• 15 Δεκεμβρίου, 2013

    ΟλομΑΠ 2/2011: Μη εμπρόθεσμη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο – Χρόνος παραγραφής του αδικήματος μετά τους νόμους 2523/1997 και 3220/2004

    ΑΡΙΘΜΟΣ 2/2011 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β’ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ (ΠΟΙΝΙΚΗ)   Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Προεδρεύοντα Αντιπρόεδρο (κωλυομένου του Προέδρου του Αρείου Πάγου), ως ο αρχαιότερος της συνθέσεως Αντιπρόεδρος, Εμμανουήλ Καλούδη, Θεοδώρα Γκοΐνη, Ελισάβετ Μουγάκου – Μπρίλλη και Μιχαήλ Θεοχαρίδη, Αντιπροέδρους. Αθανάσιο Κουτρομάνο, Ανδρέα Τσόλια, Γεώργιο Χρυσικό, Ιωάννη Σίδερη, Νικόλαο Λεοντή, Αντώνιο Αθηναίο, Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, Ανδρέα Δουλγεράκη, Κωνσταντίνο Φράγκο – Εισηγητή, Νικόλαο Πάσσο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Δημήτριο Τίγγα, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Κωνσταντίνο Τσόλα, Ανδρέα Ξένο, Κυριακούλα Γεροστάθη, Αθανάσιο Γεωργόπουλο, Δημήτριο Κόμη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Ιωάννα Πετροπούλου, Αρεοπαγίτες.   Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Μαρτίου 2011, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Άρτας, περί αναιρέσεως της 1183/2010 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Άρτας, η οποία εισάγεται στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατόπιν εκδόσεως της 2063/2010 αποφάσεως του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Με κατηγορούμενο τον Κ. Π. του Ν., κάτοικο …, που δεν παρέστη στο ακροατήριο. Το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας Πρωτοδικών Άρτας ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 1/14-6-2010 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Δικαστικού Γραμματέα των Πλημμελειοδικών Άρτας Λάμπρου Γιαννάκη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 897/1010.   ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Εισάγεται στη Β’ Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 παρ.1 και 2 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Ν.1756/1998) και άρθρ. 3 παρ.2 του Ν.3810/1957, ο για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως περί παραγραφής του εγκλήματος καθυστέρησης καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ( άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠοινΔ) μοναδικός λόγος της από 14 Ιουνίου 2010 αιτήσεως του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Άρτας, για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 1183/2010 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Άρτας, που δέχθηκε παραγραφή του ανωτέρω διωκόμενου πλημμελήματος.   Η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ’ αριθμ.2063/2010 απόφαση του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος, επειδή ο λόγος αυτός περί μη παραγραφής, απορρίφθηκε ως αβάσιμος με πλειοψηφία μίας ψήφου. Κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’ αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που έχει δεχθεί ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Κατά το άρθρο 86 του ν. 2362/1995, περί Δημοσίου Λογιστικού κλπ, “καμμία χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν υπόκειται σε παραγραφή πριν να βεβαιωθεί […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 14 Δεκεμβρίου, 2013

    ΑΠ 158/2013 : Απαγόρευση προσωπικής κράτησης κατά εμπόρων για ενοχικές οφειλές, όταν η εξόφληση των συμβατικών υποχρεώσεών τους οφείλεται αποκλειστικά σε αδυναμία προς εκπλήρωση.

