ΑΡΙΘΜΟΣ 5551/2019
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ)

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Αθηνών Ασημίνα Γωνιάδου, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών και την Γραμματέα Ειρήνη Μπαλοθιάρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …., για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της …, κατοίκου Αθήνας (οδός … αρ. …), η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της
Της μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευση της και παρίσταται ως εξής: Ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Μπίτσιο.
Η αιτούσα με την από … και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου … αίτηση της, εκούσιας δικαιοδοσίας, ζητεί όσα διαλαμβάνονται σε αυτή.
Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε δικάσιμος η … και μετά από αναβολή η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας.
Εκφωνήθηκε η υπόθεση κατά τη σειρά εγγραφής της στο πινάκιο και παραστάθηκαν οι διάδικοι όπως αναφέρεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα διαλαμβάνονται στα πρακτικά συζητήσεως της υποθέσεως και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 3869/2010 επιβάλλεται στον οφειλέτη το καθήκον για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και εισοδημάτων καθ’ όλο το διάστημα που αρχίζει με την κατάθεση της αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, αλλά και την περίοδο της ρύθμισης των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του Νόμου. Κατά συνέπεια, η παραβίαση της υποχρέωσης ειλικρίνειας αφορά τόσο την αρχική δήλωση του οφειλέτη εκ της αιτήσεως, όσο και την υποχρέωσή του να ενημερώνει τον φάκελο του άρθρου 4 (στο Ειρηνοδικείο) για την εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση. Ειδικότερες μορφές του καθήκοντος αυτού αποτελούν οι υποχρεώσεις για ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονται στις καταστάσεις της παρ. 1 του άρθρου 4 και για αλήθεια του περιεχομένου της Δήλωσης της παρ. 2 του άρθρου 4. Παρά το γεγονός ότι κατά τη γραμματική διατύπωση το άρθρου 10 παρ. 1 του ως άνω νόμου η υποχρέωση ειλικρινούς δήλωσης του οφειλέτη φαίνεται να αναφέρεται μόνο στα περιουσιακά στοιχεία και στα εισοδήματα του ίδιου, ωστόσο η ορθή ερμηνεία του,
κατά την κρίση του Δικαστηρίου, επιβάλλει και την υποχρέωση περί ειλικρινούς δήλωσης και των εισοδημάτων του ή της συζύγου του, δεδομένου ότι η απόκρυψη των εισοδημάτων του ή της συζύγου, έχει ως συνέπεια την μείωση του ποσού της συνεισφοράς της στις οικογενειακές βιοτικές ανάγκες και κατ’ ακολουθία την αύξηση της συνεισφοράς του αιτούντος οφειλέτη σε αυτές και επομένως, τον υπολογισμό από το Δικαστήριο μικρότερης δόσης, την οποία θα υποχρεούται να καταβάλει ο τελευταίος προς τους μετέχοντες πιστωτές. Δηλαδή, η απόκρυψη των εισοδημάτων του ή της συζύγου, οδηγεί στα ίδια αποτελέσματα με την απόκρυψη των εισοδημάτων του ίδιου οφειλέτη (βλ. Α. Κρητικός, 6′ έκδοση, σελ. 229, Δ. Μακρής, Εκούσια Δικαιοδοσία, Β’ έκδοση, σελ. 589 παρ. 748, Ι. Βενιέρης, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, τρίτη έκδοση, σελ. 695 και ΜΠρΚορίνθου 39/2015, ΜΠρΧαν 670/2013 όλες δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕιρΑθ605/2012, ΕφΑΔ 2013/370, ΕιρΑθ 145/2012, ΕιρΧαν 309/2011 όλες δημ. ΝΟΜΟΣ). Η παράβαση των υποχρεώσεων αυτών, εφόσον έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης (βλ. ΕιρΑθ 605/Φ1484/2012 και ΕιρΒερ 164/2012, όλες δημ. ΝΟΜΟΣ) ή την έκπτωση από τη ρύθμιση ή την έκπτωση από την απαλλαγή που έχει ήδη αποφασιστεί και μέχρι 2 χρόνια μετά την επέλευσή της. Την παραβίαση αυτή μπορεί να επικαλεσθεί οποιοσδήποτε πιστωτής εντός έτους από τη στιγμή που πληροφορήθηκε τη διάσταση της πραγματικής κατάστασης του οφειλέτη σε σχέση με τη δηλωθείσα. Μολονότι ο νόμος κάνει λόγο για «αίτηση» του πιστωτή είναι δεδομένο ότι εάν βρίσκεται σε εκκρεμότητα η αίτηση του άρθρου 4 ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να προβληθεί κατ’ ένσταση (βλ. Δ.