ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Γεώργα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (σύμφωνα με την 303/17 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Δημήτριο Τζιούβα, Μαρία Γκανιάτσου, Μαρία Παπασωτηρίου και Γρηγόριο Κουτσοκώστα – Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1 Νοεμβρίου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαΐδη (κωλυομένης της Εισαγγελέως) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Π. Π. του Π., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο του Αικατερίνη Παπανικολάου, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 816/2016 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.

Με πολιτικώς ενάγουσα την Α. Α. του Π., κάτοικο …, που παρέστη με τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της Ιωάννη Κωλέττη.

Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Μαρτίου 2016 αίτησή του αναιρέσεως, και στους από 9 Οκτωβρίου 2017 πρόσθετους λόγους, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …2017.

Αφού άκουσε

Τους πληρεξούσιους Δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 171 αρ. 2 του ΚΠοινΔ, απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί λόγο αναίρεσης της απόφασης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ίδιου Κώδικα, η οποία λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης για την άσκηση της πολιτικής αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 του ΚΠοινΔ και όταν παραβιάστηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο άσκησης αυτής, κατά το άρθρο 68 του ΚΠοινΔ. Με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει απόλυτη ακυρότητα για παράνομη παράσταση της πολιτικής αγωγής, με την αιτίαση ότι η χρηματική ικανοποίηση της πολιτικώς ενάγουσας Α. Α., λόγω ψυχικής οδύνης από το θάνατο του συζύγου της Μ. Χ., είχε ικανοποιηθεί πριν από την έναρξη της ποινικής δίκης, η δε πολιτικώς ενάγουσα είχε παραιτηθεί από κάθε άλλη αξίωση από τη συγκεκριμένη αιτία, με συνέπεια να μην έχει δικαίωμα να παρασταθεί με την ιδιότητα αυτή. Ο λόγος, όμως, αυτός αναίρεσης, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ΚΠοινΔ, είναι αόριστος και, συνεπώς, απορριπτέος, διότι δεν παρατίθενται τα περιστατικά που θεμελιώνουν την προβαλλόμενη αιτίαση και ειδικότερα δεν διαλαμβάνονται σ’ αυτόν: 1) Ο τρόπος με τον οποίο έγινε η ικανοποίηση της αξίωσης της πολιτικώς ενάγουσας, 2) αν ο τρόπος αυτός έγινε αποδεκτός από την πολιτικώς ενάγουσα, 3) αν, ενόψει του ότι το ζήτημα αυτό (χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης) ανάγεται στην ουσία της υπόθεσης, ο αναιρεσείων είχε θέσει υπόψη του δικαστηρίου της ουσίας τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προέκυπτε ότι η παράσταση της πολιτικώς ενάγουσας δεν ήταν νόμιμη, καθώς και 4) αν το δικαστήριο της ουσίας είχε τη δυνατότητα να ερευνήσει και να λάβει υπόψη του τα στοιχεία που καθιστούσαν μη νόμιμη την παράσταση της πολιτικώς ενάγουσας.

Από τη διάταξη του άρθρου 365 του ΚΠοινΔ, συνάγεται ότι ακυρότητα της διαδικασίας, που ιδρύει τον, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, επάγεται η μη ανάγνωση κατάθεσης μάρτυρος, παρά την γενομένη προς τούτο αίτηση, όταν η εμφάνισή του στο ακροατήριο δεν είναι εφικτή για κάποιους από τους αναφερόμενους στην εν λόγω διάταξη λόγους. