ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα, Μαρία Γκανιάτσου και Γρηγόριο Κουτσοκώστα – Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Νοεμβρίου 2017, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου, (κωλυομένης της Εισαγγελέως) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Ζ. Σ. του Κ., κατοίκου …, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Κανατάκη, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 416/2017 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.

Με πολιτικώς ενάγοντα τον Σ. Χ. του Π., κατοίκου …, που δεν παρέστη.

Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Ιουλίου 2017 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …2017.

Αφού άκουσε

Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης μόνο ως προς την αξιόποινη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση και να απορριφθεί κατά τα λοιπά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις του άρθρου 224 παρ. 1 και 2 του ΠΚ, οι οποίες ορίζουν ότι “1. Όποιος ως διάδικος σε πολιτική δίκη δίνει εν γνώσει του ψευδή όρκο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει, καταθέτει εν γνώσει του ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια”, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ψευδορκίας μάρτυρα, απαιτείται: α) ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ενώπιον αρμόδιας για την εξέτασή του αρχής, β) τα πραγματικά περιστατικά που αυτός κατέθεσε να είναι ψευδή και γ) να υπάρχει άμεσος δόλος, ο οποίος συνίσταται στη γνώση του μάρτυρα ότι αυτά που κατέθεσε είναι ψευδή ή στο ότι είχε γνώση των αληθινών, αλλά σκόπιμα τα απέκρυψε ή αρνήθηκε να τα καταθέσει. Η ένορκη κατάθεση του δράστη του εγκλήματος αυτού πρέπει να αναφέρεται σε γεγονότα αντικειμενικώς ανακριβή και όχι σε κρίσεις, γνώμες ή πεποιθήσεις, εκτός εάν αυτές είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τα γεγονότα που κατέθεσε, θεωρείται δε αντικειμενικώς ψευδές το περιστατικό, όταν αυτό είναι αντίθετο όχι μόνο προς την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά και προς εκείνα, που ο μάρτυρας αντιλήφθηκε ή πληροφορήθηκε από διηγήσεις τρίτων και, ως εκ τούτου, γνώριζε. Προϋπόθεση για την τέλεση του εν λόγω εγκλήματος αποτελεί και το ότι τα κατατεθέντα περιστατικά πρέπει να αναφέρονται σε γεγονότα, ήτοι σε συγκεκριμένα και ειδικώς προσδιορισμένα κατά χρόνο και τόπο και αναγόμενα στο παρελθόν ή το παρόν συμβάντα ή καταστάσεις, που έχουν σχέση με την υπόθεση και αναφέρονται, προκειμένου μεν για αστική διαφορά στα αποδεικτέα θέματα, προκειμένου δε για ποινική δίκη στα στοιχεία του εγκλήματος, που αποτελεί το αντικείμενο αυτής, ή σε άλλα περιστατικά συνδεόμενα αναποσπάστως με τα γεγονότα αυτά, στερείται σημασίας, όμως, το αν είναι ουσιώδη ή επουσιώδη για την έκβαση της δίκης και ανεξάρτητα από το αν επηρέασαν το αποτέλεσμα στη συγκεκριμένη υπόθεση. Από τις ίδιες ως άνω διατάξεις προκύπτει, επίσης, ότι η αρμοδιότητα της αρχής, ενώπιον της οποίας δίνεται η κατάθεση, αποτελεί συστατικό όρο του εγκλήματος της ψευδορκίας μάρτυρα, θεωρείται δε ως αρμόδια αρχή εκείνη, ενώπιον της οποίας είναι δυνατό, κατά διάταξη νόμου, να γίνει ένορκη κατάθεση κάποιου, η οποία να μπορεί στη συνέχεια να ληφθεί υπόψη ως έγκυρο αποδεικτικό μέσο από αρχή, που είναι και αυτή αρμόδια προς διάγνωση διαφοράς. Οι συμβολαιογράφοι είναι αρμόδιοι για τη λήψη ένορκων βεβαιώσεων μαρτύρων, κατά τον Κώδικα Συμβολαιογράφων (άρθρο 1 παρ. 1 εδ. δ’ του Ν. 670/1977, ήδη άρθρο 1 παρ. 1 εδ. ε’ του Ν. 2830/2000), εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση επιτρέπεται η χρησιμοποίηση αυτών (ένορκων βεβαιώσεων), οπότε, αν τα βεβαιούμενα σ’ αυτές είναι ψευδή, πραγματώνεται η αντικειμενική υπόσταση του ανωτέρω εγκλήματος, πρέπει, όμως, για να μπορούν οι ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων να ληφθούν υπόψη ως νόμιμο αποδεικτικό μέσο, να έχει προηγηθεί νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου του διαδίκου, με επιμέλεια του οποίου είχαν δοθεί, σύμφωνα με τα άρθρα 270 παρ. 2, 650 παρ. 1, 671 παρ. 1 και 681Β του ΚΠολΔ, που ίσχυαν μέχρι την 31η-12-2015, ήτοι μέχρι την κατάργησή τους με το άρθρο 1 του Ν. 4335/2015 (από την 1η-1-2016 ισχύει η αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 421 του ΚΠολΔ), ώστε να δοθεί η δυνατότητα στον αντίδικο να παραστεί, να λάβει γνώση του περιεχομένου τους και να αποκρούσει αυτές με την προσκόμιση, κατά τη σχετική συζήτηση της υπόθεσης, αποδεικτικών στοιχείων περί του αντιθέτου, διαφορετικά δεν αποτελούν υποστατό αποδεικτικό μέσο και, συνεπώς, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της ψευδορκίας μάρτυρα για όσα περιστατικά περιέχονται σ’ αυτές. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 362 εδ. α’ του ΠΚ, όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει τη τιμή ή την υπόληψη του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 363 εδ. α’ του ΠΚ, αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης είναι: α) ισχυρισμός ή διάδοση, β) ο ισχυρισμός ή η διάδοση να γίνει ενώπιον τρίτου, γ) το αντικείμενο του ισχυρισμού να είναι γεγονός, δ) το γεγονός να είναι ψευδές και ε) το γεγονός να μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου. Ισχυρισμός είναι εκδήλωση και ειδικότερα ανακοίνωση που εμφανίζεται ως γνώση ή πεποίθηση για την αλήθεια ενός γεγονότος. Ο ισχυρισμός πρέπει να γίνει ενώπιον τρίτου, δηλαδή ενώπιον ενός τουλάχιστον προσώπου διαφορετικού από το δράστη και από τον φορέα της τιμής. Στην έννοια του γεγονότος περιλαμβάνεται κάθε συγκεκριμένο συμβάν του εξωτερικού κόσμου και κάθε πράξη ή συγκεκριμένη κατάσταση ή σχέση ή συμπεριφορά που αναφέρεται στο παρελθόν ή το παρόν και υποπίπτει στις αισθήσεις. Η έκφραση γνώμης ή αξιολογική κρίση και η απόδοση χαρακτηρισμών καθίστανται γεγονότα, όταν αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνο όταν συνδέονται και σχετίζονται με ορισμένο γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικά να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική βαρύτητά του. Εξάλλου, στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης είναι η τέλεση της πράξης εν γνώσει της αναλήθειας. Επομένως, σύμφωνα με τη γενική διάταξη του άρθρου 27 παρ. 2 εδ. α’ του ΠΚ, απαιτείται δόλος και μάλιστα άμεσος, συνιστάμενος στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού ή της διάδοσης, ενώπιον τρίτου, του ψευδούς γεγονότος, εν γνώσει του δράστη ότι αυτό είναι ψευδές και δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Η ύπαρξη του δόλου, που απαιτείται, κατά το άρθρο 26 παρ. 1 του ΠΚ, για την θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος και συνίσταται, σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, στη θέληση παραγωγής των περιστατικών, τα οποία κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξης, δεν είναι, κατ’ αρχήν, αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών, που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, προκύπτει δε από τις ειδικότερες συνθήκες της τέλεσής του, οπότε διαλαμβάνεται περί αυτού (δόλου) αιτιολογία στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή, ενώ, όταν αξιώνονται από το νόμο πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η “εν γνώσει” ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξης (άμεσος δόλος), ως συμβαίνει, κατά τα άνω, επί του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης, ή η επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω “σκοπού” (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση), τότε η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στα στοιχεία αυτά. Υπάρχει, όμως, αιτιολογία του δόλου, όταν, σύμφωνα με τις παραδοχές της απόφασης, ο σχετικός με το ψευδές γεγονός ισχυρισμός του δράστη θεμελιώνεται σε προσωπική πεποίθηση ή αντίληψη του ίδιου ή σε δική του πράξη ή παράλειψη, οπότε είναι αυτονόητη η σχετική γνώση του, χωρίς να απαιτείται παράθεση άλλων, σχετικών με τη γνώση αυτή, περιστατικών. Εξάλλου, έλλειψη της απαιτούμενης, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της καταδικαστικής απόφασης, η οποία (έλλειψη) ιδρύει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ, υπάρχει, όταν δεν εκτίθενται σ’ αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, που λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του περί της συνδρομής των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε το δικαστήριο τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις, με τις οποίες έγινε η υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Για την πληρότητα της αιτιολογίας της καταδικαστικής για