ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Δ’ ΤΡΙΜΕΛΕΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ 1864/2020

Προεδρεύοuσα: ΑΓΓ. ΚΑΜΠΑΝΑΡΗ

Εφέτες: ΙΩ. ΛΑΜΠΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ, ΙΩ. ΜΑΜΑΛΗ

Εισαγγελέας: ΕΥΓ. ΑΥΛΙΔΟΥ

Δικηγόροι: Γ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, Π. KABBAΓΙΑΣ

(…) Από την κατάθεση του μάρτυρα της υπεράσπισης, που εξετάστηκε ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο, που περιέχεται στα ενσωματωμένα στην παρούσα απόφαση πρακτικά της δημόσιας συνεδριάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, τα οποία αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο και καταχωρήθηκαν στα ίδια πρακτικά, σε συνδυασμό με τις απολογίες των κατηγορουμένων και γενικά από όλη τη συζήτηση της υποθέσεως αποδείχθηκε ότι: οι κατηγορούμενοι ήταν νόμιμοι εκπρόσωποι και διαχειριστές της εταιρείας με την επωνυμία «….. Ο.Ε.» με έδρα στην (…) Αττικής, επί της οδού (….) και αντικείμενο εργασιών το επίδικο χρονικό διάστημα, την καλτσοποιΐα, δηλαδή κατασκευή και εμπορία κάθε φύσης καλτσών ανδρικών, γυναικείων και παιδικών. Σύμφωνα με την υπ’ αρ. πρωτ. Πρωτοκόλλου …./2-8-2012 μηνυτήρια αναφορά του Προϊσταμένου της Δ.O.Υ. (…) οι κατηγορούμενοι με την πιο πάνω ιδιότητά τους κατηγορήθηκαν ότι αποδέχτηκαν εικονικά τιμολόγια αξίας 23.945,56 ευρώ για τη διαχειριστική περίοδο από 1/1/2002 έως 31/12/2002, αξίας 49.134,81 ευρώ για τη διαχειριστική περίοδο από 1/1/2003 έως 31/12/2003, αξίας 66.650,28 ευρώ για τη διαχειριστική περίοδο από 1/1/2004 έως 31/12/2004 και αξίας 22.710,09 ευρώ για τη διαχειριστική περίοδο από 1/1/2005 έως 31/12/2005, ήτοι ληφθέντα εικονικά φορολογικά στοιχεία συνολικού ποσού 162.440,74 ευρώ. Τούτο προέκυψε από έλεγχο στις εκδότριες εταιρείες α) «… Ο.Ε.» με έδρα την (…) Αττικής, με αντικείμενο εργασιών την εισαγωγή – εξαγωγή, εμπορία ενδυμάτων, η οποία ήταν άγνωστη, τόσο η ίδια όσο και ο διαχειριστής της, στις δηλούμενες στις φορολογικές αρχές διευθύνσεις και δεν λειτούργησε μετά την 28/2/2002, β) την επιχείρηση του (…) με έδρα την Θεσσαλονίκη (οδός …) με αντικείμενο εργασιών, μεταξύ άλλων το χονδρικό εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, η οποία ήταν φορολογικά υπαρκτή αλλά δεν λειτούργησε ποτέ πραγματικά και δεν άσκησε δραστηριότητα, γ) την επιχείρηση του (…), με έδρα την Κατερίνη (οδός…) και αντικείμενο εργασιών – δραστηριότητα ορυκτέλαια, λιπαντικά, είδη υγιεινής, αντ/κά αυτοκινήτων, λιπαντικά κλπ., η οποία λειτούργησε το χρονικό διάστημα από Φεβρουάριο έως Ιούνιο του 2002, δεν διέθετε μηχανολογικό εξοπλισμό ούτε είχε αποθηκευτικούς χώρους με αποτέλεσμα κατά τον έλεγχο να διαπιστωθεί ότι τα φορολογικά στοιχεία που εξέδιδε ήταν εικονικά και πλαστά αφού δεν είχαν καταχωρηθεί στα βιβλία των αρμόδιων Δ.Ο.Υ. Η πιο πάνω διαπιστώσεις βασίζονται αποκλειστικά στον έλεγχο που έγινε στις εκδότριες εταιρείες. Οι κατηγορούμενοι ανταποκρίθηκαν αμέσως όταν κλήθηκαν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. (…) και αμέσως ισχυρίστηκαν ότι πρόκειται για πραγματικές συναλλαγές στο σύνολό τους (αγορά πρώτων υλών για την επιχείρησή τους που παραδόθηκα με δικά τους μεταφορικά μέσα και εξοφλήθηκαν άμεσα). Η φορολογική αρχή ως αποδεικτικό στοιχείο της εμπλοκής των κατηγορουμένων επικαλέστηκε το πλήθος των φορολογικών στοιχείων ανά επιχείρηση και τον αριθμό των εμπλεκομένων επιχειρήσεων χωρίς κανένα περαιτέρω έλεγχο των ισχυρισμών τους. Για το λόγο αυτό ανέθεσαν σε λογιστή – φοροτεχνικό πραγματογνώμονα επί οικονομοτεχνικών θεμάτων με βάση την υπ’ αριθμ. 