     «…Περαιτέρω, κατά την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1047 παρ. 1 ΚΠολΔ η προσωπική κράτηση διατάσσεται, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζει ρητά ο νόμος και “κατά εμπόρων για εμπορικές απαιτήσεις”. Εξάλλου, με το ν. 2462/1997 κυρώθηκε το “Διεθνές Σύμφωνο για τα πολιτικά και ατομικά δικαιώματα” που συνάφθηκε μεταξύ των κρατών μελών του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη στις 16-12-1966 και από την επικύρωσή του αποτελεί διάταξη κανόνα υπέρτερης νομικής βαθμίδας, κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος. Στο άρθρο 11 του Συμφώνου αυτού ορίζεται ότι “κανείς δεν φυλακίζεται αποκλειστικά λόγω της αδυναμίας του να εκπληρώσει συμβατική υποχρέωση”. Η ίδια η διατύπωση του κανόνα τούτου, δηλώνει λεκτικά και νοητικά ότι δεν υπήρξε επιθυμία των Συντακτών του Συμφώνου να καταργήσουν την προσωπική κράτηση, αλλά μόνο να ορίσουν, ως εξαίρεση, πως σε περίπτωση αδυναμίας δεν πρέπει ο οφειλέτης να προσωποκρατείται για χρέη. Συνεπώς, το μεν άρθρο 1047 παρ.1 ΚΠολΔ εξακολουθεί να προβλέπει την προσωπική κράτηση ως μέσο αναγκαστικής εκτελέσεως επί εμπόρων για ενοχικές απαιτήσεις, το δε άρθρο 11 του ανωτέρω Συμφώνου εισάγει δικαιοκωλυτικό κανόνα που αποκλείει την απαγγελία προσωπικής κράτησης κατ’ εμπόρων για ενοχικές οφειλές, όταν η εξόφληση των συμβατικών υποχρεώσεών του οφείλεται αποκλειστικά σε αδυναμία αυτού προς εκπλήρωση. Από τις ανωτέρω διατάξεις, συνδυαζόμενες με αυτές του άρθρου 216 στοιχ. α’ και 338 ΚΠολΔ που ορίζουν αντίστοιχα ότι κάθε διάδικος βαρύνεται με την επίκληση και απόδειξη εκείνων των γεγονότων που δικαιολογούν σύμφωνα με το νόμο την αξιούμενη απ’ αυτόν δικαστική προστασία, συνάγεται ότι για να είναι ορισμένη η αγωγή, με την οποία διώκεται η προσωπική κράτηση εμπόρου για εμπορικές απαιτήσεις, δεν είναι αναγκαίο να διαλαμβάνεται στο δικόγραφό της ότι ο εναγόμενος, παρόλο που έχει τη δυνατότητα, δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, αλλά απόκειται στον εναγόμενο να ισχυρισθεί και να αποδείξει ότι η μη εκπλήρωση οφείλεται αποκλειστικά σε αδυναμία του. Αντίστοιχα δε, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου από το άρθρο 559 αρ.1 και 19 ΚΠολΔ, η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας, με την οποία διατάσσεται η προσωπική κράτηση εμπόρου για εμπορική οφειλή, δεν είναι αναγκαίο να διαλαμβάνει τις πραγματικές παραδοχές της και ότι ο εναγόμενος, παρόλο που έχει τη δυνατότητα, από κακοπιστία δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του (Ολ. ΑΠ 23/2005). Στην προκειμένη περίπτωση, με την ενσωματωθείσα στην αναιρεσιβαλλομένη εφετειακή απόφαση υπ’ αριθ. 544/2000 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, απορρίφθηκε ως μη νόμιμο το παρεπόμενο αίτημα της αγωγής του αναιρεσείοντος για απαγγελία κατά της αναιρεσίβλητης προσωπικής κράτησης, λόγω της εμπορικής της ιδιότητας, ως μέσου εκτέλεσης της εκδοθείσας απόφασης, με την οποία κατά τα λοιπά έγινε δεκτή η ίδια αγωγή, για το λόγο ότι “με το άρθρο 11 του Ν. 2462/1997 καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 1047 παρ. 1 του ΚΠολΔ”. Με την κρίση του αυτή το Μονομελές Πρωτοδικείο (που ενσωματώθηκε και στην αναιρεσιβαλλομένη εφετειακή απόφαση, μετά την απόρριψη ως ανυποστήρικτης της έφεσης του αναιρεσείοντος), παραβίασε ευθέως την προαναφερόμενη ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1047 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως βάσιμα υποστηρίζει ο αναιρεσείων με το μοναδικό λόγο της αίτησης αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρού 559 του ΚΠολΔ.” (legalnews24.gr / areiospagos.gr)

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 24 Νοεμβρίου, 2013

    Τριμελές Εφετείο Λαμίας 43/2013: Εφαρμοστέο δίκαιο επί αδικοπραξίας

    “Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 ΑΚ* οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας, όπου διαπράχθηκε το αδίκημα, κατ’ ακολουθίαν και στην περίπτωση που με διάπραξη αδικήματος επήλθε θάνατος αλλοδαπού στην Ελλάδα η αδικοπρακτική ενοχή θα διέπεται από το ελληνικό δίκαιο, οπότε κατά το δίκαιο αυτό τα μέλη της οικογένειας του θύματος, στα οποία περιλαμβάνονται και οι αδελφοί, θα δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης“. *Διευκρινήσεις: το άρθρο 26 ΑΚ εφαρμόζεται επί αδικοπραξίων: –> οι οποίες έχουν τελεστεί πρίν τις 11 Ιανουαρίου 2009. –> οι οποίες έχουν τελεσεί από τις 11 Ιανουαρίου 2009 και μετά και δεν εμπίπτουν στο καθ΄ ύλην πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού Ρώμη ΙΙ ( 864/2007).  

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 22 Νοεμβρίου, 2013

    ΜΠρΧαλκίδας 492/2013 : Απαγορεύεται ο πλειστηριασμός ακινήτου που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία, μέχρι την 31.12.2013, ακόμη και όταν επισπεύδεται σε βάρος φυσικού προσώπου που έχει πτωχευτική ικανότητα