ψευδορκία μάρτυρα απόφασης, πρέπει, εκτός των άλλων, να αναφέρεται, όταν πρόκειται για ένορκη βεβαίωση του υπαιτίου, και η διαπίστωση από το δικαστήριο της ουσίας ότι η ένορκη αυτή βεβαίωση έχει ληφθεί μετά από προηγούμενη νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου εκείνου με επιμέλεια του οποίου έχει ληφθεί (αυτή), αλλιώς η απόφαση στερείται της απαιτούμενης κατά τα ως άνω άρθρα του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ. Τέλος, δεν αποτελεί λόγο αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και, ειδικότερα, η εσφαλμένη εκτίμηση και αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων και των εγγράφων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη συσχέτισης των αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, καθόσον, στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το περί ενοχής σκεπτικό της προσβαλλόμενης, με αριθμό 416/2017, απόφασής του, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζονται κατ’ είδος σ’ αυτή, δέχθηκε, ανελέγκτως, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: “Στις 9-4-2010 ο κατηγορούμενος εξεταζόμενος ενώπιον Συμβολαιογράφου Κρωπίας Ε. Π. συνταχθείσας προς τούτο της υπ’ αριθ. …/2010 ένορκης βεβαίωσης προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στην ανοιγείσα δίκη μεταξύ του εγκαλούντα και της συζύγου του με αντικείμενο την επικοινωνία του κοινού ανηλίκου τέκνου τούτων κατέθεσε σε βάρος του εγκαλούντα τα παρακάτω επακριβώς “….Κατά το χρόνο της συμβίωσής τους διαπίστωσα ότι ο ενάγων δεν αισθανόταν καλά, προσπαθούσε να επιβάλλει κάποιες απόψεις του, ήθελε να υποτάξει την κόρη μου, την ζήλευε, είχε κόμπλεξ αισθανόταν μειονεκτικά απέναντί της. Κατά την διάρκεια της σχέσεώς τους αυτής την εγκατέλειψε τρεις φορές, τη μία μάλιστα από αυτές ενώ έλειψε περίπου ένα μήνα πριν, λόγω θανάτου του πατέρα του και η κόρη μου ήταν άρρωστη με 40 πυρετό την άφησε κι έφυγε … Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχεδόν καθημερινά ο ίδιος μας καλούσε τα απογεύματα στο σπίτι τους για να κάνουμε παρέα. Την περίοδο όμως αυτή έκανε ότι μπορούσε για να αποβάλει η κόρη μου, την πίεζε, την ύβριζε, της έλεγε ότι δεν ήταν ικανή για οικογένεια και διάφορα άλλα. Σε όλη την εγκυμοσύνη της η κόρη μου, πέρασε μία βασανιστική ζωή μαζί του …. Μάλιστα πριν φύγει είχε πει στην κόρη μου “Δεν θα πεθάνω εγώ για ένα παιδί”. Αυτό το επανέλαβε και μπροστά μου στις 24.07.2008 στο σπίτι τους που ήμουν παρών …. Στις 01.08.2008 του έδωσε η κόρη μου σχέδιο ιδιωτικού Συμφωνητικού, στο οποίο όπως του είπε μπορούσε να εκφέρει τις απόψεις του, προκειμένου να καταλήξουν σε κάποια συμφωνία, πλην όμως εκείνος δεν το έλαβε καθόλου υπόψη του …. Για τα θέματα του παιδιού κανένα ενδιαφέρον, καμία συζήτηση, σαν να μην υπήρχε καν παιδί. Από τότε που έφυγε από το σπίτι, δηλαδή 30.08.2008 και μέχρι 17.07.2009 ημερομηνία που συζητήθηκε η αίτησή του περί προσωρινής διαταγής, ήρθε και είδε το παιδί του 7 φορές μόνο, από μία ώρα περίπου κάθε φορά, όσες δηλαδή ζήτησε να το δει, διότι ποτέ δεν τον εμπόδισε η κόρη μου να δει το παιδί …. μάλιστα προσπαθούσε να πείσει την κόρη μου να διακόψει τον θηλασμό …. ακόμα και στο θέμα του ονόματος του παιδιού δυστροπούσε με συνέπεια η κόρη μου, μετά από πολλές προσπάθειες, να υποχρεωθεί να ζητήσει να ρυθμιστεί αυτό δικαστικά …. Ο εναγών αδιαφορούσε ακόμα για τη στοιχειώδη διατροφή του τέκνου του και όπως μου είπε η κόρη μου στην αρχή κατέβαλλε το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως και μετά από παρέμβαση του δικηγόρου της το αύξησε σε 250 ευρώ …. ο οποίος παρότι δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το παιδί του, εκφράζεται απαράδεκτα τόσο εις βάρος της όσο και εις βάρος μου …. χρειάστηκε λοιπόν να εισαχθώ επειγόντως στο Ωνάσειο στις 13.08.2008 την επομένη μέρα υποβλήθηκε, σε στεφανιογραφία και στη συνέχεια επειδή η μία αρτηρία ήταν κατεστραμμένη σε ποσοστό 95 % ο γιατρός μου για την αποκατάσταση της βλάβης προχώρησε σε διπλή αγγειοπλασπκή. Ο ενάγων έχει αν όχι την αποκλειστική ευθύνη για το περιστατικό αυτό, τουλάχιστον μεγάλο ποσοστό ευθύνης …. την 01.08.2009 υλοποιώντας την προσωρινή διαταγή πήρε το παιδί. Στο σημείο αυτό θέλω να τονίσω ότι ο τρόπος που πήρε το παιδί ήταν επιεικώς απαράδεκτος, βίαιος, η συμπεριφορά του απέναντι στο ίδιο