May 11, 201537 views0 Likes0 CommentsShare on LinkedInShare on FacebookShare on Twitter
Απόφαση 709 / 2014 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
Αριθμός 709/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βιολέττα Κυτέα, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά – Εισηγήτρια, Δήμητρα Μπουρνάκα και Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Μαρτίου 2014, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαΐδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 2916/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Βόλου. Με κατηγορούμενη την Π. Γ. του Τ., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ………………….. και πολιτικώς ενάγοντα τον Χ. Φ. του Ι., κάτοικο …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ………….
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητά τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 62/7 Νοεμβρίου 2013 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1291/2013.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 505 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ. ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 479 παρ. 2 (άρθρο 483 παρ. 3), δηλαδή μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών . Ες άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης, αθωωτικής ή καταδικαστικής, οιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου, έστω και αν αυτή. όπως απαγγέλθηκε, προσβάλλεται με έφεση και για όλους τους αναφερόμενους στο άρθρο 510 παρ. 1 λόγους, μεταξύ των οποίων και για έλλειψη αιτιολογίας. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 3 του Κ.Ποιν.Δ., η οποία προστέθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 969/1979, και ορίζει ότι η προθεσμία για την άσκηση της αναίρεσης αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου, προκύπτει ότι η τυχόν καταχώρηση στο ως άνω βιβλίο ποινικής απόφασης, η οποία, όπως απαγγέλθηκε, δεν είναι τελεσίδικη, αλλά προσβάλλεται με έφεση, και ως εκ τούτου δεν είναι καταχωριστέα στο εν λόγω βιβλίο, δεν έχει καμία έννομη συνέπεια. Επομένως, η πιο πάνω τριακονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αναιρέσεως από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εναντίον αποφάσεως, η οποία, όπως απαγγέλθηκε, είναι εκκλητή, αρχίζει, και μετά την ισχύ της πιο πάνω διάταξης του άρθρου 9 του Ν. 969/1979, όπως άρχιζε και προηγουμένως (από την κατά την 1/1/1951 έναρξη της ισχύος του Κ.Ποιν.Δ), ήτοι από τη δημοσίευση της και όχι από την τυχόν καταχώρηση της στο προβλεπόμενο, από την άνω διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 473 του Κ.Ποιν.Δ., αποκλειστικά για τις τελεσίδικες αποφάσεις, ειδικό βιβλίο. Η εκδοχή αυτή συνάδει προς το γράμμα της εν λόγω διάταξης του άρθρου 9 του Ν. 969/1979 (άρθρο 473 παρ. 3 του Κ.Ποιν.Δ.) κατά το οποίο στο προαναφερόμενο ειδικό βιβλίο καταχωρίζεται καθαρογραμμένη όχι οποιαδήποτε ποινική απόφαση, αλλά μόνο οι τελεσίδικες αποφάσεις. Επισημαίνεται ότι στην έννοια του όρου “τελεσίδικη απόφαση” του άρθρου 473 παρ. 3 του Κ.ΙΙοιν.Δ. περιλαμβάνονται και οι δύο κατηγορίες αποφάσεων που μνημονεύονται στο άρθρο 504 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ, δηλαδή όχι μόνο οι αποφάσεις των δευτεροβαθμίων δικαστηρίων που έχουν εκδοθεί ύστερα από άσκηση εφέσεως, αλλά και οι αποφάσεις που, όπως απαγγέλθηκαν, δεν προσβάλλονται με έφεση, είναι δηλαδή ανέκκλητες). Δεν συντρέχει δε λόγος να απομακρυνθεί ο ερμηνευτής από το γράμμα της διάταξης, διότι αν για την αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά πρωτόδικης εκκλητής απόφασης (η οποία μόνο από αυτόν μπορεί να προσβληθεί με αναίρεση), ο νομοθέτης ήθελε ειδική ρύθμιση ως προς το χρόνο ενάρξεως της προθεσμίας του άρθρου 505 παρ. 2 του Κ.Ποιν.