    Διατάξεις: άρθρα 4, 9, 19 Ν 3869/2010 (Περίληψη) Απαγορεύεται ο πλειστηριασμός ακινήτου που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία, μέχρι την 31.12.2013, ακόμη και όταν επισπεύδεται σε βάρος φυσικού προσώπου που έχει πτωχευτική ικανότητα. Δεν προαπαιτείται απόπειρα εξωδίκου συμβιβασμού ή υποβολή αίτησης κατά το άρθρο 4 Ν 3869/2010. Ο Ν 3869/2010 (ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις), προέβλεψε τη δυνατότητα των φυσικών προσώπων που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, για τη ρύθμιση τούτων και την απαλλαγή, ακολουθώντας τη διαδικασία ττου σχετικώς ορίζεται. Δυνάμει μάλιστα του άρθρου 9 παρ. 2 του ιδίου νόμου, ττρος το σκοπό προστασίας της κύριας κατοικίας μπορεί να εξαιρεθεί από τη διαδικασία ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη που υπέβαλε αίτηση ρύθμισης των χρεών του το ακίνητο που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία, ενώ κατά το άρθρο 19, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του, με το άρθρο 5 της από 18.12.2012 ΠΝΠ, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν 4128/2013, ΦΕΚ Α΄ 51/28.2.2013: «Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013 απαγορεύεται ο πλειστηριασμός του ακινήτου της παρ. 2 του άρθρου 9». Τέλος, δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 46 του Ν 3986/2011, στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 19 του Ν 3869/2010 προστέθηκε το ακόλουθο εδάφιο: «Η διάταξη εφαρμόζεται για κάθε φυσικό πρόσωπο ανεξαρτήτως αν στερείται πτωχευτικής ικανότητας». Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι πλέον και έως την 31.12.2013 απαγορεύεται ο πλειστηριασμός ακινήτου που χρησιμεύει ως πρώτη κατοικία, κατά τα οριζόμενα από το άρθρο 9 παρ. 2 του Ν 3869/2010, ακόμη και όταν τούτος (πλειστηριασμός) επισπεύδεται σε βάρος φυσικού προσώπου που δεν στερείται πτωχευτικής ικανότητας, ήτοι δεν εμπίπτει στις ρυθμίσεις του προαναφερόμενου Ν 3869/2010. Το προαναφερθέν, εξάλλου, άρθρο 46 παρ. 2 του Ν 3986/2011, σκοπό έχει να διαφυλάξει τη διατήρηση της κύριας κατοικίας, για τους σκοπούς του άρθρου 9 του ως άνω νόμου, στο ενδιάμεσο διάστημα, μέχρι την πραγματική και απρόσκοπτη ενεργοποίηση της δυνατότητας υπαγωγής των οφειλετών στη διαδικασία του Ν 3869/2010 (εξώδικος συμβιβασμός, αίτηση στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο, δικαστικός συμβιβασμός ή δικαστική απόφαση). Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 19 του Ν 3869/2010, όπως ισχύει, περί αναστολής πλειστηριασμών, η προηγούμενη υποβολή αίτησης του οφειλέτη προς εξώδικο συμβιβασμό ή μετά την αποτυχία αυτού η υποβολή αίτησης του άρθρου 4 του Ν 3869/2010 στο κατά τόπο αρμόδιο Ειρηνοδικείο. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον μοναδικό λόγο της ανακοπής του, ο αιτών ισχυρίζεται ότι παράνομα και κατά κατάχρηση δικαιώματος επισπεύδεται πλειστηριασμός σε βάρος του ακινήτου του που αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του ίδιου και της οικογένειας του και συνεπώς εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 9 του Ν 3869/2010, ενώ βάσει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου, απαγορεύονται οι πλειστηριασμοί ακινήτων που αποτελούν κύρια κατοικία μέχρι την 31.12.2013. Από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία και την κατάθεση της μάρτυρος – συζύγου του αιτούντος, πιθανολογείται ότι το κατασχεθέν με την άνω έκθεση κατάσχεσης ακίνητο, ήτοι το υπό στοιχεία Γ-1 διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της οικοδομής που βρίσκεται στη Χαλκίδα στο ΟΤ … στη διασταύρωση των οδών …, … και …, εκτάσεως του οικοπέδου 399 τ.μ. […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 22 Νοεμβρίου, 2013

    ΠΠρΑθ 4041/2013: Σώρευση αγωγής διάρρηξης και αναγνώρισης σύμβασης ως άκυρης λόγω εικονικότητας