του το παιδί ήταν πολύ σκληρή, δεν λύγισε ούτε όταν το παιδάκι, μόλις 14 μηνών τότε, Κλαίγοντας αρνιόταν να τον ακολουθήσει τελικά στην κυριολεξία το άρπαξε και έφυγε … Στην πράξη απεδείχθη ότι τόσο ο ίδιος όσο και η αδερφή του εκόπτοντο να πάρουν το παιδί είναι πρόσωπα ακατάλληλα, ανίκανα να αναλάβουν την φροντίδα ενός ανηλίκου με αυξημένες απατήσεις λόγω ηλικίας κατά μείζονα λόγο μάλιστα της διανυκτέρευσής του επί έξι συνεχόμενα βράδια …. Επίσης ο ενάγων αντιμετωπίζει και σοβαρό πρόβλημα υγείας με την καρδιά του (διάταση αορτής) …. Ποτέ δεν τήρησε πιστά την απόφαση που ρυθμίζει τον τρόπο επικοινωνίας του με το παιδί του. Ερχόταν πάντα μία έως και δύο ώρες αργότερα να πάρει το παιδί πολλές φορές δεν το επέστρεφε μισή ώρα νωρίτερα και πολλές φορές δεν ερχόταν καθόλου να το πάρει. Επίσης κάθε φορά που επέστρεφε το παιδί, μετά από επικοινωνία που είχε με τον πατέρα του, κυρίως όμως μετά από Σαββατοκύριακο, παρουσίαζε εκνευρισμό, μελαγχολία, ήταν σκεπτικό, δεν έτρωγε, δεν κοιμόταν καλά τα βράδια, ξυπνούσε στον ύπνο του κλαίγοντας ….”. Τα ανωτέρω όμως ήσαν αναληθή και τούτο το γνώριζε ο κατηγορούμενος καθόσον ο εγκαλών όπως αποδείχθηκε ουδέποτε άφησε τη σύζυγό του αβοήθητη στη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, ενδιαφερόταν και αγαπούσε το τέκνο του ουδέποτε απέτρεψε τη σύζυγό του να το θηλάζει, επανειλημμένα προσπαθούσε να το παραλαμβάνει μετά την διάστασή τους χωρίς φασαρίες και πάντα ενδιαφερόταν για την ψυχική ηρεμία και υγεία τούτου και καθόλου δεν ευθυνόταν για τα προβλήματα υγείας του κατηγορουμένου ο οποίος έπασχε από διάταση αορτής. Αντίθετα η σύζυγός του και θυγατέρα του κατηγορουμένου ήταν εκείνη που εμπόδιζε την επικοινωνία του ανηλίκου με τον εγκαλούντα επειδή ο τελευταίος δεν υπέγραφε το ιδιωτικό συμφωνητικό που η ίδια είχε συντάξει με αποτέλεσμα η επικοινωνία αυτή να είναι ιδιαίτερα δυσχερής και ο εγκαλών να προσπαθεί, τηρώντας την απόφαση για επικοινωνία, να κρατά το παιδί μαζί του ήρεμο και μακριά από την αντιδικία και την αντιπαλότητα που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ του ζευγαριού λόγω των δικαστικών διενέξεων. Επί πλέον όπως αποδείχθηκε επίσης ο εγκαλών δεν αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας και ήταν σε θέση να φροντίζει το ανήλικο. Επί πλέον ο κατηγορούμενος την 13.05.2010 και περί ώρα 20:50, εξεταζόμενος ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κρωπίας Αττικής Ε. Π. Π., συνταγείσης προς τούτο και της υπ’ αριθμ. …/13.05.2010 ένορκης βεβαίωσης προς υποστήριξη της από 19.01.2010 και με αριθ. καταθ. …/2010 αγωγής της Ε. Σ. του Ζ. κατά του εγκαλούντα Σ. Χ. του Π., με αντικείμενο την οριστική ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους και την επιδίκαση διατροφής, για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε ως δικάσιμος η 11.10.2010, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατέθεσε σε βάρος του ανωτέρω εγκαλούντος μεταξύ των άλλων, και τα ακόλουθα: ” …. όπως αναφέρω στην παραπάνω κατάθεσή μου, ο εναγόμενος δεν διαθέτει τις αναγκαίες προϋποθέσεις δεξιότητες, γνώσεις διάθεση για να του ανατεθεί ακόμα και αυτή η επικοινωνία με το παιδί του έστω για ένα βράδυ …. Πήρε λοιπόν το παιδί με τον βίαιο τρόπο …. λόγω δε της ανικανότητάς του να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του το επέστρεψε την επόμενη ημέρα 2 Αυγούστου άρον-άρον και σε πολύ κακή κατάσταση. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να του ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου, διότι αυτός στην πράξη απεδείχθη ακατάλληλος, ανίκανος να ανταποκριθεί στο έλασσον που είναι η επικοινωνία με το τέκνο του, κατά μείζονα λόγο δεν είναι σε θέση να του ανατεθεί η επιμέλεια του παιδιού. Άλλωστε και λόγω της πολύωρης εργασίας του στην … στην οποία υπηρετεί ως υπάλληλός της, με θέση Υποδιευθυντή, δεν διαθέτει ούτε τον απαιτούμενο χρόνο. Σημεία τα οποία θέλω να επισημάνω και πάλι είναι κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης της κόρης μου κατέβαλε φιλότιμες μεν προσπάθειες ευτυχώς ανεπιτυχείς για αποβάλλει …. στην 04.05.2008 όταν εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη, την κόρη μου και το ανήλικο τέκνο τους είπε “δεν θα πεθάνω εγώ για ένα παιδί …. Από όσα αναφέρω παραπάνω ο εναγόμενος δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το παιδί του. Αγνοεί όμως ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να είναι σεβαστές …. ούτε αυτές όμως σέβεται ….”