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα επιτρεπτώς επισκοπούμενα πρακτικά του δικαστηρίου της ουσίας, προκύπτει ότι δεν υποβλήθηκε στο δικαστήριο οποιοδήποτε αίτημα του συνηγόρου του αναιρεσείοντος για την ανάγνωση της ένορκης κατάθεσης στην προδικασία του μάρτυρα Ε. Μ., ο οποίος δεν είχε εμφανιστεί σ’ αυτό. Επομένως, ο δεύτερος λόγος αναίρεσης, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ΚΠοινΔ, περί του ότι το δικαστήριο της ουσίας αναιτιολόγητα απέρριψε το ως άνω (μη υποβληθέν) αίτημα, είναι αβάσιμος και, συνεπώς, απορριπτέος. Η επιβαλλόμενη, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης αναφέρεται τόσο στην κρίση για την ενοχή όσο και στην κρίση για την απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορουμένου. Αυτοτελείς είναι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, κατά τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή στην άρση ή στη μείωση της ικανότητας καταλογισμού ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης ή στη μείωση της ποινής κλπ. Αντίθετα, δεν είναι αυτοτελείς όσοι ισχυρισμοί απλώς αρνούνται ή αποκρούουν στοιχεία της κατηγορίας, οι οποίοι, λόγω της φύσης τους, αντιμετωπίζονται με την κύρια αιτιολογία της απόφασης για την ενοχή. Η μη απάντηση του δικαστηρίου της ουσίας σε αυτοτελή ισχυρισμό συνιστά έλλειψη ακρόασης, κατά το άρθρο 170 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, που επιφέρει σχετική ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο και στοιχειοθετεί το λόγο αναίρεσης, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β’ του ΚΠοινΔ, ενώ, όταν δεν αιτιολογείται ειδικά η απόρριψη αυτοτελούς ισχυρισμού, στοιχειοθετείται λόγος αναίρεσης, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ. Το δικαστήριο, όμως, δεν έχει υποχρέωση να απαντήσει σε ισχυρισμό που δεν είναι αυτοτελής ή είναι αυτοτελής, αλλά δεν προβάλλεται κατά τρόπο σαφή, ορισμένο και πλήρη ή δεν προβάλλεται παραδεκτά για άλλο λόγο, ούτε (πολύ περισσότερο) έχει υποχρέωση να διαλάβει στην απόφασή του ειδική αιτιολογία γι’ αυτόν (ΑΠ 1190/2017, ΑΠ 1176/2017, ΑΠ 1174/2017, ΑΠ 922/2017, ΑΠ 733/2017, ΑΠ 696/2017). Στην προκείμενη περίπτωση, από τα επιτρεπτώς επισκοπούμενα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει ότι η συνήγορος υπεράσπισης του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου έλαβε το λόγο και ζήτησε να μην εξεταστεί η πολιτικώς ενάγουσα επί των πραγματικών περιστατικών, διότι δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας, οι δε γνώσεις της προέρχονταν μόνο από άλλη απόφαση πολιτικού δικαστηρίου που εκδόθηκε ερήμην του κατηγορουμένου, δεν είχε επιδοθεί σ’ αυτόν και δεν είχε καταστεί αμετάκλητη και έτσι δεν ήταν επιτρεπτή η εξέτασή της ως μάρτυρα επί του περιεχομένου της ως άνω απόφασης. Το δικαστήριο δεν απάντησε επί του αιτήματος αυτού, η δε πολιτικώς ενάγουσα συνεχίζοντας την κατάθεσή της δήλωσε ότι όσα γνωρίζει τα άκουσε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που ήταν το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, από μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιόν του και ακολούθως κατέθεσε, χωρίς όρκο, για τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης τα οποία πληροφορήθηκε από τις καταθέσεις των ως άνω μαρτύρων. Με τον πρώτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η έλλειψη ακρόασης κατά το άρθρο 170 παρ. 2 του ΚΠοινΔ και, συνακόλουθα, η σχετική ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, λόγω του ότι το δικαστήριο της ουσίας παρέλειψε να αποφανθεί επί του ως άνω αιτήματος, ενώ προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 364 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, είχε δικαίωμα να προβάλει το ως άνω αίτημα και μάλιστα ότι εδικαιούτο να ζητήσει να μην ληφθεί υπόψη η κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας ως αποδεικτικό μέσο. Οι ως άνω λόγοι αναίρεσης, όμως, είναι αβάσιμοι και, συνεπώς, απορριπτέοι, δεδομένου ότι ούτε από τη διάταξη του άρθρου 364 παρ. 2 του ΚΠοινΔ ούτε από άλλη