ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A2’ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Τσόλα, Δημήτριο Κράνη, Αντώνιο Ζευγώλη και Αβροκόμη Θούα, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 9 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία και της γραμματέως, Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία “ΧΧΧ”, όπως, σύμφωνα με το άρθρο 1 της υπ’ αριθμ. Δ6Α 1162069 ΕΞ 2011 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών – Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων – Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων – Πολιτισμού και Τουρισμού, μετονομάστηκε η εταιρεία με την επωνυμία “ΧΧΧ” και η οποία έφερε την επωνυμία “ΧΧΧ”, πρώην με την επωνυμία “ΧΧΧ”, που εδρεύει στην ΧΧΧ και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Κ. Ζ. του Σ., κατοίκου ΧΧΧ, Διευθύνοντος Συμβούλου της ανώνυμης εταιρείας με την τότε επωνυμία “ΧΧΧ”, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ιωάννα Μοράλη.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ε., συζύγου Δ. Π., 2) Ν. Π. του Δ., κατοίκων ΧΧΧ, 3) Κ. Β. του Α., 4) Ά. Κ., κατοίκων ΧΧΧ, 5) Π. Π. του Δ., κατοίκου ΧΧΧ, 6) Α. Π. – Κ., κατοίκου ΧΧΧ, 7) ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία “ΧΧΧ”, που εδρεύει στο ΧΧΧ και εκπροσωπείται νόμιμα, 8) Δ. Ζ. Ξ., κατοίκου ΧΧΧ και 9) Γ. Π., κατοίκου ΧΧΧ. Οι πρώτη, δεύτερη, τρίτος και πέμπτος εκ των αναιρεσιβλήτων εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Θεμιστοκλή Χατζηιωάννου, ενώ οι τέταρτη, έκτη, έβδομη, όγδοος και ένατος, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12-9-2005 αγωγή των ήδη πρώτης, δεύτερης, τρίτου, τέταρτης, πέμπτου και έκτης αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 29/2007 του ίδιου Δικαστηρίου και 5804/2013 του Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 14-7-2014 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Αβροκόμη Θούα, ανέγνωσε την από 30-10-2015 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης.
Η πληρεξούσια των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 74, 556 παρ.1 και 558 ΚΠολΔ συνάγεται ότι, επί απλής ομοδικίας, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της κοινής εναγωγής των από αδικοπραξία εις ολόκληρον ενεχομένων (άρθρα 481, 922 και 926 ΑΚ), η εκ μέρους του ενός από αυτούς ασκούμενη αίτηση αναίρεσης είναι απευθυντέα κατά του νικήσαντος αντιδίκου του, όχι όμως και κατά του συνεναγομένου του, ο οποίος μόνο ως ομόδικος του μπορεί να μετάσχει στην αναιρετική δίκη με την άσκηση κοινής ή αυτοτελούς αίτησης αναίρεσης (ΑΠ 1227/2007).
Στην προκειμένη περίπτωση, η διαδικαστική πορεία της υπόθεσης έχει ως εξής: Οι έξι πρώτοι των αναιρεσιβλήτων άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 12-9-2005 αγωγή τους την οποία έστρεφαν κατά των δύο αναιρεσειόντων, αλλά και κατά των λοιπών (έβδομης, όγδοου και ένατου) αναιρεσιβλήτων, με την οποία ζητούσαν την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, (εις ολόκληρον, από καθένα των εναγομένων), την οποία επεκαλούντο ότι είχαν υποστεί λόγω παράνομης και υπαίτιας προσβολής της προσωπικότητάς τους. Επί της άνω αγωγής εκδόθηκε η 29/2007 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που την έκανε εν μέρει δεκτή. Κατά της άνω απόφασης, όλοι οι εναγόμενοι (οι ήδη αναιρεσείοντες και οι έβδομη, όγδοος, και ένατος των αναιρεσιβλήτων) άσκησαν αυτοτελείς εφέσεις στρεφόμενες κατά των εναγόντων (ήδη έξι πρώτων των αναιρεσιβλήτων. Επ’ αυτών εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία, αφού τις συνεκδίκασε, τις απέρριψε κατ’ ουσίαν και επεκύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία είχε αναγνωρισθεί ότι καθένας των εναγομένων (δηλαδή οι ήδη αναιρεσείοντες και οι έβδομη, όγδοος και ένατος των αναιρεσιβλήτων) υποχρεούται να καταβάλει εις ολόκληρον, σε καθένα των εναγόντων (ήδη έξι πρώτων των αναιρεσιβλήτων) το ποσό των 10.000 ευρώ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής τους βλάβης. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης κατά το μέρος που απευθύνεται κατά των έβδομης, όγδοου και ένατου των αναιρεσιβλήτων ομοδίκων των ήδη αναιρεσειόντων είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη.
Από τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1, 2 και 3 (όπως το εδάφιο β της παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 62 του Ν. 4139/2013) του ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, ή εμφανισθεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπάγγελτα ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολειπόμενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, αν όμως την επισπεύδει ο αντίδικος του, τότε ερευνάται αν ο απολειπόμενος, ή ο μη παριστάμενος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος διάδικος, κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε, ή επιδόθηκε αλλά όχι νόμιμα και εμπρόθεσμα ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται με νέα κλήση και στη νέα δικάσιμο που θα προσδιορισθεί με την προαναφερθείσα νέα κλήση, εκτός εάν συντρέχει περίπτωση απλής ομοδικίας μεταξύ των περισσοτέρων αναιρεσειόντων, ή αναιρεσιβλήτων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι απόντες, οπότε η υπόθεση χωρίζεται και η συζήτηση της ένδικης αναιρέσεως χωρεί νομίμως ως προς όσους εκπροσωπούνται νόμιμα ή έχουν κλητευθεί νόμιμα και κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς τους λοιπούς. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, προκύπτει, ότι όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά εγγραφής της στο πινάκιο, δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο η τέταρτη και έκτη των αναιρεσιβλήτων. Όπως προκύπτει από την ΧΧΧ/7-9-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, Δ. Μ., την οποία προσκομίζουν και επικαλούνται οι παριστάμενοι αναιρεσίβλητοι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην τέταρτη αυτών, Ά. Κ.. Η έκτη όμως αναιρεσίβλητη, Α. Π. – Κ., όπως προκύπτει από την ΧΧΧ/8-9-2015 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, την οποία επίσης προσκομίζουν και επικαλούνται οι παριστάμενοι αναιρεσίβλητοι, δεν κλητεύθηκε εμπρόθεσμα για να παραστεί, εφόσον από 8-9-2015 που της επιδόθηκε το αντίγραφο της ένδικης αίτησης και η σχετική κλήση, μέχρι την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (9-11-2015), δεν μεσολάβησε η προθεσμία των εξήντα ημερών που όρισε ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, ορίζεται άλλωστε και από την παρ.4 του άρθρου 568ΚΠολΔ.Συγκεκριμένα,η εξηκοστή ημέρα ήταν η 7-11-2015,ημέρα όμως Σάββατο, με αποτέλεσμα η προθεσμία να παραταθεί για την επόμενη εργάσιμη, (κατ’ άρθρο 1 παρ.12 εδ.α του ν.1157/1981 και την ταυτόσημη διάταξη του άρθρου 144 ΚΠολΔ) ημέρα Δευτέρα που ήταν όμως η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (ΟλΑΠ33/1996). Επομένως, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της υπόθεσης καθόσον αφορά την έκτη των αναιρεσιβλήτων, μη υποκειμένης δε περίπτωσης αναγκαίας ομοδικίας στην ένδικη υπόθεση, πρέπει η υπόθεση να χωριστεί και η συζήτηση της ένδικης αίτησης αναίρεσης να χωρίσει νόμιμα ως προς τους λοιπούς (πρώτους πέντε) των αναιρεσιβλήτων, παρά την απουσία της τέταρτης αυτών.