4012/2015 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, τη σύνταξη έκθεσης προκειμένου να αποδείξουν ότι οι συναλλαγές από τα υπάρχοντα θεωρημένα βιβλία και στοιχεία της εταιρείας πραγματοποιήθηκαν, από την αγορά των πρώτων υλών άλλες μεταποιήθηκαν, άλλες παρέμειναν ως ύλη στις αποθήκες της επιχείρησης και άλλες βρίσκονταν σε έτοιμα προϊόντα που δεν είχαν πωληθεί. Από τον γενόμενο έλεγχο ο ανωτέρω πραγματογνώμονας διαπίστωσε ότι η επιχείρηση δραστηριοποιείτο από το 1984 εγκατεστημένη σε ισόγειο χώρο 150 τ.μ., υπόγειο χώρο 180 τ.μ. και πατάρι 100 τ.μ., είχε 30 καλτσομηχανές, για την απόδοση των οποίων χρειαζόντουσαν 336 κιλά νήματος ημερησίως. Σύμφωνα με όσα κατέθεσαν και οι μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορουμένων και όσα οι ίδιοι ισχυρίσθηκαν οι διάφοροι παραγγελιοδόχοι ερχόντουσαν στην έδρα της εταιρείας με δείγματα νημάτων που είχαν σε μικρές μπομπίνες σε διάφορα χρώματα, ποιότητες και υλικά. Δειγμάτιζαν και την επόμενη εβδομάδα ή το πολύ σε 10 ημέρες, έφερναν τις παραγγελθείσες πρώτες ύλες – νήματα μέσα σε κιβώτια η τσουβάλια. Τις περισσότερες φορές επειδή η συνεργασία ήταν νέα και δεν γνώριζαν την εταιρεία πολύ καιρό, απαιτούσαν άμεση εξόφληση των παραδιδόμενων πρώτων υλών. Οι πρώτες ύλες μεταφέρονταν με δικά τους μεταφορικά μέσα, στην συνεχεία τις κατέβαζαν και τις τοποθετούσαν στο υπόγειο όπου υπήρχε χώρος αποθήκης, καθώς εκεί γινόταν η παραγωγική διαδικασία της μετατροπής των νημάτων σε κάλτσες. Εκεί ευρίσκοντο εγκατεστημένες όλες οι καλτσοποιητικές μηχανές που χρησιμοποιούντο στην παραγωγική διαδικασία. Με την παράδοση στο χώρο γινόταν άμεσα έλεγχος των παραδιδόμενων πρώτων υλών ως προς την ποιότητα, χρωματισμούς, ποσότητα, βάσει της συμφωνίας που είχαν κάνει προφορικά μαζί τους και πλήρωνα με μετρητά τις αναγραφόμενες αξίες επί των τιμολογίων. Κατά τις χρήσεις 2002- 2003 η εταιρεία τηρούσε Γ’ κατηγορίας βιβλία οπότε οι πληρωμές των χρημάτων κατεγράφοντο και εμφανίζοντο καταγεγραμμένες και στην καρτέλλα -βιβλίο Ταμείου της εταιρείας … Αντίθετα τα έτη 2004,2005 η εταιρεία είχε βιβλία δεύτερης κατηγορlας οπότε δεν ήταν υποχρεωμένη να τηρεί βιβλίο ταμείου, ή καρτέλλες ταμείου αναλυτικές, οι εξοφλήσεις. Εξετάζοντας τα βιβλία της επιχείρησης των κατηγορουμένων, τις εγκαταστάσεις και τις αποθήκες αυτών πραγματογνώμονας κατέληξε στα συμπεράσματα: Α) για το έτος 2002: «… εξετάζοντας τις συνολικές πωλήσεις του έτους 2002 που ανήρχοντο σε 293.779,35 Ε, λαμβάνοντας υπόψιν μου τα αρχικά αποθέματα των άυλων που ανέρχονταν σε 35.073,00 Ε καθώς και τις αγορές πρώτων υλών ύψους σε 211.871,65 Ε που πραγματοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της χρήσεως, σε συνδυασμό με τα προϋπάρχοντα έτοιμα προϊόντα ύψους 212.620,56 Ε (από απογραφή έναρξης) πλέον των πρώτων υλών που μετετράπησαν σε παραχθέντα προϊόντα τα οποία μέρος τους επωλήθη, ενώ άλλο μέρος τους παρέμεινε σαν απόθεμα, βλέπουμε ότι αυξήθηκαν οι πωλήσεις των εμπορευμάτων 26,60 %, σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο 2001, που είχαν ανέλθει σε 232.050,07 Ε. Στο τέλος του έτους 2002 έχουμε αύξηση των αποθεμάτων των α υλών σε 64.639,00 Ε ήτοι αύξηση 54,26% σε σχέση με το αρχικά αποθέματα των 35.073,00 Ε, επίσης παρατηρούμε αύξηση των αποθεμάτων τέλους χρήσεως των ετοίμων προϊόντων που ανήρχοντο σε 249.520,20 Ε παρουσιάζοντας αύξηση 17,35% σε σχέση με τα αποθέματα αρχής του χρόνου ύψους 212.620,56 Ε. Παρατηρείται αύξηση 33,48% των καθαρών κερδών της επιχείρησης του έτους 2002 που ανήρχοντο σε 11.846,99 Ε, σε σχέση με το 2001 που τα κέρδη ανήρχοντο σε 13.370,72 Ε. Συνεκτιμώντας τα παραπάνω αναλυτικώς αναφερόμενα στοιχεία, θεωρώ ότι θα ήταν αδύνατο να συμβούν όλα αυτά τα γεγονότα (αγορές πρώτων υλών, υψηλότερες πωλήσεις προϊόντων, μεγαλύτερα κέρδη και αυξήσεις των τελικών αποθεμάτων τόσο σε τελικά προϊόντα όσο και σε πρώτες ύλες) αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι αμφισβητούμενες αγορές πρώτων υλών».