διάταξη ο αναιρεσείων ή συνήγορός του είχαν το δικαίωμα να αποκλείσουν από την εξέταση ως μάρτυρα της πολιτικώς ενάγουσας, αλλά μπορούσαν μόνο να ζητήσουν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 224 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, να μην ληφθεί υπόψη η κατάθεση της ως άνω μάρτυρα, μόνο με την προϋπόθεση ότι δεν θα κατονόμαζε την πηγή των πληροφοριών της, εφόσον δεν ήταν εκείνη αυτόπτης μάρτυρας. Επομένως, αφού το ως άνω αίτημα υποβλήθηκε απαραδέκτως, το δικαστήριο ουδεμία υποχρέωση είχε να απαντήσει επί αυτού και μάλιστα να διαλάβει σχετική αιτιολογία. Εξάλλου, η πολιτικώς ενάγουσα κατονόμασε την πηγή των πληροφοριών της και, επομένως, το δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο να συνεκτιμήσει τη μαρτυρική της κατάθεση, που έγινε σύμφωνα με το νόμο, μαζί με όλα τα άλλα αποδεικτικά μέσα. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία στο ακροατήριο, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Τα αποδεικτικά μέσα αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω και κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα, που έλαβε υπόψη το δικαστήριο, για να σχηματίσει την κρίση του, δεν υποδηλώνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα. Επίσης, ως προς τις αποδείξεις, αρκεί αυτές να αναφέρονται στην απόφαση γενικά και κατά το είδος τους, χωρίς να είναι αναγκαίο να διευκρινίζεται τι προέκυψε από κάθε αποδεικτικό μέσο χωριστά ή από ποιο συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο αποδείχτηκε η κάθε παραδοχή, ούτε είναι απαραίτητη η αναλυτική παράθεση και η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο αποδεικτικό μέσο βαρύνει περισσότερο για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Δεν αρκεί, όμως, να περιορίστηκε το δικαστήριο σε τυπική ρηματική αναφορά των αποδεικτικών μέσων ως προς το είδος τους ή σε επιλεκτική εκτίμηση και αξιολόγηση μερικών μόνο από αυτά, αλλά απαιτείται να συνάγεται με βεβαιότητα από την απόφαση ότι αυτό έλαβε πράγματι υπόψη του, συνεκτίμησε και αξιολόγησε το περιεχόμενο όλων των αποδεικτικών μέσων για τη διαμόρφωση της δικανικής πεποίθησής του, όπως επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 177 παρ. 1 και 187 του ΚΠοινΔ. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το περί ενοχής σκεπτικό της προσβαλλόμενης, με αριθμό 816/2016, απόφασής του, το Α’ Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζονται κατ’ είδος σ’ αυτή, δέχθηκε, ανελέγκτως, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: “Την 25.4.2009 και περί ώρα 13.00, ημέρα Σάββατο, ο Μ. Χ., σύζυγος της ως άνω μάρτυρος-πολιτικώς εναγούσης Α. Χ.-Α., κινείτο, οδηγώντας, χωρίς να φέρει [“φοράει”] προστατευτικό κράνος, την … δίκυκλη μοτοσυκλέτα, εργοστασίου κατασκευής PIAGGIO M 38, χρώματος ανθρακί, στην …, επί της οδού …, στο δεξιό άκρο, με κατεύθυνση από Βούλα προς Αργυρούπολη, ενώ ένα Δ.Χ.Ε. αυτοκίνητο-αστικό λεωφορείο κινείτο παραπλεύρως και ελάχιστα προπορευόμενο της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας. Τον αυτό χρόνο ο κατηγορούμενος Π. Π., οδηγώντας το … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής VOLVO, χρώματος ερυθρού και με συνεπιβάτη, στη θέση του συνοδηγού, τον Γ. Π., αδελφό του, κινείτο στην …, επί της οδού …, στο δεξιό άκρο, με κατεύθυνση από Αργυρούπολη προς Βούλα. Η ταχύτητα της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας δεν υπερέβαινε τα [40] χιλιόμετρα, ανά ώρα, ενώ οι οδηγοί Μ. Χ. και κατηγορούμενος αμφοτέρων των οχημάτων, ήτοι της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας και του … Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου, αντιστοίχως, κατείχαν τη νόμιμη