Ο από το άρθρο 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως ιδρύεται, αν το δικαστήριο, παρά τη μη επαρκή έκθεση σε αυτήν των στοιχείων που είναι αναγκαία για τη στήριξη του αιτήματος της αγωγής, την έκρινε ορισμένη, θεωρώντας ότι αυτά εκτίθενται με επάρκεια ή αν παρά την επαρκή έκθεση των στοιχείων αυτών την απέρριψε ως αόριστη (ΟλΑΠ15/2000). Περαιτέρω, το έννομο συμφέρον και η νομιμοποίηση του διαδίκου, αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 68 ΚΠολΔ, ουσιαστικές προϋποθέσεις για την παροχή δικαστικής προστασίας.
Συνεπώς, η εσφαλμένη κρίση του δικαστηρίου περί του αν συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις αυτές ιδρύει τον αναιρετικό λόγο του αριθμού 1 του άρθρου 559 και όχι εκείνον του αριθμού 14, ο οποίος ανακύπτει μόνον όταν στο δικόγραφο της αγωγής δεν εκτίθενται τα στοιχεία που θεμελιώνουν τη νομιμοποίηση και δικαιολογούν το έννομο συμφέρον για την άσκηση της (ΟλΑΠ 25/208). Εξάλλου, για τη νομιμοποίηση προς διεξαγωγή συγκεκριμένης δίκης αρκεί, καταρχήν, ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης ουσιαστικής έννομης σχέσης, ότι δηλαδή ο ίδιος είναι φορέας του ασκούμενου επίδικου δικαιώματος και ο εναγόμενος της αντίστοιχης υποχρέωσης. Ποιά πρόσωπα είναι φορείς συγκεκριμένων δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ορίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο που επιτρέπει την άσκηση της αγωγής. Επί αγωγής, με την οποία ζητείται χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης λόγω προσβολής της προσωπικότητας, συνεπεία παράνομης και υπαίτιας προσβολής περιβαλλοντικού αγαθού, ο ενάγων, για την ενεργητική νομιμοποίησή του αρκεί να επικαλεσθεί ότι βρίσκεται σε κάποια τοπική σχέση με το συγκεκριμένο κοινόχρηστο περιβαλλοντικό αγαθό, που υπέστη βλάβη. Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από την παραδεκτή κατ’ άρθρο 561 § 2 ΚΠολΔ επισκόπηση του περιεχομένου της ένδικης αγωγής, οι ενάγοντες (ήδη πέντε πρώτοι αναιρεσίβλητοι) εκθέτουν ότι, όλοι είναι κύριοι ακινήτων στην περιοχή ΧΧΧ, όπου και διαμένουν συνεχώς κατά τη διάρκεια της θερινής περιόδου, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια του υπολοίπου έτους μεταβαίνουν και διαμένουν σ’ αυτά Σαββατοκύριακα, αργίες, ότι η τέταρτη εναγόμενη (ήδη πρώτη αναιρεσείουσα), εκμίσθωσε στην μη διάδικο στην παρούσα δίκη, πρώτη εναγόμενη ομόρρυθμη εταιρεία την περιγραφόμενη στην αγωγή δημόσια κοινόχρηστη έκταση (αιγιαλό) στην περιοχή ΧΧΧ, για απλή χρήση γης, στα πλαίσια προγράμματος για την αισθητική και λειτουργική αναβάθμιση και ανάδειξη αιγιαλών, προκειμένου η τελευταία να λειτουργήσει επιχείρηση αναψυκτηρίου-περιπτέρου, ότι αυτή δια του νομίμου εκπροσώπου της, δεύτερου εναγομένου (επίσης μη διάδικου στην παρούσα δίκη), προέβη επί του μισθωθέντος τμήματος του αιγιαλού, σε παράνομες και αυθαίρετες κατασκευές, επακριβώς και λεπτομερώς περιγραφόμενες στην αγωγή μεταξύ των οποίων, μεταλλικοί διάδρομοι εντός της θάλασσας, μεταλλική εξέδρα εντός του μισθίου χώρου, δεξαμενές συλλογής αποβλήτων, υποθαλάσσια διέλευση ηλεκτροφόρων καλωδίων, ενώ λειτουργούσε και την επιχείρηση-αναψυκτήριο χωρίς άδεια και χρησιμοποιούσε μεγαφωνικές εγκαταστάσεις υψηλής ισχύος, με την μουσική να ακούγεται συνεχώς και σε μεγάλη ένταση. Ότι οι ανωτέρω παράνομες κατασκευές και επεμβάσεις, αλλοίωσαν τη φυσική μορφολογία του περιβάλλοντος, εφόσον εμπόδισαν την ελεύθερη και ακώλυτη χρήση του, την απόλαυση του και την αποκόμιση ωφέλειας εξαυτού ως κοινόχρηστου πράγματος ,με αποτέλεσμα να προσβάλλουν το, προστατευόμενο απόλυτο δικαίωμα της προσωπικότητάς τους ενόψει του ότι διαμένουν κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα στην περιοχή, και καθ’ όλη τη διάρκεια των θερινών μηνών, παρεμποδίζοντας επιπλέον και την ομαλή διέλευση σκαφών στην λιμνοθάλασσα, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των λουσμένων και καθιστώντας, λόγω του υπερβολικού θορύβου των μεγαφωνικών εγκαταστάσεων, αδύνατη την ήρεμη παραμονή τους στις οικίες τους και τον ύπνο τους. Οτι, υπεύθυνοι για την παράνομη προσβολή της προσωπικότητας τους, συνεπεία της οποίας υπέστησαν ηθική βλάβη, είναι (πλην των λοιπών εναγομένων που δεν είναι διάδικοι στην παρούσα αναιρετική δίκη) και η πρώτη αναιρεσείουσα, ανώνυμη εταιρεία εκμισθώτρια του άνω τμήματος του αιγιαλού, που ενώ είχε εκ του νόμου, υποχρέωση, να ελέγχει, μέσω του νομίμου εκπροσώπου της, δευτέρου αναιρεσείοντος, την νόμιμη αξιοποίηση του δημόσιου κοινόχρηστου χώρου που εκμίσθωσε, ανέχθηκε, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο ετών, τις άνω παράνομες εγκαταστάσεις και την παράνομη λειτουργία της επιχείρησης του αναψυκτηρίου, συμβάλλοντας έτσι και αυτοί στην παράνομη υποβάθμιση του περιβάλλοντος και την εντεύθεν προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων. Με το άνω περιεχόμενο, η ένδικη αγωγή περιείχε όλα τα απαιτούμενα στοιχεία τόσο για την ενεργητική νομιμοποίηση των αναιρεσιβλήτων, όσο και για την παράνομη και υπαίτια και εκ μέρους των αναιρεσειόντων, προσβολή του κοινόχρηστου περιβαλλοντικού αγαθού του αιγιαλού και την συνεπεία αυτής προσβολή της προσωπικότητάς τους. Δεν απαιτείτο, δε για το ορισμένο αυτής η αναφορά άλλων στοιχείων ως προς την ενεργητική νομιμοποίηση των αναιρεσιβλ