Χ. Μακρή, «Κατ’’ άρθρο Ερμηνεία του Ν.3869/2010», σελ. 180 και 181, ΕιρΑθ 223/2011, 145/2012, ΕιρΡόδου 11/2012, ΕιρΒερ 164/2012). Για να επέλθουν εις βάρος του οφειλέτη οι οριζόμενες στο νόμο (ανωτέρω) δυσμενείς κυρώσεις δεν απαιτείται με τη συμπεριφορά αυτή του οφειλέτη να έχει μειωθεί (βλαβεί) η ικανοποίηση των πιστωτών. Αρκεί ότι οι εσφαλμένες ατελείς δηλώσεις του οφειλέτη είναι πρόσφορες να μειώσουν (ζημιώσουν) την ικανοποίηση των πιστωτών. Κατά πάσα δε περίπτωση ένας ανειλικρινής σε κρίσιμα ζητήματα οφειλέτης (περιουσιακή κατάσταση – εισοδήματα) δεν κρίνεται άξιος να τύχει της ευνοϊκής μεταχειρίσεως του Νόμου (βλ. Αθ. Κρητικό, «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων», δεύτερη έκδοση, σελ. 230 αριθ. 6 και σελ. 231 αριθ. 10, ΕιρΑθ 223/2011).
Όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 744, 745, 751 ΚΠολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, παρέχει στο Δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και πρωτοβουλίας συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης των πραγματικών γεγονότων που ασκούν επιρροή στην έκβαση της δίκης, επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση των αποδείξεων (759 παρ. 3 ΚΠολΔ). Η ως άνω ειδική, για τις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, ρύθμιση δεν καταλαμβάνει μόνο τις γνήσιες υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, αλλά εκτείνεται και στις μη γνήσιες, δηλαδή και σε εκείνες τις ιδιωτικές διαφορές που ο νόμος παραπέμπει προς εκδίκαση κατά την ειδική αυτή διαδικασία, λόγω της απλότητας και συντομίας από την οποία κυριαρχείται. Ως πρόσφορα μέτρα για την διακρίβωση πραγματικών γεγονότων νοούνται οποιεσδήποτε δικαστικές ενέργειες, που αποβλέπουν στην εξακρίβωση της αλήθειας πραγματικών γεγονότων, και αν ακόμη δεν προβλέπονται από το νόμο. Η εξουσία του Δικαστηρ^ για τη λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου, που από αυτό κρίνεται κατάλληλο, για την ανεύρεση της αλήθειας ως προς την πραγματική κατάσταση δεν οριοθετείται από το νόμο και συνεπώς είναι απεριόριστη, αφού μπορεί να λάβει υπόψη ακόμη και άκυρα ή ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (όχι, όμως, και ανεπίτρεπτα), καθώς και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου ή αποδεικτικά μέσα εκτός του καταλόγου του άρθρου 339 ΚΠολΔ, αποδεσμευόμενο από τους αποδεικτικούς τύπους της αυστηρής απόδειξης (ΑΠ 769/2015, ΑΠ 236/2015). Έτσι, περιλαμβάνει την εξουσία να διαταχθεί η προσκόμιση εγγράφου, οποιουδήποτε εγγράφου, επικοινωνίας με δημόσιες αρχές για την συλλογή πληροφοριών, προσαγωγής προς εξέταση μαρτύρων που δεν έχουν προταθεί από διαδίκους, αυτοψίας κ.α. Η εξουσία του Δικαστηρίου δεν περιορίζεται μόνο στην ανεύρεση της αλήθειας των πραγματικών γεγονότων που επικαλέστηκαν οι διάδικοι, αλλά και σε άλλα που δεν έχει γίνει επίκληση απ’ αυτούς τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (ΑΠ 636/2017 Α’ ΔημοσίευσηΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 10564/1988 ΑρχΝ 42 σελ. 547, Β. Βαθρακοκοίλη, Κ.Πολ.Δ., Ερμηνευτική νομολογιακή ανάλυση, 1996 τόμος Δ’, σελ. 414).