άδεια ικανότητας οδηγού, που ήταν σε ισχύ. Η οδός … είναι διπλής κατευθύνσεως, με διπλή συνεχόμενη γραμμή, διαχωριστική των δύο αντιθέτων ρευμάτων κυκλοφορίας και με μία λωρίδα κυκλοφορίας, πλάτους [4,30] μέτρων, ανά κατεύθυνση, επίσης, στο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αργυρούπολη υπάρχει, από το σημείο που τελειώνει το οδόστρωμα, “έρεισμα” πλάτους [2,70] μέτρων και πέραν του “ερείσματος”, υπάρχει “πρατήριο ανεφοδιασμού υγρών καυσίμων” …, ενώ στο ρεύμα κυκλοφορίας προς Βούλα υπάρχει, από το σημείο, που τελειώνει το οδόστρωμα, “έρεισμα” [1] μέτρου. Στο ύψος του ως άνω “πρατηρίου” … και … [Ο.Α. 43] της οδού …, τα δύο οχήματα συγκρούστηκαν στο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αργυρούπολη. Ειδικότερα, το … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο, έχοντας μικρή ταχύτητα, με στροφή, αριστερά, ως προς την πορεία του ώστε να κατευθυνθεί προς το “πρατήριο” …, εισήλθε, κάθετα, αφού “πάτησε” [διέβη] τη διπλή συνεχόμενη διαχωριστική γραμμή, στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αργυρούπολη και απέκλεισε τις ως άνω πορείες του Δ.Χ.Ε. αυτοκινήτου-αστικού λεωφορείου και της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας. Το Δ.Χ.Ε. αυτοκίνητο-αστικό λεωφορείο μπόρεσε να αποφύγει τη σύγκρουση, με έγκαιρη τροχοπέδηση προ του … Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου, κάθετα κινουμένου, ως άνω, διότι η κίνηση [στροφή αριστερή] έγινε αντιληπτή από τον έχοντα ορατότητα οδηγό του αυτοκινήτου-αστικού λεωφορείου, ενώ η … δίκυκλη μοτοσυκλέτα, κατά την προσπάθεια αποφευκτικού προς τα δεξιά ελιγμού, συγκρούστηκε, με το πλάγιο αριστερό τμήμα της στην εμπρόσθια αριστερή γωνία του ως άνω κινουμένου … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητου στη συνέχεια, εξετράπη [παρέκλινε] της πορείας της προς τα δεξιά, αφού ο οδηγός της Μ. Χ., από τη σύγκρουση στο … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο, έχασε τον έλεγχό της και επέπεσε-προσέκρουσε, δια του εμπρόσθιου τμήματός της, στην εμπρόσθια δεξιά γωνία-προφυλακτήρα του … Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου, το οποίο ήταν σταθμευμένο στο ως άνω “έρεισμα”, πλάτους [2,70] μέτρων του ρεύματος κυκλοφορίας προς Αργυρούπολη [το … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο στο “έρεισμα” ανάποδα, δηλ. κατεύθυνση προς Βούλα]. Μετά ταύτα, η … δίκυκλη μοτοσυκλέτα “ανετράπη” και ο Μ. Χ. έπεσε στο οδόστρωμα, όπου τραυματίστηκε θανασίμως (βλ. και φωτογραφίες και από 23.10.2009 “αναφορά”). Στον τόπο και κατά τον χρόνο του συμβάντος, η οδός … είναι “ευθεία” και το οδόστρωμα είναι “άσφαλτος”, επίσης η κατάσταση του οδοστρώματος ήταν “ξηρά”, οι καιρικές συνθήκες ήταν “καλές”, “καλοκαιρία”, ήταν ημέρα, η ορατότητα, σε ευθεία, δεν περιοριζόταν, η κίνηση των οχημάτων ήταν “πυκνή” και το ανώτατο όριο ταχύτητας των οχημάτων οριζόταν, ως κατοικημένη περιοχή, σε [50] χιλιόμετρα, την ώρα (βλ. και “Έκθεση Αυτοψίας Τροχαίου Ατυχήματος”). Ο Μ. Χ., γεννηθείς το έτος 1954, διακομίστηκε, αμέσως, με ασθενοφόρο ΕΚΑΒ, στο νοσοκομείο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ, όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη “βαρείες κακώσεις του κρανίου” και από αυτές τις κακώσεις, ως μόνης ενεργού αιτίας, επήλθε ο θάνατός του, την ίδια ημέρα [25.4.2009], ώρα 23.38, στο νοσοκομείο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ, όπου νοσηλευόταν. Ειδικότερα, στην ….7.2009 οικεία “Ιατροδικαστική Έκθεση Νεκροψίας-Νεκροτομής” από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών αναγράφεται “βαρείες κακώσεις του κρανίου, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος”, ως η “αιτία θανάτου”, ακόμη