Απόφαση 183 / 2019 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 183/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2′ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δήμητρα Κοκοτίνη, Θεόδωρο Τζανάκη, Νικόλαο Πιπιλίγκα και Αντιγόνη Καραΐσκου – Παλόγου – Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 25 Σεπτεμβρίου 2018, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “…” και το διακριτικό τίτλο “… Α.Ε.”, που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Δέσποινα Μελίδου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., που δεν κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου: Θ. Μ. του Ξ., κατοίκου …, ο οποίος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27/12/2013 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ιωαννίνων. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 523/2014 του ίδιου Δικαστηρίου και 25/2016 του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα εταιρεία με την από 1/2/2018 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο η αναιρεσείουσα εταιρεία, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Η από 1-2-2018 (με αριθμό κατάθεσης 6/2018 ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων) αίτηση αναίρεσης της αναιρεσείουσας κατά του αναιρεσιβλήτου, και κατά της 25/2016 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων επί των ασκηθεισών εφέσεως και αντεφέσεως από τα διάδικα μέρη κατά της 523/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, εκδοθείσας κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, επί της από 27-12-2013 αγωγής. Με την προσβαλλόμενη εφετειακή απόφαση, αφού έγιναν τυπικά δεκτή, απορρίφθηκαν κατ’ ουσίαν η έφεση και η αντέφεση και επικυρώθηκε η πρωτόδικη απόφαση, με την οποία είχε γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή του ενάγοντος και ήδη αναιρεσιβλήτου. Η αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552,553,556,558,564 παρ. 3, 566 παρ. 1 και 144 ΚΠολΔ).
Συνεπώς είναι παραδεκτή(άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της( άρθρο 577 παρ. 3 ΚπολΔ. 2. Από τις διατάξεις των άρθρων 108, 110 παρ.2, 498 παρ.1, 568 παρ.1 και 2 και 576 παρ.1-3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί αλλά δεν μετάσχει με τον προσήκοντα τρόπο σ` αυτή κάποιος διάδικος, το δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επέσπευσε τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης. Αν τη συζήτησή της επέσπευσε εγκύρως ο απολιπόμενος διάδικος, κλητεύοντας νόμιμα και εμπρόθεσμα τους λοιπούς ή αν κλητεύθηκε ο ίδιος νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση άλλο διάδικο, η υπόθεση συζητείται σαν να ήσαν παρόντες όλοι οι διάδικοι (ΑΠ 142/2016). Στη προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την …1 Α’/12-4-2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Θεσπρωτίας Ε. Σ., που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται η αναιρεσείουσα, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ένδικης αίτησης, με την πράξη ορισμού δικασίμου και με κλήση για συζήτηση κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, με την επιμέλειά της, στον αναιρεσίβλητο(ΚΠολΔ 128 παρ.4). Κατά την παραπάνω δικάσιμο, όμως, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από την σειρά του οικείου πινακίου, ο αναιρεσίβλητος δεν εμφανίσθηκε.
Συνεπώς, πρέπει να δικασθεί ερήμην, αλλά η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτός παρών (ΚΠολΔ 576 παρ.2).