Περαιτέρω, κατά τα άρθρα 443, 444 παρ. 1γ και παρ. 2 ΚΠολΔ ιδιωτικά έγγραφα θεωρούνται και οι φωτογραφικές ή κινηματογραφικές αναπαραστάσεις, φωνοληψίες και κάθε άλλη μηχανική απεικόνιση. Τέτοιο ιδιωτικό έγγραφο που προσκομίζεται ως αποδεικτικό μέσο σε πολιτική δίκη και αφορά σε ιδιωτική επαφή και συνομιλία εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση ενός εκ των συμμετεχόντων, καθίσταται απαράδεκτο αποδεικτικό μέσο, διότι αποτελεί ανεπίτρεπτο περιορισμό της συνταγματικά προστατευόμενης ελεύθερης άσκησης της επικοινωνίας, σύμφωνα με τα άρθρα 2 παρ. 1, 9 παρ. Ιβ’, 9Α, 19 του Συντάγματος και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (βλ. ΑΠ 996/201Ο, ΑΠ 981/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέτοια απαγορευμένα αποδεικτικά μέσα, τα οποία δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν στα πλαίσια της δίκης, αποτελούν και οι εκτυπώσεις που αποτυπώνουν αναρτήσεις στις οποίες προέβη κάποιος χρήστης στο «προφίλ» του στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης «facebook» ώστε να είναι ορατές μόνο από τους «φίλους» του στο συγκεκριμένο μέσο κοινωνικής δικτύωσης (βλ. και ΜΠρΘεσσαλ 13748/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, ο Ν. 2472/1997 για την «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» τιμωρεί την κατάργηση του απορρήτου και της μυστικότητας της ιδιωτικής ζωής σε περίπτωση επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων χωρίς να υφίσταται συναίνεση για την επεξεργασία τους (βλ. ΕφΛαρ 346/2015, ΕφΑθ 175/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αφορά, δηλαδή, σε επεμβάσεις σε αρχεία που είναι κρυφά και δεν έχουν δημοσιοποιηθεί και στην επεξεργασία κρυφών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από επέμβαση σε κρυφό αρχείο. Όσο η ιδιωτική ζωή είναι απόρρητη άξια προστασίας, όμως όταν πλέον έχει ευρέως δημοσιοποιηθεί παύει να είναι άξια προστασίας από τον εν λόγω νόμο, ήτοι όταν τέτοια προσωπικά δεδομένα του ατόμου είναι γνωστά σε ένα σχετικά μεγάλο αριθμό προσώπων ή μπορούν να γίνουν από αυτούς εύκολα αντιληπτά και θεωρούνται εξακριβωμένα, τότε δεν προσβάλλεται το δικαίωμα για πληροφορική αυτοδιάθεση και στην ιδιωτική ζωή. Στην
περίπτωση του μέσου κοινωνικής δικτύωσης «facebook», ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να προβεί σε ρυθμίσεις ιδιωτικότητας στο «προφίλ» του, εάν επιθυμεί να περιορίσει τον κύκλο των προσώπων που έχουν πρόσβαση σε αυτό, στις φωτογραφίες του και γενικότερα στις αναρτήσεις του, δηλαδή να προβεί σε ρυθμίσεις περιορισμού προσβάσεως στις πληροφορίες του. Ακόμη όμως, έχει τη δυνατότητα να καταστήσει δημόσια κι ελεύθερα προσβάσιμα σε όλους (ακόμη και σε χρήστες του διαδικτύου που δεν έχουν λογαριασμό στο «facebook») τα στοιχεία αυτά, με την καταχώρισή τους στον εν λόγω ιστότοπο χωρίς ρυθμίσεις ασφαλείας. Πληροφορίες, όμως, οι οποίες αναρτώνται από το υποκείμενο των δεδομένων σε δημόσια πρόσβαση στο διαδίκτυο δεν συνιστούν προσωπικό δεδομένο και δεν εμπίπτουν στις προστατευτικές διατάξεις του Ν. 2472/1997 (βλ. ΤριμΕφΑθ 175/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ, Βούλευμα ΠλημμΑθ 1281/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘεσσαλ 6981/2017 Α’ Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).