αναγράφεται ότι κατά τη “νεκροτομία” διαπιστώθηκε [και] “ισχαιμία του μυοκαρδίου”, ενώ επισημαίνεται στο …30.4.2010 έγγραφο της αυτής Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών ότι “η περιγραφόμενη ισχαιμία του μυοκαρδίου”, στην ….7.2009 ιατροδικαστική έκθεση, “είναι αποτέλεσμα του βαρέος τραυματισμού της κεφαλής στο τροχαίο ατύχημα πιο αναλυτικά, προηγήθηκε το τροχαίο ατύχημα, με τον βαρύ τραυματισμό της κεφαλής και ακολούθησε η ισχαιμία του μυοκαρδίου, ως τραυματική επιπλοκή, με το μηχανισμό ανάπτυξης νεκρογενούς shock”. Εξάλλου, μετά την “εκτέλεση” εργαστηριακών εξετάσεων αναζητήσεως οινοπνεύματος και τοξικών ουσιών στα “υγρά” αμφοτέρων των οδηγών Μ. Χ. και κατηγορουμένου, το αποτέλεσμα ήταν “αρνητικό”. Ο κατηγορούμενος, γεννηθείς το 1979, είναι υπαίτιος από αμέλεια της συγκρούσεως των οχημάτων και εντεύθεν του θανάτου του Μ. Χ., ενώ ο τελευταίος [Μ. Χ.], κάτοικος εν ζωή Γλυφάδας Αττικής, είναι, επίσης, συνυπαίτιος στην έκταση της “ζημίας” του (άρθρο 300 ΑΚ), ήτοι των επίμαχων κακώσεων του κρανίου του. Πιο συγκεκριμένα, ο κατηγορούμενος επιχείρησε την αλλαγή κατευθύνσεως του … Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου, που, ως άνω, οδηγούσε, με στροφή αριστερή, ως προς την πορεία του ώστε να κατευθυνθεί στο “πρατήριο” … και εισήλθε κάθετα στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αργυρούπολη, αφού “πάτησε”, δηλ. διέβη, ανεπίτρεπτα, την από δύο συνεχείς γραμμές κατά μήκος διαγράμμιση, ακόμη, σε κάθε περίπτωση, απέκλεισε, ενώ απαγορεύεται, την πορεία, δηλ. δεν επέτρεψε τη διέλευση των οχημάτων στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αργυρούπολη, όπως [και] της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας, η οποία εκινείτο, ως άνω, κανονικώς, παραχωρώντας προτεραιότητα διελεύσεως [άρθρα 5 παράγραφοι 2, 3 (α) και 8 (α), 21, 23 ν. 2696/99 (ΦΕΚ Α’ 57)]. Ο Μ. Χ., ο οποίος δεν είχε ορατότητα, εξαιτίας της κινήσεως, ως άνω, του Δ.Χ.Ε. αυτοκινήτου-αστικού λεωφορείου, έτσι ώστε να αντιληφθεί, εγκαίρως, την κίνηση [στροφή αριστερή] του … Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου, δεν μπόρεσε, παρά την προσπάθεια αποφευκτικού, προς τα δεξιά, ελιγμού της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας, να αποφύγει τη σύγκρουση. Τούτο διότι το … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο απέκλεισε κάθετα την πορεία της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας, απρόβλεπτα και αιφνίδια, σε ελάχιστη απόσταση, έτσι ώστε να μην υπάρχει χρόνος επιτυχούς αντιδράσεως του Μ. Χ. αποφυγής της συγκρούσεως, όταν αντελήφθη το … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο στην πορεία του. Η αμελής συμπεριφορά του κατηγορουμένου, από έλλειψη της προσοχής του, που, κατά τα παραπάνω, όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, οδηγώντας το … Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητο, όπως θα επιδείκνυε, στη θέση του, κάθε συνετός οδηγός, τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το επελθόν αποτέλεσμα, το οποίο αυτός δεν προέβλεψε, δηλ. το ατύχημα με την … δίκυκλη μοτοσυκλέτα και το θάνατο του οδηγού της Μ. Χ. (βλ. και ΑΠ 1583/2014 δημοσίευση ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Περαιτέρω, ο Μ. Χ. είναι συνυπαίτιος στην έκταση της “ζημίας” του [κακώσεων, ως άνω, του κρανίου], διότι δεν φορούσε, όπως είχε υποχρέωση από το νόμο, προστατευτικό κράνος (άρθρο 12 παρ. 6 ν. 2696/1999) …. Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού και δεν αναιρούνται από αντίθετο αποδεικτικό στοιχείο της δικογραφίας, στοιχειοθετούν, αντικειμενικά και υποκειμενικά, σε βάρος του κατηγορουμένου “ανθρωποκτονία από αμέλεια”, που είναι πλημμέλημα και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτού του πλημμελήματος [άρθρα 1, 14, 16, 17, 18, 19, 28, 302 παρ. 1, 26 παρ. 1 (β) ΠΚ], ανεξαρτήτως της ως άνω συνυπαιτιότητας του θανόντος Μ. Χ.”