Για το έτος 2003 : «… εξετάζοντας τις συνολικές πωλήσεις του έτους 2003 που ανήρχοντο σε 297.218,60,35 Ε, λαμβάνοντας υπόψιν μου τα αρχικά αποθέματα των πρώτων υλών που ανέρχονταν σε 64.639,00 Ε καθώς και τις αγορές πρώτων υλών ύψους σε 205.483,96 Ε που πραγματοποιήθησαν κατά την διάρκεια της χρήσεως σε συνδυασμό με τα προϋπάρχοντα έτοιμα προϊόντα ύψους 249.520,20 (από απογραφή έναρξης) πλέον των πρώτων υλών που μετετράπησαν σε παραχθέντα προϊόντα τα οποία μέρος τους επωλήθη, ενώ άλλο μέρος τους παρέμεινε σαν απόθεμα. Παρατηρούμε ότι αυξήθηκαν οι πωλήσεις των εμπορευμάτων 1,07 % σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο 2002 που είχαν ανέλθει σε 293.779,35€. Τα καθαρά κέρδη της εταιρείας ανήλθαν σε 18.943,01 Ε και παρουσίασαν αύξηση της τάξεως του +6,14% σε σχέση με το 2002 που ανήρχοντο σε 17.846,99 Ε. Στο τέλος του έτους 2003 έχουμε αύξηση των αποθεμάτων των πρώτων υλών σε 91.464,02 Ε ήτοι αύξηση 41,50% σε σχέση, με το αρχικά αποθέματα των 64.639,00 Ε, επίσης παρατηρούμε αύξηση των αποθεμάτων τέλους χρήσεως των ετοίμων προϊόντων που ανήρχοντο σε 258.666,68 Ε παρουσιάζοντας αύξηση 3,67% σε σχέση με τα αποθέματα αρχής του χρόνου ύψους 249.520,20 Ε. Συνεκτιμώντας τα παραπάνω αναλυτικώς αναφερόμενα στοιχεία, θεωρώ ότι θα ήταν αδύνατο να συμβούν όλα αυτά τα γεγονότα όπως: αγορές πρώτων υλών, υψηλότερες πωλήσεις προϊόντων, μεγαλύτερα κέρδη, αυξήσεις των τελικών αποθεμάτων τόσο σε τελικά προϊόντα όσο και σε πρώτες ύλες αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί και οι αμφισβητούμενες αγορές πρώτων υλών».