     Αναγκαστική ομοδικία στο άρθρο 939 Α.Κ. – Σώρευση αγωγής αναγνώρισης ως άκυρης λόγω εικονικότητας σύμβαση πώλησης με αγωγή διάρρηξης ως καταδολιευτικής της αυτής σύμβασης πώλησης “Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ.α και 287 παρ.1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι λόγο διακοπής της δίκης αποτελεί και ο θάνατος διαδίκου, ο οποίος όμως πρέπει να γνωστοποιηθεί στον αντίδικο του αποβιώσαντος από πρόσωπο που δικαιούται να επαναλάβει τη δίκη, όπως είναι και οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος διαδίκου ή από τον πληρεξούσιο ή το νόμιμο αντιπρόσωπο του αποβιώσαντος, η δε γνωστοποίηση μπορεί να γίνει μόνο με επίδοση δικογράφου ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή εκτός ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξεως, όχι όμως και με τις προτάσεις, αφού αυτές δεν επιδίδονται (ΑΠ 243/2010 δημ. στη ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 76, 288, 329 και 920 ΚΠολΔ προκύπτει ότι συντρέχει περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας, στη περίπτωση που ασκείται η αγωγή του άρθρου 939 του ΑΚ για διάρρηξη της απαλλοτρίωσης που έγινε προς βλάβη του από τον οφειλέτη του, όταν ενάγεται ο τελευταίος και ο τρίτος στον οποίο διατέθηκε το περιουσιακό του στοιχείο, διότι στην περίπτωση αυτή δεν είναι νοητή η έκδοση αντίθετων αποφάσεων απέναντι στους ομοδίκους αυτούς (ΑΠ 1230/2008 ΝοΒ 2009.132, ΑΠ 1145/2007 ΝοΒ 2007.1828, ΑΠ 554 2005 ΕλλΔνη 2007.477, contra (απλή ομοδικία) ΑΠ 1/2006 ΕλλΔνη 47.495 = ΕΕΝ 2007.72 = ΝοΒ 2007.823). Συνεπώς, ο θάνατος ενός από τους ομοδίκους ή άλλο γεγονός του άρθρου 286 ΚΠολΔ που επέρχεται στο πρόσωπο ενός ομοδίκου, έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της δίκης ως προς όλους τους ομοδίκους. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 294, 295 παρ.1 και 297 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο ενάγων πριν από την έναρξη της προφορικής συζήτησης της υπόθεσης μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον εναγόμενο, χωρίς τη συναίνεση του τελευταίου, η παραίτηση δε αυτή έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 76 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι επί αναγκαστικής ομοδικίας οι πράξεις καθενός ομοδίκου ωφελούν και βλάπτουν τους λοιπούς, η διάταξη όμως αυτή δεν εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, και στην παραίτηση από τη δίκη, συνεπώς κάθε αναγκαίος ομόδικος μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής και ο αντίδικος των αναγκαίων ομοδίκων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής ως προς ένα από αυτούς χωρίς να υπάρξουν έννομες συνέπειες ως προς τους λοιπούς (ΑΠ 1240/2011, δημ. στη ΤΝΠ Νόμος). Επί αναγκαστικής ομοδικίας, κατά τη κρατούσα άποψη, η παραίτηση έναντι ενός ομοδίκου είναι ανίσχυρη μόνο όταν λόγοι ουσιαστικού δικαίου επιβάλλουν την κοινή διάθεση του αντικειμένου (π.χ αδιαίρετα δικαιώματα) ή όταν η αναγκαία ομοδικία στηρίζεται στην κοινή νομιμοποίηση των ομοδίκων (βλ. ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, τ. I, σελ. 179, αντιθ. ΕφΘεσ 2697/1996 Αρμ. 97, 919, όπου υποστηρίζεται η άποψη ότι η παραίτηση έναντι ενός είναι ανίσχυρη). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου και πριν το Δικαστήριο εισέλθει στην ουσία της υπόθεσης κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οι ενάγοντες παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της υπό κρίση αγωγής τους ως προς τον εναγόμενο …, με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά. Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή ως προς αυτόν θεωρείται ως μηδέποτε ασκηθείσα και η σχετική δίκη κατηργημένη, δεδομένου ότι οι εναγόμενοι […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 20 Νοεμβρίου, 2013

    ΑΠ 356 / 2013 : Αγωγή κατά τράπεζας προς απόδοση κατάθεσης

    H κατάθεση χρημάτων σε τράπεζα φέρει το χαρακτήρα της ανώμαλης παρακαταθήκης και δεν νοείται αδυναμία αποδόσεως αυτών, λόγω φθοράς, κλοπής ή υπαιξερέσεως. Συνεπώς, είναι αδύνατη η συνδρομή αξιώσεως εκ συμβάσεως και εξ αδικοπραξίας και η ευθύνη της τράπεζας παραμένει πάντοτε συμβατική. Έτσι η άρνηση της τράπεζας να αποδώσει στον παρακαταθέτη το χρηματικό ποσό της κατάθεσης και αν ακόμη αυτό έχει αφαιρεθεί από τρίτον με αξιόποινη πράξη, συνιστά αθέτηση συμβάσεως εκ μέρους της τράπεζας, και όχι αδικοπραξία έστω και αν η τράπεζα αυθαίρετα παρακρατεί τα κατατεθέντα. Αριθμός 356/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ A1′ Πολιτικό Τμήμα Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ιωάννη Σίδερη, Νικόλαο Λεοντή, Γεώργιο Γεωργέλλη και Δημήτριο Κράνη, Αρεοπαγίτες. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Φεβρουαρίου 2013, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Κοκκίνη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: Της αναιρεσείουσας: Τελούσας υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΣΕΡΡΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ” και τον διακριτικό τίτλο “SERRES CEREALS”, που εδρεύει στο …, και εκπροσωπείται νόμιμα από τους εκκαθαριστές της Λ. Ρ. Π. και Β. Β.. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Αικατερίνη Ανθίμου. Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία “ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.”, που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Μάριο Παναγιωτόπουλο. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 1-6-2005 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Βέροιας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 148/ΤΟ/2006 οριστική του ιδίου δικαστηρίου και 1362/2008 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 24-12-2009 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης, Ιωάννης Σίδερης, ανέγνωσε την από 25-1-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως. Η πληρεξούσια της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου του στην δικαστική δαπάνη του. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Ι). Επειδή, πράγματα που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, κατά την έννοια του αρθρ. 559 αριθ. 8 του ΚΠολΔ, είναι και οι λόγοι εφέσεως που περιέχουν παράπονα κατά της πρωτόδικης κρίσεως, γι’ αυτό και η παραδοχή από το εφετείο ανύπαρκτου λόγου εφέσεως ή η επανάκριση κεφαλαίου της πρωτόδικης αποφάσεως έξω από τα όρια της εφέσεως συνιστούν πλημμέλειες που εμπίπτουν στον προβλεπόμενο από την ανωτέρω διάταξη λόγο αναιρέσεως, εκτός αν πρόκειται για σφάλμα της αποφάσεως που αφορά προσβαλλόμενο με την έφεση κεφάλαιο και μπορεί να το ερευνήσει αυτεπαγγέλτως το δευτεροβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 134/2008, ΑΠ 1436/2002). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του αρθρ. 522 ΚΠολΔ, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους. Από το μεταβιβαστικό αυτό αποτέλεσμα της εφέσεως το εφετείο αποκτά την εξουσία να εξετάσει όλους τους ισχυρισμούς που υποβάλλονται, κατά τις διατάξεις των αρθρ. 525 μέχρι 527 του ίδιου κώδικα, τόσο από τη μια πλευρά όσο και από την άλλη και, παρόλο ότι ο εκκαλών, με την έφεση, παραπονιέται γιατί η αγωγή του απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, μπορεί να κρίνει, μετά και από […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 20 Νοεμβρίου, 2013