ήτων θεμελιούμενη στην ιδιότητα των αναιρεσιβλήτων ως κατοίκων ή ιδιοκτητών της περιοχής και στην παρεμπόδισή τους στη χρήση του αιγιαλού ως κοινοχρήστου πράγματος αλλά και ως προς την επικαλούμενη ηχορύπανση, την περιγραφή των αυθαίρετων κατασκευών και την συνεπεία αυτών αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος που συνεπάγεται προσβολή της προσωπικότητας των αναιρεσιβλήτων. Επομένως το Εφετείο που, κρίνοντας ομοίως, απέρριψε τον προβληθέντα πρωτοβαθμίως και επαναφερθέντα με λόγο εφέσεως ισχυρισμό περί αοριστίας δεν παρέλειψε παρά το νόμο να κηρύξει απαράδεκτο. Επομένως οι περί του αντιθέτου πρώτος και δεύτερος κατά ένα μέρος λόγοι της αίτησης αναίρεσης, κατ’ εκτίμηση από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (και όχι 1 και 8) ΚΠολΔ., είναι αβάσιμοι.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (ΟλΑΠ7/2006). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αριθμ.19 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ.3 του Συντάγματος προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος απ’ αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή του(ανεπαρκής αιτιολογία),ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Ειδικότερα, αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι τη κρίση της απόφασης για την υπαγωγή ή μη της ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης. Αντίστοιχα, ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που, είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση, της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που. εφαρμόστηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή του, όχι δε και όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ολΑΠ15/2006).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το ενδιαφέρον την παρούσα αναιρετική διαδικασία μέρος, έγιναν δεκτά τα ακόλουθα: “Οι πέντε πρώτοι των καθών (εννοείται εναγόντων) ήδη αναιρεσιβλήτοι είναι κύριοι ακινήτων στην περιοχή ΧΧΧ πλησίον της λιμνοθάλασσας. Όλοι οι παραπάνω ενάγοντες, λόγω του ότι έχουν ιδιοκτησίες στην περιοχή, την επισκέπτονται συχνά και διαμένουν σε αυτήν ιδίως κατά τη διάρκεια του θέρους, κάνοντας χρήση της λιμνοθάλασσας, των ακτών της και του προσχωματικού τόξου που υφίσταται στο στόμιο της. Ειδικότερα, … η πρώτη και δεύτερη ενάγουσες …διέμεναν σε κατοικία σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από την παραλία, όπου λειτουργεί το επίδικο αναψυκτήριο, μέχρι το καλοκαίρι του 2005, οι οποίες για τα καλοκαιρινά τους μπάνια πήγαιναν στην εν λόγω παραλία. Περαιτέρω, η πρώτη ενάγουσα έχει λάβει … οικοδομική άδεια για την ανέγερση δικής της διώροφης οικοδομής στο δικό της οικόπεδο. Επομένως ως προς τις ενάγουσες αυτές υφίσταται έννομο συμφέρον για την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, δοθέντος ότι παραθερίζουν στην εν λόγω περιοχή και έχουν ακίνητη περιουσία σε αυτή και ειδικότερα η πρώτη ενάγουσα είναι επικαρπώτρια ενός ακινήτου στη θέση ΧΧΧ της ΧΧΧ της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας ΧΧΧ και η δεύτερη ενάγουσα έχει την ψιλή κυριότητα του παραπάνω ακινήτου και την ψιλή κυριότητα ετέρου γηπέδου….που βρίσκεται στην ίδια περιοχή ΧΧΧ. Περαιτέρω ο τρίτος και τέταρτη των εναγόντων, σύζυγοι, έχουν στην κυριότητά τους ένα ακίνητο….στη θέση ΧΧΧ ….Στον πέμπτο ενάγοντα περιήλθε ….η ψιλή κυριότητα ενός γηπέδου….που βρίσκεται στην ίδια θέση και φέρει επ’ αυτού λυόμενη οικία. Όλοι δε οι ενάγοντες δραστηριοποιούνται ενεργά με τα προβλήματα της περιοχής ως μέλη του τοπικού περιβαλλοντικού συλλόγου ΧΧΧ … … … Επομένως, η σχέση των εναγόντων με την περιοχή είναι δεδομένη και είναι δεδομένο το ενδιαφέρον τους για την περιοχή λόγω των ιδιοκτησιών που διατηρούν σε αυτή, ενδιαφερόμενοι άμεσα για την μη υποβάθμιση του περιβάλλοντος στο οποίο βρίσκονται οι περιουσίες τους και στην οποία οι ίδιοι διαμένουν μεγάλα διαστήματα του έτους …”. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο διέλαβε σαφείς και επαρκείς αιτιολογίες ως προς το ουσιώδες ζήτημα της συνδρομής των προϋποθέσεων που θεμελιώνουν την ενεργητική νομιμοποίηση των αναιρεσιβλήτων στην άσκηση της ένδικης αγωγής, εφόσον η, κατά τις ανέλεγκτες παραδοχές του, σχέση αυτών με την περιοχή ως ιδιοκτητών γης, διαμενόντων κατά τους θερινούς μήνες εκεί αλλά και η ιδιότητά τους ως μελών περιβαλλοντικού συλλόγου που ασχολείται με την επίλυση προβλημάτων που στοχεύουν στην μη υποβάθμιση του περιβάλλοντος της περιοχής τους, νομιμοποιεί αυτού στην άσκηση της αγωγής. Επομένως ο περί του αντιθέτου δεύτερος λόγος της αιτήσεως κατά το οικείο μέρος του, κατ’ εκτίμηση από το άρθρο 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος.