. Τα ως άνω όπως επίσης αποδείχθηκε ήταν ψευδή και ο κατηγορούμενος γνώριζε την αναλήθεια αυτών καθόσον ο εγκαλών όπως ήδη αναφέρθηκε σεβόταν τις δικαστικές αποφάσεις μεν αλλά επειδή πρωταρχικός γι’ αυτόν σκοπός ήταν η ψυχική ηρεμία του παιδιού ουδέποτε χρησιμοποίησε βία για να το πάρει στα πλαίσια της επικοινωνίας του με αυτό, αλλά όταν έβλεπε ότι αυτό ήταν ανήσυχο ενδιαφερόταν πρωτίστως να το επιστρέψει στο σπίτι της μητέρας του και στο περιβάλλον που διέμενε περισσότερο χρόνο. Επίσης ήταν καλός πατέρας και ικανός για να επικοινωνήσει με το παιδί του. Κατ’ ακολουθίαν και σε αυτήν την ένορκη κατάθεσή του ο κατηγορούμενος εν γνώσει του κατέθεσε ψέματα. Τέλος από τα ίδια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος καταθέτοντας τα ανωτέρω ψευδή γεγονότα σκοπό είχε να βλάψει την τιμή και την υπόληψη εγκαλούντα. Κατ’ ακολουθίαν πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος των κατηγορούμενων αδικημάτων κατά το διατακτικό, απορριπτομένου του ισχυρισμού τούτου περί του ότι ενήργησε ως άνω χωρίς ταπεινά αίτια ως ουσία αβασίμου. Αντίθετα πρέπει να του αναγνωριστεί η ελαφρ. περίσταση του άρθρου 84 2α ΠΚ καθόσον καθόλο το διάστημα πριν την πράξη έζησε έντιμη οικογενειακή επαγγελματική και κοινωνική ζωή”. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο της ουσίας κήρυξε τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα ένοχο, με την ελαφρυντική περίσταση του πρότερου έντιμου βίου (άρθρ. 84 παρ. 2 περ. α’ του ΠΚ), για τις αξιόποινες πράξεις της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση και της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, για τις οποίες (πράξεις) του επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών και δύο (2) μηνών, αντίστοιχα, συνολικά δε έξι (6) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία, με το ακόλουθο διατακτικό: “Ο κατηγορούμενος (Σ. Ζ.) στην Αθήνα κατά τα κάτωθι χρονικά διαστήματα, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ενώ εξετάστηκε ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα. Συγκεκριμένα, α) την 09.04.2010 και περί ώρα 20:20, εξεταζόμενος ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κρωπίας Αττικής Ε. Π. Π., συνταγείσης προς τούτο και της υπ’ αριθμ. …/09.04.2010 ένορκης βεβαίωσης, προς αντίκρουση της από 18.09.2009 και με αριθ. καταθ. …/2009 αγωγής του εγκαλούντα Σ. Χ. του Π. κατά της Ε. Σ. του Ζ., με αντικείμενο την ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του εγκαλούντος με το ανήλικο τέκνο τους για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε ως δικάσιμος η 12.04.2010, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατέθεσε σε βάρος του ανωτέρω εγκαλούντος, μεταξύ των άλλων, και τα ακόλουθα: “….Κατά το χρόνο της συμβίωσής τους διαπίστωσα ότι ο ενάγων δεν αισθανόταν καλά, προσπαθούσε να επιβάλλει κάποιες απόψεις του, ήθελε να υποτάξει την κόρη μου, την ζήλευε, είχε κόμπλεξ αισθανόταν μειονεκτικά απέναντί της. Κατά την διάρκεια της σχέσεώς τους αυτής την εγκατέλειψε τρεις φορές, τη μία μάλιστα από αυτές ενώ έλειψε περίπου ένα μήνα πριν, λόγω θανάτου του πατέρα του και η κόρη μου ήταν άρρωστη με 40 πυρετό την άφησε κι’ έφυγε ….. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχεδόν καθημερινά ο ίδιος μας καλούσε τα απογεύματα στο σπίτι τους για να κάνουμε παρέα. Την περίοδο όμως αυτή έκανε ότι μπορούσε για να αποβάλει η κόρη μου, την πίεζε, την ύβριζε, της έλεγε ότι δεν ήταν ικανή για οικογένεια και διάφορα άλλα. Σε όλη την εγκυμοσύνη της η κόρη μου, πέρασε μία βασανιστική ζωή μαζί του …. Μάλιστα πριν φύγει είχε πει στην κόρη μου “Δεν θα πεθάνω εγώ για ένα παιδί”. Αυτό το επανέλαβε και μπροστά μου στις 24.07.2008 στο σπίτι τους που ήμουν παρών. Στις 01.08.2008 του έδωσε η κόρη μου σχέδιο ιδιωτικού Συμφωνητικού, στο οποίο όπως του είπε μπορούσε να εκφέρει τις απόψεις του, προκειμένου να καταλήξουν σε κάποια συμφωνία, πλην όμως εκείνος δεν το έλαβε καθόλου υπόψη του …. Για τα θέματα του παιδιού κανένα ενδιαφέρον, καμία συζήτηση, σαν να μην υπήρχε καν παιδί. Από τότε που έφυγε από το σπίτι, δηλαδή 30.08.2008 και μέχρι 17.07.2009 ημερομηνία που συζητήθηκε η αίτησή του περί