    Eιρ.Αθ. 2638/2012: Διαταγή πληρωμής: Προϋπόθεση χορήγησης της αναστολής δεν είναι η βασιμότητα της ανακοπής

     «Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. «Η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής. Το δικαστήριο όμως που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή, με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή». Απαραίτητη προϋπόθεση του παραδεκτού της αιτήσεως αναστολής είναι η νομότυπη και εμπρόθεσμη άσκηση ανακοπής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 632 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. Το εμπρόθεσμο εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως (Π.Πρ.Αθ. 3336/81 ΕλλΔνη 23, 321). Η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, ως ειδική μορφή της ανακοπής του άρθρου 583 επ. ΚΠολΔ η οποία δεν αποτελεί ένδικο μέσο αλλά ένδικο βοήθημα, ασκείται όπως και η αγωγή (215), δηλαδή με κατάθεση δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου και επίδοση αντιγράφου στον αντίδικο – καθ` ου η ανακοπή. Επίσης προϋπόθεση της χορήγησης της αναστολής δεν είναι η βασιμότητα της ανακοπής, η οποία δεν ερευνάται από το δικαστήριο, εκτός αν πρόκειται για προφανώς αβάσιμη ή απαράδεκτη ανακοπή. Κριτήριο πάντως για την αναστολή αποτελεί το αν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα επιφέρει ή όχι ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα (βλ. Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας Β. Βαθρακοκοίλη, έκδοσης 1995 κατ` άρθρο 632, παρ. 5 και 37, Διαταγές πληρωμής – Πιστωτικοί τίτλοι Βασ. Μπρακατσούλα έκδοση 1990 σελ. 106)». (δημοσίευση: τ.ν.π. Nomos)

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 20 Νοεμβρίου, 2013

    96/2013 ΜΠρΓρ: διεθνής δικαιοδοσία και εφαρμοστέο δίκαιο σε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ανάθεση επιμέλειας

    Η απόφαση αυτή αφορά αίτηση ασφαλιστικών μέτρων σχετικά με την προσωρινή ανάθεση της επιμέλειας ανήλικου τέκνου στη μητέρα του. Η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου θεμελιώνεται, με βάση τη συγκεκριμένη απόφαση, στη συνήθη διαμονή του παιδιού στην Ελλάδα κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 1 παρ. 2 α’, 2 παρ. 7 και 8 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας. Ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο στη διαφορά, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι μεν ότι είναι το αλβανικό κατά το άρθρο 18 ΑΚ, διότι υπάρχει κοινή ιθαγένεια των εμπλεκομένων προσώπων, ήτοι αλβανική. Ωστόσο, λόγω του κατεπείγοντος χαρακτήρα της υπόθεσης και με δεδομένο ότι το δικαστήριο δε γνωρίζει ούτε δύναται να πληροφορηθεί το περιεχόμενο του αλβανικού δικαίου χωρίς να διατάξει αποδείξεις (άρθρο 337 ΚΠολΔ), εφήρμοσε το ελληνικό δίκαιο. Τέλος, το δικαστήριο εξετάζοντας την ουσία της υπόθεσης, έκρινε ότι η κατοχή άδειας παραμονής του πατέρα του ανήλικου τέκνου δεν είναι αποφασιστικό κριτήριο για την ανάθεση της προσωρινής επιμέλειας του τέκνου σε αυτόν και ανέθεσε την προσωρινή επιμέλεια στη μητέρα, η οποία δεν είχε μεν άδεια παραμονής, είχε ωστόσο κινήσει ήδη τη διαδικασία για την απόκτησή της και κατ’ επέκταση την εύρεση εργασίας.

