρθρου 9 του ως άνω νόμου, στο ενδιάμεσο διάστημα, μέχρι την πραγματική και απρόσκοπτη ενεργοποίηση της δυνατότητας υπαγωγής των οφειλετών στη διαδικασία του Ν 3869/2010 (εξώδικος συμβιβασμός, αίτηση στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο, δικαστικός συμβιβασμός ή δικαστική απόφαση). Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 19 του Ν 3869/2010, όπως ισχύει, περί αναστολής πλειστηριασμών, η προηγούμενη υποβολή αίτησης του οφειλέτη προς εξώδικο συμβιβασμό ή μετά την αποτυχία αυτού η υποβολή αίτησης του άρθρου 4 του Ν 3869/2010 στο κατά τόπο αρμόδιο Ειρηνοδικείο.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον μοναδικό λόγο της ανακοπής του, ο αιτών ισχυρίζεται ότι παράνομα και κατά κατάχρηση δικαιώματος επισπεύδεται πλειστηριασμός σε βάρος του ακινήτου του που αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του ίδιου και της οικογένειας του και συνεπώς εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 9 του Ν 3869/2010, ενώ βάσει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου, απαγορεύονται οι πλειστηριασμοί ακινήτων που αποτελούν κύρια κατοικία μέχρι την 31.12.2013. Από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία και την κατάθεση της μάρτυρος – συζύγου του αιτούντος, πιθανολογείται ότι το κατασχεθέν με την άνω έκθεση κατάσχεσης ακίνητο, ήτοι το υπό στοιχεία Γ-1 διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της οικοδομής που βρίσκεται στη Χαλκίδα στο ΟΤ … στη διασταύρωση των οδών …, … και …, εκτάσεως του οικοπέδου 399 τ.μ. και του διαμερίσματος 98,87 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 106/1000 εξ αδιαιρέτου, στο οποίο αντιστοιχεί και η με αριθμό 3 θέση στάθμευσης επιφανείας 12 τ.μ. ως παράρτημα, με ΚΑΕΚ …, αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του αιτούντος και της συζύγου του, που περιήλθε στην κυριότητα του με το υπ’ αριθμ. …/1999 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου …, νομίμως μεταγραφέντος. Αυτό προκύπτει και από το προσκομιζόμενο φύλλο Ε9 του αιτούντος καθώς και τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2012. Πιθανολογήθηκε επίσης ότι η αξία του ακινήτου αυτού δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας (250.000 ευρώ εν προκειμένω αφού ο αιτών είναι έγγαμος), προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό, αφού η αντικειμενική του αξία ανέρχεται στο ποσό των 78.000 περίπου ευρώ, ενώ η αγοραία αξία του εκτιμήθηκε με την υπ’ αριθμ. 1753/2011 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου στο ποσό των 165.000 ευρώ. Πιθανολογείται συνεπώς ότι ο σχετικός λόγος ανακοπής και η ανακοπή στο σύνολό της θα ευδοκιμήσει, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, απορριπτόμενου του ισχυρισμού του καθού, περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, ήτοι ότι η αίτηση ασκείται καταχρηστικά αφού ο ισχυρισμός περί κύριας και μοναδικής κατοικίας δεν προβλήθηκε νωρίτερα, αφού η διατύπωση του νόμου περί αναστολής των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας έως 31.12.2013 είναι απόλυτη και δεν εξαρτάται από τυχόν καταχρηστική συμπεριφορά όσων εμπίπτουν στην εφαρμογή της. Ως εκ τούτου, δεδομένου και του ότι κατά την κρίση του Δικαστηρίου ο αιτών θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη αν συνεχισθεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, αφού θα αναγκαστεί να χάσει την κύρια κατοικία αυτού και της οικογένειας του, η κρινόμενη αίτηση, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος του αιτούντος, όχι όμως μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 21.6.2013 ανακοπής του, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 29.11.2013, αλλά μέχρι την 31.12.2013, χρόνος κατά τον οποίο παρατάθηκε κατά τα ανωτέρω η αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας και ως το οποίο χρονικό σημείο, πιθανολογήθηκε ότι ο σχετικός λόγος ανακοπής θα ευδοκιμήσει, καθόσον σε αντίθετη περίπτωση θα υπήρχε ανεπίτρεπτη υπέρβαση του χρονικού ορίου που θέτει η ανωτέρω διάταξη του Ν 3869/2010. Τα δικαστικά έξοδα του καθού πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος (άρθρο 178 παρ. 3 του Κωδ. Δικηγόρων), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
(Δέχεται εν μέρει την αίτηση.)
Σημ.: Η προστασία της κύριας κατοικίας εμπόρου από πλειστηριασμό
Η παραπάνω απόφαση παρέχει προστασία σε ιδιοκτήτη κατοικίας υπό τις προϋποθέσεις που θέτει το ισχύον άρθρο 19 Ν 3869/2010, δηλαδή μέχρι τις 31.12.2013. Η διάταξη του άρθρου 19 παρέχει προστασία στην κύρια κατοικία ενός οφειλέτη υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις που δεν πρέπει να συγχέονται με τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο Ν 3869/2010 περί υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων.
Οι διαφορές προστασίας μεταξύ του άρθρου 19 Ν 3869/2010 και του υπόλοιπου Ν 3869/2010 αφορούν τόσο στις προϋποθέσεις προστασίας όσο και στο αποτέλεσμα της προστασίας. Οι διαφορές αυτές συνοψίζονται στα εξής:
α) Το άρθρο 19 παρέχει μία χρονικώς περιορισμένη προστασία που αφορά μόνο στην κύρια κατοικία του οφειλέτη και δεν επηρεάζεται η προσωπική κατάσταση του οφειλέτη ή των χρεών του. Ο οφειλέτης επικαλείται κατά ενός πιστωτή το άρθρο 19 Ν 3869/2010 για την χρονικώς περιορισμένη απαγόρευση πλειστηριασμού κατά της κύριας κατοικίας του αλλά δεν επιδιώκει την γενικότερη ρύθμιση όλων των χρεών του κατά το Ν 3869/2010. Αντιθέτως, με το Ν 3869/2010 και την υπαγωγή του οφειλέτη σε αυτόν ρυθμίζονται όλα τα χρέη του οφειλέτη, διασώζεται οριστικώς έναντι ανταλλάγματος (πληρωμών) η κύρια κατοικία του και ενδεχομένως, διά της ρύθμισης του χρόνου και του τρόπου αποπληρωμής, μπορεί να μειωθεί και το ύψος των χρεών του οφειλέτη (απαλλαγή από τα χρέη του) έναντι όλων των πιστωτών του.[]
Πηγή: ΔΕΕ 8-9/2013, 790