Ακολούθως το Εφετείο, δέχεται ανελέγκτως ότι η πρώτη αναιρεσείουσα, ως έχουσα τη διοίκηση, διαχείριση και αξιοποίηση των επιχειρηματικών μονάδων του ΕΟΤ και στα πλαίσια διενεργηθέντος πλειοδοτικού διαγωνισμού, παραχώρησε στον δεύτερο εναγόμενο (μη διάδικο στην παρούσα αναιρετική δίκη) δυνάμει της από 24-6-2003 συμβάσεως μισθώσεως την απλή χρήση του επίδικου Τουριστικού Δημόσιου Κτήματος, αντί μισθώματος 5.500 ευρώ ετησίως για έξι χρόνια. Και συνεχίζει: “Κατά τα οριζόμενα στην ΧΧΧ σύμβαση, το μίσθιο τμήμα του αιγιαλού θα χρησιμοποιούνταν από το μισθωτή για την εγκατάσταση του “ΧΧΧ”, (δηλαδή πρώτυπης ξύλινης λυόμενης κατασκευής που θα απομακρυνόταν από τον αιγιαλό κατά τη χειμερινή περίοδο) την τοποθέτηση και εκμετάλλευση ομπρελών – καθισμάτων και την ανάπτυξη θαλασσίων μέσων αναψυχής, ο ακριβής χώρος εγκατάστασης του “ΧΧΧ” θα υποδεικνύονταν από την επιτροπή της τέταρτης εναγόμενης (ήδη πρώτης αναιρεσείουσας) ο τύπος του “ΧΧΧ”, …θα εξαρτιόταν από την έκταση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αιγιαλού και θα προσδιορίζονταν κατά την παράδοση του μισθίου, η ανάπτυξη των ομπρελοκαθισμάτων θα γινόταν σε επιφάνεια όχι μεγαλύτερη του 1/3 της έκτασης του μισθίου, ο ίδιος ο μισθωτής θα φρόντιζε για την παροχή ύδρευσης και ηλεκτροδότησης του μισθίου, καθώς και για την έκδοση των κατά νόμο. απαιτούμενων αδειών λειτουργίας για την εγκατάσταση και λειτουργία της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, στα πλαίσια της οποίας θα παρείχε υπηρεσίες καντίνας -αναψυκτηρίου, ενοικίασης ομπρελών – ξαπλώστρων και ενοικίαση θαλασσίων μέσων αναψυχής. Σύμφωνα με τον όρο 4.9 της σύμβασης, η χρήση και η οικονομική εκμετάλλευση του μισθίου έπρεπε να γίνεται με πνεύμα εξυπηρέτησης της τουριστικής πολιτικής, ή οποία αποβλέπει στην ικανοποίηση των τουριστών και την εξύψωση του επιπέδου του ελληνικού τουρισμού, ενώ η μη τήρηση του όρου αυτού αποτελούσε λόγο καταγγελίας της σύμβασης. Κατά τον όρο 4.10 της σύμβασης, ο δεύτερος εναγόμενος υποχρεούνταν εντός δύο (2) μηνών το αργότερο από την παράδοση σε αυτόν του μισθίου, να προβεί στην εγκατάσταση του “ΧΧΧ” σε αυτό και η Τεχνική Διεύθυνση της τέταρτης εναγόμενης θα πιστοποιούσε αν η εγκατάσταση αυτή ήταν σύμφωνη με τις τεχνικές προδιαγραφές της προκήρυξης. Επίσης, στο άρθρο 6 της σύμβασης ορίστηκε ότι απαγορευόταν η κατασκευή οποιουδήποτε μόνιμου έργου ή κτίσματος ή εκτέλεση πάσης εργασίας στο μίσθιο από το μισθωτή, πέραν της εγκατάστασης του “ΧΧΧ”, χωρίς προηγούμενη ρητή έγκριση της εκμισθώτριας, της τελευταίας διατηρούσας το δικαίωμα, να ζητήσει από το μισθωτή να προβεί στην κατεδάφιση ή απομάκρυνση παντός κτίσματος ή έργου που θα έχει εκτελεστεί από αυτόν και σε περίπτωση μη συμμόρφωσής του, να προβεί η ίδια στην κατεδάφιση, με δαπάνες του μισθωτή. Τέλος, στο άρθρο 9 παρ. 1 της σύμβασης ορίστηκε ότι όλοι οι όροι της συμφωνήθηκαν βασικοί και παράβαση οποιουδήποτε από αυτούς αποτελούσε σπουδαίο λόγο καταγγελίας της. Στις 1-7-2003 παραδόθηκε το μίσθιο στον δεύτερο εναγόμενο …. Η Επιτροπή της τέταρτης εναγόμενης, κατά τη διαδικασία παράδοσης διαπίστωσε α) ότι το προσχωματικό τόξο της λίμνης έχει διανοιχτεί με δύο τεχνικά κανάλια εκατέρωθεν αυτού, στο τμήμα (βγ) του άνω τοπογραφικού διαγράμματος, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί ένα μικρό νησί και το τμήμα του μισθίου χώρου να μην έχει άμεσα πρόσβαση στα εκατέρωθεν τμήματα της ξηράς και β) ότι το τμήμα του αιγιαλού από το σημείο (α) προς το σημείο (β) είναι μήκους 215 μέτρων, σε μέρος δε αυτού, αρχόμενου νότια από το σημείο (α) προς το σημείο (β), μήκους 160 μέτρων, δύναται να αναπτυχθεί το “στολίδι” με τις λοιπές του δραστηριότητες, διότι στο τμήμα αιγιαλού από Α έως το σημείο (δ) του στομίου υπάρχει αυθαίρετη οικία που εμποδίζει τη χρήση του αιγιαλού. Στο τμήμα γ του αιγιαλού διαπιστώθηκε ότι υπήρχε κατά την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης ανάπτυξη ομπρελοκαθισμάτων από μία ξενοδοχειακή επιχείρηση, (που στην συνέχεια αφαιρέθηκαν), αλλά και μία καντίνα καθώς και μία θαλάσσια εξέδρα, όπως και μία συστοιχία από 2 WC και προθαλάμους σε χωριστό κτίσμα. Η μεταβολή στην διαμόρφωση του προσχωματικού τόξου είχε γίνει σε παρελθόντα χρόνο και όχι από τους εναγόμενους. Αποτέλεσμα της ως άνω μεταβολής ήταν ότι στην πράξη η μίσθωση αφορούσε το μικρό νησί που είχε σχηματιστεί…. Στις 19-8-2004, κατόπιν … αυτοψίας της Τεχνικής Διεύθυνσης της τέταρτης εναγόμενης ΧΧΧ. στο με αρ. πρωτ. ΧΧΧ/19-8-2004 έγγραφο … που απηύθυνε στον δεύτερο εναγόμενο … διαπιστώθηκαν παραβάσεις, και συγκεκριμένα είχε κατασκευαστεί πλωτή μεταλλική εξέδρα με ξύλινο δάπεδο, που δεν προβλεπόταν από την σύμβαση,