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 17 Νοεμβρίου, 2013

    AΠ 996/2012: Aγωγή αποζημίωσης για απάτη και καταδολίευση δανειστών

    AΠ 996/2012: Aγωγή αποζημίωσης για απάτη και καταδολίευση δανειστών: “Από τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 386 του ΠΚ, προκύπτει ότι γενεσιουργό λόγο της υποχρέωσης σε αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης αποτελεί και η τέλεση από τον εναγόμενο των προβλεπόμενων από τα άρθρα 386 και 397 παρ. 1 του ΠΚ εγκλημάτων της απάτης και της καταδολιεύσεως δανειστών σε βάρος του ζημιωθέντος ενάγοντος. Για τη στοιχειοθέτηση του πρώτου απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να προσαπαιτείται και η πραγματοποίηση του οφέλους, β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία, ως παραγωγός αιτία, να παραπλανήθηκε κάποιος και να προέβη σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες και τις παραλείψεις του δράστη, χωρίς να απαιτείται ταυτότητα παραπλανηθέντος και ζημιωθέντος. Ως γεγονότα κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως του άρ. 386 ΠΚ νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που ανάγονται στο παρελθόν ή στο παρόν, όχι και εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή συμβατικές υποχρεώσεις. Όταν, όμως, οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων – ψευδών γεγονότων, που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπληρώσεως με βάση την εμφανιζόμενη ψευδή κατάσταση από τον δράστη, που έχει ειλημμένη την απόφαση να μην εκπληρώσει την υποχρέωσή του, τότε θεμελιώνεται το έγκλημα της απάτης. Εξάλλου, κατά το άρθρο 397 παρ. 1 και 3 του ΠΚ, ο οφειλέτης που με πρόθεση ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση του δανειστή του, με μία από τις ρητά και περιοριστικά οριζόμενες στη διάταξη αυτή πράξεις, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και εκείνοι της δημιουργίας ψευδών χρεών ή ψευδών δικαιοπραξιών από τον οφειλέτη και της απαλλοτριώσεως οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη χωρίς ισότιμο και αξιόχρεο αντάλλαγμα, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή, αν η πράξη δεν υπόκειται σε βαρύτερη ποινή σύμφωνα με άλλη διάταξη. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνον ύστερα από έγκληση του δανειστή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της καταδολιεύσεως δανειστών, απαιτείται, αντικειμενικώς η, ολικώς ή μερικώς, ματαίωση της ικανοποιήσεως της απαιτήσεως του δανειστή με έναν από τους αναφερόμενους στη διάταξη αυτή τρόπους, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση της υπάρξεως απαιτήσεως εναντίον του από συγκεκριμένη νομική αιτία και τη θέληση ή την αποδοχή της ματαιώσεως της ικανοποιήσεως της απαιτήσεως του δανειστή με τη γενόμενη χωρίς ισότιμο και αξιόχρεο αντάλλαγμα απαλλοτρίωση, πράγμα το οποίο συμβαίνει, οσάκις το κατά τα άνω απαλλοτριούμενο αποτελεί το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο ή οσάκις τα εναπομένοντα μετά τη γενομένη απαλλοτρίωση περιουσιακά στοιχεία, στα οποία περιλαμβάνεται το σύνολο των δικαιωμάτων του οφειλέτη που είναι δεκτικά χρηματικής αποτιμήσεως και υπέγγυα σε αναγκαστική εκτέλεση, εν όψει της αξίας τους, δεν επαρκούν για την ολοσχερή ικανοποίηση της απαιτήσεως του δανειστή. Η απαίτηση δε αυτή του δανειστή δεν απαιτείται να είναι εκκαθαρισμένη ή δικαστικά αναγνωρισμένη ή να έχει προηγηθεί η αναγνώριση της απαιτήσεως του […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 17 Νοεμβρίου, 2013

    Εφ Αθ 2438 – Προσβολή προσωπικότητας από τη διακοπή τηλεφωνικής σύνδεσης σε δικηγορικό γραφείο