3. Ο ενάγων, ήδη αναιρεσίβλητος, με την από 27-12-2013 (αρ.κατ. 1408/27-12-2013) αγωγή, ιστορούσε ότι προσλήφθηκε από την εναγομένη, ήδη αναιρεσείουσα την 2-11-2013 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως οδηγός φορτηγού αυτοκινήτου Γ’ κατηγορίας, υπό το σύστημα πενθημέρου εργασίας, με το νόμιμο ωράριο και μισθό και παρείχε την εργασία του σε αυτήν μέχρι την 3-10-2013, οπότε του κατήγγειλε την σύμβαση εργασίας του νομίμως. Ότι εκτός του νομίμου μισθού του, του καταβαλλόταν μηνιαίως, ως πριμ παραγωγικότητας το ποσό των 350 έως 550 ευρώ μηνιαίως. Ότι κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα του εργασιακού του βίου στην εναγομένη, παρείχε τις υπηρεσίες του πέραν των οχτώ ωρών ημερησίως, κατά τη διάρκεια νύχτας, κατά τις Κυριακές και αργίες, χωρίς να του καταβάλλεται η αντίστοιχη αμοιβή, ότι αναγκαζόταν να διανυκτερεύει εκτός έδρας, χωρίς να του καταβάλλεται η νόμιμη αποζημίωση και ότι δεν του κατεβλήθησαν για το έτος 2013 δεδουλευμένες αποδοχές, άδεια, επίδομα αδείας και αναλογία δώρου Χριστουγέννων, ενώ του παρακράτησε παρανόμως επιβληθέν κατ’ αυτού πρόστιμο. Ζητούσε δε να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλλει για τις αναλυτικά στην αγωγή αναφερόμενες άνω αιτίες, το συνολικό ποσό των 84.804,61 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση, όπως στην αγωγή εκάστη ενότητα αξιώσεων προσδιορίζεται. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η 523/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή και επιδικάστηκε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 26.659,28 ευρώ, νομιμότοκα κατά τις εκεί διακρίσεις. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε έφεση η εναγομένη και αντέφεση με τις προτάσεις ο ενάγων. Επί αυτών εκδόθηκε η προσβαλλομένη 25/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων με την οποία απορρίφθηκαν τόσο η έφεση της εναγομένης, όσο και η αντέφεση του ενάγοντος και επικυρώθηκε η πρωτοβάθμια άνω απόφαση. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε την υπό κρίση αίτηση η εναγομένη.
4. Η 21091/2990/1946 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, που εκδόθηκε κατά εξουσιοδότηση του νόμου 28/1944, όπως αυθεντικά ερμηνεύτηκε με το νόμο 866/1944, και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Β` 142/4- 9-1946), έχει ισχύ νόμου. Η απόφαση αυτή ορίζει ότι εκτός έδρας αποστελλόμενο προσκαίρως για εργασία υπαλληλικό και εργατοτεχνικό προσωπικό όλων γενικά των επιχειρήσεων και εργασιών καταβάλλεται και πρόσθετη αποζημίωση για κάθε εκτός έδρας διανυκτέρευση, η οποία ισούται με το κάθε φορά νόμιμο ημερομίσθιο ή το 1/25 του νομίμου μηνιαίου μισθού. Από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι προϋπόθεση για τη χορήγηση αποζημιώσεως για απασχόληση του μισθωτού εκτός έδρας είναι η αποστολή του από τον τόπο που συμφωνήθηκε για τη μόνιμη παροχή της εργασίας του σε άλλο τόπο για πρόσκαιρη απασχόλησή του σε αυτόν και η διανυκτέρευσή του στο νέο τόπο εργασίας. Ως έδρα της επαγγελματικής κατοικίας του μισθωτού νοείται ο τόπος στον οποίο κατά τρόπο μόνιμο και συνήθη παρέχει τις υπηρεσίες του, ασχέτως αν αυτός συμπίπτει με την έδρα της επιχειρήσεως(ΑΠ 1425/2002, ΑΠ 1165/1999 ΑΠ 540/1992, ΑΠ 231/1991, ΑΠ 1157/1989, ΑΠ 1193/1988). Στην έννοια του μισθού περιλαμβάνονται οι βασικές αποδοχές και τα νόμιμα επιδόματα, δηλαδή αυτά που καταβάλλονται στο μισθωτό βάσει των οικείων συλλογικών συμβάσεων και των διαιτητικών αποφάσεων. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 εδ. α’ ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Και κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δεν έχει νόμιμη βάση, πράγμα που συμβαίνει όταν στις αιτιολογίες, που συνιστούν την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται διόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόστηκε. Αντιθέτως, η απόφαση δεν στερείται από νόμιμη βάση όταν οι ανωτέρω ελλείψεις αφορούν στα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου ή ανάγονται στην αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων (ΚΠολΔ 561 παρ.1) και ειδικότερα στην ανάλυση και αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αρκεί τούτο να εκτίθεται στην απόφαση σαφώς. 5. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα εξής: ” Η εκκαλούσα εναγομένη, (ήδη αναιρεσείουσα) διατηρεί στην … βιομηχανία παραγωγής και εμπορίας ζωοτροφών και για τις ανάγκες της εμπορικής της δραστηριότητας απασχολεί πολυάριθμο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό. Για την μεταφορά των πρώτων υλών και των επεξεργασμένων προϊόντων της χρησιμοποιεί δύο μεγάλα επικαθήμενα φορτηγά αυτοκίνητα με τους αντίστοιχους οδηγούς τους. Οι διαδρομές που εκτελούν οι οδηγοί των φορτηγών αυτών αυτοκινήτων είναι από την έδρα της εταιρίας προς τα υποκαταστήματα της, ένα στην … και ένα στη … και ενίοτε σε πελάτες της στα ενδιάμεσα των διαδρομών αυτών. Στις 02-11-2003, προσέλαβε τον ενάγοντα – εφεσίβλητο, ως οδηγό του ενός εκ των δύο ως άνω φορτηγών αυτοκινήτων της. Κατά την έγγραφη σύμβαση που καταρτίσθηκε μεταξύ τους, ως τόπος παροχής της εργασίας του ενάγοντος ορίστηκε η …, όπου και οι εγκαταστάσεις της εναγομένης. Η εργασία του συνίστατο στην εκτέλεση απ’ αυτόν δρομολογίων μεταφοράς τόσο των προϊόντων παραγωγής της (ζωοτροφές) από τις εγκαταστάσεις της στην … προς τα κείμενα στα … και στα … υποκαταστήματα της, όσο και των πρώτων υλών (μαγιά, κρεατάλευρα, ιχθυάλευρα, “μακαρόν”, κενές παλέτες κ.λ.π) από τα ως άνω υποκαταστήματα και ενίοτε από συνεργάτες στη … και την … προς τις εγκαταστάσεις της στην …. Τα δρομολόγια αυτά, συνήθως ήταν δύο εβδομαδιαίως και εξαιρετικώς τρία. Εκ των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι η κύρια απασχόληση του ενάγοντος και η παροχή εργασίας του στην εναγομένη, ήταν στις εγκαταστάσεις αυτής στην …, γι’ αυτό και άλλωστε κατά την κατάρτιση της συμβάσεως, ως τόπος παροχής εργασίας ορίστηκε η …. Επομένως, για κάθε εκτός έδρας της επιχείρησης διανυκτέρευση και απασχόληση του ενάγοντος, αυτός δικαιούται προσαυξημένης αποζημιώσεως”. Μετά τις παραδοχές αυτές επικύρωσε την πρωτοβάθμια απόφαση ως προς επίμαχο αυτό θέμα του τόπου παροχής της εργασίας του ενάγοντος που ήταν η …, όπου ευρίσκοντο και οι εγκαταστάσεις της εναγομένης καθώς και το ποσό που επιδικάστηκε στον ενάγοντα για διανυκτερεύσεις εκτός της έδρας της επιχείρησης ύψους 15.823,80 ευρώ που αναλυτικά αναφέρονται στην πρωτοβάθμια απόφαση, (στο 14ο και 15 φύλλο αυτής), απορρίπτοντας τον πρώτο λόγο της έφεσης της εναγομένης. Έτσι που αποφάνθηκε το Εφετείο ότι ο αναιρεσίβλητος απασχολήθηκε πρόσκαιρα εκτός έδρας, και δη ότι η κύρια απασχόλησή του και η παροχή εργασίας