Για το έτος 2004 : « … εξετάζοντας τις συνολικές πωλήσεις του έτους 2004 που ανήρχοντο σε 238.699,41 Ε, λαμβάνοντας υπόψιν μου τα αρχικά αποθέματα των πρώτων υλών που ανέρχονταν σε 91.464,02 Ε καθώς και τις αγορές πρώτων υλών ύψους σε 178.631,36 Ε που πραγματοποιήθησαν κατά την διάρκεια της χρήσεως σε συνδυασμό με τα προϋπάρχοντα έτοιμα προϊόντα ύψους 258.666,68 (από απογραφή έναρξης ) πλέον των πρώτων υλών που μετετράπησαν σε παραχθέντα προϊόντα, από τα οποία μέρος τους επωλήθη, ενώ άλλο μέρος τους παρέμεινε σαν απόθεμα, βλέπουμε ότι εμειώθησαν οι πωλήσεις των εμπορευμάτων -19,60 % σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο 2003 που είχαν ανέλθει σε 297.218,60 Ε. Τα καθαρά κέρδη της εταιρείας ανήλθαν σε 27.648,90 Ε και παρουσίασαν αύξηση της τάξεως του +45,96% σε σχέση με το 2003 που ανήρχοντο σε 17.943,01 Ε, παρ΄ όλη την μικρά μείωση των πωλήσεων της. Στο τέλος του έτους 2004 έχουμε αύξηση των αποθεμάτων των πρώτων υλών σε 114.223,48 Ε ήτοι αύξηση 24,88% σε σχέση, με το αρχικά αποθέματα των 91.464,02 Ε, επίσης παρατηρούμε αύξηση των αποθεμάτων τέλους χρήσεως των ετοίμων προϊόντων που ανήρχοντο σε 267.796,96 Ε παρουσιάζοντας αύξηση 3,53% σε σχέση με τα αποθέματα αρχής του χρόνου ύψους 258.666,68 Ε. Συνεκτιμώντας τα παραπάνω αναλυτικώς αναφερόμενα στοιχεία, θεωρώ ότι θα ήταν αδύνατο να συμβούν όλα αυτά τα γεγονότα όπως αγορές πρώτων υλών, πωλήσεις προϊόντων, μεγαλύτερα κέρδη, αυξήσεις των τελικών αποθεμάτων τόσο σε τελικά προϊόντα όσο και σε πρώτες ύλες, αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί και οι αμφισβητούμενες αγορές πρώτων υλών.»