    Περίληψη: Προσβολή προσωπικότητας από τη διακοπή τηλεφωνικής σύνδεσης σε δικηγορικό γραφείο -. Ευθύνη προς αποζημίωση από τη συμπεριφορά προστηθέντων της τηλεφωνικής εταιρείας. Εφετείο Αθηνών Αριθ. 2438/2013 (…) Ο ενάγων είναι δικηγόρος Αθηνών από το έτος 1970, ασκεί από τότε ενεργά τη δικηγορία (…) κατήρτισε, στις 20.9.1972 και 5.10.1977, με την εναγομένη ανώνυμη εταιρία τηλεπικοινωνίας (** ΑΕ), η τελευταία του παρέχει προς χρήση στο δικηγορικό του γραφείο δύο κύριες τηλεφωνικές συνδέσεις του αστικού τηλεφωνικού της δικτύου, των οποίων η λειτουργία είναι απολύτως αναγκαία για την άσκηση του λειτουργήματός του, ιδίως για την επικοινωνία του με τους πελάτες του (…). Τη Δευτέρα στις 20 Αυγούστου το πρωί ο ίδιος και η συνεργάτης του δικηγόρος Μ.Σ.** διαπίστωσαν ότι δεν λειτουργούσαν τα τηλέφωνα του γραφείου του και αμέσως ο ενάγων, μετά από κλήση μέσω του κινητού του τηλεφώνου του αριθμού της εναγομένης για την αναγγελία των βλαβών, του 121, ειδοποίησε του αρμοδίους υπαλλήλους της για την διακοπή της τηλεφωνικής σύνδεσης του γραφείου του, δηλώνοντάς τους ταυτόχρονα ότι η λειτουργία της είναι απολύτως απαραίτητη για το δικηγορικό του γραφείο, και έλαβε την υπόσχεση ότι άμεσα θα τον επισκεφθεί τεχνικός της εναγομένης προς αποκατάσταση της βλάβης, στην οποία υποχρεούτο η εναγομένη, με σχετικό συμβατικό όρο εντός 48 ωρών από την επομένης της αναγγελίας (…). Κατόπιν τούτων σαφώς αποδείχθηκε από την προσήκουσα εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των αποδεικτικών μέσων ότι οι προστηθέντες υπάλληλοι της εναγομένης, παρότι γνώριζαν από τον ίδιο τον ενάγοντα ότι οι τηλεφωνικές συνδέσεις εξυπηρετούσαν το δικηγορικό του γραφείο και ήταν απολύτως αναγκαίες για την εύρυθμη λειτουργία και την άσκηση του επαγγέλματός του, και δη την επικοινωνία με τους πελάτες του και όποιον τρίτον τον χρειαζόταν για την παροχή των δικηγορικών του υπηρεσιών, την λήψη και την αποστολή τηλεομοιοτυπιών και την σύνδεση με το διαδίκτυο που είναι αναγκαία για την επιστημονική του ενημέρωση, αδιαφόρησαν επανειλημμένα για την αποκατάσταση της βλάβης των τηλεφωνικών συνδέσεων του γραφείου, που ήταν συνήθης και όφειλαν και μπορούσαν να την αποκαταστήσουν εντός δύο ημερών από την επομένη της αναγγελίας της, και έτσι του στέρησαν επί οκτώ συνεχείς πλήρεις ημέρες τη χρήση ενός αναγκαίου αγαθού για την ελεύθερη ανάπτυξη της επαγγελματικής του δραστηριότητας ως δικηγόρου, επιπλέον αγνοώντας τον επιδεικτικά κατά τις συνεχείς διαμαρτυρίες του, τηλεφωνικές και αυτοπρόσωπες, και την επισήμανση για την αδυναμία λειτουργίας του δικηγορικού του γραφείου, εμπαίζοντάς τον με την γνωστή τους αναφορά ότι δήθεν η βλάβη των τηλεφώνων του ήταν δήθεν αποκατεστημένη και κάνοντάς τον να αναμένει ματαίως, επίσης εν γνώσει τους, την δήθεν επικείμενη άφιξη τεχνικών στο γραφείο του προς επισκευή της βλάβης, δύο φορές για πολλές ώρες κάθε φορά, εκ των οποίων μάλιστα η μία ήταν ημέρα Σάββατο, χωρίς οποιαδήποτε εξήγηση, απαξιώντας και να απαντήσουν ακόμη στις συνεχείς τηλεφωνικές κλήσεις για κάποια δικαιολογία, καταδεικνύει απαξία, εμπαιγμό και καταφρόνηση στο πρόσωπο του ενάγοντος, με υπαιτιότητα των προστηθέντων της εναγομένης. (…) Από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τα προαναφερόμενα, ο ενάγων δικηγόρος υπέστη, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ηθική βλάβη και προς αποκατάσταση αυτής δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης. (…). Κατόπιν όλων των ανωτέρω πρέπει να γίνει δκετή εν μέρει η κρινόμενη αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 17 Νοεμβρίου, 2013