η οποία ήταν στερεωμένη με μικρούς πασσάλους εμπεπηγμένους σε υφιστάμενους βράχους, εντός της θάλασσας και έμπροσθεν της μονάδας ενοικίασης εξοπλισμού θαλασσίων μέσων αναψυχής, και η οποία έπρεπε να αποξηλωθεί και να απομακρυνθεί από τον αιγιαλό. Στην πραγματικότητα η κατασκευή αυτή προϋπήρχε, αφού αναφερόταν στο προαναφερθέν πρωτόκολλο παράδοσης, εν τούτοις ο μισθωτής όφειλε να την αποξηλώσει και να κατασκευάσει νέα σύμφωνα με τις προδιαγραφές του “ΧΧΧ”. Επίσης, είχαν κατασκευαστεί δύο μεταλλικοί διάδρομοι με ξύλινο δάπεδο, σε μήκος 50 μέτρων από την πλευρά του προσχωματικού τόξου και τριάντα μέτρων από την πλευρά της ξηράς πλάτους ενός μέτρου, τα οποία κατέληγαν μέχρι την θάλασσα, και στην μία πλευρά μέσα στην θάλασσα, στερεωμένοι με μεταλλικούς πασσάλους, εμπεπηγμένους σε υφιστάμενους βράχους, για να εξυπηρετούνται και να έχουν πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της πρώτης εναγόμενης οι λουόμενοι, η οποία λειτουργούσε σαν γέφυρα που διέκοπτε την διέλευση πλοιαρίων. Η εν λόγω κατασκευή είναι πρόδηλο ότι αλλοίωνε την φυσική διαμόρφωση και το τοπίο του αιγιαλού και της λιμνοθάλασσας, και περαιτέρω δεν προβλεπόταν από τη σύμβαση, ούτε είχε εγκριθεί από την τέταρτη εναγόμενη, και τον καλούσε να την απομακρύνει από τον αιγιαλό, διότι, είχε μεν κατ’ αρχήν επιτραπεί στη μισθώτρια να εγκαταστήσει λυόμενη κατασκευή που θα εξυπηρετούσε την πρόσβαση των λουσμένων, αλλά η μισθώτρια δεν συμμορφώθηκε προς την υποχρέωσή της να μεριμνήσει για την έκδοση σχετικής άδειας από τις αρμόδιες αρχές και να προσκομίσει στην τέταρτη εναγόμενη συμπληρωματικά στοιχεία, δηλαδή τοπογραφικό διάγραμμα στο οποίο να φαίνεται η ακριβής θέση της κατασκευής, στατική μελέτη της κατασκευής, τεχνική περιγραφή του τρόπου έδρασής της, κλπ. Επίσης, στα υποβληθέντα από τη μισθώτρια προς την εκμισθώτρια σχέδια προς έγκριση δεν περιλαμβάνονταν οι εγκαταστάσεις ύδρευσης και ηλεκτροδότησης του μισθίου, και εκκρεμούσε η υποβολή τους, ούτε οι απαιτούμενες άδειες … Στις 2.4. και 14-6-2004 διενεργήθηκε από την Κτηματική Υπηρεσία αυτοψία, κατά τις οποίες διαπιστώθηκαν οι εξής αυθαίρετες κατασκευές: … Βάσει των παραπάνω διαπιστώσεων εξέδωσε το με αριθμ. ΧΧΧ/2004 Πρωτόκολλο Κατεδάφισης Αυθαιρέτων Κτισμάτων, με το οποίο κλήθηκε ο δεύτερος εναγόμενος να καθαιρέσει όλα τα κατασκευάσματα στο μίσθιο χώρο, διότι όλα είναι έργα σταθερά, παραβιάζουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του χώρου, αλλοιώνουν τη μορφολογία του και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 2971/2001 … Στην κατά τα άνω καταγραφή των αυθαίρετων κατασκευών, εκ μέρους της Κτηματικής Υπηρεσίας, περιλαμβάνονται και αντιμετωπίζονται ενιαία, τόσο οι κατασκευές στα πλαίσια του προγράμματος “ΧΧΧ”, όσο και η κατασκευή προβλητών εντός του θαλάσσιου χώρου που χρησιμοποιούνταν για την πρόσβαση των λουσμένων στο προσχωματικό τόξο … Εν τω μεταξύ, … αποδείχθηκε ότι, λόγω της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί στην περιοχή ΧΧΧ του ΧΧΧ, με την άνευ αδείας λειτουργία του αναψυκτηρίου της πρώτης εναγόμενης το καλοκαίρι του 2004 και την εγκατάσταση των ανωτέρω κατασκευών, από τις οποίες όσες εγκαταστάθηκαν αυτοβούλως από τον δεύτερο εναγόμενο για λογαριασμό του και για λογαριασμό της πρώτης εναγόμενης – μισθώτριας εταιρίας, άνευ εγκρίσεως της τέταρτης εναγόμενης, ήταν αναμφιβόλως αυθαίρετες, ενώ αμφισβητείτο από τη Ν.Α. Αργολίδας η νομιμότητα των κατασκευών που εγκαταστάθηκαν με την έγκριση της τέταρτης εναγόμενης, αρκετοί κάτοικοι της περιοχής και ιδίως αυτοί που είχαν ιδιοκτησίες πλησίον της λιμνοθάλασσας, στις 4-4-2005, υπέβαλαν καταγγελία στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και ζήτησαν να διενεργηθεί έλεγχος της νομιμότητας της εγκατάστασης των κατασκευών στην ανωτέρω έκταση. Η καταγγελία υποβλήθηκε διότι οι καταγγέλλοντες θεωρούσαν ότι η εγκατάσταση των προτύπων κατασκευών της τέταρτης εναγόμενης στην παραλία δεν αποτελούσε απλή χρήση του κοινοχρήστου αυτού χώρου, αλλά παραβιαζόταν ο κοινόχρηστος χαρακτήρας και αλλοιωνόταν η φυσική μορφολογία του. Το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών, κατόπιν σχετικής έρευνας, συνέταξε την από 7-6-2005 Έκθεση Επιθεώρησης Ελέγχου, με την οποία, διαπίστωνε όσα προαναφέρθηκαν σχετικά με τις κατασκευές στον αιγιαλό και την παραλία ΧΧΧ και την άνευ αδείας λειτουργία του αναψυκτηρίου, και ειδικότερα α) ότι υπήρχαν αποκλίσεις ως προς τον τύπο και το μέγεθος των τοποθετηθεισών εγκαταστάσεων από τις προτεινόμενες στην ενδεικτική χωροθέτηση μελέτης, β) ότι ο μισθωτής δεν υπέβαλε στην εταιρία σχέδια και τεχν