. Στη συνέχεια, το δικαστήριο της ουσίας κήρυξε τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα ένοχο, με την ελαφρυντική περίσταση του πρότερου έντιμου βίου (άρθρ. 84 παρ. 2 περ. α’ του ΠΚ), για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, για την οποία (πράξη) του επέβαλε ποινή φυλάκισης δέκα πέντε (15) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία, με το ακόλουθο διατακτικό: “Στην Αθήνα [Γλυφάδα] την 25-4-2009, ως οδηγός οχήματος, από αμέλειά του, που συνίσταται στην έλλειψη της σύνεσης και της προσοχής, που όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να επιδείξει και που ο κάθε μέσος συνετός οδηγός θα επιδείκνυε στη θέση του, προκάλεσε, με το όχημά του και κατά την οδήγηση αυτού, το θάνατο άλλου και δη του Χ. Μ. του Ι., που προκλήθηκε από την πράξη του αυτή. Πιο συγκεκριμένα, οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. … ΙΧΕ αυτοκίνητο και βαίνοντας, με αυτό, στη Γλυφάδα επί της οδού …, με κατεύθυνση από Αργυρούπολη προς Βούλα, επιχειρώντας να αλλάξει την κατεύθυνση του οχήματός του προς τα αριστερά προκειμένου να κατευθυνθεί προς το “πρατήριο ανεφοδιασμού υγρών καυσίμων” …, που βρισκόταν στο άλλο ρεύμα κυκλοφορίας της εν λόγω οδού, αφενός διέβη την αποτελούμενη από δύο συνεχείς γραμμές κατά μήκος διαγράμμιση της εν λόγω οδού, που χώριζε σε δύο λωρίδες αντιθέτου κυκλοφορίας, αφετέρου, ενήργησε, ως άνω, εισερχόμενος, κάθετα, στο οδόστρωμα αυτού, που αρχικώς κινείτο, με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην επιτρέπει τη διέλευση των οχημάτων, που κινούντο στο οδόστρωμα αυτό, προς τα οποία όφειλε να παραχωρήσει προτεραιότητα, με αποτέλεσμα εξαιτίας της ανωτέρω αναφερόμενης αμελούς συμπεριφοράς του να αποκλείσει την πορεία της υπ’ αριθμ. κυκλ. … δίκυκλης μοτοσυκλέτας, που οδηγούσε ο θανών Χ. Μ., ο οποίος έβαινε κανονικά στην πορεία του επί της αυτής οδού και στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας από αυτό και στην προσπάθεια του θανόντος να ενεργήσει αποφευκτικό ελιγμό, αυτός να συγκρουστεί με το πλάγιο αριστερό τμήμα της μοτοσυκλέτας στην εμπρόσθια αριστερή γωνία του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο κατηγορούμενος, να απωλέσει από τη σύγκρουση, τον έλεγχο της μοτοσυκλέτας, η οποία, εν συνεχεία, παρέκλινε προς τα δεξιά και επέπεσε-προσέκρουσε στο υπό στοιχεία … ΙΧΕ αυτοκίνητο το οποίο ήταν σταθμευμένο στο “έρεισμα”, πλάτους 2,70 μέτρων του ρεύματος προς Αργυρούπολη [το … ΙΧΕ αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο στο έρεισμα “ανάποδα”, δηλ. κατεύθυνση προς Βούλα] και τέλος να ανατραπεί, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί θανάσιμα ο οδηγός της δίκυκλης μοτοσυκλέτας Χ. Μ., που υπέστη βαρείες κακώσεις κρανίου, εκ των οποίων επήλθε, ως μόνη ενεργός αιτία, ο θάνατος αυτού”. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη, από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν και συγκροτούν την αντικειμενική και την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, για την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή αυτών (περιστατικών) στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 18, 28, 79, 302 παρ. 1 του ΠΚ. Ειδικότερα, εκτίθενται όλα τα στοιχεία που απαρτίζουν τη νομοτυπική μορφή του εν λόγω εγκλήματος, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, ενώ παρατίθενται τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους, από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και