Για το έτος 2005 : « Στο τέλος του έτους 2005 έχουμε αύξηση των συνολικών αποθεμάτων που ανήρχοντο σε 437.730,85 Ε σε σχέση με τα συνολικά αποθέματα αρχής ύψους 382.020,44 Ε. Αναλυτικότερα: Τα αποθέματα των πρώτων υλών ανήλθαν σε 101.704,15 Ε ήτοι υπέστησαν μια μικρή μείωση – 10,96% σε σχέση με το αρχικά αποθέματα των 114.223,48 Ε, διότι μεταποιήθηκαν σε τελικά προϊόντα, επίσης παρατηρούμε αύξηση των αποθεμάτων τέλους χρήσεως των ετοίμων προϊόντων που ανήρχοντο σε 336.026,70 Ε παρουσιάζοντας αύξηση 25,48% σε σχέση με τα αποθέματα αρχής του χρόνου ύψους 267.796,96 Ε. Συνεκτιμώντας τα παραπάνω αναλυτικώς αναφερόμενα στοιχεία, θεωρώ ότι θα ήταν αδύνατο να συμβούν όλα αυτά τα γεγονότα όπως: αγορές πρώτων υλών, πωλήσεις προϊόντων, μεγαλύτερα κέρδη, αυξήσεις των τελικών αποθεμάτων τόσο σε τελικά προϊοντα, όσο και πρώτες ύλες , αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί και οι αμφισβητούμενες αγορές πρώτων υλών».

Ακόμη ο πιο πάνω πραγματογνώμονας καταθέτοντας στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι οι τζίροι της εταιρείας αυξάνονταν από το 2000, η εταιρεία, αλλά οι ελεγκτές ζήτησαν τα ισοζύγια και τα ημερολόγια αλλά δεν ζήτησαν το βιβλίο απογραφών, κατέληξε δε στο συμπέρασμα ότι έγιναν πραγματικά οι συναλλαγές αφού υπήρχε αύξηση των πωλήσεων και αύξηση των αποθεμάτων. Τέλος, να σημειωθεί ότι από το 1984 που λειτούργησε η επιχείρηση των κατηγορουμένων μέχρι τις παραβάσεις για τις οποίες κατηγορήθηκαν και μέχρι τη σύνταξη της πιο πάνω τεχνικής έκθεσης (το έτος 2017) η επιχείρηση δεν ελέγχθηκε ποτέ για καμία φορολογική παράβαση ούτε οι κατηγορούμενοι καταδικάσθηκαν ποτέ για οποιαδήποτε παράνομη δραστηριότητα και μέχρι σήμερα έχουν λευκά ποινικά μητρώα.

Κατόπιν όλων αυτών το Δικαστήριο έχει σοβαρές αμφιβολίες αναφορικά με την ανυπαρξία συναλλαγών των κατηγορουμένων, δεδομένου ότι μόνη η ανυπαρξία του εκδότη ή η μη σύννομη φορολογική συμπεριφορά των εκδοτών δεν μπορεί χωρίς τη συνδρομή και άλλων επιβαρυντικών στοιχείων να οδηγήσουν το Δικαστήριο στην παραδοχή ότι οι εν λόγω συναλλαγές ήταν εικονικές και πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν αθώοι της αποδιδόμενης σε αυτούς πράξης.

nomotelia.gr