ική περιγραφή των εγκαταστάσεων ύδρευσης και ηλεκτροδότησης, που έγιναν, με υπόγεια διέλευση των σωλήνων νερού και καλωδίων, χωρίς να προκύπτει η διασφάλιση των κανόνων ασφαλείας και υγιεινής αλλά ούτε υπέβαλε τις προβλεπόμενες από την σύμβαση άδειες λειτουργίας και εγκρίσεις διάθεσης λυμάτων, γ) ότι από τις παραπάνω διαπιστώσεις, σε συνδυασμό με την ύπαρξη δύο μελετών ως προς τον τρόπο έδρασης των κατασκευών, καταδεικνύεται ότι η εταιρία δεν είχε σαφή εικόνα του είδους του … που εγκαταστάθηκε στην περιοχή ΧΧΧ, και με την Έκθεση προτεινόταν να ακυρωθεί η. σύμβαση μίσθωσης του ΤΔΚ, να ελεγχθεί άμεσα από την τέταρτη εναγόμενη η τήρηση των όρων της σύμβασης από τη μισθώτρια -πρώτη εναγόμενη και να επιβάλλει τις προβλεπόμενες από τη σύμβαση κυρώσεις …”. Ακολούθως το Εφετείο αφού αναφέρεται στην επίλυση του ζητήματος της νομιμότητας των πρότυπων κατασκευών που προορίζονταν να τοποθετηθούν στο ΤΔΚ με την έκδοση της 335/2005 γνωμοδότησης της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, συνεχίζει: … “Το καλοκαίρι του 2005, η πρώτη εναγομένη επαναλειτούργησε την επιχείρηση στο μίσθιο χώρο, παράνομα και υπαίτια, παρότι συνέχιζε να υφίσταται η σφράγιση του καταστήματος, (είχε σφραγιστεί στις 19.3.2004 με την υπ’ αριθ. ΧΧΧ απόφαση του Δήμου ΧΧΧ), διότι δεν είχε πετύχει εισέτι την έκδοση άδειας λειτουργίας του, χωρίς να καθαιρέσει όσες αυθαίρετες κατασκευές είχε αυτοβούλως και χωρίς την έγκριση της τέταρτης εναγόμενης εγκαταστήσει στο μίσθιο και χωρίς να έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες άδειες για την υδροδότηση και την ηλεκτροδότηση του μισθίου, ούτε η μισθώτρια να έχει προσκομίσει, ως έδει, στην τέταρτη εναγόμενη σχέδια και τεχνική περιγραφή των εγκαταστάσεων ύδρευσης και ηλεκτροδότησης του μισθίου. Παρά την παράνομη λειτουργία της επιχείρησης της πρώτης εναγόμενης στο μίσθιο χώρο και την αντισυμβατική συμπεριφορά των τριών πρώτων εναγόμενων (μη διαδίκων στην παρούσα δίκη) η τέταρτη εναγόμενη, παράνομα και υπαίτια, παρέλειψε, ως όφειλε και ηδύνατο, να ελέγξει δια του διευθύνοντος συμβούλου της, πέμπτου των εναγόμενων, κατά την έναρξη της θερινής περιόδου του 2005, τη νομιμότητα των εγκαταστάσεων και της λειτουργίας του αναψυκτηρίου της μισθώτριας πρώτης εναγόμενης και εν συνεχεία να απαιτήσει από την τελευταία τη συμμόρφωσή της στις συμβατικές της υποχρεώσεις και το νόμο ,και, σε περίπτωση αρνήσεώς της να συμμορφωθεί να επιβάλλει τις προβλεπόμενες από το άρθρο 9 παρ. 1 και 2 κυρώσεις σε βάρος της μισθώτριας, δηλαδή αυτές της επιβολής ποινικής ρήτρας ή της καταγγελίας της συμβάσεως. Αντ’ αυτού, ανέχθηκε την παράνομη και αντισυμβατική συμπεριφορά των τριών πρώτων εναγόμενων. Οι εναγόμενοι ισχυρίστηκαν ότι το όλο θέμα οφειλόταν στο νομικό ζήτημα που ανέκυψε και ότι η τέταρτη και ο πέμπτος των εναγομένων δεν επέδειξαν αδράνεια και ανοχή, αντίθετα η τέταρτη εναγομένη έθεσε το ζήτημα στο καθ’ ύλη αρμόδιο όργανο, που είναι το ΝΣΚ, αναμένοντας την επίλυση του ζητήματος. Ουδέποτε όμως υπήρξε αμφισβήτηση ότι οι κατασκευές αυτές δεν έπρεπε να συνδέονται σταθερά στο έδαφος, γιατί στην αντίθεση περίπτωση θα ενέπιπταν στην έννοια του έργου κατά το άρθρο 14 του Ν. 2971/2001. Επομένως το νομικό ζήτημα που δημιουργήθηκε, δεν αφορούσε τον τρόπο έδρασης των εν λόγω κατασκευών, το οποίο ήταν λυμένο εξ αρχής, αλλά το γενικότερο ερώτημα αν οι προβλεπόμενες, στο πρόγραμμα “ΧΧΧ”, προσωρινές λυόμενες κατασκευές, (πέργκολες, καντίνες, πύργος ναυαγοσώστη, αποδυτήρια, αποθηκευτικοί χώροι, πάγκοι πώλησης), εμπίπτουν στην έννοια και συνιστούν εκτέλεση έργου κατά το άρθρο 14 του Ν. 2971/2001 ή εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 3 του ίδιου νόμου, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη διάταξη αναφέρεται σε λειτουργία τροχήλατου αναψυκτηρίου ως κατασκευή που μπορεί να τοποθετηθεί σε χώρο του αιγιαλού και όχι σε άλλες κατασκευές για την εξυπηρέτηση των αναγκών των λουσμένων. Κατά συνέπεια η παραπάνω νομική αμφισβήτηση ουδόλως δικαιολογεί την ανοχή που επέδειξε η τέταρτη εναγομένη δια του νομίμου εκπροσώπου της πέμπτου εναγόμενου (ήδη δευτέρου αναιρεσείοντος), στις παραπάνω αναφερόμενες κατασκευές που έκανε η πρώτη εναγομένη στο εν λόγω ΤΔΚ, ιδίως αυτές που κατασκεύασε αυτοβούλως χωρίς την έγκριση της τέταρτης εναγομένης, αλλά και αυτές που προβλέπονταν από την σύμβαση, εφόσον α) υπερέβαιναν το προβλεπόμενο από την σύμβαση εμβαδόν, β) δεν προσκομίστηκαν ποτέ οι απαιτούμενες εγκρίσεις και αδειοδοτήσεις, γ) δεν αποσαφηνίστηκε ποτέ από τους εναγόμενους ποιος ήταν ο τρόπος έδρασης των εν λόγω κατασκευών, δ) είχε εκδοθεί πρωτόκολλο κατεδάφισης για όλες