Η αιτούσα, με την κρινόμενη αίτηση της, η οποία παραδεκτά επικαιροποιήθηκε – διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της στο ακροατήριο και με τις έγγραφες προτάσεις της, εκθέτει ότι δεν έχει εμπορική ιδιότητα – πτωχευτική ικανότητα και έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής της ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής προς την καθ’ ης πιστώτρια της. Ζητεί δε, αφού ληφθούν υπόψη, η οικογενειακή της κατάσταση, καθώς και η περιουσιακή και η εισοδηματική κατάσταση της ιδίας και του συζύγου της, την επικύρωση του προτεινόμενου σχεδίου διευθέτησης της οφειλής της, άλλως να διαταχθεί η ρύθμιση αυτής από το δικαστήριο, εξαιρουμένης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της. Επίσης ζητεί να αναγνωριστεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης της οφειλής της θα απαλλαγεί των λοιπών χρεών προς την πιστώτρια της, καθώς και τον συμψηφισμό της δικαστικής δαπάνης.
Με το παραπάνω περιεχόμενο, η κρινόμενη αίτηση, αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, της κατοικίας της αιτούσας, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. Κ.Πολ.Δ. (άρθρο 3 ν. 3869/2010). Για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκαν τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης, ενώ, προς διευκόλυνση της προσπάθειας προδικαστικού συμβιβασμού μεταξύ της αιτούσας και της πιστώτριας της, προσκομίζεται νομίμως η από … υπεύθυνη δήλωση της για την ορθότητα και πληρότητα των αναφερομένων στην αίτηση καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων της, των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και για το ότι την τελευταία τριετία δεν έχει προβεί στη μεταβίβαση κανενός εμπραγμάτου δικαιώματος επί ακινήτου της, της οποίας το περιεχόμενο επικαιροποιήθηκε με την από … υπεύθυνη δήλωση της, καθώς τηρήθηκε και η υποχρέωση επικαιροποίησης των σχετικών – εγγράφων της, σύμφωνα με την ΚΥΑ 8986/14-10-2015. Εξάλλου, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 2 του ν. 3869/2010, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη όμοια αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση των οφειλών της και απαλλαγή από αυτές, ή οριστική απόφαση που απέρριψε προγενέστερη αίτησή της λόγω δόλου ως προς την περιέλευσή της σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών, ή λόγω δόλιας παράβασης του καθήκοντος της αλήθειας (άρθρο 61 παρ. 1 του ν. 4549/2018), ούτε απόφαση που διέταξε την έκπτωσή της για τους λόγους του άρθρου 11 παρ. 2. Περαιτέρω, η αίτηση, η οποία είναι πλήρως ορισμένη, εφόσον εμπεριέχει όλα τα κατά νόμο απαραίτητα στοιχεία για το ορισμένο αυτής, απορριπτομένης της περί του αντιθέτου ενστάσεως του πληρεξούσιου δικηγόρου της πιστώτριας Τράπεζας, είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8 και 9 παρ. 2 του ν. 3869/2010, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης σε συνδυασμό με τις τροποποιήσεις του με το νόμο 4549/2018. Μη νόμιμο είναι το αίτημα να αναγνωριστεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης η αιτούσα θα απαλλαγεί των χρεών της έναντι της πιστώτριας της, αφού σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3869/2010, όπως αυτό ισχύει, προβλέπονται τα εξής: «Η κανονική εκτέλεση από τον οφειλέτη των υποχρεώσεων που επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται σε εφαρμογή των παραγράφων 2, 4 και 5 του άρθρου 8 επιφέρει, με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 4 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 9, την αυτοδίκαιη απαλλαγή του από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι όλων των πιστωτών, ακόμη και έναντι εκείνων που δεν ανήγγειλαν τις απαιτήσεις τους. Ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει από το Ειρηνοδικείο, με αίτηση που κοινοποιείται στους πιστωτές και εκδικάζεται με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, την πιστοποίηση της απαλλαγής του από το υπόλοιπο των οφειλών.», καθώς και το αίτημα περί συμψηφισμού της δικαστικής δαπάνης, αφού στην προκειμένη περίπτωση δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται (άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010). Εφόσον λοιπόν δεν έχει επιτευχθεί προδικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και της πιστώτριας της, πρέπει να εξεταστεί η αίτηση – κατά τα λοιπά – περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος — πατέρα της αιτούσας, η οποία περιέχεται στα πρακτικά της δίκης, το σύνολο των εγγράφων, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι (άρθρο 5 του Ν. 3869/2010, 748 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθώς και εκείνων, που απλώς προσκομίζονται στο δικαστήριο, χωρίς να γίνεται επίκλησή τους [παραδεκτά, όπως προκύπτει από τα άρθρα 744 και 759 παρ. 3 Κ.ΠολΔ (βλ. σχετ. Βαθρακοκοίλης, ΕρμΝΚΠολΔ, άρ. 759 αριθμ., 5 και Α.Π. 174/1987, ΕλλΔνη 29,129)], τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς τους (άρθρο 261 Κ.ΠολΔ), τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (άρθρα 744 ΚΠολΔ) αλλά και από την επ’ ακροατηρίων προφορική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η αιτούσα, …, είναι … ετών και έγγαμη – από το έτος 2010 -με τον …, μέχρι το έτος 2012 δε, εργαζόταν επί σειρά ετών ως δακτυλογράφος σε γνωστή αθηναϊκή εφημερίδα με καθαρές μηνιαίες αποδοχές 1.200,00 – 1.300,00 ευρώ περίπου, ενώ μετά την απόλυση της και επί ένα έτος έλαβε επίδομα ανεργίας ύψος413,00 ευρώ μηνιαίως (από τον Οκτώβριο του 2012 έως και τον Οκτώβριο του 2013) και στη συνέχεια εργαζόταν περιστασιακά. Ο σύζυγος της αιτούσας από το έτος 2006 εργαζόταν ως πολιτικός μηχανικός – ελεύθερος επαγγελματίας στον χώρο των κατασκευαστικών εργασιών, παύοντας την επαγγελματική του δραστηριότητα αυτή στις 4-6-2015. Από τις προσκομισθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της αιτούσας των οικονομικών ετών από το 2009 έως και το 2014, καθώς και των φορολογικών ετών 2014 και 2015, προκύπτει ότι το ετήσιο εισόδημα της τα έτη 2008 έως και 2015 (ατομικό τα δύο πρώτα έτη και οικογενειακό στη συνέχεια) είχε ανέλθει σε 15. 796,77 ευρώ), 14.063,16 ευρώ, 12.567, 39 ευρώ, 15.689,83 ευρώ, 8.200,40 ευρώ, 10.841,68 ευρώ, 16.954,22 ευρώ και 7.383,05 ευρώ αντίστοιχα, ενώ τα έτη 2016 και 2017 εμφανίζεται μηδενικό εισόδημα τόσο της ιδίας όσο και του συζύγου της στις αντίστοιχες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος τους. Στην κυριότητα της αιτούσας ανήκει κατά πλήρη και αποκλειστική κυριότητα ένα διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου πολυκατοικίας που έχει κατασκευασθεί το έτος 1979 και βρίσκεται επί της οδού … αρ. … στο Δήμο Αθηναίων (περιοχή ..), η δε αντικειμενική του αξία ανέρχεται σε 55.440,00 ευρώ. Πιστώτρια της αιτούσας είναι η Τράπεζα με την επωνυμία … από: α) στεγαστικό δάνειο με αριθμό συμβάσεως …. και με υπόλοιπο σύνολο οφειλής -στις 28-1-2016- 76.002,65 ευρώ και β) στεγαστικό δάνειο με αριθμό συμβάσεως … και με υπόλοιπο σύνολο οφειλής – στις 28-1-2016 – 320,83 ευρώ, ήτοι συνολικά 76.323,48 ευρώ.
Σημειωτέον ότι η υπό στοιχείο β) οφειλή της αιτούσας προς την πιστώτρια της δεν έχει εισφερθεί προς ρύθμιση με την κρινόμενη αίτηση, ενώ οι ως άνω απαιτήσεις της πιστώτριας της αιτούσας είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες, έτσι ο εκτοκισμός τους συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης.