του στην εναγομένη ήταν στις εγκαταστάσεις αυτής στην … και ότι τα δρομολόγια εκτός της έδρας ήταν περίπου δύο εβδομαδιαίως και εξαιρετικά τρία και ότι δικαιούται την πρόσθετη αποζημίωση για κάθε μία εκτός έδρας διανυκτέρευση που προβλέπεται από την άνω αναφερθείσα στην με αριθμό 4 μείζονα σκέψη Υπουργική Απόφαση, την οποία και επεδίκασε, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε την απόφαση αυτή, καθόσον κατά τις ανέλεγκτες παραδοχές της, ο συμβατικός τόπος παροχής της εργασίας του αναιρεσιβλήτου ήταν στη …, όπου ευρίσκοντο και οι εγκαταστάσεις της, απ’όπου καθημερινώς φόρτωνε τα προς μεταφορά προϊόντα της εναγομένης και η απασχόληση του αναιρεσιβλήτου εκτός της έδρας του ήταν εξαιρετικώς δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα, και άρα πρόσκαιρη. Ειδικότερα, αφού δέχθηκε το Εφετείο ότι ο τόπος εργασίας του αναιρεσιβλήτου (ο οποίος συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων), με την έννοια της εμφανίσεώς του κατά τρόπο μόνιμο και συνήθη για ανάληψη υπηρεσίας ήταν η … και απ’αυτόν αναχωρούσε με έμφορτο το υπ’αυτού οδηγούμενο φορτηγό της εναγομένης με εμπορεύματά της, για την μεταφορά τους στα άνω αναφερόμενα σημεία, ήτοι στα υποκαταστήματά της στη … και …, όσο και παραλαβή εκ των υποκαταστημάτων αυτών και ενίοτε από συνεργάτες της στη … και … πρώτων υλών και επιστροφή πάντοτε προς τις εγκαταστάσεις της εναγομένης για παραλαβή νέων προϊόντων για περαιτέρω εξόρμηση, διέλαβε στην απόφαση πλήρεις και σαφείς αιτιολογίες, αφού παρατίθενται επαρκώς τα αναγκαία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στήριξε την κρίση του επί του ουσιώδους ζητήματος ότι ο αναιρεσίβλητος απασχολήθηκε πρόσκαιρα εκτός έδρας, και δη ότι η κύρια απασχόλησή του και η παροχή εργασίας του στην εναγομένη ήταν στις εγκαταστάσεις αυτής στην … και ότι τα δρομολόγια εκτός της έδρας ήταν περίπου δύο εβδομαδιαίως και εξαιρετικά τρία, και ως εκ τούτου είναι δυνατός ο έλεγχος, αν στην συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι εφαρμογής της άνω Υπουργικής Απόφασης. Επομένως, ο μοναδικός λόγος της αίτησης από τον αριθμό 1 και 19 του άρθρου 559 ΚπολΔ, με τον οποίο η αναιρεσείουσα αιτιάται το Δικαστήριο για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, άλλως εκ πλαγίου παράβαση της προαναφερόμενης Υπουργικής απόφασης και της διάταξης του άρθρου 320 ΑΚ και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά το μέρος που αναφέρεται στην επιδίκαση στον ενάγοντα ποσού 15.823,80 ευρώ ως αποζημίωση για εκτός έδρας διανυκτερεύσεις, είναι αβάσιμος. 6. Μετά απ’αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αίτησης αναίρεσης πρέπει η υπό κρίση αίτηση να απορριφθεί, παρέλκει δε η έρευνα του αιτήματος της αναιρεσείουσας περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Περαιτέρω, ενόψει μη υποβολής αιτήματος για την καταβολή δικαστικής δαπάνης εκ μέρους του αναιρεσίβλητου, ο οποίος δεν παραστάθηκε, δεν επιδικάζονται έξοδα σε βάρος της αναιρεσείουσας, που ηττήθηκε (ΑΠ 1891/2017).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 1-2-2018 αίτηση περί αναιρέσεως της 25/2016 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 23 Ιανουαρίου 2019. Και
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 12 Φεβρουαρίου 2019.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

areiospagos.gr