τις κατασκευές, που δεν είχε ανασταλεί, ε) των επανειλημμένων καταγγελιών των κατοίκων της περιοχής περί συμμετοχής στην εγκατάσταση του “ΧΧΧ” γερανοφόρου οχήματος φορτηγού, στ) του γεγονότος ότι οι κατασκευές αυτές παρέμεναν και κατά την χειμερινή περίοδο στον χώρο του μισθίου, αντί να λύνονται και να απομακρύνονται, …ότι όλες οι κατασκευές στην έκθεση αυτοψίας χαρακτηρίζονται ως σταθερά έργα. Επομένως ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι οι προβλεπόμενες από την σύμβαση κατασκευές δεν ήταν αυθαίρετες, διότι διενεργήθηκαν νόμιμα στα πλαίσια της μισθωτικής σύμβασης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος δεδομένου και του ότι η πρόβλεψη στην μισθωτική σύμβαση ανέγερσης οποιωνδήποτε κατασκευών δεν επηρεάζει την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν την αυθαίρετη ανέγερση κτισμάτων στον αιγιαλό ούτε συνιστά λόγο νομιμοποίησης των κτισμάτων αυτών … Να σημειωθεί ότι στις 13 και 14/4/2006, που διενεργήθηκε αυτοψία από το τεχνικό τμήμα της τέταρτης εναγομένης, η πρώτη εναγομένη δεν είχε εισέτι συμμορφωθεί με τους όρους της μίσθωσης, διότι το ξύλινο δάπεδο και η πέργκολα είχαν επιφάνεια 125 τ.μ. αντί 91,66 τ.μ., οι τουαλέτες εδράζονταν σε υπερυψωμένο έδαφος αντί των προβλεπομένων προκατασκευασμένων χημικών τουαλετών, ενώ στην τελευταία αυτοψία που διενέργησε η τέταρτη εναγομένη στις 13.6.2006 διαπιστώθηκε ότι είχαν αφαιρεθεί οι μεταλλικές προβλήτες, η μεταλλική εξέδρα, είχε καθαιρεθεί από το ξύλινο δάπεδο του αναψυκτηρίου τμήμα εμβαδού 50 τ.μ. όχι όμως και της πέργκολας επίσης παρέμενε η υπόγεια εγκατάσταση καλωδίων ηλεκτρικού – ρεύματος από το αναψυκτήριο έως την μονάδα ενοικίασης εξοπλισμού θαλασσίων αθλημάτων και ότι αυτή πρέπει να καθαιρεθεί. Οι μεταβολές όμως αυτές, δεν καθιστούν νόμιμες τις εν λόγω κατασκευές, (πέραν του ότι παραμένουν οι υπόγειες καλωδιώσεις), αφού, όπως προαναφέρθηκε, η συμβατική πρόβλεψή τους δεν τις καθιστά νόμιμες, διότι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 2971/2001, και τούτο ανεξαρτήτως του μονίμου ή μη χαρακτήρος των εν λόγω κατασκευών.
Από την ως άνω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των νομίμων εκπροσώπων της πρώτης εναγομένης, οι ενάγοντες υπέστησαν προσβολή της προσωπικότητάς τους και ηθική βλάβη, διότι οι αυθαίρετες κατασκευές που τοποθετήθηκαν στο μίσθιο και η χρήση μεγαφώνων υψηλής ισχύος, δεν εμπίπτουν στην έννοια της απλής χρήσης του αιγιαλού και της παραλίας, προκαλούν αλλοίωση της φυσικής μορφολογίας της περιοχής και παραβιάζουν τον προορισμό της, ως κοινόχρηστου πράγματος, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζονται οι ενάγοντες στην ακώλυτη και ελεύθερη χρήση του αιγιαλού και της παραλίας, στην απόλαυση του φυσικού κάλλους των κοινοχρήστων αυτών χώρων, στην ήρεμη και χωρίς υπερβολικούς θορύβους διαβίωση τους πλησίον του μισθίου χώρου και να τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλειά τους, κυρίως λόγω της ύπαρξης μεταλλικών κατασκευών εντός της θαλάσσης και υποθαλάσσιων ηλεκτροφόρων καλωδίων, που τοποθετήθηκαν χωρίς άδεια και έγκριση της αρμόδιας αρχής. Στην υποβάθμιση αυτή του εν λόγω ΤΔΚ συνέβαλε και η τέταρτη εναγομένη δια του νομίμου εκπροσώπου της πέμπτου εναγόμενου, με την ανοχή που επέδειξε, στην αντισυμβατική και παράνομη συμπεριφορά της πρώτης εναγομένης, η οποία όφειλε, λόγω του μεγέθους των παρανομιών της μισθώτριας εταιρίας, να ενεργοποιήσει τις προαναφερθείσες διατάξεις της σύμβασης με τρόπο άμεσο και αποφασιστικό, και συγκεκριμένα τον όρο 6 της σύμβασης που απαγόρευε την κατασκευή οποιουδήποτε μόνιμου έργου ή κτίσματος ή εκτέλεση πάσης εργασίας στο μίσθιο από το μισθωτή, πέραν της εγκατάστασης του “ΧΧΧ”, χωρίς προηγούμενη ρητή έγκριση της εκμισθώτριας, η οποία σε περίπτωση παράβασης του όρου αυτού, όπως εν προκειμένω, είχε το δικαίωμα να ζητήσει από το μισθωτή να προβεί στην κατεδάφιση ή απομάκρυνση παντός κτίσματος ή έργου που θα έχει εκτελεστεί από αυτόν και σε περίπτωση μη συμμόρφωσής του να προβεί η ίδια στην κατεδάφιση, με δαπάνες του μισθωτή ή και να καταγγείλει την μίσθωση. Οι υπαίτιες αυτές παραλείψεις της τέταρτης εναγομένης δια του νομίμου εκπροσώπου της είχαν ως συνέπεια την διατήρηση, επί διετία, της παραπάνω παράνομης κατάστασης και της εντεύθεν προσβολής της προσωπικότητας των εναγόντων από την υποβάθμιση του παραπάνω περιβαλλοντικού στοιχείου, ενόψει του ότι αυτοί, όπως προαναφέρθηκε, έχουν ιδιοκτησίες στην εν λόγω περιοχή και έχουν άμεσο ενδιαφέρον και έννομο συμφέρον για την διατήρηση αναλλοίωτου του φυσικού περιβάλλοντος, όπου αυτές βρίσκονται …
Συνεπώς, οι ενάγοντες δικαιούνται να αξιώσουν από τους πέντε πρώτους εναγόμενους (μεταξύ των οποίων και οι ήδη αναιρεσείοντες) … χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής τους βλάβης. Το ύψος αυτής πρέπει να καθοριστεί, με βάση το είδος της προσβολής, του βαθμού υπαιτιότητας των πέντε πρώτων εναγόμενων και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών, στο ποσό των 10.000 ευρώ για κάθε ενάγοντα, το οποίο το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο και εύλογο”. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο, απέρριψε την έφεση των αναιρεσειόντων κατά της ομοίως αποφανθείσης αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου περί μερικής παραδοχής της αγωγής.