κατέληξε στην καταδικαστική του κρίση, χωρίς να παρίσταται αναγκαία η αναλυτική παράθεσή τους, η αναφορά του τι προκύπτει ξεχωριστά από το καθένα, όπως και η συγκριτική στάθμιση και αξιολογική συσχέτιση του περιεχομένου τους και η ανάλογη δικαιοδοτική εκτίμησή τους. Πιο συγκεκριμένα, δεν ήταν αναγκαίο να εκτίθεται στην απόφαση η ακριβής ταχύτητα του ιδιωτικής χρήσης επιβατικού αυτοκινήτου …, το οποίο οδηγούσε ο αναιρεσείων, αλλά αρκεί η παραδοχή ότι ενήργησε αριστερή, σε σχέση με την πορεία του, στροφή, έχοντας μικρή ταχύτητα. Εξάλλου, δεν συνιστά αντίφαση η παραδοχή ότι η δίκυκλη μοτοσυκλέτα …, την οποία οδηγούσε ο θανών Μ. Χ. στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, εκινείτο κανονικώς, με την παραδοχή ότι η ως άνω μοτοσυκλέτα εκινείτο παραπλεύρως του ελάχιστα προπορευόμενου αστικού λεωφορείου σε οδό με διπλή κατεύθυνση κυκλοφορίας και με λωρίδα κυκλοφορίας πλάτους 4,30 μ. ανά κατεύθυνση, αφού διευκρινίζεται ότι η μοτοσυκλέτα εκινείτο στο δεξιό άκρο με ταχύτητα που δεν υπερέβαινε τα 40 χιλιόμετρα ανά ώρα και η λωρίδα, στην οποία εκινείτο, είχε ικανό πλάτος 4,30 μ. Επίσης, περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν την αμέλεια του αναιρεσείοντος και ειδικότερα αναφέρεται ότι ο αναιρεσείων, οδηγώντας το ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο …, προκειμένου να κατευθυνθεί προς το πρατήριο υγρών καυσίμων …, ενήργησε στροφή αριστερά, διέβη τη διπλή συνεχόμενη διαχωριστική γραμμή, εισήλθε κάθετα στο οδόστρωμα του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας και έτσι απέκλεισε τις πορείες του δημόσιας χρήσης επιβατικού αυτοκινήτου-αστικού λεωφορείου και της … δίκυκλης μοτοσυκλέτας, ενώ τούτο απαγορεύεται. Περαιτέρω, δεν ήταν αναγκαίο να αναφέρεται αν ο αναιρεσείων είχε τρόπο να αποφύγει τη σύγκρουση με τη δίκυκλη μοτοσυκλέτα … ούτε αν είχε ορατότητα ο οδηγός της μοτοσυκλέτας, αφού γίνεται δεκτό ότι ο αναιρεσείων παράνομα εισήλθε κάθετα στο οδόστρωμα του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας, παραβιάζοντας τη διπλή συνεχόμενη διαχωριστική γραμμή και εξαιτίας της πράξης του αυτής προκλήθηκε η σύγκρουση του οχήματός του με τη μοτοσυκλέτα, ο οδηγός της οποίας επιχείρησε αποφευκτικό ελιγμό δεξιά, πλην, όμως κατά την προσπάθεια αυτή συγκρούστηκε με το πλάγιο αριστερό τμήμα της στην εμπρόσθια αριστερή γωνία του αυτοκινήτου, το οποίο οδηγούσε ο αναιρεσείων. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ σχετικός δεύτερος πρόσθετος λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος και, συνεπώς, απορριπτέος. Σύμφωνα με όλα αυτά και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει να απορριφθούν η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης, πρέπει να υποχρεωθεί ο αναιρεσείων να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα της πολιτικώς ενάγουσας, που παραστάθηκε κατά την αναιρετική δίκη (άρθρ. 176, 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 4-3-2016, με αριθμό …2016, αίτηση του Π. Π. του Π., που γεννήθηκε στο … και κατοικεί στη …), για αναίρεση της απόφασης 816/2-3-2016 του Α’ Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, καθώς και τους από 9-10-2017 πρόσθετους λόγους αναίρεσης.

Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, που ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

Υποχρεώνει τον αναιρεσείοντα να καταβάλει στην πολιτικώς ενάγουσα τα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 13 Δεκεμβρίου 2017.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 10 Ιανουαρίου 2018.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
https://www.oenet.gr/nomologia/epaggelmatika/item/59992-parastasi-politikis-agogis