    ΑΠ 1073.2013, Οροφοκτησία, δαπάνες θέρμανσης, εγκατάσταση φυσικού αερίου

    Απόφαση 1073 / 2013    (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 1073/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Δ’ Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή, Δημητρούλα Υφαντή και Βασίλειο Λαμπρόπουλο, Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 22 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει μεταξύ: Του αναιρεσείοντος: Λ. Π. του Β., κατοίκου … ο οποίος εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Αντώνη Μπούκαλου και κατέθεσε προτάσεις. Της αναιρεσιβλήτου: Διαχειριστικής επιτροπής της πολυκατοικίας επί της οδού …, στην …, που εκπροσωπεί την ένωση συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας αυτής και εκπροσωπείται νόμιμα από τα μέλη της, τον Πρόεδρο Π. Μ. του Μ. και τον διαχειριστή Α. Κ. του Α., … και του τελευταίου και ατομικά ως συνιδιοκτήτη, η οποία εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Άννα Μαρία Κιούρα, βάσει δηλώσεως κατ’άρθρο 242 παρ, 2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την 44282/23-10-2009 αγωγή της ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:19553-2010 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 139-2012 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 3/9/2012 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Δημητρούλα Υφαντή, ανέγνωσε την από 12-3-2013 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Ι.- Κατά την διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται μόνον αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ.ΑΠ 7/2006, 4/2005). Με το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (παραβίαση κανόνα του ουσιαστικού δικαίου) ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κ.λπ. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ’ ουσίαν (Ολ. ΑΠ 27 και 28/1998). Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την υπόψη διάταξη, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παράγραφος 3 του Συντάγματος προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος απ’ αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που. απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
  • 17 Νοεμβρίου, 2013

    ΠΠρΑθ 4041/2013, Αναγκαστική ομοδικία στο άρθρο 939 Α.Κ. – Σώρευση αγωγής αναγνώρισης ως άκυρης λόγω εικονικότητας σύμβαση πώλησης με αγωγή διάρρηξης ως καταδολιευτικής της αυτής σύμβασης πώλησης

      Για να μην επιφέρει ο θάνατος ενός από τους αναγκαίους ομοδίκους την κατάργηση της δίκης ως προς όλους τους ομοδίκους, μπορεί να γίνει παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής,  πριν από την έναρξη της προφορικής συζήτησης, από τον ενάγοντα, με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον εναγόμενο, χωρίς να υπάρξουν έννομες συνέπειες ως προς τους λοιπούς. Συνέπεια της καταδολιευτικής είναι η διάρρηξη της δικαιοπραξίας, ενώ της εικονικής είναι η αναγνώριση της ακυρότητας λόγω εικονικότητας. Είναι δυνατή η επικουρική σώρευση διαπλαστικής και αναγνωριστικής αγωγής, σε κάθε νοητό μεταξύ τους συνδυασμό, αρκεί να μην υπάρχει αντιφατικότητα μεταξύ τους. Επομένως αφού το περιεχόμενο μιας εικονικής δικαιοπραξίας, έρχεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο της αγωγής διάρρηξης, η οποία προϋποθέτει έγκυρη έστω και υποκρυπτόμενη δικαιοπραξία, διατάσσεται ο χωρισμός των δυο αγωγών. Η καταδολίευση δανειστών, τελούμενη προς βλάβη τους, δεν αποτελεί και αδικοπραξία, υπό την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, διότι παρά το γεγονός πως είναι παράνομη συμπεριφορά, συνέπειά της είναι η διάρρηξη της απαλλοτριωτικής πράξεως και όχι η αποζημίωση. Δεν υποχρεούνται οι τρίτοι να επαναφέρουν τα πράγματα στην κατάσταση που βρισκόταν πριν από την καταδολιευτική απαλλοτρίωση, καθώς με τη διάρρηξη της καταδολιευτικής δικαιοπραξίας, η απαλλοτρίωση θεωρείται σαν να μην είχε γίνει ποτέ, οπότε ο δανειστής μπορεί να στραφεί κατά του οφειλέτη του απευθείας και δε χρειάζεται να γίνει μεταβίβαση από τον τρίτο στον οφειλέτη.   Αριθμός Αποφάσεως 4041/2013 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ       ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από χους Δικαστές Αναστάσιο Σάββα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Κωνσταντίνο Σωτηρόπουλο Πρωτοδίκη. Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη-Εισηγητή και τον Γραμματέα Ολύμπιο Τριαντάφυλλου.   ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του. στις 21-2-2013. για να • δικάσει την υπόθεση:   ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ- ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) … , κατοίκου Περιστερίου Αττικής και 2) …, κατοίκου ως άνω, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά της πληρεξούσια δικηγόρου τους Μαριέττας Γεωργούλη.   ΤΩΝ ΚΑΘ” ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: … και 5) …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τη πληρεξούσια δικηγόρο τους Ουρανία Καββαδά.   Οι καλούντες-ενάγοντες με την από 8-10-2010 κλήση τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 174537/3108/2010 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφθηκε στο πινάκιο, επαναφέρουν προς συζήτηση, μετά από ματαίωση, την από 29-12-2008 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 7515/556/2009.   Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, παραστάθηκαν στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.     ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ     Με την από 8-10-2010 κλήση των εναγόντων, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 174537/3108/2010, νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση, κατόπιν ματαίωσης κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο, η από 29-12-2008 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 7515/556/2009.   Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ.α και 287 παρ.1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι λόγο διακοπής της δίκης αποτελεί και ο θάνατος διαδίκου, ο οποίος όμως πρέπει να γνωστοποιηθεί στον αντίδικο του αποβιώσαντος από πρόσωπο που δικαιούται να επαναλάβει τη δίκη, όπως είναι και οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος διαδίκου ή από τον πληρεξούσιο ή το νόμιμο αντιπρόσωπο του αποβιώσαντος, η δε γνωστοποίηση μπορεί να γίνει μόνο με επίδοση δικογράφου ή […]

    ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