Έτσι που έκρινε και με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 914, 931 ΑΚ και 13 παρ.1 και 13 του Ν. 2971/2000 περί αιγιαλού διέλαβε δε πλήρεις σαφείς και όχι αντιφατικές αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή εφαρμογή των προαναφερθεισών διατάξεων, καθόσον τα ανελέγκτως ως άνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά δικαιολογούν την παράνομη και υπαίτια από τους αναιρεσείοντες προσβολή της προσωπικότητας των αναιρεσιβλήτων από την παρεμπόδιση της χρήσης του περιβαλλοντικού αγαθού του αιγιαλού και την εντεύθεν πρόκληση σ’ αυτούς ηθικής βλάβης. Ειδικότερα με τις παραδοχές της η προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογεί διεξοδικά και αναλυτικά την ανοχή της πρώτης αναιρεσείουσας, με την έννοια, της από αμέλεια του εκπροσώπου της, δεύτερου αναιρεσείοντος, αποφυγή της ενεργοποίησης του όρου 6 της σύμβασης, παράλειψη, που είχε ως συνέπεια την επί διετία, διατήρηση, της παράνομης κατάστασης που επίσης διεξοδικά περιγράφεται στην απόφαση και της εντεύθεν προσβολής της προσωπικότητας των πέντε πρώτων των αναιρεσιβλήτων. Εξάλλου, πλήρως εξειδικεύει και περιγράφει τις παράνομες επεμβάσεις στο μισθωμένο τμήμα του αιγιαλού εκ μέρους της μισθώτριάς του, οι οποίες επέφεραν αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος που προκάλεσαν σημαντική προσβολή της προσωπικότητάς τους καμμία δε αντίφαση δεν υπάρχει μεταξύ των παραδοχών της προσβαλλόμενης που αφορούν τις παρανομίες της μισθώτριας που επέφεραν την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος και εκείνων που αναφέρονται στο γεγονός α) ότι κατά την υπογραφή της σύμβασης διαπιστώθηκε μεταβολή του προσχωματικού χώρου που είχε γίνει σε παρελθόντα χρόνο και όχι από τους εναγόμενους και 2) ότι κατά την τελευταία αυτοψία της 13-6-2006 από το τεχνικό τμήμα της αναιρεσείουσας διαπιστώθηκε μερική συμμόρφωση της μισθώτριας και αποκατάσταση ορισμένων αυθαιρεσιών, προεχόντως διότι και οι δύο αυτές παραδοχές δεν αφορούν, την επίδικη διετία κατά την οποία διατηρήθηκε η παράνομη κατάσταση και η εντεύθεν προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων.
Επομένως, ο τρίτος λόγος της αίτησης αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθμ.1 και 19 ΚΠολΔ, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Κατά τον προσδιορισμό του ποσού της αιτούμενης χρηματικής ικανοποιήσεως το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα πραγματικά περιστατικά που οι διάδικοι έθεσαν υπόψη του, ήτοι τον βαθμό πταίσματος του υπόχρεου, το είδος και τη βαρύτητα της προσβολής, και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών, ενώ συνεκτιμάται και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου (ΑΠ 654/2009). Οι ως άνω συνθήκες λαμβάνονται υπόψη για να καθορισθεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος και δεν αποτελούν ιδιαίτερα και αυτοτελή στοιχεία, των οποίων η παράθεση να είναι αναγκαία νια την πληρότητα της αιτιολογίας, αλλά το δικαστήριο αποφασίζει γι’ αυτά με ελεύθερη και αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση (ΑΠ 983/2014). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση το δικαστήριο της ουσίας για να καταλήξει στο ύψος των 10.000 ευρώ της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης που αναγνώρισε στους πέντε πρώτους των αναιρεσιβλήτων, λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν, έλαβε υπόψη το είδος της προσβολής, το βαθμό υπαιτιότητας (και) των αναιρεσειόντων, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών. Επομένως ο περί του αντιθέτου πέμπτος αναιρετικός λόγος από το άρθρο 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ είναι αβάσιμος.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 γ’ ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα τα οποία οι διάδικοι νόμιμα επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 335, 338 έως 340 ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να επιβάλλεται να γίνεται ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση του καθενός από αυτά, αρκεί να καθίσταται απολύτως βέβαιο από όλο το περιεχόμενο της απόφασης, ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που με επίκληση προσκομίστηκαν από τους διαδίκους, αρκεί δηλαδή η γενική αναφορά του είδους του αποδεικτικού μέσου που έλαβε υπόψη του το δικαστήριο (ΟλΑΠ2/2008). Στην προκειμένη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες με τον τέταρτο λόγο της αίτησης αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 11 γ’ ΚΠολΔ μέμφονται το Εφετείο, διότι για το σχηματισμό του αποδεικτικού του πορίσματος δεν έλαβε υπόψη, α)την από 18-4-2006 εξώδικη δήλωση της πρώτης των αναιρεσειόντων, υπογεγραμμένη από τον δεύτερο αυτών, με την οποία ζητούσε από την μισθώτρια του χώρου την άρση των παρανομιών και β) την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος των έξι πρώτων των αναιρεσιβλήτων στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Ο λόγος είναι αβάσιμος, διότι όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, τόσο από την ρητή διαβεβαίωση της, ότι έλαβε υπόψη τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων και όλα τα νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα απ’ αυτούς έγγραφα, όσο και από το περιεχόμενο και τις αιτιολογίες της, καθίσταται απολύτως βέβαιο ότι το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στο άνω αποδεικτικό του πόρισμα, έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε και τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τους αναιρεσείοντες παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο και να καταδικαστούν αυτοί, λόγω της ήττας τους στα δικαστικά έξοδα των παρόντων αναιρεσιβλήτων (αρθρ.183,176).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της από 14 Ιουλίου 2014 αίτησης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ΧΧΧ και του Κ. Ζ. για αναίρεση της 5804/2013 απόφασης του Εφετείου Αθηνών ως προς την έκτη των αναιρεσιβλήτων, Α. Π.-Κ.
Διατάσσει το χωρισμό της συζήτησης της υπόθεσης ως προς αυτήν.
Απορρίπτει την ίδια αίτηση για αναίρεση της 5804/2013 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, ως προς τους λοιπούς αναιρεσιβλήτους.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τους αναιρεσείοντες παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα των παρόντων (πρώτης, δεύτερης, τρίτου και πέμπτου) των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 4 Δεκεμβρίου 2015.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 24 Μαΐου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
http://www.inlaw.gr/content.aspx?id=248