προσωρινής διαταγής, ήρθε και είδε το παιδί του 7 φορές μόνο, από μία ώρα περίπου κάθε φορά, όσες δηλαδή ζήτησε να το δει, διότι ποτέ δεν τον εμπόδισε η κόρη μου να δει το παιδί …. μάλιστα προσπαθούσε να πείσει την κόρη μου να διακόψει τον θηλασμό …. ακόμα και στο θέμα του ονόματος του παιδιού δυστροπούσε με συνέπεια η κόρη μου, μετά από πολλές προσπάθειες, να υποχρεωθεί να ζητήσει να ρυθμιστεί αυτό δικαστικά …. Ο ενάγων αδιαφορούσε ακόμα για τη στοιχειώδη διατροφή του τέκνου του και όπως μου είπε η κόρη μου στην αρχή κατέβαλλε το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως και μετά από παρέμβαση του δικηγόρου της το αύξησε σε 250 ευρώ …. ο οποίος παρότι δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το παιδί του, εκφράζεται απαράδεκτα τόσο εις βάρος της όσο και εις βάρος μου …. χρειάστηκε λοιπόν να εισαχθώ επειγόντως στο Ωνάσειο στις 13.08.2008 την επομένη μέρα υποβλήθηκε, σε στεφανιογραφία και στη συνέχεια επειδή η μία αρτηρία ήταν κατεστραμμένη σε ποσοστό 95 % ο γιατρός μου για την αποκατάσταση της βλάβης προχώρησε σε διπλή αγγειοπλασπκή. Ο ενάγων έχει αν όχι την αποκλειστική ευθύνη για το περιστατικό αυτό, τουλάχιστον μεγάλο ποσοστό ευθύνης …. την 01.08.2009 υλοποιώντας την προσωρινή διαταγή πήρε το παιδί. Στο σημείο αυτό θέλω να τονίσω ότι ο τρόπος που πήρε το παιδί ήταν επιεικώς απαράδεκτος, βίαιος, η συμπεριφορά του απέναντι στο ίδιο του το παιδί ήταν πολύ σκληρή, δεν λύγισε ούτε όταν το παιδάκι, μόλις 14 μηνών τότε, κλαίγοντας αρνιόταν να τον ακολουθήσει τελικά στην κυριολεξία το άρπαξε και έφυγε …. Στην πράξη απεδείχθη ότι τόσο ο ίδιος όσο και η αδερφή του εκόπτοντο να πάρουν το παιδί είναι πρόσωπα ακατάλληλα, ανίκανα να αναλάβουν την φροντίδα ενός ανηλίκου με αυξημένες απατήσεις λόγω ηλικίας κατά μείζονα λόγο μάλιστα της διανυκτέρευσής του επί έξι συνεχόμενα βράδια …. Επίσης ο ενάγων αντιμετωπίζει και σοβαρό πρόβλημα υγείας με την καρδιά του (διάταση αορτής) …. Ποτέ δεν τήρησε πιστά την απόφαση που ρυθμίζει τον τρόπο επικοινωνίας του με το παιδί του. Ερχόταν πάντα μία έως και δύο ώρες αργότερα να πάρει το παιδί πολλές φορές δεν το επέστρεφε μισή ώρα νωρίτερα και πολλές φορές δεν ερχόταν καθόλου να το πάρει. Επίσης κάθε φορά που επέστρεφε το παιδί, μετά από επικοινωνία που είχε με τον πατέρα του, κυρίως όμως μετά από Σαββατοκύριακο, παρουσίαζε εκνευρισμό, μελαγχολία, ήταν σκεπτικό, δεν έτρωγε, δεν κοιμόταν καλά τα βράδια, ξυπνούσε στον ύπνο του κλαίγοντας ….”. Τα ανωτέρω ήταν ψευδή δεδομένου ότι η αλήθεια, την οποία γνώριζε ο κατηγορούμενος ήταν ότι: αυτός δεν ζήλευε την σύζυγό του και ουδέποτε την άφησε αβοήθητη, την πρόσεχε κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης της ότι επειδή δεν υπέγραψε το ιδιωτικό συμφωνητικό η σύζυγός του του στέρησε την επικοινωνία με το τέκνο τους ουδέποτε απέτρεψε την σύζυγό του να θηλάσει το τέκνο τους ενώ δέχθηκε να μην λάβει τα όνομα του πατέρα του παρά την μεταξύ τους αρχική συμφωνία, ουδέποτε αδιαφόρησε για την διατροφή του παιδιού του, ουδέποτε εκφράστηκε απαράδεκτα σε βάρος της συζύγου του, δεν ευθύνεται για τα προβλήματα υγείας του πεθερού του, ο ίδιος δεν αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, είναι ικανός να φροντίζει το παιδί του με την βοήθεια και της αδερφής του, αντίθετα οι κατηγορούμενοι είναι αυτοί που εμποδίζουν τον εγκαλούντα να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας του, το παιδί δεν είναι απολύτως φυσιολογικό μαζί του, β) την 13.05.2010 και περί ώρα 20:50, εξεταζόμενος ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κρωπίας Αττικής Ε. Π. Π., συνταγείσης προς τούτο και της υπ’ αριθμ. …/13.05.2010 ένορκης βεβαίωσης προς υποστήριξη της από 19.01.2010 και με αριθ. καταθ. …/2010 αγωγής της Ε. Σ. του Ζ. κατά του εγκαλούντα Σ. Χ. του Π., με αντικείμενο την οριστική ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους και την επιδίκαση διατροφής, για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε ως δικάσιμος η 11.10.2010, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατέθεσε σε βάρος του ανωτέρω εγκαλούντος, μεταξύ των άλλων, και τα ακόλουθα: ” …. όπως αναφέρω στην παραπάνω κατάθεσή μου, ο εναγόμενος δεν διαθέτει τις αναγκαίες προϋποθέσεις δεξιότητες γνώσεις διάθεση για να του ανατεθεί ακόμα και αυτή η επικοινωνία με το παιδί του έστω για ένα βράδυ …. Πήρε λοιπόν το παιδί με τον βίαιο τρόπο …. λόγω δε της ανικανότητάς του να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του το επέστρεψε την επόμενη ημέρα 2 Αυγούστου άρον-άρον και σε πολύ κακή κατάσταση. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να του ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου, διότι αυτός στην πράξη απεδείχθη ακατάλληλος ανίκανος να ανταποκριθεί στο έλασσον που είναι η επικοινωνία με το τέκνο του, κατά μείζονα λόγο δεν είναι σε θέση να του ανατεθεί η επιμέλεια του παιδιού. Άλλωστε και λόγω της πολύωρης εργασίας του στην … στην οποία υπηρετεί ως υπάλληλός της, με θέση …, δεν διαθέτει ούτε τον απαιτούμενο χρόνο. Σημεία τα οποία θέλω να επισημάνω και πάλι είναι κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης της κόρης μου κατέβαλε φιλότιμες μεν προσπάθειες ευτυχώς ανεπιτυχείς για αποβάλει …. στην 04.05.2008 όταν εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη, την κόρη μου και το ανήλικο τέκνο τους είπε “δεν θα πεθάνω εγώ για ένα παιδί …. Από όσα αναφέρω παραπάνω ο εναγόμενος δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το παιδί του. Αγνοεί όμως ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να είναι σεβαστές …. ούτε αυτές όμως σέβεται ….”. Τα ανωτέρω ήταν ψευδή δεδομένου ότι η αλήθεια, την οποία γνώριζε ο κατηγορούμενος ήταν ότι: αυτός είναι ικανός να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο του, ουδέποτε πήρε το παιδί με βίαιο τρόπο ενώ σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις. Β) Ο κατηγορούμενος με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος εν γνώσει της αναλήθειας ισχυρίσθηκε ενώπιον τρίτων για άλλον ψευδή γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του παθόντος. Συγκεκριμένα, καταθέτοντας ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κρωπίας Αττικής Ε. Π. Π. ισχυρίσθηκε σε βάρος του εγκαλούντος Σ. Χ. του Π. τα προαναφερθέντα υπό στοιχείο (Α’ α, β) γεγονότα που περιέχονται στις υπ’ αριθ. …/2010 και …/2010 ένορκες βεβαιώσεις τα οποία εν γνώσει του ήταν ψευδή και μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του παθόντος”. Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας, ως προς την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη, από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν και συγκροτούν την αντικειμενική και την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή αυτών (περιστατικών) στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 18, 26 παρ. 1α’ , 27 παρ. 1, 79, 98, 363 – 362 του ΠΚ. Ειδικότερα, εκτίθενται όλα τα στοιχεία που απαρτίζουν τη νομοτυπική μορφή του εν λόγω εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, ενώ παρατίθενται τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (ένορκες καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, χωρίς όρκο κατάθεση πολιτικώς ενάγοντος, έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, τα πρακτικά και η απόφαση της πρωτοβάθμιας δίκης), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και κατέληξε στην καταδικαστική του κρίση, χωρίς να παρίσταται αναγκαία η αναλυτική παράθεσή τους, η αναφορά του τι προκύπτει ξεχωριστά από το καθένα, ούτε και η συγκριτική στάθμιση και αξιολογική συσχέτιση του περιεχομένου τους και η ανάλογη δικαιοδοτική εκτίμησή τους. Τέλος, ειδική και εμπεριστατωμένη είναι και η αιτιολογία που αφορά στη θεμελίωση του άμεσου δόλου του αναιρεσείοντος, ως προς το ανωτέρω έγκλημα, αφού από τη συλλογιστική του σκεπτικού, το οποίο μαζί με το διατακτικό συνθέτουν την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, αναμφίβολα προκύπτει ότι οι συναπτόμενοι με τα ψευδή γεγονότα ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος, που περιλαμβάνονται στις πιο πάνω αναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις …/2010 και …/2010, στηρίζονται στην προσωπική αντίληψη του ίδιου, λόγω της υπάρχουσας, μεταξύ αυτού αφενός και της κόρης του Ε. Σ. και του συζύγου της (πολιτικώς ενάγοντος) Ζ. Σ. αφετέρου, συγγενικής σχέσης. Έτσι, η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι δεν αιτιολογείται με επάρκεια ο δόλος του και συγκεκριμένα η γνώση αυτού περί της αναλήθειας των διαλαμβανομένων στις εν λόγω ένορκες βεβαιώσεις γεγονότων είναι αβάσιμη. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ, μοναδικός λόγος της αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι, ως προς το σκέλος που αφορά την καταδίκη του αναιρεσείοντος για την αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, αβάσιμος και, επομένως, πρέπει να απορριφθεί. Οι λοιπές, σχετικές με την ίδια ως άνω αξιόποινη πράξη, αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που αναφέρονται σε διαφορετικά αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων, διότι κατά την άποψή του από αυτά συνάγονται διαφορετικά συμπεράσματα από εκείνα, στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο της ουσίας, είναι απαράδεκτες, αφού συνιστούν αμφισβήτηση των εις βάρος αυτούς (αναιρεσείοντος) ουσιαστικών παραδοχών της προσβαλλόμενης καταδικαστικής απόφασης και της ορθότητας του αποδεικτικού πορίσματός της, και με την επίφαση της έλλειψης αιτιολογίας, πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, όμως, με τις πιο πάνω αναφερόμενες παραδοχές, το Δικαστήριο της ουσίας δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, ως προς την αξιόποινη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση, φερόμενη ως τελεσθείσα με τις ένορκες βεβαιώσεις …/2010 και …/2010, τις οποίες έδωσε ο αναιρεσείων ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κρωπίας Ε. Π.-Π., την απαιτούμενη, από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού ούτε στο αιτιολογικό, ούτε στο διατακτικό γίνεται μνεία, ούτε εμμέσως προκύπτει, αν οι ένορκες αυτές βεβαιώσεις είχαν ληφθεί μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου του διαδίκου με επιμέλεια του οποίου είχαν δοθεί για να χρησιμοποιηθούν η μεν πρώτη προς αντίκρουση της από 18-9-2009 αγωγής του εγκαλούντος Σ. Χ. κατά της συζύγου του και κόρης του κατηγορουμένου Ε. Σ. για ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο τους, η δε δεύτερη προς υποστήριξη της από 19-1-2010 αγωγής της τελευταίας (Ε. Σ.) κατά του εγκαλούντος για την οριστική ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους και την επιδίκαση διατροφής, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση για τα διαλαμβανόμενα σ’ αυτές ψευδή πραγματικά περιστατικά.

Συνεπώς, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ λόγου αναίρεσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 511 του ίδιου Κώδικα, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα ως προς τις διατάξεις της που αφορούν στην πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση. Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης που να αφορά την καταδίκη του αναιρεσείοντος για την αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, πρέπει: α) να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση 416/2107 του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών και ειδικότερα ως προς τις διατάξεις της που αφορούν στην πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση, αναγκαίως δε και ως προς τη διάταξή της περί επιβολής συνολικής ποινής, κατά παραδοχή του αυτεπαγγέλτως ως άνω εξεταζόμενου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 511 του ΚΠοινΔ, λόγου αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα, και να παραπεμφθεί η υπόθεση, ως προς το αναιρούμενο μέρος, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρ. 519 του ΚΠοινΔ) και β) να απορριφθεί κατά τα λοιπά η από 14-7-2017, με αριθμό …2017, αίτηση του Ζ. Σ. του Κ., για αναίρεση της απόφασης 416/2107 του Β’ Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί εν μέρει την απόφαση 416/2107 του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών και ειδικότερα ως προς τις διατάξεις της που αφορούν στην πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση, καθώς και ως προς τη διάταξή της περί επιβολής συνολικής ποινής.

Παραπέμπει την υπόθεση, ως προς το αναιρούμενο μέρος, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Απορρίπτει, κατά τα λοιπά, την από 14-7-2017, με αριθμό …2017, αίτηση του Ζ. Σ. του Κ., που κατοικεί στο …), για αναίρεση της απόφασης 416/2107 του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Δεκεμβρίου 2017.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Ιανουαρίου 2018.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
https://www.oenet.gr/nomologia/epaggelmatika/item/59966-telesi-pseudorkias