Στην κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα εκθέτει ότι από 26-10-2013 δεν έχει κανένα εισόδημα, ενώ ο σύζυγος της ως ελεύθερος επαγγελματίας – πολιτικός μηχανικός έχει μηνιαίο εισόδημα που δεν ξεπερνά τα 660,00 ευρώ, ενώ με την από 10-2-2016 υπεύθυνη δήλωση της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 10-2-2016, στα πλαίσια της επικαιροποίησης των σχετικών – εγγράφων της, πέραν του ότι αυτά δεν κατατέθηκαν με πληρότητα, δηλώνει ότι η κατάσταση της περιουσίας, των μεταβιβάσεων και των εισοδημάτων της ιδίας και του συζύγου της (αναφορικά με την κρινόμενη αίτηση) είναι πλήρης και ορθή. Πλην όμως, η αιτούσα, με την ως άνω υπεύθυνη δήλωση έχει παραβιάσει την επιβαλλόμενη από την διάταξη του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 3869/2010 υποχρέωση ειλικρίνειας, αποσιωπώντας την αλήθεια ως προς την βελτίωση του εισοδήματος τόσο της ιδίας όσο και του συζύγου της, καθώς από το έτος 2015 διαμένουν και εργάζονται στο Λονδίνο του Ηνωμένου Βασιλείου (βλ. δημόσιες αναρτήσεις φωτογραφιών της στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης «facebook» το έτος 2015, καθώς και σε διαφορετικές ημερομηνίες σε διάφορα σημεία της πρωτεύουσας του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου αναφέρει ότι διαμένει, το έτος 2017 όπου αναφέρει η αιτούσα ότι εργάζεται στα … του Λονδίνου, καθώς και στις 14 Αυγούστου 2018 όπου αναφέρει ότι εργάζεται σε ανταλλακτήριο με την επωνυμία
που εδρεύει στο Λονδίνο). Σημειωτέον ότι με την από 30-4-2014 χορηγηθείσα
Προσωρινή Διαταγή του Ειρηνοδίκη Αθηνών με την οποία ρυθμίστηκαν προσωρινά οι ως άνω οφειλές της αιτούσας με την υποχρέωση καταβολής ποσού πενήντα (50,00) ευρώ προς την πιστώτρια της, διετάχθη η επανεξέταση αυτής μετά την 1-6-2015 και εφόσον τα εισοδήματα της (αιτούσας) έχουν βελτιωθεί με κλήση της καθ’ ης και με δαπάνες και επιμελεία της αιτούσας, η οποία βέβαια δεν τηρήθηκε από την τελευταία. Αποτέλεσμα της ανωτέρω συμπεριφοράς της είναι να υφίσταται διαφοροποίηση ανάμεσα στην πραγματική και τη δηλωθείσα κατάσταση των εισοδημάτων της ιδίας και του συζύγου της, με την έννοια ότι η τελευταία δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια (ΕιρΠειρ 81 /2011, αδημ.), η οποία διαφοροποίηση είναι ιδιαίτερα σημαντική, λαμβανομένου υπόψη του συνολικού ύψους των οφειλών της προς την πιστώτρια της, καθώς το οικογενειακό εισόδημα της θα συνέβαλλε για τον κατ’’ άρθρο 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του Νόμου κατά το δυνατόν δικαιότερο προσδιορισμό του ύψους των επί πενταετία μηνιαίων δόσεων των χρεών της, καθώς και αυτών για την διάσωση του ως άνω περιουσιακού της στοιχείου – κύριας κατοικίας της, κατά τα αναφερόμενα στην αίτηση, της οποίας ζητεί την διάσωση.
Συνεπώς, όπως προαναφέρθηκε, η αποσιώπηση της βελτίωσης του οικογενειακού εισοδήματος της αιτούσας, έγινε δολίως, η δε ανωτέρω ανειλικρινής δήλωση έχει ιδιαίτερη σημασία για την εκτίμηση της πραγματικής οικονομικής κατάστασης αυτής και είναι πρόσφορη να ζημιώσει την ικανοποίηση της πιστώτριας της και αφού γίνει δεκτός ο σχετικός ισχυρισμός της καθ’ ης πιστώτριας Τράπεζας, ως βάσιμος κατά την ουσιαστική του πλευρά, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί, παρελκομένης της έρευνας της ουσιαστικής βασιμότητας των λοιπών ισχυρισμών και ενστάσεων της πιστώτριας.
Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6του Ν. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε δημοσιεύτηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση του ακροατηρίου του στην Αθήνα στις 7 Οκτωβρίου 2019, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΣΗΜΙΝΑ ΓΩΝΙΑΔΟΥ ΕΙΡΗΝΗ ΜΠΑΛΟΘΙΑΡΗ

lawspot.gr