Δ., θα εκφραζόταν ρητά, δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 9 του Ν. 969/1979 αναφέρεται μόνο στις τελεσίδικες ποινικές αποφάσεις. Συνάδει επίσης προς το σκοπό της διατάξεως αυτής, ο οποίος συνίσταται στην ανάγκη να έχει λάβει ο ενδιαφερόμενος διάδικος πλήρη γνώση του αιτιολογικού της απόφασης, ώστε να μπορεί να εντοπίσει τυχόν υφιστάμενους αναιρετικούς λόγους και να αποφεύγεται η άσκηση ματαίως αιτήσεως αναιρέσεως και η εντεύθεν άσκοπη ταλαιπωρία και οικονομική επιβάρυνση του. Ενώ, όταν πρόκειται για απόφαση εκκλητή, υπάρχει η δυνατότητα προσβολής της με έφεση, και η ενιαία εισαγγελική αρχή, εφόσον κρίνει ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έσφαλε, δικαιούται να ασκήσει το τακτικό αυτό ένδικο μέσο με το οποίο μπορεί να αποκατασταθεί και η ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όσο και η ορθή εκτίμηση της ουσίας της υποθέσεως. Σε κάθε δε περίπτωση, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να λαμβάνει υπηρεσιακώς γνώση της ανάγκης του αναιρετικού λόγου πρωτοβάθμιας αποφάσεως, από τη δημοσίευση της, ώστε να μην απωλέσει την προθεσμία προς άσκηση αναιρέσεως κατ’ αυτής. Προσθέτως όμως έχει την ευχέρεια, χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό, να ασκήσει αναίρεση υπέρ του νόμου για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 510 του Κ.Ποιν.Δ., καθώς και για οποιαδήποτε παράβαση των τύπων της διαδικασίας, χωρίς βέβαια να επηρεάζεται η θέση των διαδίκων- άρθρο 505 παρ. 2 εδ. β του Κ.Ποιν.Δ. (Ολ.
Α.Π. 3 και 4/2000). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση από 7-11-2013 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ζητείται η αναίρεση της 2916/21-6-2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Βόλου, που εκδόθηκε σε πρώτο βαθμό, με την οποία η κατηγορούμενη Π. Γ. κηρύχθηκε αθώα της αποδιδομένης σ’ αυτήν αξιόποινης πράξης της σωματικής βλάβης από αμέλεια. Η απόφαση αυτή, όπως απαγγέλθηκε ήταν εκκλητή, καθόσον μπορούσε να προσβληθεί με το ένδικο μέσο της εφέσεως τόσο από την κατηγορούμενη για τους αναφερόμενους στο άρθρο 486 παρ. 1 εδ. α του Κ.Ποιν.Λ. λόγους, όσο και από την ενιαία και αδιαίρετη εισαγγελική αρχή δια των εκπροσώπων της αρμοδίων Εισαγγελέων Πλημ/κών και Εφετών (άρθρο 486 παρ. 1 εδ. γ του Κ.Ποιν.Δ) και όχι ανέκκλητη, δηλαδή απόφαση που εξ υπαρχής δεν υπόκειτο στο ένδικο μέσο της εφέσεως ή απόφαση που έχει εκδοθεί από δευτεροβάθμιο δικαστήριο, οπότε και μόνο στις περιπτώσεις αυτές τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 473 παρ. 3 του Κ.Ποιν.Δ. που προβλέπει την άσκηση αναιρέσεως μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την καταχώρηση της απόφασης στο ειδικό βιβλίο. Επομένως, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, η καταχώρηση της προσβαλλόμενης αυτής αθωωτικής απόφασης στο κατά το άρθρο 473 παρ. 3 του ΚΠΔ ειδικό βιβλίο (που έλαβε χώρα την 11-10-2013) δεν ήταν νομικώς αναγκαία και δεν έχει καμία έννομη συνέπεια, καθόσον η εν λόγω απόφαση δεν είναι ούτε τελεσίδικη ούτε ανέκκλητη, αλλά προσβάλλεται με έφεση και επομένως η τριακονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου άρχισε από τη δημοσίευσή της, η οποία έλαβε χώρα την 21-6-2013, και όχι από την καταχώρηση της στο ειδικό βιβλίο που έγινε 11-10-2013.
Συνεπώς η αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αναίρεση της παραπάνω απόφασης, που ασκήθηκε την 7-11-2013, είναι εκπρόθεσμη και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη (άρθρο 476 παρ. 1 του ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 7-11-2013 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αναίρεση της 2916/2013 απόφασης του Τριμελούς Πλημ/κείου Βόλου.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Μαΐου 2014. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 27 Μαΐου 2014.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
areiospagos.gr